Αρνητικός παράγοντας στην οικονομική και κοινωνική πρόοδο αποτελεί η λειτουργία των θεσμών, παρά την ανθεκτικότητα που έχει δείξει και ορισμένες θετικές εξελίξεις τα τελευταία χρόνια. Το εκτενές έγγραφο εργασίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που συνοδεύει την Έκθεση Χώρας της Κύπρου για το 2025, στο πλαίσιο των συστάσεων του Συμβουλίου σχετικά με τις οικονομικές, κοινωνικές, διαρθρωτικές και δημοσιονομικές πολιτικές της Κύπρου, αφιερώνει ένα ειδικό κεφάλαιο στους θεσμούς και διαπιστώνει σημαντικές προκλήσεις, επίμονες ανεπάρκειες και ρυθμιστικά εμπόδια που συνεχίζουν να επιβαρύνουν την ανταγωνιστικότητα και το επιχειρηματικό περιβάλλον της Κύπρου.
Συνοπτικά οι υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που «σκάναραν» την Κύπρο στο πλαίσιο της διαδικασίας του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, διαπιστώνουν: «Το θεσμικό πλαίσιο της Κύπρου επηρεάζει την ανταγωνιστικότητά της. Αν και η εμπιστοσύνη του κοινού στην κυβέρνηση παραμένει σχετικά χαμηλή, η εμπιστοσύνη στις περιφερειακές και τοπικές Αρχές έχει αυξηθεί πρόσφατα. Η Κύπρος θα μπορούσε να βελτιώσει τις ρυθμιστικές της πρακτικές, να αντιμετωπίσει τη γραφειοκρατία και να μειώσει τον διοικητικό φόρτο. Καταβάλλονται προσπάθειες για την ψηφιοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών, αν και η Κύπρος εξακολουθεί να υστερεί σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ. Η εφαρμογή αρκετών μεταρρυθμίσεων στο πλαίσιο του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας έχει καθυστερήσει. Η αποτελεσματικότητα του δικαστικού συστήματος αντιμετωπίζει επίσης προκλήσεις».
Η αντίληψη του κοινού
Αναλυτικά, η εμπιστοσύνη στους δημόσιους θεσμούς είναι κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Η εμπιστοσύνη στην εθνική κυβέρνηση είναι σχετικά χαμηλή, καθώς το φθινόπωρο του 2024 ήταν στο 21%. Αυτό είναι κάτω από το επίπεδο εμπιστοσύνης στο δικαστικό Σώμα και στις περιφερειακές και τοπικές δημόσιες Αρχές. Παράγοντες που θα μπορούσαν να αυξήσουν την εμπιστοσύνη του κοινού στη δημόσια διοίκηση είναι η μείωση της γραφειοκρατίας, η βελτίωση των δεξιοτήτων των δημοσίων υπαλλήλων και η ενίσχυση της επικοινωνίας με τους πολίτες. Η αντιληπτή ποιότητα της κυβέρνησης έχει επιδεινωθεί και παραμένει κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ.
Ποιότητα της νομοθεσίας
Σε ό,τι αφορά τη νομοθεσία και το κανονιστικό πλαίσιο, οι επιδόσεις στην ανάπτυξη και την αξιολόγηση της νομοθεσίας παραμένουν κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ, αναφέρει το έγγραφο. Οι πρακτικές σε κανονιστικά εργαλεία, όπως οι εκ των προτέρων εκτιμήσεις επιπτώσεων, οι δημόσιες διαβουλεύσεις και οι αναθεωρήσεις των υφιστάμενων κανονισμώνκ δεν έχουν παρουσιάσει σημαντικές αλλαγές κατά την περίοδο 2021-2024. Η απόδοση είναι καλύτερη για τους πρωτογενείς νόμους παρά για τους δευτερεύοντες κανονισμούς και για τις εκ των προτέρων εκτιμήσεις επιπτώσεων και τη συμμετοχή των ενδιαφερόμενων μερών παρά για την εκ των υστέρων αξιολόγηση της νομοθεσίας. Σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ, η Κύπρος διαθέτει ανεπαρκώς ανεπτυγμένα συστήματα εποπτείας και ελέγχου ποιότητας, καθώς και αδύναμες μεθοδολογικές απαιτήσεις και απαιτήσεις διαφάνειας για αυτά τα ρυθμιστικά εργαλεία.
Για την αντιμετώπιση των προβλημάτων, η Κύπρος θα λάβει ειδική τεχνική υποστήριξη για την ανάπτυξη ικανοτήτων όσον αφορά τη χάραξη πολιτικής βάσει τεκμηριωμένων στοιχείων. Η Επιτροπή προσθέτει ότι η Κύπρος μπορεί να ενισχύσει περαιτέρω τους μηχανισμούς της για την απλούστευση της νομοθεσίας. Για παράδειγμα, οι περιοδικές εκ των υστέρων αξιολογήσεις της πρωτογενούς νομοθεσίας δεν είναι υποχρεωτικές. Όταν διενεργούνται, οι αξιολογήσεις αυτές δεν απαιτείται να περιλαμβάνουν εκτίμηση του διοικητικού φόρτου και του ουσιαστικού κόστους συμμόρφωσης. Άλλες πρακτικές, όπως η διεξαγωγή σε βάθος ανασκοπήσεων συγκεκριμένων ρυθμιστικών τομέων και η δημόσια απογραφή της νομοθεσίας, θα μπορούσαν να ενισχύσουν περαιτέρω τους προαναφερθέντες μηχανισμούς.
Αποτελεσματικότητα διοικητικών διαδικασιών
Επιλεγμένοι δείκτες δείχνουν ότι η δημόσια διοίκηση της Κύπρου χρειάζεται περισσότερο χρόνο από άλλα κράτη μέλη για να ολοκληρώσει διαδικασίες. Για παράδειγμα, ο μέσος χρόνος λήψης αποφάσεων από τους δημόσιους αναδόχους, που μετράται ως ο χρόνος μεταξύ της προθεσμίας υποβολής προσφορών και της ημερομηνίας ανάθεσης της σύμβασης, είναι πολύ υψηλότερος από τον μέσο όρο της ΕΕ (144 ημέρες στην Κύπρο έναντι 99 ημερών κατά μέσο όρο στην ΕΕ), γεγονός που συνεισφέρει στην αβεβαιότητα για τις επιχειρήσεις. Επιπλέον, οι δείκτες του ΟΟΣΑ για τη ρύθμιση της αγοράς προϊόντων δείχνουν ότι το σύστημα αδειοδότησης της Κύπρου είναι ελαφρώς πιο δυσκίνητο από τον μέσο όρο της ΕΕ-27 και θα μπορούσε να ευθυγραμμιστεί περαιτέρω με τις βέλτιστες πρακτικές. Η κυβέρνηση τηρεί ενημερωμένο κατάλογο όλων των αδειών που απαιτούνται/εκδίδονται σε επιχειρήσεις από δημόσιους φορείς αλλά ο κατάλογος δεν είναι διαθέσιμος στο διαδίκτυο. Επιπλέον, δεν υπάρχει απαίτηση για την κυβέρνηση να αξιολογεί τακτικά εάν οι εν λόγω άδειες εξακολουθούν να απαιτούνται ή πρέπει να αποσυρθούν. Επιπλέον, οι δημόσιοι φορείς δεν υποχρεούνται να τηρούν την αρχή της εφάπαξ υποβολής και ζητούν τις ίδιες πληροφορίες από τους πολίτες ή τις επιχειρήσεις περισσότερες από μία φορές.
Ψηφιακές δημόσιες υπηρεσίες
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναφέρει ότι υπάρχει περιθώριο βελτίωσης στην ψηφιοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών. Παρά την πρόσφατη θετική τάση στη μέση ετήσια πρόοδο των ψηφιακών δημόσιων υπηρεσιών για τους πολίτες, η Κύπρος παραμένει κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ, με βαθμολογία 74 στα 100 (μέσος όρος ΕΕ 79,4), αν και και έχει προχωρήσει σχεδόν πέντε φορές ταχύτερα (16,3%) από τον μέσο όρο της ΕΕ (3,1%). Όσον αφορά τη διαθεσιμότητα ψηφιακών δημόσιων υπηρεσιών για τις επιχειρήσεις, η Κύπρος ήταν ελαφρώς πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ, με βαθμολογία 86,1 στα 100 (μέσος όρος ΕΕ 85,4). Το μεγαλύτερο μέρος των ψηφιακών επενδύσεων στο πλαίσιο του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας της Κύπρου αφιερώνεται στην ψηφιοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών και της διοίκησης (100,8 εκατ. ευρώ). Το ποσοστό των χρηστών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης δείχνει περιθώρια βελτίωσης, καθώς ανέρχεται σε 72,4%, κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ που είναι 75%. Στο πλαίσιο της ψηφιοποίησης των δημόσιων υπηρεσιών, η Κύπρος θα αποκτήσει 100.000 ηλεκτρονικές ταυτότητες από τον εθνικό πάροχο ηλεκτρονικών ταυτοτήτων, οι οποίες θα προσφερθούν στους Κύπριους πολίτες.
Στα θετικά καταγράφεται το έργο της απρόσκοπτης, αυτοματοποιημένης ανταλλαγής αυθεντικών εγγράφων και δεδομένων σε ολόκληρη την ΕΕ. Η Κύπρος έχει αναπτύξει την απαραίτητη υποδομή και ξεκινά τη διαδικασία σύνδεσης των πρώτων Αρχών με το τεχνικό σύστημα «Once-Only».
Δικαιοσύνη
Η αποτελεσματικότητα του δικαστικού συστήματος εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις, παρά τις θετικές τάσεις. Ο χρόνος εκδίκασης των αστικών και εμπορικών υποθέσεων στα πρωτοβάθμια δικαστήρια έχει μειωθεί περαιτέρω (από 761 ημέρες το 2022 σε 605 ημέρες το 2023). Ωστόσο, εξακολουθεί να είναι ένας από τους υψηλότερους στην ΕΕ. Ο χρόνος εκδίκασης των διοικητικών υποθέσεων σε πρώτο βαθμό έχει επίσης μειωθεί (από 461 ημέρες το 2022 σε 380 ημέρες το 2023).
Η Επιτροπή καταγράφει συνέχεια στις προσπάθειες για τη βελτίωση της ποιότητας του δικαστικού συστήματος, ιδίως όσον αφορά το επίπεδο ψηφιοποίησης, το οποίο παραμένει χαμηλό. Η έλλειψη ενός ολοκληρωμένου ηλεκτρονικού συστήματος διαχείρισης υποθέσεων έχει αρνητικές επιπτώσεις στον ψηφιακό μετασχηματισμό της Δικαιοσύνης. Τα σχέδια για την αναβάθμιση του υφιστάμενου συστήματος i-justice βρίσκονται ακόμη σε αρχικό στάδιο. Όσον αφορά την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, δεν έχουν αναφερθεί συστημικές ελλείψεις.