- Την εξεύρεση τρόπων ελέγχου, τουλάχιστον, των υψηλόβαθμων υπαλλήλων του Δημοσίου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα για αθέμιτο πλουτισμό, επιδιώκει ο πρόεδρος της Επιτροπής Θεσμών της Βουλής και βουλευτής του ΔΗΣΥ κ. Δημήτρης Δημητρίου μέσω της εφαρμογής του μέτρου του «Πόθεν Έσχες». Αντίστοιχη προσπάθεια νομοθετικής ρύθμισης που ψηφίστηκε το 1990 και δεν εφαρμόστηκε, κρίθηκε ως αντισυνταγματική με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου τον Μάρτιο του 2017 λόγω της πρόνοιας που περιλάμβανε για δημοσιοποίηση των δηλώσεων «Πόθεν Έσχες».
Η εισήγηση που κατατέθηκε στην κοινοβουλευτική Επιτροπή Θεσμών από τον κ. Δημητρίου είναι να θεσμοθετηθεί η ηλεκτρονική υποβολή δήλωσης «Πόθεν Έσχες», χωρίς δημοσιοποίηση των στοιχείων, για τους υπαλλήλους του Δημοσίου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα που βρίσκονται στη μισθοδοτική κλίμακα Α13 και άνω. Εισήγηση με την οποία συμφώνησαν οι περισσότεροι βουλευτές μέλη της επιτροπής. Με τη βουλεύτρια του ΑΚΕΛ, Ειρήνη Χαραλαμπίδου, να τονίζει ότι κανείς δεν μπορεί να εξαιρείται από το «Πόθεν Έσχες», αναφέροντας ότι πολλές φορές οι τεχνοκράτες κατευθύνουν αποφάσεις του Δημοσίου που αφορούν εκατομμύρια ευρώ.
Δέον να σημειωθεί, ότι θετικά τοποθετήθηκαν απέναντι στην πρόθεση των βουλευτών της Επιτροπής Θεσμών να θεσμοθετήσουν το «Πόθεν Έσχες» για τους ανώτερους κρατικούς υπαλλήλους και τα διευθυντικά στελέχη, η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, καθώς και οι συντεχνίες των δημοσίων υπαλλήλων ΠΑΣΥΔΥ και ΙΣΟΤΗΤΑ.
Κανένας στοχευμένος έλεγχος
Σύμφωνα με καταγγελίες που τέθηκαν ενώπιον βουλευτών, δεν γίνονται στοχευμένοι έλεγχοι σε δημοσίους υπαλλήλους για αθέμιτο πλουτισμό παρά το γεγονός ότι, το Τμήμα Φορολογίας έχει την εξουσία να το πράξει οποιαδήποτε στιγμή το κρίνει σκόπιμο, καλώντας, μάλιστα, δημοσίους υπαλλήλους αλλά και μέλη των οικογενειών τους να καταθέσουν προς έλεγχο και αν κριθεί σκόπιμο και αναδρομικά, καταστάσεις κεφαλαίου (Capital Statement).
Συζητούν εδώ και 34 χρόνια
Αρκούντως αποκαλυπτικά είναι τα στοιχεία που εξασφαλίσαμε και παραθέτουμε με χρονολογική σειρά για τους λόγους που δεν εφαρμόστηκε το «Πόθεν Έσχες» για τους δημοσίους υπαλλήλους παρά την ψήφιση σχετικής νομοθεσίας πριν 34 χρόνια. Συγκεκριμένα:
1990:Ψηφίστηκε ο περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμος, ο οποίος, προβλέπει την κατάθεση δήλωσης «Πόθεν Έσχες» από τους δημοσίους υπαλλήλους. Συγκεκριμένα, το άρθρο 66 του υπό αναφορά νόμου προβλέπει τα εξής:
Άρθρο 66 (1): Δεv επιτρέπεται σε δημόσιo υπάλληλo vα απoκτήσει άμεσα ή έμμεσα oπoιαδήπoτε κιvητή ή ακίvητη ιδιoκτησία εκμεταλλευόμεvoς πρoς τoύτo τη θέση τoυ ή vα κατέχει τέτoια ιδιoκτησία, όταv τo συμφέρov τoυ σ' αυτή συγκρoύεται με τα δημόσια καθήκovτά τoυ.
Άρθρο 66 (2): Ο υπάλληλoς υπoχρεoύται vα υπoβάλλει τoν Μάρτιo κάθε τρίτoυ έτoυς δήλωση για τυχόv μεταβoλές τωv περιoυσιακώv στoιχείωv τoυ ιδίoυ, τoυ ή της συζύγoυ και τέκvωv τα oπoία πρoστατεύovται και συvτηρoύvται απ' αυτόv. Η πρώτη δήλωση θα υπoβληθεί τoν μήvα Μάρτιo τoυ επόμεvoυ έτoυς από τηv έvαρξη της ισχύoς τoυ vόμoυ αυτoύ. Αv δεv υπάρχoυv μεταβoλές υπoβάλλεται αρvητική δήλωση. Η αρμόδια Αρχή μπoρεί με αιτιoλoγημέvη απόφασή της vα ζητήσει τηv υπoβoλή δήλωσης και εvδιαμέσως παρέχovτας εύλoγη πρoθεσμία υπoβoλής της. Μπoρεί, επίσης, vα ζητεί διευκριvίσεις για τα στoιχεία πoυ έχoυv υπoβληθεί και vα ελέγχει τηv ακρίβεια της δήλωσης τoυ υπαλλήλoυ. Η διαπίστωση αvακρίβειας της δήλωσης περιoυσιακώv στoιχείωv τoυ υπαλλήλoυ συvεπάγεται τηv πειθαρχική τoυ δίωξη.
Άρθρο 66 (3): Αv εγερθεί εύλoγη υπoψία για δημόσιo υπάλληλo ως πρoς τηv πηγή τωv oικovoμικώv τoυ πόρωv, μπoρεί vα διεξαχθεί έρευvα κατά τov καθoρισμέvo τρόπo για εξακρίβωση της πρoέλευσης τωv πόρωv αυτώv. Αv από τηv έρευvα εξακριβωθεί ότι, o δημόσιoς υπάλληλoς απέκτησε τoυς πόρoυς αυτoύς κάτω από συvθήκες πoυ συvιστoύv πoιvικό ή πειθαρχικό αδίκημα, η αρμόδια Αρχή πρoβαίvει στη λήψη τωv κατάλληλωv μέτρωv.
1991: Στην προσπάθεια εφαρμογής της διάταξης 2 του άρθρου 66 που προβλέπει την κατάθεση δήλωσης «Πόθεν Έσχες» από τους δημοσίους υπαλλήλους, προέκυψαν διάφορα ερωτήματα, κυρίως, ως προς την ερμηνεία του όρου «περιουσιακά στοιχεία», ποια στοιχεία έπρεπε να περιλαμβάνονται στη δήλωση ενώ διατυπώθηκαν προβληματισμοί και ως προς τους μηχανισμούς που έπρεπε να εγκατασταθούν για τον έλεγχο των δηλώσεων και το διοικητικό κόστος, και τη μεγάλη γραφειοκρατία που θα δημιουργούσε η ενεργοποίηση της συγκεκριμένης διάταξης. Το όλο θέμα συζητήθηκε σε συνεδρία της Μεικτής Επιτροπής Προσωπικού κατά την οποία αποφασίστηκε, δεδομένης και της έντονης τότε αρνητικής θέσης της ΠΑΣΥΔΥ, η προώθηση τροποποιητικού νομοσχεδίου για κατάργηση της υπό αναφοράς διάταξης. Όμως, το Υπουργικό Συμβούλιο σε συνεδρία του ημερομηνίας 6/6/1991 αποφάσισε να αναβάλει τη λήψη απόφασης για περαιτέρω μελέτη του θέματος.
1998: Το όλο θέμα παρέμεινε σε αδράνεια μέχρι το 1998 όταν με αφορμή έρευνα που διατάχθηκε εναντίον υψηλόβαθμου δημόσιου υπαλλήλου για αθέμιτο πλουτισμό αποκαλύφθηκε το κενό στη νομοθεσία σε ό,τι αφορά τον καθορισμό του τρόπου διεξαγωγής έρευνας για εξακρίβωση της προέλευσης των οικονομικών πόρων των δημοσίων υπαλλήλων σε περίπτωση που εγερθεί υποψία ως προς την πηγή τους, όπως προβλέπεται στο εδάφιο 3 του άρθρου 66 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου.
Για κάλυψη αυτού του κενού ετοιμάστηκαν και κατατέθηκαν στη Βουλή, τον Νοέμβριο του 1998, ειδικοί κανονισμοί που καθόριζαν τη διαδικασία διερεύνησης της προέλευσης των οικονομικών πόρων των δημοσίων υπαλλήλων.
2004:Ο βουλευτής του ΔΗΣΥ, Ιωνάς Νικολάου, κατάθεσε πρόταση νόμου για τροποποίηση του άρθρου 66 και προσθήκη νέων άρθρων. Σκοπός της πρότασης αυτής ήταν η ενεργοποίηση του εδαφίου (2) του άρθρου 66 για δήλωση ανά τριετία των περιουσιακών στοιχείων των δημόσιων υπαλλήλων καθώς και η ρύθμιση του τρόπου διεξαγωγής έρευνας για εξακρίβωση της προέλευσης των οικονομικών τους πόρων με την προσθήκη νέων άρθρων στον εν λόγω νόμο. Σε ό,τι αφορά τη δήλωση καθοριζόταν στην πρόταση νόμου ότι, σε αυτήν θα περιλαμβάνονταν τα στοιχεία που καθορίζονταν στο έντυπο δήλωσης κατάστασης περιουσίας των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων.
Η πρόταση νόμου του Ιωνά Νικολάου συζητήθηκε για πρώτη φορά σε συνεδρία της κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών στις 14/10/2004. Στην εν λόγω συνεδρία, ο διευθυντής του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού του Υπουργείου Οικονομικών εξέφρασε τους προβληματισμούς του. Συγκεκριμένα, αναφέρθηκε στο μεγάλο διοικητικό κόστος που αναμένεται να προκύψει δεδομένου ότι, τα στοιχεία που θα συλλέγονται για τα περιουσιακά στοιχεία των δημόσιων υπαλλήλων θα πρέπει να αρχειοθετούνται, να παρακολουθούνται και να αναλύονται, καθώς και στις αμφιβολίες ως προς το κατά πόσο το κόστος αυτό θα έχει οποιοδήποτε θετικό αντίκτυπο. Ανάλογες απόψεις εκφράστηκαν κατά την εν λόγω συνεδρία και από εκπροσώπους της ΑΗΚ και της ΑΤΗΚ για τους οποίους κατατέθηκαν παρόμοιες προτάσεις νόμου για να καταστεί υποχρεωτική η ανά τριετία δήλωση των περιουσιακών στοιχείων των υπαλλήλων τους.
2006: Λόγω των παραπάνω δυσκολιών αλλά κυρίως των αμφιβολιών που εκφράστηκαν εάν θα είχε ουσιαστικό όφελος η ενεργοποίηση του εδαφίου 2 του άρθρου 66, στο πλαίσιο νομοσχεδίου που προωθήθηκε για απλοποίηση και εκσυγχρονισμό διατάξεων των εν λόγω νόμων που αφορούσαν, κυρίως, τις διαδικασίες πλήρωσης δημόσιων θέσεων, επιχειρήθηκε η κατάργησή του. Ωστόσο, η κοινοβουλευτική Επιτροπή Νομικών, που εξέτασε το νομοσχέδιο, διαφώνησε με την κατάργησή του, παρά το ότι η Νομική Υπηρεσία διαβεβαίωσε και γραπτώς τους βουλευτές της επιτροπής ότι, δεν υπάρχει απαίτηση από την Επιτροπή κατά της Διαφθοράς του Συμβουλίου της Ευρώπης (GREGO) για να καταθέτουν δηλώσεις «Πόθεν Έσχες» οι δημόσιοι υπάλληλοι.
2008: Στις 16/10/2008 εκπρόσωποι του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού του Υπουργείου Οικονομικών κλήθηκαν σε συνεδρία της Επιτροπής Νομικών της Βουλής για συζήτηση της πρότασης νόμου του Ιωνά Νικολάου με απώτερο στόχο την ενεργοποίηση των διατάξεων του άρθρου 66 για υποβολή δήλωσης «Πόθεν Έσχες» από τους δημοσίους υπαλλήλους. Κατά τη συζήτηση, ο κ. Νικολάου ανέφερε ότι οι σχετικές διατάξεις θα πρέπει να ενεργοποιηθούν για λόγους προστασίας της τιμής και της αξιοπρέπειας των δημόσιων υπαλλήλων. Εκφράστηκαν, επίσης, εκ νέου οι προβληματισμοί που υπάρχουν για το θέμα ενώ η εκπρόσωπος της Νομικής Υπηρεσίας εξέφρασε κατ’ αρχήν επιφυλάξεις ως προς το κατά πόσο η υποχρέωση για δήλωση των περιουσιακών στοιχείων των δημόσιων υπαλλήλων είναι συνταγματικά ορθή, δεδομένου ότι μπορεί να συγκρούεται με το συνταγματικό δικαίωμα για προστασία της ιδιωτικής ζωής των πολιτών. Η κατάληξη της συζήτησης κατά την εν λόγω συνεδρία ήταν να δοθεί χρόνος στη Νομική Υπηρεσία να μελετήσει περαιτέρω τη συνταγματική πτυχή του θέματος της δήλωσης περιουσιακών στοιχείων των δημόσιων υπαλλήλων. Έκτοτε, δεν συγκλήθηκε συνεδρία της κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών για συζήτηση του συγκεκριμένου θέματος.
2012: Στο πλαίσιο συζήτησης ενώπιον της Επιτροπής Θεσμών της Βουλής για το «Πόθεν Έσχες» των αξιωματούχων, ο Γενικός Εισαγγελέας, Πέτρος Κληρίδης, κλήθηκε να εκφράσει την άποψή του και σε σχέση με την ενεργοποίηση του άρθρου 66 που αφορά το «Πόθεν Έσχες» των δημοσίων υπαλλήλων. Όπως είπε, ένα λογικό βήμα για έλεγχο των δημοσίων υπαλλήλων για αθέμιτο πλουτισμό είναι η χρησιμοποίηση της κατάστασης κεφαλαίου του Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων (Φόρος Εισοδήματος), η οποία, ζητείται από φυσικά πρόσωπα για σκοπούς επιβεβαίωσης/ελέγχου της δήλωσης εισοδήματος ή για σκοπούς έρευνας για φοροδιαφυγή. Στην ίδια συνεδρία, ο διευθυντής του ΤΕΠ δήλωσε ότι είναι αδύνατο να ελέγχονται 70.000 καταστάσεις κρατικών υπαλλήλων.
2017: Μετά από αναφορά του Προέδρου της Δημοκρατίας Νίκου Αναστασιάδη στο Ανώτατο Δικαστήριο, κρίθηκε ότι, η δημοσιοποίηση του «Πόθεν Έσχες» των δημοσίων υπαλλήλων αντίκεται στο άρθρο 15 του Συντάγματος. Το συγκεκριμένο άρθρο του Συντάγματος διασφαλίζει το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής. Ειδικότερα, προβλέπει τα εξής: «Ο καθένας έχει το δικαίωμα να τυγχάνει σεβασμού η ιδιωτική και οικογενειακή του ζωή. Δεν επιτρέπεται οποιαδήποτε επέμβαση στην άσκηση του δικαιώματος αυτού, εκτός αν αυτή είναι σύμφωνη με τον νόμο και αναγκαία μόνο για το συμφέρον της ασφάλειας της Δημοκρατίας ή της συνταγματικής τάξης ή της δημόσιας ασφάλειας ή της δημόσιας τάξης ή της δημόσιας υγείας ή των δημόσιων ηθών ή της προστασίας των δικαιωμάτων και των ελευθεριών που εγγυάται το Σύνταγμα σε όλα τα πρόσωπα».
2024: Σήμερα, 34 χρόνια μετά εξετάζεται το ενδεχόμενο υποβολής δηλώσεων «Πόθεν Έσχες» από τους υψηλόβαθμους υπαλλήλους του Δημοσίου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα από την κλίμακα Α13 και άνω. Προς αυτή την κατεύθυνση, επισημαίνεται ο καθοριστικός ρόλος που μπορεί να διαδραματίσει η τεχνολογία στη διαδικασία υποβολής δήλωσης «Πόθεν Έσχες» που θα γίνεται, πλέον, ηλεκτρονικά για τους αξιωματούχους καθώς και στη διενέργεια του απαραίτητου ελέγχου σε πραγματικό χρόνο. Η αξιοποίηση της τεχνολογίας θα επιλύσει το πρόβλημα που δημιούργησε στο παρελθόν ο μεγάλος αριθμός ελεγχόμενων προσώπων. Το βέβαιο, πάντως, είναι ότι δεν μιλάμε για δημοσιοποίηση των δηλώσεων «Πόθεν Έσχες».
Τι ισχύει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες

Στο πλαίσιο μελέτης του θέματος, το Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού του Υπουργείου Οικονομικών διερεύνησε κατά πόσο υπάρχει ή όχι απαίτηση για δήλωση των περιουσιακών στοιχείων των δημόσιων υπαλλήλων σε κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από την έρευνα διαπιστώθηκε ότι, σε χώρες όπως η Σλοβενία, η Ισπανία, η Γαλλία, η Σουηδία, η Γερμανία, η Αυστρία και η Ελλάδα δεν υπάρχει τέτοια απαίτηση για τους δημοσίους υπαλλήλους.
Στην περίπτωση της Πορτογαλίας υπάρχει υποχρέωση για δήλωση περιουσιακών στοιχείων μόνο για διευθυντικά στελέχη τα οποία υπόκεινται στον ειδικό νόμο που ισχύει για τα πολιτικά πρόσωπα, ενώ στη Λετονία γίνεται δήλωση περιουσιακών στοιχείων στις φορολογικές Αρχές της χώρας με τον διορισμό των δημοσίων υπαλλήλων, κάθε έτος και κατά τον τερματισμό των υπηρεσιών τους.