Το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας καθορίζει τρεις περιπτώσεις όπου οι αστυνομικοί μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα υπηρεσιακά τους πιστόλια και να αφαιρέσουν ανθρώπινη ζωή χωρίς να φέρουν οποιαδήποτε ευθύνη, εφόσον προηγουμένως έχουν τηρήσει τις πρόνοιες της αστυνομικής διάταξης που διέπει τη χρήση των υπηρεσιακών όπλων.
Σύμφωνα, λοιπόν, με το άρθρο 7 (3) του Συντάγματος, η αποστέρηση της ζωής προσώπου επιτρέπεται μόνο όταν τούτο καθίσταται επιβεβλημένο και ταυτόχρονα η χρήση βίας είναι απόλυτα αναγκαία και συνεπώς δεν υπάρχει άλλος τρόπος αντιμετώπισης της κατάστασης για:
1 Άμυνα προσώπου ή περιουσίας για να αποτραπεί ανάλογο και διαφορετικά αναπότρεπτο και ανεπανόρθωτο κακό. Σύμφωνα με το άρθρο 17 του Ποινικού Κώδικα (Κεφ. 154), τα μέλη της Αστυνομίας μπορούν να πυροβολούν εναντίον προσώπου όταν βρίσκονται σε κατάσταση ανάγκης για vα αποτραπούν συνέπειες, οι οποίες δεν μπορούν να αποφευχθούν διαφορετικά και, αv δεν αποτραπούν, θα επιφέρουν αναπότρεπτο και ανεπανόρθωτο κακό στα ίδια τα μέλη ή σε άλλα πρόσωπα που έχουν υποχρέωση να προστατεύσουν νοουμένου ότι το αποτέλεσμα του πυροβολισμού δεν θα υπερβεί εκείνο που είναι εύλογα αναγκαίο vα γίνει και δεν θα είναι δυσανάλογο από το κακό που θα αποτραπεί.
2 Διενέργεια σύλληψης ή παρεμπόδιση απόδρασης προσώπου που βρίσκεται υπό νόμιμη κράτηση. Ο πυροβολισμός προσώπου για τη διενέργεια σύλληψης ή παρεμπόδιση απόδρασης, σύμφωνα με τις πρόνοιες των περί Φυλακών Κανονισμών, επιτρέπεται υπό προϋποθέσεις μόνο από το προσωπικό των Φυλακών για να παρεμποδιστεί η απόδραση φυλακισμένου από τις φυλακές. Ο πυροβολισμός προσώπου σε περίπτωση σύλληψης ή παρεμπόδισης απόδρασης δεν επιτρέπεται από τα μέλη της Αστυνομίας παρά μόνο όταν η απόδραση θα θέσει σε άμεσο κίνδυνο ανθρώπινη ζωή.
3 Ενέργειες που γίνονται με σκοπό την καταστολή ταραχών. Η χρήση όπλου από μέλη της Αστυνομίας με σκοπό την καταστολή ταραχών επιτρέπεται με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 74 του Ποινικού Κώδικα το οποίο αναφέρεται στη διάλυση οχλαγωγών.

Στόχος ο τραυματισμός
Όπως καθίσταται σαφές στην αστυνομική διάταξη που καθορίζει τη διαδικασία χειρισμού των υπηρεσιακών όπλων, ημερομηνίας 17/11/2016 (βλέπε φωτο), σε όλες τις περιπτώσεις που είναι αναγκαία η χρήση υπηρεσιακού όπλου εναντίον προσώπου, αυτό να χρησιμοποιείται στο μέτρο του δυνατού όχι για να σκοτώσει αλλά για να τραυματίσει το πρόσωπο εναντίον του οποίου στρέφεται ο πυροβολισμός με σκοπό να το καταστήσει ανίκανο από του να εκτελέσει την εγκληματική του ενέργεια/ πρόθεση: Νοείται, όμως, ότι σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 17 του Ποινικού Κώδικα (Κεφ.154), σε περίπτωση που με τη χρήση του όπλου προκληθεί ο θάνατος αντί ο τραυματισμός προσώπου, ο αστυνομικός που πυροβόλησε δυνατό να μην φέρει οποιαδήποτε ευθύνη εφόσον, προηγουμένως, έχει τηρήσει τις πρόνοιες της αστυνομικής διάταξης.
Χρήση ηπιότερων μέσων
Όπως αναφέρεται στην αστυνομική διάταξη, τα μέλη της Αστυνομίας να πυροβολούν μόνο όταν τούτο καθίσταται επιβεβλημένο και ταυτόχρονα η χρήση βίας είναι απόλυτα αναγκαία και συνεπώς δεν υπάρχει άλλος τρόπος αντιμετώπισης της κατάστασης, νοουμένου ότι:
Έχουν εξαντληθεί όλα τα ηπιότερα του πυροβολισμού μέσα, εκτός αν κανένα από αυτά δεν είναι διαθέσιμο ή πρόσφορο στη συγκεκριμένη περίπτωση. Ηπιότερα μέσα είναι η χρήση: παραινέσεων/προτροπών, εμποδίων, σωματικής βίας, ροπάλου, επιτρεπτών χημικών ουσιών ή άλλων μέσων, προειδοποίηση για χρήση πυροβόλου όπλου, απειλή ή σκόπευση με όπλο και οποιαδήποτε άλλα, υπό τις περιστάσεις, διαθέσιμα νόμιμα μέσα.
Το μέλος έχει δηλώσει την ιδιότητά του και έχει απευθύνει σαφή και κατανοητή προειδοποίηση για την επικείμενη χρήση του υπηρεσιακού όπλου, παρέχοντας επαρκή χρόνο ανταπόκρισης, εκτός αν αυτό είναι μάταιο υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες ή επιτείνει τον κίνδυνο.
Η χρήση του υπηρεσιακού όπλου δεν συνιστά υπερβολικό μέτρο σε σχέση με το είδος της απειλούμενης βλάβης και την επικινδυνότητα της απειλής.
Όταν ένα μέλος αποφασίσει να πυροβολήσει, ο αριθμός και η ακολουθία των σφαιρών που θα βληθούν θα εξαρτηθεί από τις συνθήκες που επικρατούν κάθε φορά. Το μέλος πρέπει να είναι πάντοτε σε θέση να δικαιολογήσει ότι ο βαθμός της βίας που χρησιμοποίησε ήταν ο απόλυτα απαραίτητος και σχετικός με τη συγκεκριμένη απειλή.
Πότε δεν πυροβολούν
Σύμφωνα με την αστυνομική διάταξη, τα μέλη της Αστυνομίας να μην πυροβολούν: (α) Όταν μπορούν να επιτύχουν τον σκοπό τους με άλλον τρόπο. (β) Όταν ανήκουν σε ομάδα που είναι κάτω από τις διαταγές ανωτέρου, ο οποίος έχει την απόλυτη ευθύνη για τη λήψη τελικής απόφασης εκτός αν το μέλος δέχεται επίθεση, από την οποία απειλείται η ζωή του: Νοείται ότι αντισυνταγματική ή προδήλως παράνομη διαταγή ανωτέρου για χρήση υπηρεσιακού όπλου δεν απαλλάσσει από ποινική ευθύνη το μέλος που πυροβόλησε.
Προειδοποιητικοί πυροβολισμοί για ακινητοποίηση οχημάτων
Η αστυνομική διάταξη καθορίζει και το πότε επιτρέπεται η ρίψη προειδοποιητικού πυροβολισμού και πυροβολισμού για ακινητοποίηση οχήματος. Συγκεκριμένα, επιτρέπεται για αποτροπή της διαφυγής αμέσως πριν τη σύλληψη ή την αποτροπή απόδρασης κατά ή μετά τη σύλληψη προσώπου που θεωρείται ύποπτο για τη διάπραξη εγκλήματος ή παρεμπόδισή του προς τη διάπραξη εγκλήματος, νοουμένου ότι δεν υπάρχει άλλος τρόπος αντιμετώπισης της κατάστασης παρά μόνο με τη χρήση των όπλων και νοουμένου ότι έχουν εξαντληθεί όλα τα πρόσφορα/διαθέσιμα ηπιότερα του πυροβολισμού μέσα. Τόσο κατά τη ρίψη εκφοβιστικού/προειδοποιητικού πυροβολισμού όσο και κατά τη ρίψη πυροβολισμού για την ακινητοποίηση οχήματος, τα μέλη της Αστυνομίας θα πρέπει να λαμβάνουν, όπως αναφέρει η αστυνομική διάταξη, «όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε να μην πληγεί οποιοδήποτε πρόσωπο ή περιουσία από αστοχία ή εξοστρακισμό του βλήματος».
Επιπρόσθετα, να έχουν πάντοτε υπόψη τους ότι πρέπει να ενεργούν όπως πιο κάτω:
Ο εκφοβιστικός/προειδοποιητικός πυροβολισμός να ρίχνεται σε ανοικτό χώρο με κατεύθυνση της βολίδας προς τα πάνω.
Ο πυροβολισμός για ακινητοποίηση οχήματος να ρίχνεται από προσιτή απόσταση και μετά από σκόπευση στα ελαστικά του οχήματος.
Να αποφεύγουν τη ρίψη είτε εκφοβιστικού/ προειδοποιητικού πυροβολισμού είτε πυροβολισμού για την ακινητοποίηση οχήματος με σκοπό την ανακοπή προσώπου που διέπραξε πλημμέλημα ή οποιοδήποτε τροχαίο αδίκημα.
Να είναι απόλυτα βέβαιοι οι αστυνομικοί ότι, υπό τις περιστάσεις, δεν θα προκληθεί θάνατος ή τραυματισμός οποιουδήποτε προσώπου και βέβαιοι ότι δεν θα προκληθεί ζημιά σ' οποιανδήποτε περιουσία.
Θα φέρετε την ευθύνη εάν...
Η αστυνομική διάταξη προειδοποιεί τα μέλη του Σώματος ότι η ρίψη εκφοβιστικού/προειδοποιητικού πυροβολισμού ή πυροβολισμού για ακινητοποίηση οχήματος ενέχει σοβαρό κίνδυνο πρόκλησης ανεπιθύμητου τραυματισμού ή και θανάτου οποιουδήποτε προσώπου, οπόταν σε μια τέτοια περίπτωση το ενεχόμενο μέλος θα υπέχει ευθύνη για τις συνέπειες της πράξης του. Περαιτέρω, επισημαίνεται πως τέτοιου είδους πυροβολισμοί μπορεί να προκαλέσουν την εντύπωση τόσο στον ύποπτο/δράστη όσο και σε άλλα μέλη της Αστυνομίας ότι βάλλονται, με αποτέλεσμα να ανταποδώσουν τα πυρά.