Τα εξοπλισμένα με κάμερες βανάκια είναι καθημερινότητα στους δρόμους. Οδηγοί τα συναντούν σε φανερές αλλά και σε κρυμμένες θέσεις, πίσω από δέντρα, θάμνους ή στροφές. Για πολλούς, αποτελούν τον φόβο και τον τρόμο: όλοι προσπαθούν να τα αποφύγουν ώστε να γλυτώσουν τα πρόστιμα. Αντίθετα, οι σταθερές κάμερες έχουν γνωστή θέση και υποχρεώνουν τους οδηγούς να μειώνουν ταχύτητα. Το ερώτημα, ωστόσο, παραμένει: οι κάμερες στους δρόμους, σταθερές και κινητές, συμβάλλουν πραγματικά στην αποτροπή των τροχαίων ατυχημάτων ή λειτουργούν ως εργαλείο φοροείσπραξης;
Είναι πολλά τα λεφτά
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που κατέθεσε η Αστυνομία στη Βουλή, οι εισπράξεις από τα πρόστιμα που εκδόθηκαν από το σύστημα φωτοεπισήμανσης ανήλθαν σε €9.329.369 από 01/01/2022 έως 14/03/2024. Στην πλειοψηφία τους τα εξώδικα απο τις κάμερες αφορούν παραβάσεις του ορίου ταχύτητας και ακολουθούν οι παραβάσεις φώτων τροχαίας. Βουλευτές- μέλη της Επιτροπής Μεταφορών κατήγγειλαν ότι ο τρόπος που λειτουργεί σήμερα το σύστημα φωτοεπισήμανσης έχει περισσότερο φοροεισπρακτικό χαρακτήρα παρά αποτρεπτικό.
Τα χρονόμετρα που δεν πέρασαν
Η Βουλή επιχείρησε να προστατεύσει τους οδηγούς ψηφίζοντας πρόταση νόμου για υποχρεωτική τοποθέτηση χρονομέτρων στις σταθερές κάμερες, με σκοπό να γνωρίζουν οι οδηγοί πόσο χρόνο έχουν στη διάθεσή τους προτού επιχειρήσουν να περάσουν απο φώτα τροχαίας που επιτηρούνται απο σταθερές κάμερες. Όμως, ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης αρνήθηκε να υπογράψει τον νόμο για να εφαρμοστεί επικαλούμενος μια σειρά τεχνικών λόγων, καθώς και την αρχή της διάκρισης εξουσιών.
Τα στατιστικά για τα ατυχήματα
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Αστυνομίας, τα δεδομένα με τα θανατηφόρα τροχαία έχουν ως εξής: 2020- 48 νεκροί, 2021- 45 νεκροί, 2022 (εφαρμογή του συστήματος φωτοεπισήμανσης)- 37 νεκροί, 2023- 34 νεκροί, 2024- 41 νεκροί και 2025 (μέχρι 12 Μαΐου)- τέσσερις νεκροί.
Σε δημόσιες δηλώσεις του ο διευθυντής του Τμήματος Τροχαίας Αρχηγείου, Χάρης Ευριπίδου, δήλωσε κατ' επανάληψη ότι «το σύστημα φωτοεπισήμανσης έφερε μείωση στα θανατηφόρα τροχαία».
Πρόταση νόμου για το «κρυφτούλι»
Την εκ των προτέρων δημοσιοποίηση των περιοχών όπου θα τοποθετούνται και θα λειτουργούν οι 20 κινητές κάμερες (συσκευές φωτοεπισήμανσης) που καταγράφουν τροχαίες παραβάσεις, όπως και τα ραντάρ της Αστυνομίας, εισηγείται με δυο προτάσεις νόμου που κατέθεσε στη Βουλή ο βουλευτής του ΔΗΣΥ Νίκος Γεωργίου, ο οποίος δήλωσε στον «Π» τα εξής: «Καταρχάς να πω ότι επί της αρχής στη συζήτηση στην κοινοβουλευτική Επιτροπή Μεατφορών η συντριπτική πλειοψηφία των βουλευτών από όλα σχεδόν τα κόμματα χαιρέτισε τις προτάσεις νόμου. Οι προτάσεις νόμου καλλιεργούν την εμπιστοσύνη και αναδεικνύουν τον πραγματικό ρόλο της Αστυνομίας ως θεματοφύλακα της ασφάλειας και όχι μόνο ως τιμωρό. Και είναι θέση μου ότι η οδική συνείδηση χτίζεται με σεβασμό, ενημέρωση και πρόληψη και όχι με παγίδες. Στόχος δεν πρέπει να είναι τα εξώδικα αλλά η πρόληψη και η οδική ασφάλεια. Δυστυχώς, η μέχρι σήμερα συμπεριφορά των αρμοδιών το μόνο που κατάφερε είναι να καλλιεργήσει την καχυποψία γύρω από τις κινητές κάμερες φωτεπισήμασης».
Το «κρυφτούλι» δημιουργεί καχυποψία
Όσον αφορά τα αισθήματα που δημιουργεί ο τρόπος λειτουργίας του συστήματος φωτοεπισήμανσης, ο βουλευτής του ΔΗΣΥ, Νίκος Γεωργίου, δήλωσε τα εξής: «Η συντριπτική πλειονότητα των εξωδίκων αναφέρονται σε παραβιάσεις ταχύτητας με χαμηλή ταχύτητα. Δηλαδή, αντί κάποιος οδηγός να πορεύεται με 50 χλμ, πιάστηκε να πορεύεται με 63 ή με 65 χλμ. Η καχυποψία που υπάρχει στους πολίτες βασίζεται στη λογική ότι το σύστημα φωτοεπισήμανσης τίθεται σε λειτουργία όχι με βάση την επικινδυνότητα του δρόμου αλλά την φοροείσπραξη και την καλύτερη δυνατή απόδοση της έκδοσης εξωδίκων. Δεν γίνεται, για παράδειγμα, να τοποθετούνται κάμερες φωτεπισήμασης γύρω από στροφές, πίσω από καλαμιώνες, πίσω από περίπτερα, κιγκλιδώματα και κυπαρίσσια. Το μόνο που καταφέρνουν είναι να θυμώνουν και να εκνευρίζουν τον πολίτη. Από τη στιγμή, μάλιστα, που υπάρχουν τεχνολογικές εφαρμογές οι οποίες χρησιμοποιούνται από τους χρήστες που έχουν σύγχρονο κινητό τηλέφωνο για να τους προειδοποιούν από χιλιόμετρα πού βρίσκονται οι κάμερες φωτεπισήμασης. Άρα ο κόσμος ο οποίος είναι τεχνολογικά αναλφάβητος ή ο κόσμος που δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να αποκτήσει ένα σύγχρονο κινητό τι μπορεί να κάνει; Άλλο παράδειγμα είναι ομάδες στα ΜΚΔ όπου πολίτες μπορούν να αναρτούν την ακριβή θέση περιπολικών που διενεργούν έλεγχο. Συνεπώς, το εν λόγω ζήτημα είναι σοβαρό διότι επηρεάζει την ασφάλεια χιλιάδων οδηγών κάθε μέρα και για αυτόν τον λόγο θα πρέπει να αντιμετωπιστεί ολοκληρωμένα και υπεύθυνα».
Είναι παρωχημένο...
Για το θέμα της φωτοεπισήμανσης ο «Π» συνομίλησε και με τον επίκουρο καθηγητή στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Κύπρου, Λουκά Δημητρίου. Σύμφωνα με τον κ. Δημητρίου, «η τεχνολογία που χρησιμοποιείται στο σύστημα φωτοεπισήμανσης είναι παρωχημένη. Όμως, έχει προκηρυχθεί και θα προχωρήσει μια σύμπραξη για την εγκατάσταση "έξυπνων φώτων" σε διάφορα σημεία κυκλοφορίας. Η λογική της ουσιαστικά θα βασίζεται στην εναλλαγή της σηματοδότησης ανάλογα με τις ανάγκες της κυκλοφορίας κάθε φορά. Τα φώτα της τροχαίας, σε αυτό το σύστημα, αλλάζουν ανάλογα με το πόσο αυξημένη ή μη είναι η κυκλοφορία. Αυτή τη στιγμή τέτοιοι σηματοδότες είναι εγκαταστημένοι σε ορισμένους κυκλικούς κόμβους χωρίς αυτά να είναι τα μέρη που ενδείκνυται να λειτουργούν. Θεωρώ ότι αν τα "έξυπνα φώτα" τεθούν σε λειτουργία θα έχουν άμεσα και εντυπωσιακά αποτελέσματα στην αποσυμφόρηση των δρόμων και τον καλύτερο συντονισμό της κυκλοφορίας. Ο χρόνος διαδρομής θα μειωθεί κατά 10%. Γι' αυτόν τον λόγο θεωρώ ότι θα έχουμε μεγάλο όφελος από την επικαιροποίηση των σηματοδοτών».
Αναγκαία η επιτήρηση
Όσον αφορά την επιτήρηση μέσω καμερών στους δρόμους, ο καθηγητής Λουκάς Δημητρίου, που είναι ειδικός στον τομέα των μεταφορών και της συγκοινωνιακής υποδομής, σχολίασε: «Θεωρώ ότι αυτή είναι αναγκαία. Πρέπει οι δρόμοι να επιτηρούνται διότι με αυτόν τον τρόπο οδηγούμε καλύτερα. Φυσικά υπάρχουν προβλήματα σε ορισμένες πτυχές του συστήματος αλλά επί της αρχής είναι καλό. Δεν θεωρώ ότι το σύστημα φωτοεπίσημανσης υιοθετείται για λόγους οικονομικούς καθότι τα έσοδα από αυτό είναι αμελητέα για τον κρατικό προϋπολογισμό».
Σύμφωνα με τον κ. Δημητρίου, οι τρείς πυλώνες ενός επιτυχημένου κυκλοφοριακού συστήματος είναι η εκπαίδευση, η υποδομή και η επιτήρηση. Όπως εκτιμά, σε επίπεδο υποδομής στην Κύπρο βρισκόμαστε σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο, το οδικό δίκτυο είναι σε ένα καλό επίπεδο με καλή χάραξη και επίσης τα οχήματα είναι καλύτερα από ό,τι στο παρελθόν. Ωστόσο, σε επίπεδο εκπαίδευσης είμαστε πίσω, αναφέροντας ως παράδειγμα τα περιθώρια βελτίωσης στον τρόπο απόκτησης των διπλωμάτων των οδηγών.