Μετά από μία εβδομάδα απουσίας στις Βρυξέλλες (Συμβούλιο υπουργών Περιβάλλοντος της ΕΕ και Συμβούλιο Γεωργίας και Αλιείας), υποχρεώσεις οι οποίες συνέπλευσαν χρονικά με τις πρώτες έντονες αντιδράσεις του δασονομικού κόσμου για τον διαχωρισμό του Τμήματος Δασών μετά από απόφαση του Υπουργικού, η υπουργός Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος Μαρία Παναγιώτου φτάνει τα ξημερώματα της Πέμπτης στην Κύπρο, όπου αμέσως θα έχει να αναμετρηθεί με μία δύσκολη ατζέντα, διότι έχει προγραμματιστει να δώσει απαντήσεις στο προσωπικό του Τμήματος Δασών, το οποίο από την περασμένη εβδομάδα (Τετάρτη, 18 Σεπτεμβρίου) βρίσκεται σε αναμμένα κάρβουνα, ζητώντας αναθεώρηση της απόφασης για διάσπαση.
Λίγες ώρες μετά την άφιξή της στο γραφείο, η υπουργός θα έχει, όπως πληροφορείται ο «Π», προγραμματισμένη συνάντηση με τον διευθυντή του Τμήματος Δασών, Σάββα Ιεζεκιήλ, ο οποίος, σύμφωνα με πληροφορίες, μετά από οκτώ μέρες ακόμα δεν έλαβε την ενημέρωση που ζήτησε από την κυβέρνηση για την απόφαση συστέγασης υπό το Υπουργείο Εσωτερικών των υπηρεσιών πυρόσβεσης, μεταξύ των οποίων και το προσωπικό του Τμήματος Δασών που εμπλέκεται σε δράσεις δασοπροστασίας. Συζήτηση με την υπουργό Γεωργίας έχουν ζητήσει να έχουν και οι συντεχνιακοί του κλάδου, για να ζητήσουν να παραμείνει αδιάσπαστο το Τμήμα. Από τις συναντήσεις αυτές αναμένεται να κριθούν οι επόμενες κινήσεις του προσωπικού του Τμήματος και οι τυχόν αποφάσεις για μέτρα, μετά την εκφρασθείσα διαφωνία του με την κυβερνητική απόφαση.
Υπενθυμίζεται ότι την περασμένη Πέμπτη στη Βουλή ο κ. Ιεζεκιήλ διατύπωσε την έντονη ανησυχία του για τον διαμοιρασμό, για τον οποίο, σημείωσε, δεν ενημερώθηκε αναλυτικά προηγουμένως. Όπως είπε, το Τμήμα Δασών είναι ενιαίο και αδιαίρετο, όπως η δασολογική επιστήμη, με αποτέλεσμα, πρόσθεσε, να εφαρμόζουν σήμερα ολιστική διαχείριση των πάντων σε σχέση με τα δάση. Μάλιστα προειδοποίησε ότι δεν μπορεί να προβλέψει κανένας τις συνέπειες από την υλοποίηση της κυβερνητικής απόφασης. «Το προσωπικό του Τμήματος Δασών συμμετέχει, από τον διευθυντή του Τμήματος μέχρι τον τελευταίο εργάτη, όλοι, στο σύστημα πυροπροστασίας. Δεν περισσεύει κανένας. Ωστόσο αναμένουμε πληροφόρηση, οφείλουμε να συνεργαζόμαστε με τους προϊσταμένους μας, να τους ακούσουμε, αλλά και να μας ακούσουν, τις αγωνίες και τους φόβους μας», είπε ο κ. Ιεζεκιήλ.
Την ίδια ώρα διευκρίνισε ότι δεν έχουν αντίρρηση στο να συστεγαστούν με άλλες υπηρεσίες πυρόσβεσης κάτω από μία ομπρέλα, εάν μετά από ενημέρωση που θα έχουν από την κυβέρνηση διαφανεί ότι αυτό είναι προς όφελος του τόπου. Όμως, με την προϋπόθεση, τόνισε, ότι σε καμία περίπτωση δεν θα διασπαστεί το Τμήμα Δασών.
Από τις συναντήσεις της κας Παναγιώτου με τον κ. Ιεζεκιήλ και τους συντεχνιακούς, αναμένεται να κριθούν οι επόμενες κινήσεις των δασονόμων και οι τυχόν αποφάσεις για μέτρα μετά την εκφρασθείσα διαφωνία τους.
Αν δεν ικανοποιηθούν, θα ζητήσουν συνάντηση με τον Πρόεδρο Χριστοδουλίδη
Συνάντηση με την υπουργό Γεωργίας έχουν ζητήσει να έχουν και οι συντεχνιακοί του κλάδου, οι οποίοι αυτές τις μέρες σε δημόσιες τοποθετήσεις τους μεταφέρουν την αναστάτωση που επικρατεί στο προσωπικό του Τμήματος Δασών. Εκ μέρους του συντεχνιακού κλάδου υπαλλήλων του Τμήματος Δασών (ΠΑΣΥΔΥ), ο Αντώνης Σαρρής ανέφερε στον «Π» ότι σε πρώτο επίπεδο θα συζητήσουν με την υπουργό, για να δουν εάν υπάρχει ενδεχόμενο διαφοροποίησης της κυβερνητικής απόφασης. «Αν δεν ικανοποιηθούμε με εκείνα που θα ακούσουμε ή αν δούμε ότι δεν περνά από το χέρι της υπουργού η όποια απόφαση, θα ζητήσουμε να δούμε τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Αυτό είναι δεδομένο», πρόσθεσε.
Σύμφωνα με το κ. Σαρρή, για το θέμα αυτό έχουν συζητήσει την περασμένη Παρασκευή με τον διευθυντή του Τμήματος Δασών, ο οποίος επανέλαβε τη θέση που διατύπωσε την περασμένη Πέμπτη στη Βουλή, η οποία, σημείωσε, τους βρίσκει σύμφωνους. «Η έγνοια μας είναι να σώσουμε τα δάση του τόπου, ούτε το τομάρι μας, ούτε τις θέσεις μας, ούτε τους μισθούς μας. Αυτή τη στιγμή διακυβεύεται το μέλλον των παιδιών μας. Εμείς αύριο δεν θα είμαστε εδώ, ούτε οι υπουργοί, ούτε οι βουλευτές, ούτε οι Πρόεδροι. Όλοι έχουμε μια περιορισμένη διάρκεια. Εκείνο που δεν έχει περιορισμένη διάρκεια, είναι τα δάση. Αν αύριο από λανθασμένη απόφαση κάψουμε τα δάση, τέλειωσαν όλα. Είναι τα παιδιά μας που θα υποφέρουν και αυτό πρέπει να κατανοήσουν όλοι», είπε.
Οι μελέτες του 2004 και 2014–2015
Στο ερώτημα, εάν είναι θετικοί με τη μεταφορά ολόκληρου του Τμήματος Δασών στο Υπιυργείο Εσωτερικών, εξέφρασε διαφωνία, σημείωνοντας ότι με βάση δύο μελέτες που έγιναν το 2004, λόγω της ένταξης της Κύπρου στην ΕΕ, και το 2014 – 2015 από την Παγκόσμια Τράεζα, η δασική υπηρεσία εντάσσεται απόλυτα κάτω από τη Γενική Διευθύνση Περιβάλλοντος. «Αν στο τέλος αποφασιστεί να παραμείνει ενιαίο και αδιαίρετο το Τμήμα Δασών, θα μπορέσουμε να λειτουργήσουμε οπουδήποτε. Αλλά, αν υπάρξουν άλλα προβλήματα, που αφορούν τις συνέργειες με άλλα περιβαλλοντικά τμήματα, αυτό είναι ένα θέμα για το οποίο θα πρέπει να βρουν λύση εκείνοι που λαμβάνουν τις αποφάσεις», σημείωσε.
Το παράδειγμα της Ελλάδας
Αναφερόμενος στα παραδείγματα άλλων χωρών, είπε ότι το κάθε μοντέλο διαμορφώθηκε ιστορικά και εξεληκτικά μέσα σε δεδομένες συνθήκες, ανέπτυξε μια κουλτούρα και είναι αποδοτικό. «Όπου επιχειρήθηκε να αλλάξει το μοντέλο, με τον ίδιο τρόπο που επιχειρείται τώρα στην Κύπρο, προέκυψαν σοβαρές επιπτώσεις στο περιβάλλον», πρόσθεσε. Εδώ επικαλέστηκε την Ελλάδα, όπου το 1998 διασπάστηκε η δασική υπηρεσία. Το αποτέλεσμα, είπε ο κ. Σαρρής, ήταν τα επόμενα χρόνια να «καεί» η χώρα «απ’ άκρη σ’ άκρη». «Η πρόσφατη μεγάλη πυρκαγιά στο Δάσος της Δαδιάς στον Έβρο ή αυτή στο βουνό του Γράμμου, όπου δεν μπορούσαν να πλησιάσουν οι δυνάμεις πυρόσβεσης, αλλά και άλλες πυρκαγιές σε δάση που θεωρούνταν απάτητα και αδύνατο να καούν, σημειώθηκαν λόγω αυτής της προσέγγισης που επιχειρείται να εφαρμοστεί τώρα στην Κύπρο», ανέφερε.