Λίγες ώρες πριν από τον θάνατό του, ο γερμανικός Τύπος σχολίαζε τη συνάντηση του εξασθενημένου Πάπα με τον αντιπρόεδρο των ΗΠΑ. «Ασθενής» και η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία που αναζητά γέφυρες προς τον Τραμπ.Ήταν ουσιαστικά η τελευταία συνάντηση του Πάπα Φραγκίσκου και ήταν πολιτικού χαρακτήρα, όπως σχολίαζε το βράδυ της Κυριακής η Süddeutsche Zeitung την ολιγόλεπτη συνομιλία με τον Τζέι Ντι Βανς, που τόσο πολύ είχε συζητηθεί προκαταβολικά. Ο δημοσιογράφος δεν μπορούσε να το γνωρίζει αυτό φυσικά, αλλά το δηκτικό σχόλιο αποτελούσε μεταξύ άλλων και έναν πρόωρο απολογισμό της 12ετούς θητείας του πρώτου επικεφαλής της Καθολικής Εκκλησίας από τη Λατινική Αμερική:
«Την Κυριακή του Πάσχα, πριν από τη μεγάλη εορταστική λειτουργία, πραγματοποιήθηκε μια σύντομη συνάντηση στον ξενώνα Santa Marta, όπου ο 88χρονος επικεφαλής της Καθολικής Εκκλησίας κατοικεί και πάλι μετά την έξοδο από το νοσοκομείο. Συναντήθηκαν δύο άντρες που δεν θα μπορούσαν να είναι πιο διαφορετικοί. Ενώ ο Πάπας εκλιπαρεί τον κόσμο για έλεος, φροντίδα και φιλοξενία για τους αδύναμους στην κοινωνία, ο Βανς εκπροσωπεί την πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ που δυσφημεί ανθρώπους, τους περιθωριοποιεί και, αν χρειαστεί, τους απελαύνει. Ακόμα κι αν και οι δύο πλευρές τήρησαν επίσημα τις διπλωματικές τυπικότητες, η σχέση μεταξύ του Βατικανού και μιας αμερικανικής κυβέρνησης σπάνια ήταν χειρότερη από ό,τι είναι σήμερα. Ο Βανς και ο Πάπας μάλλον δεν είχαν πολλά να πουν μεταξύ τους».
Η ίδια εφημερίδα σχολίασε τελικά το πρωί της Δευτέρας μετά την ανακοίνωση του θανάτου από το Βατικανό: «Ο Φραγκίσκος ήταν κοντά στους ανθρώπους, πολέμησε για τους φτωχούς και για το περιβάλλον. Και παρόλο που δεν κατέφερε να εκπληρώσει πολλές προσδοκίες, ήταν ένας Πάπας που επανέφερε την Εκκλησία στη γη».
Οι Γερμανοί μάνατζερ είδαν τον Τραμπ
Την ώρα που η ΕΕ και τα κράτη μέλη αγωνιούν για τις επιπτώσεις της πολιτικής δασμών του Τραμπ, κάποιοι βιομήχανοι φαίνεται ότι αποφάσισαν να πάρουν την υπόθεση στα χέρια τους, προφανώς μη εμπιστευόμενοι τους πολιτικούς. Σύμφωνα με το περιοδικό Manager Magazin, oι διευθύνοντες σύμβουλοι των ΒMW και Mercedes συναντήθηκαν το βράδυ της Μεγάλης Παρασκευής με τον Ντόναλντ Τραμπ.
Μάλιστα, την προηγούμενη ημέρα είχε προηγηθεί ανάλογη επίσκεψη του διευθύνοντος συμβούλου του ομίλου Volkswagen-Porsche, Όλιβερ Μπλούμε. Όπως ανακοινώθηκε από τη μεριά της Volkswagen, «οι συνομιλίες ήταν εποικοδομητικές και σε καλό κλίμα. Οι μετέχοντες συμφώνησαν να τηρήσουν εμπιστευτικότητα».
Όπως επισημαίνει το περιοδικό, «ο στόχος της δασμολογικής συμμαχίας των αυτοκινητοβιομηχάνων είναι ξεκάθαρος: Να υπενθυμίσουν στον Αμερικανό πρόεδρο πόσα έχει κάνει η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία με τις επενδύσεις δισεκατομμυρίων για την αμερικανική οικονομία και πόσα είναι πρόθυμη να συνεχίσει να κάνει, αλλά κυρίως πόσο σημαντικό είναι το ελεύθερο εμπόριο για όλους τους μετέχοντες. Οι δασμοί δεν θα αυξήσουν μόνο τις τιμές στις ΗΠΑ. Και για αμερικανικές εταιρείες όπως η Ford και η GM θα επιφέρουν αύξηση κόστους, εάν επιβληθούν οι υψηλοί δασμοί για εισαγωγές από το Μεξικό».
Για τις ΒMW και Mercedes το πρόβλημα δεν αφορά μόνο τον φόρο 25% που θέλει να επιβάλει ο Τραμπ στις εισαγωγές από την Ευρώπη. Όπως επισημαίνει το δημοσίευμα, «οι δύο πολυτελείς κατασκευαστές εξάγουν συνολικά 100.000 οχήματα ετησίως από τις ΗΠΑ προς την Κίνα. Η ΒMW έχει υπολογίσει ότι αν παραμείνουν τελικά οι δασμοί, θα έχει απώλειες σε τριψήφιο αριθμό εκατομμυρίων». Ανάλογα δραματικές θα είναι οι συνέπειες και για την Volkswagen. Το δημοσίευμα θυμίζει ότι ανάλογη παρέμβαση είχαν κάνει και το 2018 οι επικεφαλής της αυτοκινητοβιομηχανίας της Γερμανίας, όταν και πάλι ο Τραμπ απειλούσε με δασμούς, κάτι που στο τέλος δεν έκανε πράξη.
Μια διπλή κρίση
Με την διπλή κρίση της αυτοκινητοβιομηχανίας ασχολείται και σχόλιο της κυριακάτικης Frankfurter Allgemeine με αφορμή την έναρξη της σημαντικότερης έκθεσης αυτοκινήτου παγκοσμίως, που γίνεται στη Σαγκάη. Γράφει ενδεικτικά: «Η μεγάλη έκθεση στην Κίνα έρχεται σε μια περίοδο μεγάλων ανατροπών για τον μεγαλύτερο βιομηχανικό τομέα της Γερμανίας. Η BMW, η Mercedes, η Volkswagen και οι πολλοί μεγάλοι και μικροί προμηθευτές αυτοκινήτων πρέπει να διαχειριστούν έναν μετασχηματισμό που δεν έχει προηγούμενο στον κλάδο. Η στροφή από τους κινητήρες εσωτερικής καύσης στην ηλεκτρική κίνηση και ο αυξανόμενος ρόλος του λογισμικού και της ψηφιακής τεχνολογίας στα αυτοκίνητα ανατρέπουν τα δεδομένα. Τους τελευταίους μήνες η κατάσταση έχει γίνει σημαντικά πιο σοβαρή. Αυτό που έρχεται μοιάζει όλο και περισσότερο με μια καταιγίδα του αιώνα, που μαίνεται γύρω από τα εργοστάσια αυτοκινήτων».
Φυσικά ο χαρακτηρισμός αυτός δικαιολογείται και από την οξύτητα του εμπορικού πολέμου που έχει ξεσπάσει παγκόσμια. «Πρώτον, τα προβλήματα των Γερμανών κατασκευαστών στην Κίνα έχουν γίνει ακόμα πιο σοβαρά. Και δεύτερον, ο εμπορικός πόλεμος που υποκίνησε ο Ντόναλντ Τραμπ στη Βόρεια Αμερική τους χτυπά τώρα με πλήρη ισχύ. Η Κίνα και οι ΗΠΑ είναι οι δύο μεγαλύτερες αγορές αυτοκινήτων στον κόσμο – και οι δύο φλέγονται», όπως εκτιμά το σχόλιο.
Και καταλήγει: «Προκειμένου να συμβαδίσουν με τον ανταγωνισμό, οι εταιρείες αυτοκινήτων και οι προμηθευτές τους πρέπει τώρα να επενδύσουν δισεκατομμύρια σε ηλεκτρικά αυτοκίνητα, τεχνολογία μπαταριών και έξυπνα λογισμικά . Η BMW, η Mercedes και η VW έχουν ισχυρούς ισολογισμούς. Αλλά για να χρηματοδοτηθούν αυτοί οι επενδυτικοί προϋπολογισμοί μακροπρόθεσμα, χρειάζονται κέρδη. Τα οποία τώρα υποχωρούν και στην Ανατολή και στη Δύση».