Από τον Κίσιγνκερ στον Αραφάτ και τον Ομπάμα: Τα πιο αμφιλεγόμενα Νόμπελ Ειρήνης

ΠΟΛΙΤΗΣ NEWS

Header Image

Η απουσία του Μαχάτμα Γκάντι από τη λίστα των βραβευμένων με Νόμπελ Ειρήνης θεωρείται ίσως η πιο αμφιλεγόμενη «μη απονομή» στην ιστορία του θεσμού.

Πέρα από τα ονόματα των υποψηφίων και των νικητών όλα αυτά τα χρόνια, το Νόμπελ Ειρήνης είναι το πιο αμφιλεγόμενο βραβείο από την ίδια τη φύση του: Ο ιδρυτής του, Άλφρεντ Νόμπελ, εφηύρε τον δυναμίτη και συνέβαλε στην τελειοποίηση της τεχνολογίας των όπλων.  

Όταν το 1888 πέθανε ο αδερφός του, Λούντβιχ Νόμπελ στις Κάννες της Γαλλίας, μια γαλλική εφημερίδα τον μπέρδεψε με τον ίδιο και έβαλε τίτλο στη νεκρολογία της «Ο έμπορος του θανάτου πέθανε». Μέσα στο κείμενο ανέφερε ότι ο Νόμπελ «έγινε πλούσιος βρίσκοντας τρόπους να σκοτώνει περισσότερους ανθρώπους, γρηγορότερα από ποτέ».

Αυτή η όχι και τόσο θετική πρώιμη νεκρολογία λέγεται ότι σημάδεψε βαθιά τον Αλφρεντ Νόμπελ, που ίδρυσε τον θεσμό των βραβείων – τα πρώτα απονεμήθηκαν το 1901 – σε μια προσπάθεια να αλλάξει την εικόνα με την οποία θα τον θυμάται ο κόσμος όταν εκείνος φύγει – στ’ αλήθεια – από τη ζωή.

Με αφορμή τη σημερινή ανακοίνωση του Νόμπελ Ειρήνης για το 2025, ας θυμηθούμε μερικές από τις πιο αμφιλεγόμενες απονομές του πιο αμφιλεγόμενου Νόμπελ.

1973: Χένρι Κίσινγκερ

Το Νόμπελ Ειρήνης του 1973 που απονεμήθηκε στον Χένρι Κίσινγκερ, τότε Υπουργό Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών, είναι μία από τις πιο αμφιλεγόμενες βραβεύσεις στην ιστορία του θεσμού. Ο Κίσινγκερ τιμήθηκε μαζί με τον Λε Ντουκ Θο, υψηλόβαθμο αξιωματούχο του Βόρειου Βιετνάμ, για τις «προσπάθειές τους να τερματίσουν τον πόλεμο του Βιετνάμ και να αποκαταστήσουν την ειρήνη».

Τη στιγμή της ανακοίνωσης του βραβείου, ο πόλεμος στο Βιετνάμ δεν είχε τελειώσει. Η Συμφωνία του Παρισιού, που υποτίθεται ότι έφερε την ειρήνη, κατέρρευσε σχεδόν αμέσως. Οι εχθροπραξίες συνεχίστηκαν, και μέσα σε δύο χρόνια το Βόρειο Βιετνάμ κατέλαβε το Νότιο, οδηγώντας σε μία από τις πιο τραυματικές ήττες στην ιστορία των ΗΠΑ. Ο Λε Ντουκ Θο αρνήθηκε να παραλάβει το βραβείο, δηλώνοντας ότι «στη χώρα μου δεν υπάρχει ακόμη ειρήνη», ενώ οι New York Times σε άρθρο τους το είχαν αποκαλέσει «Βραβείο Νόμπελ Πολέμου».

Για τον ίδιο τον Κίσινγκερ, τι να πρωτοπεί κανείς… Είχε ευθύνη για μυστικές στρατιωτικές επιχειρήσεις – κυρίως για τους βομβαρδισμούς της Καμπότζης και του Λάος μεταξύ 1969 και 1973, στο πλαίσιο της στρατηγικής «Vietnamization» – που στοίχισαν τη ζωή σε εκατοντάδες χιλιάδες αμάχους και συνέβαλαν στην άνοδο του καθεστώτος των Ερυθρών Χμερ, που αργότερα διέπραξε γενοκτονία. Συνδέθηκε με παρεμβάσεις σε ξένες κυβερνήσεις κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου – είχε ενεργό ρόλο στην ανατροπή του Σαλβαδόρ Αλιέντε στη Χιλή (το 1973, την χρονιά που ο ίδιος τιμήθηκε με Νόμπελ Ειρήνης), υποστήριξε το πραξικόπημα του στρατηγού Πινοσέτ και έδωσε πολιτική κάλυψη σε δικτατορικά καθεστώτα στη Λατινική Αμερική, όπως αυτά της Αργεντινής και της Βραζιλίας. Για όλα τα παραπάνω, πολλοί αναλυτές και ιστορικοί υποστήριξαν ότι ο Κίσινγκερ δεν θα έπρεπε ποτέ να τιμηθεί με ένα βραβείο ειρήνης.

1994: Γιάσερ Αραφάτ

Ο Παλαιστίνιος ηγέτης Γιάσερ Αραφάτ, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Γιτζάκ Ράμπιν και ο Ισραηλινός υπουργός Εξωτερικών Σιμόν Πέρες μοιράστηκαν το Νόμπελ Ειρήνης του 1994 για το έργο τους στις Συμφωνίες του Όσλο, που άνοιγαν τον δρόμο για ειρήνη μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων – συμφωνίες που κατέρρευσαν μέσα σε λίγα χρόνια.

Αυτό βέβαια δεν θα μπορούσε (;) να είχε προβλεφθεί τότε – και δεν ήταν η πρώτη φορά που η Επιτροπή είχε σπεύσει να βραβεύσει μια ειρήνη που δεν είχε ακόμη επιτευχθεί. Ο βασικός λόγος για τον οποίο το συγκεκριμένο Νόμπελ Ειρήνης συγκαταλέγεται στα αμφιλεγόμενα είναι ο ίδιος ο Γιάσερ Αραφάτ, τον οποίο η Δύση για δεκαετίες θεωρούσε τρομοκράτη.

Ο Γιασέρ Αραφάτ υπήρξε ηγέτης της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PLO), η οποία είχε αναλάβει ευθύνη για ένοπλες επιθέσεις και αεροπειρατείες κατά ισραηλινών και δυτικών στόχων από τη δεκαετία του ’60 έως του ’80. Για το Ισραήλ και πολλούς στη Δύση, ο Αραφάτ ήταν σύμβολο της τρομοκρατίας, όχι της ειρήνης.

Η στροφή του στη διπλωματία και στον διάλογο στις αρχές της δεκαετίας του 1990, με την αναγνώριση του κράτους του Ισραήλ και τη δέσμευσή του για ειρηνική λύση, θεωρήθηκε μεν ιστορική, αλλά και πολιτικά αμφίθυμη. Ακόμη και μετά το Νόμπελ, ο Αραφάτ από τη μία συνομιλούσε με διεθνείς ηγέτες ως πολιτικός εκπρόσωπος του παλαιστινιακού λαού και από την άλλη δεν αποκήρυσσε πλήρως τη βία ως πολιτικό μέσο.

2007: Αλ Γκορ

Το Νόμπελ Ειρήνης παραδοσιακά απονέμεται σε όσους συμβάλλουν στην επίλυση συγκρούσεων, στον αφοπλισμό ή στην προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η βράβευση του πρώην αντιπροέδρου και πρώην υποψήφιου προέδρου των ΗΠΑ Αλ Γκορ – από κοινού με την Διακυβερνητική Επιτροπή για την Αλλαγή του Κλίματος (IPCC) – το 2007 για τη δράση τους ενάντια στην κλιματική αλλαγή, επικρίθηκε ως παρεκτροπή από τις αρχές του βραβείου.

Οι επικριτές υποστήριξαν ότι η περιβαλλοντική πολιτική, αν και σημαντική, δεν συνδέεται άμεσα με την ειρήνη – με την παραδοσιακή έννοια – ενώ η Νορβηγική Επιτροπή Νόμπελ εξήγησε ότι η κλιματική αλλαγή αποτελεί απειλή για την παγκόσμια ειρήνη, λόγω της ανισότητας που προκαλεί (π.χ. λιμοί, μεταναστεύσεις, συγκρούσεις για φυσικούς πόρους).

Η βράβευση πάντως θεωρήθηκε πολιτικά φορτισμένη, καθώς ο Γκορ είχε έντονη αντιπαράθεση με τη διοίκηση Μπους, ειδικά σε θέματα περιβαλλοντικής πολιτικής, και πολλοί υποστήριξαν ότι το Νόμπελ χρησιμοποιήθηκε ως έμμεση πολιτική δήλωση εναντίον των ΗΠΑ εκείνης της περιόδου.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η ταινία του Γκορ «An Inconvenient Truth» (Μια Άβολη Αλήθεια) που κέρδισε Όσκαρ καλύτερου ντοκιμαντέρ την προηγούμενη χρονιά, είχε ήδη προκαλέσει διαμάχες καθώς κάποια από τα στοιχεία που παρουσίαζε για την κλιματική αλλαγή χαρακτηρίστηκαν από επιστήμονες ως υπερβολικά ή ανακριβή – κάτι που προστέθηκε στα επιχειρήματα των επικριτών της απονομής Νόμπελ στον κατά τα άλλα συμπαθή πολιτικό.

2009: Μπαράκ Ομπάμα

Ο Μπαράκ Ομπάμα ανακοινώθηκε ως ο νικητής του Νόμπελ Ειρήνης μόλις εννέα μήνες μετά την έναρξη της πρώτης θητείας του (η τελική ημερομηνία κατάθεσης των υποψηφιοτήτων ήταν η 1η Φεβρουαρίου, μόλις 12 ημέρες αφότου ο Ομπάμα πέρασε το κατώφλι του Λευκού Οίκου).

Μέχρι την ανακοίνωση, ο Ομπάμα δεν είχε πετύχει κάποια απτή ειρηνευτική συμφωνία ή πολιτική μεταρρύθμιση. Μάλιστα, παραδέχθηκε και ο ίδιος με ειλικρίνεια ότι δεν είχε ακόμη κάνει αρκετά για να αξίζει το βραβείο – κάτι που δεν τον εμπόδισε βέβαια να το παραλάβει.

Πολλοί σχολιαστές επεσήμαναν ότι το συγκεκριμένο Νόμπελ απονεμήθηκε προκαταβολικά, ως ενέχυρο καλών προθέσεων – όχι για πράξεις, αλλά για το συμβολισμό μιας αλλαγής σελίδας μετά τα χρόνια Μπους. «Του απένειμαν το βραβείο “δεν είσαι ο Τζορτζ Μπους”» ήταν ένα από τα πιο εύστοχα σχόλια που αναπαρήγαγε ρεπορτάζ του Reuters την εποχή εκείνη.

Η ειρωνεία είναι ότι τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς, ο Ομπάμα ανακοίνωσε την αποστολή επιπλέον 30.000 στρατιωτών στο Αφγανιστάν, ενώ τα επόμενα χρόνια συνέχισε ή και ενίσχυσε πολεμικές επιχειρήσεις σε διάφορες περιοχές του κόσμου.

2012: Ευρωπαϊκή Ένωση

Το Νόμπελ Ειρήνης απονεμήθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση «για την συμβολή της, επί έξι και πλέον δεκαετίες, στην προώθηση της ειρήνης και της συμφιλίωσης, της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ευρώπη», σύμφωνα με την επιτροπή απονομής του βραβείου.

Πράγματι, η ευρωπαϊκή ενοποίηση που ξεκίνησε το 1945 συνέβαλε καθοριστικά στη διατήρηση της ειρήνης μεταξύ παραδοσιακών αντιπάλων, όπως η Γαλλία και η Γερμανία. Ωστόσο, οι επικριτές της απόφασης επισήμαναν ότι το βραβείο δεν αντανακλούσε την τρέχουσα πραγματικότητα, αλλά ένα ιστορικό αφήγημα.

Η απονομή το 2012 ήρθε σε μια περίοδο βαθιάς οικονομικής και κοινωνικής κρίσης στην Ευρώπη – με την Ελλάδα ανάμεσα στους πρωταγωνιστές της – με σκληρά προγράμματα λιτότητας, κοινωνική οργή και πολιτική αστάθεια. Θεωρήθηκε πρόκληση να δοθεί βραβείο για την ειρήνη σε έναν οργανισμό που, εκείνη την εποχή, επέβαλε πολιτικές που οδηγούσαν σε κοινωνικές συγκρούσεις και αναταραχές.

«Η ειρήνη δεν είναι μόνο απουσία πολέμου, αλλά και κοινωνική δικαιοσύνη, και η ΕΕ απέτυχε να εξασφαλίσει κοινωνική ειρήνη εντός των συνόρων της», ήταν το επιχείρημα των επικριτών της βράβευσης. Ανάμεσά τους και πρώην νικητές του βραβείου. Ο αρχιεπίσκοπος Ντέσμοντ Τούτου, η Μέιρεντ Κόριγκαν Μαγκουάιρ από τη Βόρεια Ιρλανδία και ο Αδόλφο Πέρες Εσκιβέλ από την Αργεντινή συνυπέγραψαν ανοιχτή επιστολή στην οποία δηλώνουν ότι η ΕΕ «σαφώς δεν είναι ένας από τους “υπερασπιστές της ειρήνης” που είχε στο μυαλό του ο Άλφρεντ Νόμπελ» όταν δημιούργησε το βραβείο.

Η απουσία-σκάνδαλο: Μαχάτμα Γκάντι

Η απουσία του Μαχάτμα Γκάντι από τη λίστα των βραβευμένων με Νόμπελ Ειρήνης θεωρείται ίσως η πιο αμφιλεγόμενη «μη απονομή» στην ιστορία του θεσμού.

Ο Γκάντι, ηγέτης του ινδικού εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος και θεμελιωτής της φιλοσοφίας της μη βίας (ahimsa), επηρέασε βαθιά την παγκόσμια σκέψη για την ειρήνη και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Ωστόσο, παρά τις επανειλημμένες υποψηφιότητές του – 1937, 1938, 1939, 1947 και 1948 – δεν κέρδισε ποτέ το βραβείο.

Τις πρώτες τρεις χρονιές, η Επιτροπή δίστασε λόγω πολιτικών συνθηκών: η Ινδία βρισκόταν ακόμη υπό βρετανική κυριαρχία, και η βράβευση του Γκάντι θα θεωρούνταν αντιβρετανική ενέργεια. Το 1947, λίγο μετά την ανεξαρτησία της Ινδίας, η χώρα είχε βυθιστεί σε αιματηρές συγκρούσεις μεταξύ Ινδουιστών και Μουσουλμάνων. Το 1948 το βραβείο θα γινόταν επιτέλους δικό του, όμως ο Γκάντι δολοφονήθηκε στις 30 Ιανουαρίου και ο κανονισμός δεν επιτρέπει μεταθανάτιες βραβεύσεις (εκτός αν ο νικητής ήταν ζωντανός τη στιγμή της ανακοίνωσης). Έτσι, εκείνη τη χρονιά δεν απονεμήθηκε Νόμπελ Ειρήνης.

CNN.GR

ΤΑ ΑΚΙΝΗΤΑ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ

Λογότυπο Altamira

Πολιτική Δημοσίευσης Σχολίων

Οι ιδιοκτήτες της ιστοσελίδας www.politis.com.cy διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρούν σχόλια αναγνωστών, δυσφημιστικού και/ή υβριστικού περιεχομένου, ή/και σχόλια που μπορούν να εκληφθεί ότι υποκινούν το μίσος/τον ρατσισμό ή που παραβιάζουν οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία. Οι συντάκτες των σχολίων αυτών ευθύνονται προσωπικά για την δημοσίευση τους. Αν κάποιος αναγνώστης/συντάκτης σχολίου, το οποίο αφαιρείται, θεωρεί ότι έχει στοιχεία που αποδεικνύουν το αληθές του περιεχομένου του, μπορεί να τα αποστείλει στην διεύθυνση της ιστοσελίδας για να διερευνηθούν. Προτρέπουμε τους αναγνώστες μας να κάνουν report / flag σχόλια που πιστεύουν ότι παραβιάζουν τους πιο πάνω κανόνες. Σχόλια που περιέχουν URL / links σε οποιαδήποτε σελίδα, δεν δημοσιεύονται αυτόματα.

Διαβάστε περισσότερα