Μειωμένα κέρδη για το τρίμηνο του 2025, ανακοίνωσε η Ελληνική Τράπεζα, λόγω των μειωμένων εσόδων από τόκους και της εφάπαξ δαπάνης του Σχεδίου Εθελούσιας Εξόδου.
Μείωση σημειώθηκε επίσης και στα μη επιτοκιακά έσοδα.
Τα κέρδη της μειώθηκαν στα €44,6 εκατ. έναντι κερδών €93,3 εκατ. το τρίμηνο του 2024.
Η τράπεζα αναφέρεται στην ολοκλήρωση του σχεδίου εθελούσιας αποχώρησης την 1η τριμηνία του 2025, με 7% του προσωπικού να αποχωρεί από τον Όμιλο, με συνολικό κόστος €25,9 εκατ.
Η ετήσια εξοικονόμηση που προκύπτει στα έξοδα προσωπικού ανέρχεται στα €11,2 εκατ.
Η απόδοση των ενσώματων ιδίων κεφαλαίων (ROTE) ανήλθε σε 9,6% για την 1η τριμηνία του 2025 σε σύγκριση με 24,8% την 1η τριμηνία του 2024.
Τα αποτελέσματα αναλυτικά
Τα καθαρά έσοδα από τόκους μειώθηκαν κατά 13% στα €131,0 εκατ. σε σύγκριση με €151,0 εκατ.το τρίμηνο του 2024. Η μείωση σε ετήσια βάση οφειλόταν κυρίως στα χαμηλότερα έσοδα από τόκους από το δανειακό χαρτοφυλάκιο και τα ψηλότερα έξοδα από τόκους στις καταθέσεις πελατών, κυρίως λόγω των ψηλότερων επιτοκίων καταθέσεων, που αντισταθμίστηκε εν μέρει από τα ψηλότερα έσοδα από τόκους σε χρεόγραφα λόγω της αύξησης του όγκου. Η μείωση τόσο των εξόδων από τόκους σε υπόλοιπα με Κεντρικές Τράπεζες όσο και των εσόδων από τόκους σε υπόλοιπα με τις Κεντρικές Τράπεζες, οφειλόταν κυρίως στην αποπληρωμή των ΣΠΜΑ/TLTRO τον Ιούνιο του 2024. Αυτές οι μειώσεις αντισταθμίστηκαν εν μέρει από τα υψηλότερα έσοδα από τόκους από συμφωνίες επαναπώλησης τίτλων.
Το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο (σε ετησιοποιημένη βάση) ανήλθε σε 2,94% και σημείωσε μείωση ύψους 62 μ.β. σε σύγκριση με 3,56%18 πέρσι, αρνητικά επηρεασμένο από τη μείωση στα καθαρά έσοδα από τόκους, καθώς και από την αύξηση του μέσου όρου των τοκοφόρων περιουσιακών στοιχείων.
Η αύξηση του μέσου όρου των τοκοφόρων περιουσιακών στοιχείων οφείλεται κυρίως από την αύξηση των συμφωνιών επαναπώλησης τίτλων και των επενδύσεων σε χρεόγραφα κατά το τρίμηνο του 2025 σε σύγκριση με το τρίμηνο του 2024.
Μη επιτοκιακά έσοδα
Το σύνολο των μη επιτοκιακών εσόδων ανήλθε σε €25,5 εκατ. και μειώθηκε κατά 10% σε σύγκριση με €28,3 εκατ. για την πρώτη τριμηνία του 2024. Η μείωση οφειλόταν κυρίως στη μείωση στα άλλα έσοδα και καθαρά έσοδα δικαιωμάτων και προμηθειών, που αντισταθμίστηκε εν μέρει από την αύξηση στα καθαρά έσοδα από ασφαλιστικές εργασίες.
Τα καθαρά κέρδη από διάθεση και επανεκτίμηση συναλλάγματος και χρηματοοικονομικών μέσων ανήλθαν σε €4,7 εκατ. για την 1η τριμηνία του 2025, αυξημένα κατά 6% σε σύγκριση με καθαρά κέρδη ύψους €4,4 εκατ. για την 1η τριμηνία του 2024.
Τα καθαρά έσοδα δικαιωμάτων και προμηθειών για την 1η τριμηνία του 2025 ανήλθαν σε €15,5 εκατ., μειωμένα κατά 8% σε σχέση με €16,8 εκατ. για την 1η τριμηνία του 2024. Η μείωση ήταν κυρίως λόγω των μειωμένων τραπεζικών δικαιωμάτων και προμηθειών.
Η τράπεζα, ως μέρος της συνεχιζόμενης πολιτικής της για την υποστήριξη της κυπριακής κοινωνίας, κατά τον Ιανουάριο του 2025 έχει εφαρμόσει μια σειρά από μέτρα που αποσκοπούν στη διευκόλυνση και ενίσχυση των νοικοκυριών και των ευάλωτων ομάδων.
Αύξηση 60% στα έσοδα από ασφαλιστικές εργασίες
Τα καθαρά έσοδα από ασφαλιστικές εργασίες για την 1η τριμηνία του 2025 ανήλθαν σε €4,0 εκατ. σε σύγκριση με €2,5 εκατ. την 1η τριμηνία του 2024, αυξημένα κατά 60%, κυρίως λόγω της αύξησης στο καθαρό αποτέλεσμα ασφαλιστικών υπηρεσιών, που οφείλεται κυρίως στα ψηλότερα έσοδα από ασφαλιστικές υπηρεσίες και χαμηλότερα έξοδα από ασφαλιστικές υπηρεσίες, τα οποία αντισταθμίστηκαν εν μέρει από την ψηλότερη κατανομή στα έξοδα αντασφάλισης.
Παρατηρείται επίσης μείωση στα καθαρά έξοδα χρηματοδότησης ασφαλίσεων, κυρίως από τον κλάδο ασφάλισης Ζωής, λόγω της χαμηλότερης απόδοσης των περιουσιακών στοιχείων που καλύπτουν από ασφαλιστικές υποχρεώσεις.
Τα άλλα έσοδα για την 1η τριμηνία του 2025 ανήλθαν σε €1,3 εκατ. και μειώθηκαν κατά 71% σε σύγκριση με €4,5 εκατ. για την 1η τριμηνία του 2024, κυρίως λόγω της μείωσης στα καθαρά κέρδη από τη διάθεση ακινήτων.
Το σύνολο των καθαρών εσόδων για την 1η τριμηνία του 2025 ανήλθε στα €156,6 εκατ., μειωμένο κατά 13% σε σύγκριση με €179,3 εκατ. την 1η τριμηνία του 2024, κυρίως λόγω της μείωσης στα καθαρά έσοδα από τόκους.
Μικρή αύξηση στα έξοδα
Τα συνολικά έξοδα για την 1η τριμηνία του 2025 ανήλθαν σε €71,8 εκατ., αυξημένα κατά 1% σε σύγκριση με €71,1 εκατ. για την 1η τριμηνία του 2024, κυρίως λόγω της αύξησης στα έξοδα προσωπικού, αντισταθμισμένα εν μέρει από τη μείωση στα διοικητικά και άλλα έξοδα.
Τα έξοδα προσωπικού για την 1η τριμηνία του 2025 ανήλθαν σε €36,6 εκατ. αυξημένα κατά 13% σε σύγκριση με €32,5 εκατ. την 1η τριμηνία του 2024, και αντιπροσώπευαν το 51% των συνολικών εξόδων του Ομίλου (1η τριμηνία 2024: 46%).
Τα διοικητικά και άλλα έξοδα για την 1η τριμηνία 2025 ανήλθαν σε €30,3 εκατ. και μειώθηκαν κατά 9% σε σύγκριση με €33,5 εκατ. για την 1η τριμηνία του 2024.
Ο δείκτης εξόδων προς έσοδα για την 1η τριμηνία του 2025 ανήλθε στο 45,9% σε σύγκριση με 39,7% για την 1η τριμηνία του 2024.
Ζημιές απομείωσης χρηματοοικονομικών μέσων
Η χρέωση για ζημιές απομείωσης χρηματοοικονομικών μέσων ανήλθε σε €4,5 εκατ. για την 1η τριμηνία του 2025 σε σύγκριση με €3,1 εκατ. για την 1η τριμηνία του 2024.
Η αποδέσμευση για ζημιές απομείωσης στο δανειακό χαρτοφυλάκιο για την 1η τριμηνία του 2025 ύψους €1,1 εκατ. οφειλόταν κυρίως στην αποδέσμευση από τη μείωση του βασικού επιτοκίου της Τράπεζας κατά το Φεβρουάριο του 2025, καθώς και στη συνολική βελτίωση του χαρτοφυλακίου και τις διευθετήσεις των διακανονισμών που έγιναν πάνω από τη λογιστική αξία.
Οι ζημιές απομείωσης μη χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων για την 1η τριμηνία του 2025 ανήλθαν σε €1,0 εκατ. και αυξήθηκαν κατά 29% σε σύγκριση με €0,8 εκατ. την 1η τριμηνία του 2024.
Οικονομικά μεγέθη
Οι καταθέσεις πελατών ανήλθαν σε €15,9 δισ. στις 31 Μαρτίου 2025 (31 Δεκεμβρίου 2024: €15,7 δισ.), αυξημένες κατά 1% από τις 31 Δεκεμβρίου 2024.
Τα μεικτά δάνεια του Ομίλου στις 31 Μαρτίου 2025 ανήλθαν σε €5.928 εκατ., σε σύγκριση με €5.850 εκατ. στις 31 Δεκεμβρίου 2024 αυξημένα κατά 1% από το τέλος του έτους, καθώς οι αποπληρωμές αντιστάθμισαν τον νέο δανεισμό.
Ο δείκτης καθαρών δανείων προς καταθέσεις ήταν 36,6% στις 31 Μαρτίου 2025 και στις 31 Δεκεμβρίου 2024.
Πλεόνασμα ρευστότητας €7,1 δισ.
Ο δείκτης κάλυψης ρευστότητας του Ομίλου στις 31 Μαρτίου 2025 ανήλθε στο 493%, σε σύγκριση με 519% στις 31 Δεκεμβρίου 2024, που είναι αρκετά πιο πάνω από το ελάχιστο εποπτικό όριο του 100%.
Το πλεόνασμα ρευστότητας ανήλθε σε €7,1 δισ., στις 31 Μαρτίου 2025, σε σύγκριση με €7,7 δισ. στις 31 Δεκεμβρίου 2024.
Νέα δάνεια €404 εκατ.
Το σύνολο του νέου δανεισμού κατά την 1η τριμηνία του 2025 ανήλθε σε €404 εκατ., από τα οποία τα €75 εκατ. αφορούν συνολικό νέο πράσινο δανεισμό28 που αντιπροσωπεύει το 19% του συνολικού νέου δανεισμού της Τράπεζας, σημειώνοντας μείωση 94% σε ετήσια βάση σε σύγκριση με νέο δανεισμό ύψους €208 εκατ. για την 1η τριμηνία του 2024.
Μείωση μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ)
Τα ΜΕΔ όπως ορίζονται από την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ) για τον Όμιλο, ανήλθαν στα €375 εκατ. στις 31 Μαρτίου 2025, σε σύγκριση με €382 εκατ. στις 31 Δεκεμβρίου 2024, μειωμένα κατά 2% από το τέλος του έτους (εξαιρουμένου των ΜΕΔ που καλύπτονται από το ΠΠΣ, τα ΜΕΔ ανήλθαν σε €0,1 δισ. στις 31 Μαρτίου 2025 και 31 Δεκεμβρίου 2024).
Η μείωση των ΜΕΔ κατά την 1η τριμηνία του 2025 οφείλεται κυρίως σε οργανική απομόχλευση, η οποία αντισταθμίστηκε εν μέρει από νέες αθετήσεις και δεδουλευμένους τόκους.
Ο δείκτης MEΔ στις 31 Μαρτίου 2025 για τον Όμιλο ήταν 6,3% (31 Δεκεμβρίου 2024: 6,5%). Ο δείκτης εξαιρουμένων των ΜΕΔ που καλύπτονται από τo ΠΠΣ στις 31 Μαρτίου 2025 ήταν 2,4% στις 31 Μαρτίου 2025 και 31 Δεκεμβρίου 2024.
Ο δείκτης κάλυψης των ΜΕΔ του Ομίλου ήταν στο 44% στις 31 Μαρτίου 2025 (31 Δεκεμβρίου 2024: 43%), ενώ εξαιρουμένων των ΜΕΔ που καλύπτονται από το ΠΠΣ, ο δείκτης αναπροσαρμόζεται στο 64% στις 31 Μαρτίου 2025 (31 Δεκεμβρίου 2024: 63%).
Κεφάλαια
Ο Ρυθμιστικός Συνολικός δείκτης κεφαλαίου και αναπροσαρμοσμένος συνολικός δείκτης κεφαλαίου ανήλθαν στο 35,5% και 36,3%, αντίστοιχα.
Ο Ρυθμιστικός και Αναπροσαρμοσμένος δείκτης MREL προς συνολικά ποσά ανοιγμάτων σε κίνδυνο (TREA) ανέρχεται στο 37,7% και 38,6%, αντίστοιχα.
Λούης: Ξεκίνησε δυναμικά το 2025
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα του Ομίλου για την τριμηνία που έληξε στις 31 Μαρτίου 2025, ο κ. Μιχάλης Λούης, Διευθύνων Σύμβουλος, δήλωσε:
«Η Ελληνική Τράπεζα ανακοίνωσε ικανοποιητικά οικονομικά αποτελέσματα για το πρώτο τρίμηνο του 2025, επιβεβαιώνοντας την ανθεκτικότητα του επιχειρηματικού μας μοντέλου και την επιτυχημένη υλοποίηση των στρατηγικών μας προτεραιοτήτων».
«Ως αποτέλεσμα της κερδοφορίας και της αποτελεσματικής διαχείρισης των σταθμισμένων περιουσιακών στοιχείων της Τράπεζας, ο Αναπροσαρμοσμένος Συνολικός Δείκτης Κεφαλαίου αυξήθηκε περαιτέρω κατά 408 μονάδες βάσης και ανήλθε στο 36,28%. Η ρευστότητα παραμένει σε υψηλά επίπεδα, όπως αποδεικνύεται από τον Δείκτη Κάλυψης Ρευστότητας που ανέρχεται στο 493%», πρόσθεσε.
« Το 2025 ξεκίνησε δυναμικά για την Ελληνική Τράπεζα. Ο ισολογισμός μας παραμένει ισχυρός, με δείκτη Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων (ΜΕΔ) στο 2,4% (εξαιρουμένων των ΜΕΔ που καλύπτονται από το Πρόγραμμα Προστασίας Περιουσιακών Στοιχείων), αντανακλώντας τη συνετή μας προσέγγιση στη διαχείριση κινδύνου», πρόσθεσε.
«Ο νέος δανεισμός ανήλθε στα €404 εκατ., σημειώνοντας αύξηση 94% σε ετήσια βάση και επιβεβαιώνοντας τη δέσμευσή μας να στηρίξουμε την εγχώρια οικονομία και να ικανοποιήσουμε τις ανάγκες των πελατών μας. Μετά την επιτυχή ολοκλήρωση της υποχρεωτικής δημόσιας πρότασης εξαγοράς, ο Όμιλος Eurobank αύξησε το ποσοστό συμμετοχής του περίπου στο 98% και προχωρά τώρα με την εξασφάλιση της πλήρης ιδιοκτησίας», σημείωσε.
Εστιάζει στην ενοποίηση με Eurobank
«Ως μέλος του Ομίλου Eurobank, εστιάζουμε στην ενοποίηση της Ελληνικής Τράπεζας με την Eurobank Κύπρου, στην περαιτέρω βελτίωση της εμπειρίας των πελατών μας, στη στήριξη της οικονομικής ανάπτυξης και στη δημιουργία αξίας για τους πελάτες μας. Επιπλέον, η εξαγορά της CNP Cyprus Insurance Holdings έχει ολοκληρωθεί. Οι εξελίξεις αυτές αποτελούν σημαντικά ορόσημα στην επιδίωξή μας να καταστούμε ένας από τους κορυφαίους οργανισμούς παροχής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών στην Κύπρο», τόνισε o κ. Λούης.