Το ποσοστό αποταμίευσης των νοικοκυριών στην Κύπρο, είναι χαμηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ, σύμφωνα με στοιχεία που περιλαμβάνονται στις εαρινές προβλέψεις της Κομισιόν.
Το ποσοστό αποταμίευσης των νοικοκυριών στην Κύπρο εκτιμάται στο 11% για το 2025 και 11,9% για το 2026, την ώρα που ο μέσος όρος στην ΕΕ είναι 14,3% και 14,1% αντίστοιχα.
Στην ευρωζώνη, το ποσοστό αποταμίευσης είναι 15,2% για το 2025 και 15,1% το 2026, με τα ποσοστά να είναι ψηλότερα από τα προ-πανδημίας επίπεδα.
Τα υψηλότερα ποσοστά αποταμίευσης έχει η Γερμανία φθάνοντας το 20% το 2025 και 19,9% το 2026, η Αυστρία με 17,4% το 2025 και 16,7% το 2026 και η Γαλλία στο 17% τόσο το 2025 όσο και το 2026.
Τα χαμηλότερα ποσοστά αποταμίευσης έχει η Εσθονία, η Σλοβακία, η Λετονία και η Φινλανδία.
Στην Ελλάδα το ποσοστό αποταμίευσης είναι αρνητικό στο -2,5% το 2025 και -1,8% το 2026.
Αρνητικά τα καθαρά έσοδα από τόκους
Όπως τονίζει η ΕΕ, τα καθαρά έσοδα από τόκους των νοικοκυριών τείνουν να είναι αρνητικά.
Τα καθαρά έσοδα από τόκους είναι η διαφορά μεταξύ των πληρωμών τόκων που λαμβάνουν τα νοικοκυριά για τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά τους στοιχεία σταθερού εισοδήματος (κυρίως καταθέσεις και ομόλογα) και των πληρωμών τόκων που πραγματοποιούν για τις υποχρεώσεις τους, κυρίως στεγαστικά δάνεια.
Τα νοικοκυριά στη ζώνη του ευρώ συνολικά έχουν θετική καθαρή χρηματοοικονομική θέση, συμπεριλαμβανομένων των τοκοφόρων μέσων.
Ωστόσο, τονίζεται, καθώς τα επιτόκια που καταβάλλονται για δάνεια υπερβαίνουν αυτά που κερδίζονται από καταθέσεις, τα καθαρά έσοδα από τόκους των νοικοκυριών τείνουν να είναι οριακά αρνητικά.
Το 2024, διαμορφώθηκαν σε περίπου 1% του ακαθάριστου διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών.
Μετά από μια μείωση και επακόλουθη σταθερότητα κατά την περίοδο που προηγήθηκε και ακολούθησε την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, τα καθαρά έσοδα από τόκους των νοικοκυριών έγιναν λιγότερο αρνητικά κατά την περίοδο 2020-2024.
Τα καθαρά έσοδα από τόκους μειώθηκαν μετά την χρηματοπιστωτική κρίση και στη συνέχεια σταθεροποιήθηκαν σε γενικές γραμμές, σε ένα περιβάλλον χαμηλού πληθωρισμού, χαμηλών επιτοκίων και σταδιακής απομόχλευσης των νοικοκυριών.
Το 2020, τα καθαρά έσοδα από τόκους στη ζώνη του ευρώ έγιναν λιγότερο αρνητικά, καθώς οι εισπράξεις από τόκους έφτασαν στο κατώτατο σημείο τους, ενώ οι πληρωμές τόκων συνέχισαν να μειώνονται.
Αυτό συνέπεσε με μια ισχυρή αύξηση των αποταμιεύσεων των νοικοκυριών (λόγω αναγκαστικής αλλά και προληπτικής αποταμίευσης) μετά την πανδημία. Από το 2022, τα καθαρά έσοδα από τόκους αυξήθηκαν κατά λίγο περισσότερο από 0,5 ποσοστιαίες μονάδες κατά την περίοδο 2020-2024 στη ζώνη του ευρώ, επωφελούμενα από την αύξηση των επιτοκίων.
Παρά την έντονη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής το 2022-23, το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους και τα έσοδα από αποταμιεύσεις αυξήθηκαν μόνο μέτρια.