Η πρόσφατη συμφωνία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με τα κράτη μέλη για την αναθεώρηση των κανόνων που διέπουν τις εκθέσεις βιωσιμότητας και δέουσας επιμέλειας των εταιρειών, αποδυναμώνει τους κανόνες της ΕΕ , όπως υποστηρίζει η Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία Συνδικάτων (ETUC).
Όπως υποστηρίζει η Συνομοσπονδία, η αναθεώρηση των κανόνων, θα αποδυναμώσει σημαντικά την Οδηγία του 2024, εξαιρώντας μεγάλο αριθμό εταιρειών από τις υποχρεώσεις δέουσας επιμέλειας.
Υπενθυμίζεται ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε στις 16 Δεκεμβρίου τη συμφωνία με τα κράτη μέλη για την αναθεώρηση των κανόνων που διέπουν τις εκθέσεις βιωσιμότητας και δέουσας επιμέλειας των εταιρειών.
Οι νέοι κανόνες περιορίζουν τις υποχρεώσεις σε μικρότερο αριθμό εταιρειών και μειώνουν τα διοικητικά βάρη για τις επιχειρήσεις, ενισχύοντας έτσι την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ.
Απλούστερη υποβολή εκθέσεων βιωσιμότητας
Υποχρέωση να υποβάλλουν κοινωνικές και περιβαλλοντικές εκθέσεις θα έχουν μόνο οι επιχειρήσεις της ΕΕ που απασχολούν κατά μέσο όρο περισσότερους από 1.000 υπαλλήλους και παρουσιάζουν καθαρό ετήσιο κύκλο εργασιών άνω των €450 εκατ.
Οι ίδιοι κανόνες θα ισχύουν και για εταιρείες από χώρες εκτός ΕΕ με καθαρό τζίρο στην κοινή αγορά άνω των €450 εκατ. , καθώς και για τις θυγατρικές και τα υποκαταστήματά τους που πραγματοποιούν κύκλο εργασιών άνω των €200 εκατ. εντός της ΕΕ.
Οι απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων θα απλοποιηθούν σημαντικά, ενώ η υποβολή εκθέσεων ανά τομέα θα καταστεί προαιρετική.
Παράλληλα, οι συννομοθέτες διασφάλισαν ότι οι εταιρείες που υποχρεούνται να συντάσσουν εκθέσεις βιωσιμότητας δεν θα μπορούν να μετακυλίουν αυτή την ευθύνη στους μικρότερους επιχειρηματικούς εταίρους τους. Στο πλαίσιο αυτό, οι επιχειρήσεις με λιγότερους από 1.000 υπαλλήλους δεν θα υποχρεούνται να παρέχουν πρόσθετες πληροφορίες στους μεγαλύτερους εταίρους τους, πέραν όσων προβλέπονται στα προαιρετικά πρότυπα υποβολής εκθέσεων.
Για να διευκολύνει τη συμμόρφωση των εταιρειών με τους κανόνες, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα δημιουργήσει ψηφιακή πύλη στην οποία θα διατίθενται υποδείγματα και κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τις απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων, τόσο σε επίπεδο ΕΕ όσο και σε εθνικό επίπεδο.
Υποχρεώσεις δέουσας επιμέλειας για πολύ μεγάλες εταιρείες
Με βάση τη συμφωνία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με τα κράτη μέλη, μειώνεται επίσης ο αριθμός των εταιρειών που θα υποχρεούνται να ασκούν δέουσα επιμέλεια για να περιορίσουν τις αρνητικές επιπτώσεις που προκαλούν οι δραστηριότητές τους στους ανθρώπους και στο περιβάλλον.
Σύμφωνα με τους αναθεωρημένους κανόνες, η υποχρέωση αυτή θα αφορά μόνο μεγάλες εταιρείες της ΕΕ με περισσότερους από 5.000 υπαλλήλους και καθαρό ετήσιο κύκλο εργασιών άνω του €1,5 δισ. , καθώς και εταιρείες εκτός ΕΕ που υπερβαίνουν το ίδιο όριο κύκλου εργασιών εντός της Ένωσης.
Οι εταιρείες αυτές θα πρέπει να διενεργούν ελέγχους για να εντοπίζουν ενδεχόμενους κινδύνους στην αλυσίδα δραστηριοτήτων τους. Θα πρέπει επίσης να ζητούν πληροφορίες από τους επιχειρηματικούς εταίρους τους με λιγότερους από 5.000 υπαλλήλους μόνο όταν οι πληροφορίες για να πραγματοποιηθεί ενδελεχής αξιολόγηση δεν είναι δυνατό να βρεθούν με άλλο τρόπο.
Δεν θα απαιτείται πλέον να καταρτίζονται σχέδια μετάβασης που να διασφαλίζουν ότι το επιχειρηματικό μοντέλο μιας εταιρείας ευθυγραμμίζεται με τη μετάβαση σε μια βιώσιμη οικονομία. Οι επιχειρήσεις θα λογοδοτούν σε εθνικό επίπεδο για τη μη ορθή εφαρμογή των κανόνων, ενώ θα μπορούν να τους επιβάλλονται πρόστιμα έως και 3% του καθαρού παγκόσμιου κύκλου εργασιών τους.
Η οδηγία για τη δέουσα επιμέλεια θα τεθεί σε εφαρμογή από τις 26 Ιουλίου 2029 για όλες τις επιχειρήσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της.
Οι επικαιροποιημένοι κανόνες για τη βιωσιμότητα εντάσσονται στο πακέτο απλούστευσης Omnibus I, το οποίο παρουσίασε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Φεβρουάριο του 2025.
Στόχος του είναι να μειώσει τη γραφειοκρατία και να διευκολύνει τη συμμόρφωση των επιχειρήσεων με τους κανόνες βιωσιμότητας, ενισχύοντας έτσι την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ. Μετά την αναβολή της εφαρμογής των υποχρεώσεων υποβολής εκθέσεων για τη βιωσιμότητα και τη δέουσα επιμέλεια, η συγκεκριμένη πρόταση επιδιώκει να απλοποιήσει τις σχετικές απαιτήσεις και να μειώσει τον διοικητικό φόρτο για τις επιχειρήσεις.
Πυρά για οπισθοδρόμηση
«Αυτή η απόφαση αντιπροσωπεύει μια οπισθοδρόμηση του πλαισίου της ΕΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη βιωσιμότητα, βασισμένη σε ισχυρισμούς τμημάτων της επιχειρηματικής κοινότητας ότι οι απαιτήσεις δέουσας επιμέλειας είναι πολύ δαπανηρές και επαχθείς, ισχυρισμοί για τους οποίους δεν έχουν παρασχεθεί αποδεικτικά στοιχεία», δήλωσε η Αναπληρώτρια Γενική Γραμματέας της ETUC.
«Αντίθετα, η έρευνα της ETUC δείχνει ότι τα αυστηρότερα πρότυπα βιωσιμότητας, οι μειωμένοι κίνδυνοι και η αυξημένη διαφάνεια θα μπορούσαν να αποφέρουν μακροοικονομικά οφέλη έως και 0,8% του ΑΕΠ της ΕΕ. Τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν μπορούν να υπόκεινται σε υπολογισμούς κόστους-οφέλους και η εργασία δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως εμπόρευμα», τόνισε.
«Θα συνεχίσουμε να εργαζόμαστε με αποφασιστικότητα για την προστασία και την προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των δικαιωμάτων των εργαζομένων, των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων και της προστασίας του περιβάλλοντος σε όλες τις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού. Η ETUC θα παρακολουθεί στενά την εφαρμογή της αναθεωρημένης Οδηγίας για να διασφαλίσει τον πλήρη σεβασμό των ευρωπαϊκών αξιών και του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου και να εγγυηθεί ότι οι εταιρείες λογοδοτούν για τις αρνητικές επιπτώσεις στους εργαζόμενους, τις οικογένειές τους και τις πληγείσες κοινότητες. Χάρη στο έργο υπεράσπισης που έχουμε αναλάβει, η νομοθεσία εξακολουθεί να προβλέπει ρόλο για τους εργαζόμενους και τα συνδικάτα στην αντιμετώπιση των συνθηκών εργασίας στις (ακόμα και συντομευμένες) αλυσίδες εφοδιασμού και για να διαμορφώνουν τα ίδια σχέδια δέουσας επιμέλειας», υπογράμμισε.
«Η ETUC ανησυχεί για τη διαδικασία που ακολουθήθηκε στο πλαίσιο της λεγόμενης πρωτοβουλίας Omnibus I, η οποία δεν συμμορφώθηκε με τις αρχές της ΕΕ για τη βελτίωση της νομοθεσίας σχετικά με τη διαβούλευση και την εκτίμηση επιπτώσεων, όπως επιβεβαίωσε η Ευρωπαία Συνήγορος του Πολίτη. Αυτή η προσέγγιση έχει δώσει προτεραιότητα σε στενά εταιρικά συμφέροντα και έχει βασιστεί σε πολιτικές συμμαχίες με ακροδεξιά κόμματα, υπονομεύοντας τα δημοκρατικά πρότυπα και την κοινωνική πρόοδο», πρόσθεσε.
«Η ETUC παραμένει σταθερά προσηλωμένη στην υπεράσπιση των ευρωπαϊκών αξιών, συμπεριλαμβανομένης της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της δημοκρατίας, της ισότητας, του κράτους δικαίου και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Αυτές οι αξίες πρέπει να στηρίζουν μια άκρως ανταγωνιστική κοινωνική οικονομία της αγοράς που προσφέρει πλήρη απασχόληση, κοινωνική πρόοδο, συμπεριλαμβανομένου υψηλού επιπέδου προστασίας για τους εργαζόμενους και τους εκπροσώπους τους σε όλες τις αλυσίδες εφοδιασμού», κατέληξε.






