Για τις συνέπειες που ενδεχομένως να έχει στο Κυπριακό μια συμφωνία παραχώρησης ουκρανικών εδαφών στη Ρωσία προειδοποιεί ο αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Δικαίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Τμήμα Νομικής του Πανεπιστημίου Κύπρου, Άρης Κωνσταντινίδης. Επεσήμανε ότι το διεθνές δίκαιο απαγορεύει την αλλαγή των συνόρων με τη χρήση ένοπλης βίας και πως αυτή τη στιγμή ο συγκεκριμένος διεθνής κανόνας δοκιμάζεται.
«Πριν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο», σημείωσε, «δεν απαγορευόταν η χρήση ένοπλης βίας και πολλές ειρηνευτικές συμφωνίες ήταν αποτέλεσμα πολέμου. Αυτός που κέρδιζε τον πόλεμο επέβαλλε και τους όρους της συμφωνίας». Τόνισε, ωστόσο, ότι μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και το τέλος της αποικιοκρατίας, καθιερώθηκαν ορισμένοι κανόνες διεθνούς δικαίου και απαγορεύτηκε η αλλαγή των συνόρων και η προσάρτηση εδαφών διά της βίας. Πρόσθεσε δε ότι απαγορεύεται και η αναγνώριση τυχόν προσάρτησης ξένων εδαφών με τη χρήση ένοπλης βίας, επισημαίνοντας την ύπαρξη του κανόνα της μη αναγνώρισης, τον οποίο επικαλείται η Κυπριακή Δημοκρατία για τη μη αναγνώριση του ψευδοκράτους.
Ενδεχόμενες συνέπειες στο Κυπριακό, όπως είπε, θα υπάρξουν εάν η συμφωνία μεταξύ Ουκρανίας, Ρωσίας και ενδεχομένως και ΗΠΑ, οδηγήσει σε διάβρωση του κανόνα του διεθνούς δικαίου για μη αναγνώριση της προσάρτησης εδάφους με τη χρήση βίας. Μάλιστα, επεσήμανε την πρόσφατη δήλωση του Αμερικανού Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος είπε ότι «δεν υπάρχει περίπτωση να ανακτηθεί η Κριμαία» και πως «μερικά πράγματα δεν αλλάζουν ποτέ». Υπάρχει, υποστήριξε, ο κίνδυνος ο Τούρκος Πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν να δηλώσει για την Κύπρο αυτό που είπε ο Ντόναλντ Τραμπ. Ο κίνδυνος να επικρατήσει η λογική που λέει, «γιατί να μην ισχύσουν στην Κύπρο αυτά που ισχύουν και στην Κριμαία;». Θα πρόκειται, σημείωσε, για την αλαζονεία και την αδιαφορία του ισχυρού για το διεθνές δίκαιο.
Ερωτηθείς εάν η Κυπριακή Δημοκρατία στην περίπτωση της Ουκρανίας θα πρέπει να παραμείνει προσηλωμένη στον κανόνα του διεθνούς δικαίου, ο κ. Κωνσταντινίδης απάντησε: «οπωσδήποτε». Πρόσθεσε δε ότι η Κύπρος πρέπει να παρακολουθήσει στενά την εξέλιξη των πραγμάτων και να εξετάσει τις λεπτομέρειες μιας ενδεχόμενης συμφωνίας. Το μεγάλο διακύβευμα, τόνισε, είναι ότι δεν θα πρέπει να αναγνωριστεί η αλλαγή συνόρων διά της βίας. Το εδαφικό στάτους κβο, τόνισε, ήταν μέχρι στιγμής ταμπού και οι συνομιλίες για το ουκρανικό ζήτημα δημιουργούν για πρώτη φορά μεταπολεμικά το σοβαρό ενδεχόμενο της αλλαγής των συνόρων διά της βίας.
Η συναίνεση
Το ενδεχόμενο η Ουκρανία να συναινέσει σε μια ανταλλαγή εδαφών που αποκτήθηκαν με τη χρήση βίας, επεσήμανε ο κ. Κωνσταντινίδης. «Ακόμη και αν αυτό συμβεί», είπε, «θα υποστηριχθούν απόψεις ότι ενδεχομένως να είναι άκυρη αυτή η συναίνεση».
«Υπάρχουν», σημείωσε, «ορισμένοι διεθνείς κανόνες, όπως η απαγόρευση της χρήσης βίας, οι οποίοι θεωρούνται αναγκαστικού δικαίου (Ius cogens). Η συνέπεια τού να θεωρηθεί ένας κανόνας αναγκαστικού δικαίου είναι ότι οποιαδήποτε συμφωνία έρχεται σε σύγκρουση με αυτόν τον κανόνα θεωρείται άκυρη. Είναι στη Σύμβαση της Βιέννης για το Δίκαιο των Συνθηκών που υπογράφηκε στις 23 Μαΐου 1969. Όταν όμως ένα κράτος συναινεί και η συναίνεση δεν είναι αποτέλεσμα της χρήσης βίας, τότε δημιουργούνται άλλα δεδομένα». Επικαλέστηκε δε τη γνωμοδότηση του Διεθνούς Δικαστηρίου για τα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη τον Ιούλιο του 2024, όπου έκρινε παράνομη την παρουσία του Ισραήλ. «Στην απόφασή του», όπως είπε, «το Διεθνές Δικαστήριο σημείωσε τον ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει η συναίνεση του κράτους».
Εξήγησε δε ότι ο διεθνής κανόνας το χαρακτηρίζει παράνομη πράξη όταν είναι προϊόν χρήσης βίας. «Δηλαδή», ανέφερε, «εάν μια ειρηνευτική συμφωνία μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας είναι αποτέλεσμα της χρήσης βίας, και είναι στην περίπτωση αυτή, τότε εάν η συνθηκολόγηση πάρει τη μορφή διεθνούς συνθήκης θα είναι νομικά άκυρη». Ωστόσο, σημείωσε, τον ρόλο της έγκυρης συναίνεσης του κράτους - θύματος. Εάν δηλαδή αποδεχθεί τη συμφωνία ο Ουκρανός Πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι και αυτή επικυρωθεί από το ουκρανικό κοινοβούλιο. Συνεπώς, τόνισε, μπορεί ο κ. Ζελένσκι να πει ότι παραχωρεί την Κριμαία στη Ρωσία, ωστόσο, και πάλι πιθανότατα θα υπάρξουν φωνές οι οποίες θα λένε ότι είναι άκυρη η συμφωνία. «Αυτά είναι λεπτά ζητήματα», όπως είπε, «και θα πρέπει να δούμε τι ακριβώς θα συμφωνηθεί και υπό ποιες συνθήκες θα συμφωνηθεί για να κρίνουμε τη νομιμότητα μιας συμφωνίας».
Ερωτηθείς τι θα σημαίνει μια αναγνώριση της αλλαγής συνόρων από την πλειοψηφία των άλλων κρατών, ο κ. Κωνσταντινίδης είπε ότι «αυτό θα σημαίνει ότι η πλειοψηφία των κρατών ερμηνεύει ως έγκυρη τη συναίνεση της Ουκρανίας». «Εάν το σύνολο της διεθνούς κοινότητας», συμπλήρωσε, «αποδεχτεί τη συναίνεση της Ουκρανίας παρά τον κανόνα του αναγκαστικού δικαίου, τότε ένα διεθνές δικαστήριο πολύ δύσκολα θα κρίνει ως παράνομη πράξη την παραχώρηση ουκρανικού εδάφους στη Ρωσία. Για αυτό είναι σημαντικό», όπως είπε, «η συμφωνία να μη γίνει μεταξύ Τραμπ – Πούτιν – Ζελένσκι, αλλά να εμπλακούν και οι Ευρωπαίοι και να δεχθούν το αποτέλεσμα στο τέλος. Εάν το δεχθούν όλοι, τότε δύσκολα ένα δικαστήριο θα αμφισβητήσει την εγκυρότητα της συναίνεσης της Ουκρανίας».
Ακολούθως είπε ότι ο διεθνής κανόνας θα συνεχίσει να έχει ισχύ, αλλά στην περίπτωση της Ουκρανίας θα έχουμε μια πρώτη περίπτωση πρακτικής εφαρμογής και ερμηνείας από τη διεθνή κοινότητα και άρα θα λειτουργήσει ως προηγούμενο για άλλες περιπτώσεις. «Κάθε φορά», σημείωσε, «θα εξετάζεται το πώς εφαρμόστηκε σε εκείνη την περίπτωση και πώς ερμηνεύθηκε η συναίνεση και άρα θα καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η διεθνής κοινότητα ερμήνευσε ότι υπήρξε συναίνεση με έγκυρο τρόπο».
Πρόσθεσε δε ότι δεν θα αλλάξει ο διεθνής κανόνας, αλλά θα ερμηνευτεί υπό τις συνθήκες που εφαρμόστηκε σε αυτή την περίπτωση και ποιες είναι τελικά οι προϋποθέσεις. «Γι’ αυτό», είπε, «είναι σημαντικό να δούμε τις λεπτομέρειες. Τι θα συμφωνηθεί ότι θα παραχωρηθεί; Το δέχεται αυτό ο Πρόεδρος και τα νόμιμα όργανα της Ουκρανίας; Το αποδέχεται το σύνολο της διεθνούς κοινότητας; Αυτά δεν τα γνωρίζουμε ακόμη».
Ασκός του Αιόλου
Ο κ. Κωνσταντινίδης επέμεινε ωστόσο στους κινδύνους που δημιουργεί μια ενδεχόμενη παραχώρηση εδάφους που προσαρτήθηκε διά της βίας, ακόμη και αν το κράτος – θύμα συναινέσει.
Υπενθύμισε την περίπτωση της Σερβίας και του Κοσσυφοπεδίου, λέγοντας ότι είχε συζητηθεί έντονα η ανταλλαγή εδαφών ως προϋπόθεση για να αναγνωρίσει η Σερβία το Κοσσυφοπέδιο. «Ωστόσο», ανέφερε, «υπήρξε σθεναρή αντίσταση από κάποιους, ακριβώς επειδή θεωρήθηκε ότι θα ανοίξει τον Ασκό του Αιόλου. Η τότε Γερμανίδα Καγκελάριος, Άνγκελα Μέρκελ, αντιστάθηκε σθεναρά σε αυτή την ιδέα, διότι αν αυτό γινόταν σε μια περίπτωση, τότε γιατί να μη συμβεί και σε άλλες».
Σημείωσε δε ότι «είναι πολλές οι περιοχές οι οποίες θα ήθελαν να αλλάξουν σύνορα». Έφερε ως παράδειγμα τη σερβική επαρχία της Βοσνίας, λέγοντας ότι ενδεχομένως να τεθεί θέμα παραχώρησης της περιοχής στη Σερβία. Ανέφερε, επίσης, ότι κάποιοι θα διερωτηθούν γιατί να μην προσαρτήσει το βόρειο Κοσσυφοπέδιο η Σερβία, με αντάλλαγμα την αναγνώριση της ανεξαρτησίας του Κοσσυφοπεδίου. Επεσήμανε ότι μια τέτοια εξέλιξη δημιουργεί τον κίνδυνο νέων πολέμων, διότι πολλά κράτη θα θεωρήσουν ότι μπορούν να αρπάξουν διά της βίας έδαφος και μετά να το ανταλλάξουν με συμφωνία. «Εάν η Ουκρανία», είπε, «παραχωρήσει έδαφος λόγω χρήσης ένοπλης βίας από τη Ρωσία, τότε θα ανοίξει η όρεξη και σε άλλα κράτη, και η πρώτη που θα ακολουθήσει θα είναι η Κίνα με τη βίαιη προσάρτηση της Ταϊβάν».
ΟΗΕ
Ερωτηθείς γιατί ο ΟΗΕ δεν επεμβαίνει με στόχο να προστατέψει το διεθνές δίκαιο, ο κ. Κωνσταντινίδης είπε ότι ο διεθνής οργανισμός έχει απαξιωθεί και αποδυναμωθεί σε αυτά τα ζητήματα. «Εξάλλου», σημείωσε, «η Ρωσία είναι μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας και άρα δεν επιτρέπει την εμπλοκή του Σώματος στο ζήτημα». Υπενθύμισε ωστόσο ότι το θέμα της Κριμαίας συζητήθηκε στη Γενική Συνέλευση, η οποία έχει καταδικάσει με μεγάλη πλειοψηφία τις ενέργειες της Ρωσίας και την προσάρτηση της Κριμαίας. «Αυτές τις ενέργειες», κατέληξε, « τις καταδίκασε και ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ».