Οφείλει ο κρατικός μηχανισμός να διασφαλίζει την ορθολογιστική κατανομή των εσόδων του και την πάταξη της διασπάθισης δημόσιου χρήματος; Βεβαίως και όλοι συμφωνούμε σε αυτό… (ΟΚ, σχεδόν όλοι!!!).
Οφείλει ο κρατικός μηχανισμός να διασφαλίζει την προώθηση και αποτελεσματική εφαρμογή των πολιτικών (μεταρρυθμίσεις, επιδοτήσεις, επενδύσεις σε υποδομές κ.λπ.) που καθορίζονται από την πολιτική ηγεσία; Βεβαίως και όλοι συμφωνούμε σε αυτό… (ΟΚ, σχεδόν όλοι!!!).
Τι γίνεται όμως όταν τα δύο είναι συγκρουόμενα; Όταν στην προσπάθεια του κρατικού μηχανισμού να περιορίσει τη διασπάθιση δημόσιου χρήματος, επιβάλλει τόσες διαδικασίες και απαιτήσεις που στο τέλος δεν προχωρούν στο βαθμό και στην ταχύτητα που πρέπει οι πολιτικές; Εδώ είναι που χάνουμε το παιγνίδι.
Δεν υπάρχει χώρα, επιχείρηση, τομέας που κατάφερε να περιορίσει στο μηδέν την πιθανότητα υπεξαίρεσης, κακοδιαχείρισης και διαφθοράς. Ακόμη και οι υπερσυντηρητικές τράπεζες αποδέχονται ένα ρίσκο, διαφορετικά δεν θα υπήρχε τραπεζικό σύστημα. Δεν θα δούλευε η οικονομία, δεν θα γίνονταν συναλλαγές, δεν θα έβγαζαν (υπέρ) κέρδη.
Η κάθε διαδικασία ελέγχου θα πρέπει να συνυπολογίζει το παράπλευρο κόστος. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, τον αντίκτυπο στην οικονομία και στην κοινωνία από την μη υλοποίηση, τη μερική υλοποίηση ή την καθυστερημένη υλοποίηση μιας πολιτικής.
Το DNA ενός δημοσίου υπαλλήλου δεν διαφέρει από το αντίστοιχο του ομολόγου του στον ιδιωτικό τομέα. Αυτό που διαφέρει είναι οι εσωτερικές διαδικασίες που δημιουργούν μια πιο συντηρητική νοοτροπία. Το άτομο που θα καθορίσει τα κριτήρια και στη συνέχεια αυτό που θα τα εφαρμόσει, λόγω της συντηρητικής νοοτροπίας, δίνουν βαρύτητα… υπερβολική βαρύτητα στον περιορισμό της διασπάθισης δημοσίου χρήματος. Το αποτέλεσμα – και επειδή όπως προανάφερα δεν υπάρχει τρόπος περιορισμού της κακοδιαχείρισης στο μηδέν – σχεδόν πάντα οι διαδικασίες εμποδίζουν την υλοποίηση των πολιτικών και την πρόοδο μιας κοινωνίας / οικονομίας.
Σίγουρα το βάρος της απόφασης για αλλαγή αυτής της νοοτροπίας δεν πρέπει να πέφτει στους ώμους των λειτουργών. Πολλές φορές σε επαφές μαζί τους δείχνουν να αντιλαμβάνονται πλήρως το πρόβλημα, αλλά ουσιαστικά έχουν δεμένα τα χέρια. Γι’ αυτό η αλλαγή θα πρέπει να ξεκινά από την κεφαλή προς τα κάτω. Αν όχι, ο μόνος τρόπος να διασφαλιστεί ότι κανένα ποσό επιδότησης δεν θα καταλήξει σε λάθος τσέπες, είναι να μην δοθεί καμία επιδότηση.
Ακόμη υπάρχει και ο κίνδυνος, οι υπερβολικές διαδικασίες να αποθαρρύνουν τους νομιμόφρονες πολίτες από το να συναλλάσσονται με το κράτος και να αφήνουν στο παιγνίδι μόνο αυτούς που έχουν τάση να παρακάμπτουν και να παρανομούν. Με απλά λόγια, στο τέλος αυξάνεται αντί να μειώνεται η διαφθορά.
Ένα απλό παράδειγμα: Απαιτεί μια υπηρεσία την πιστοποίηση της υπογραφής από τον κοινοτάρχη. Καλά, πώς γνωρίζει η υπηρεσία ότι η πιστοποίηση είναι αυθεντική; Τότε ας προσθέσουμε διαδικασία η πιστοποίηση να γίνεται στην υπηρεσία. Και πώς θα γνωρίζει η υπηρεσία ότι ο κοινοτάρχης είναι κοινοτάρχης με εξουσία να πιστοποιεί; Δεν θέλω να σας εκνευρίσω, αλλά νομίζω όλοι οφείλουμε να αντιληφθούμε το πρόβλημα και να αποδεχθούμε ότι για χάριν της προόδου θα χάνει το κράτος ένα συγκεκριμένο ποσό «διασπάθισης δημόσιου χρήματος». Χωρίς αυτό να σημαίνει πως θα χαριζόμαστε στο κάθε απατεώνα και παρανομούντα. Αντίθετα, η οποιαδήποτε αλλαγή νοοτροπίας θα πρέπει να συνοδεύεται με αποτελεσματικούς μηχανισμούς, εκ των υστέρων ελέγχους και αυστηρότερες και αποτρεπτικές ποινές.