Γράφει η Άντρεα Παναγιώτου, Λειτουργός Κλιματικής Αλλαγής
Από την αδράνεια στη δράση
Η κλιματική κρίση δεν είναι πια μια μακρινή απειλή, αλλά η νέα μας πραγματικότητα. Οι συνέπειές της γίνονται ολοένα και πιο έντονες, αφήνοντας πίσω τους καταστροφές και επηρεάζοντας κάθε πτυχή της ζωής μας. Από θέματα υγείας, όπως τα αυξανόμενα περιστατικά θερμοπληξίας και τη λειψυδρία λόγω της παρατεταμένης ανομβρίας, μέχρι τις μέγα-πυρκαγιές (megafires) και την αναγκαστική μετανάστευση πληθυσμών – τους λεγόμενους «κλιματικούς πρόσφυγες» – η κρίση αυτή δεν αφήνει κανέναν τομέα ανεπηρέαστο. Γι’ αυτό και απαιτείται μια ολιστική, συνεκτική στρατηγική αντιμετώπισης, που να ξεπερνά τα αποσπασματικά μέτρα. Αν η Κύπρος θέλει πραγματικά να βρεθεί σε τροχιά κλιματικής ουδετερότητας, πρέπει να το αποδείξει μέσα από πράξεις, δεσμεύσεις και συγκεκριμένα εργαλεία πολιτικής.
Ένα τέτοιο εργαλείο είναι ο Εθνικός Κλιματικός Νόμος. Μάλιστα, ήδη 22 ευρωπαϊκές χώρες έχουν θεσπίσει αντίστοιχους νόμους, με τα αποτελέσματα να μιλούν από μόνα τους: μείωση εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (ΑτΘ), ουσιαστική συμμετοχή της επιστημονικής κοινότητας και των πολιτών στη χάραξη πολιτικών, καθώς και πιο αποτελεσματική παρακολούθηση της προόδου. Με άλλα λόγια, εκεί όπου υπάρχει νομική δέσμευση, υπάρχουν και περισσότερες πιθανότητες για συνέπεια.
Ακόμα κι όταν οι νόμοι αυτοί δεν αποδίδουν στο 100%, η ύπαρξή τους και μόνο έχει βαρύνουσα σημασία, στέλνοντας στο κράτος ένα σαφές μήνυμα: την ανάληψη ευθυνών. Για την Κύπρο, μια χώρα ιδιαίτερα ευάλωτη στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, το μήνυμα αυτό δεν είναι απλώς συμβολικό, είναι υπαρξιακό.
Η κλιματική αλλαγή κόντρα σε «σοβαρότερα» προβλήματα
Συχνά ακούμε ότι υπάρχουν «πιο σημαντικά» προβλήματα από την κλιματική αλλαγή, όπως οι πόλεμοι, οι κοινωνικές ανισότητες, η οικονομική αβεβαιότητα και τα προβλήματα υγείας. Ωστόσο, όπως έχει διαφανεί ουκ ολίγες φορές, η κλιματική αλλαγή όχι μόνο δεν είναι δευτερεύουσας σημασίας πρόβλημα, αλλά ουσιαστικά είναι ένας παράγοντας που τροφοδοτεί και επιδεινώνει όλα τα παραπάνω. Οι οικονομίες πλήττονται από τα ακραία καιρικά φαινόμενα, ενώ τα συστήματα υγείας δοκιμάζονται από καύσωνες, νέες ασθένειες και την ψυχολογική πίεση που προκαλούν οι καταστροφές.
Για παράδειγμα, οι εντατικότεροι καύσωνες και τα αυξημένα επίπεδα ρύπανσης του αέρα, ως αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής, οδηγούν, μεταξύ άλλων, σε καρδιοαναπνευστικά προβλήματα. Παράλληλα, ασθένειες που μεταδίδονται από φορείς (π.χ. κουνούπια), διαταραχές ύπνου, και στρες επιδεινώνονται.
Πέραν των θεμάτων υγείας, η κλιματική αλλαγή φαίνεται να έχει σημαντικές κοινωνικές προεκτάσεις. Αυτό είναι εμφανές ιδιαίτερα αν λάβουμε υπόψη ότι οι πιο ευάλωτες ομάδες είναι οι πρώτες που πλήττονται. Ζουν συνήθως σε σπίτια χαμηλής ενεργειακής απόδοσης που «παγιδεύουν» τη ζέστη το καλοκαίρι, δυσκολεύονται να καλύψουν το κόστος για κλιματισμό ή μόνωση, καταλήγοντας έτσι να είναι πιο εκτεθειμένοι στη ζέστη. Παράλληλα, πληρώνουν δυσανάλογα υψηλούς λογαριασμούς ενέργειας σε σχέση με το εισόδημά τους, με αποτέλεσμα να εγκλωβίζονται σε έναν φαύλο κύκλο ευαλωτότητας.
Τι ακριβώς είναι ο κλιματικός νόμος και γιατί να τον επιλέξουμε ως εργαλείο;
Με βάση τα πιο πάνω, η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής απαιτεί άμεσες λύσεις. Σε αυτό θα μπορούσε να συμβάλει και ο κλιματικός νόμος, συνδυαστικά με άλλα μέτρα. Ο εν λόγω νόμος θα μπορούσε να οριστεί, σύμφωνα με σχετική έκθεση της ClientEarth (2021),[1] ως νομοθεσία, η οποία θέτει το πλάνο για την επίτευξη μακροχρόνιου στόχου μείωσης εκπομπών ΑτΘ (συνήθως με ορόσημο το 2045 ή 2050) σε όλους τους τομείς της οικονομίας.
Οι κλιματικοί νόμοι, κατά κανόνα, αποτελούνται από νομικά δεσμευτικούς στόχους, προϋπολογισμούς άνθρακα (τίθεται δηλαδή ένα όριο εκπομπών ΑτΘ για τον εκάστοτε τομέα), μηχανισμούς παρακολούθησης και λογοδοσίας, αλλά και ανεξάρτητα συμβουλευτικά σώματα.
Όσον αφορά τον λόγο θέσπισης ενός εθνικού κλιματικού νόμου, παρότι μπορεί να αποτελέσει μία ιδιαίτερα χρονοβόρα διαδικασία, η εμπειρία από άλλες χώρες δείχνει ότι τέτοιοι νόμοι μπορούν να έχουν αξιοσημείωτα θετικά αποτελέσματα.
Αποδεικνύεται, μάλιστα, ότι, μέσω των κλιματικών νόμων μπορεί να επιτευχθεί μείωση των εκπομπών ΑτΘ και να διευκολυνθεί η πρόσβαση στη δικαιοσύνη για τους πολίτες και τις περιβαλλοντικές οργανώσεις. Αυτό είχε παρατηρηθεί στην υπόθεση (DUH and BUND v. Germany), όπου οι ενάγοντες στράφηκαν εναντίον της κυβέρνησης για μη επίτευξη των κλιματικών στόχων στη βάση του κλιματικού νόμου της χώρας.[2]
Ένα άλλο παράδειγμα είναι το Ηνωμένο Βασίλειο, όπου, η αποτελεσματικότητα του κλιματικού νόμου αποτυπώθηκε στην επιτυχή αύξηση ηλεκτροπαραγωγής χαμηλών ρύπων από το 20% το 2008 στο 45% το 2016.
Γιατί χρειάζεται η Κύπρος Εθνικό Κλιματικό Νόμο, αφού υπάρχει ήδη ο Ευρωπαϊκός;
Ο Ευρωπαϊκός Κλιματικός Νόμος κάνει πράξη την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία δεσμεύοντας όλα τα Κράτη Μέλη να πετύχουν κλιματική ουδετερότητα μέχρι το 2050 και να μειώσουν τις εκπομπές ΑτΘ κατά 55% μέχρι το 2030, σε σχέση με το 1990.
Αυτό, όμως, αφορά κυρίως τις δεσμεύσεις σε επίπεδο ΕΕ. Ένας εθνικός κλιματικός νόμος μπορεί να προσαρμοστεί καλύτερα στα δεδομένα και ανάγκες της Κύπρου, θεσπίζοντας συγκεκριμένους στόχους και μέτρα και ενδυναμώνοντας έτσι, σε εθνικό επίπεδο, τη δράση κατά της κλιματικής κρίσης. Ήδη, μέσω του Κανονισμού Επιμερισμού των Προσπαθειών (Effort Sharing Regulation), κάθε Κράτος Μέλος – ανάμεσα τους και η Κύπρος – έχει υποχρέωση να μειώσει τις εκπομπές σε τομείς όπως οι μεταφορές, η γεωργία, η διαχείριση αποβλήτων και οι μικρές επιχειρήσεις, μέχρι το 2030.
Για τους «μεγάλους ρυπαντές» – παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας, ενεργοβόρες βιομηχανίες και αεροπορικές εταιρείες – η μείωση δεν επιβάλλεται απευθείας σε εθνικό επίπεδο, αλλά ελέγχεται μέσω του Ευρωπαϊκού Συστήματος Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ΣΕΔΕ). Το ΣΕΔΕ παρέχει ουσιαστικά οικονομικά κίνητρα, αφού όποια επιχείρηση ξεπεράσει τα όρια εκπομπών ΑτΘ που της αντιστοιχούν, υποχρεούται να πληρώσει για να έχει επιπλέον δικαιώματα. Ωστόσο, το εν λόγω σύστημα δεν θέτει δεσμευτικούς εθνικούς στόχους, γεγονός που αφήνει περιθώριο οι πολιτικές της Κύπρου να παραμείνουν πιο αδύναμες ή λιγότερο φιλόδοξες απ’ όσο θα έπρεπε για τους συγκεκριμένους τομείς, που είναι και οι πιο ρυπογόνοι.
Η μέχρι στιγμής κλιματική δράση της Κύπρου δεν αρκεί;
Η απάντηση είναι… όχι! Η Κύπρος δεν έχει καταφέρει μέχρι στιγμής να μειώσει τις εκπομπές ΑτΘ στον βαθμό που απαιτείται, ώστε να συμβαδίζουν με τους στόχους που έχουν τεθεί στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ). Αντιθέτως, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία απογραφής, οι εκπομπές του 2023 κατέγραψαν άνοδο σε σχέση με το 2021.
Αυτό ίσως δεν θα έπρεπε να μας προκαλεί έκπληξη. Πολλές από τις πολιτικές που έχουν εξαγγελθεί είτε καθυστερούν να υλοποιηθούν είτε απλώς μένουν στα χαρτιά. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα Σχέδια Βιώσιμης Αστικής Κινητικότητας (ΣΒΑΚ), τα οποία υπόσχονταν να αλλάξουν ριζικά τον τρόπο που κινούμαστε στις πόλεις, ενισχύοντας τις δημόσιες συγκοινωνίες, την ποδηλασία και το περπάτημα, χωρίς όμως να σταθούν ικανά, μέχρι στιγμής, να αποτρέψουν την εξάρτησή μας από τα αυτοκίνητα λόγω της μη έγκαιρης υλοποίησής τους.
Τελικά, ο Εθνικός Κλιματικός Νόμος μπορεί να κάνει τη διαφορά;
Στο θεμελιώδες ερώτημα που τίθεται για το αν μπορεί ένας νόμος να κάνει τη διαφορά, η απάντηση είναι πιο σύνθετη από ένα απλό «όχι» ή «ναι». Η κλιματική κρίση είναι εδώ και οι συνέπειες της, ακόμη και αν καταφέρουμε να μηδενίσουμε τις εκπομπές ΑτΘ άμεσα, θα συνεχίζουν να μας επηρεάζουν για αρκετά χρόνια ακόμη. Το ζήτημα δεν είναι πλέον μόνο για το ΑΝ θα μας επηρεάζει η κλιματική αλλαγή – γιατί αυτό πλέον δεν τίθεται ως ερώτημα – αλλά και σε ποιον βαθμό.
Ο κλιματικός νόμος δεν αποτελεί ένα μαγικό εργαλείο που θα λύσει εξ ολοκλήρου το ζήτημα της κλιματικής διακυβέρνησης και κατά συνέπεια της κλιματικής κρίσης. Μπορεί, ωστόσο, εφόσον σχεδιαστεί και υλοποιηθεί σωστά, να συνεισφέρει σημαντικά στην προσπάθεια ανάληψης ουσιαστικής κλιματικής δράσης.
- [1] ClientEarth. (2021). Navigating Net-Zero: Global Lessons in Climate Law-making. URL: Navigating Net-Zero: Global Lessons in Climate Law-making
- [2] Deutsche Welle. (2023, November 11). German court rules federal government violated climate law. URL: German court rules federal government violated climate law.