Στο σταυροδρόμι γεωπολιτικών ευκαιριών

ΑΝΔΡΕΑΣ ΟΡΦΑΝΙΔΗΣ

Header Image

Τραμπ, Γάζα και Κυπριακό

H πρόσφατη αποδοχή του Σχεδίου Τραμπ για τη Γάζα από το Ισραήλ και άλλους περιφερειακούς παράγοντες, δείχνει ότι η Ουάσινγκτον επιχειρεί να επανατοποθετηθεί ως κύριος ρυθμιστής κρίσεων στη Μέση Ανατολή. Εντούτοις, το γεγονός αυτό δεν είναι μόνο ένα μεσανατολικό ζήτημα. Ανοίγει και το ερώτημα κατά πόσο η ίδια αμερικανική στρατηγική μπορεί να επηρεάσει ή να συνδεθεί και με άλλα άλυτα ζητήματα στην ευρύτερη περιοχή, όπως το Κυπριακό, όπου η Κύπρος παραμένει υπό κατοχή και διαιρεμένη εδώ και δεκαετίες. Η Κύπρος, λόγω της γεωγραφικής της θέσης, της σταθερότητάς της και των ενεργειακών της κοιτασμάτων, αποτελεί στρατηγικό σημείο για τη Δύση, και γι’ αυτό ενδιαφέρει τόσο τις ΗΠΑ, όσο και το ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η Κύπρος δεν είναι πλέον ένα μικρό νησί υπό κατοχή. Η γεωπολιτική της σημασία έχει αυξηθεί, καθώς αποτελεί κόμβο ενεργειακής συνεργασίας μεταξύ Ισραήλ, Αιγύπτου και Ελλάδας, ενώ η ΑΟΖ της περιλαμβάνει σημαντικά κοιτάσματα φυσικού αερίου που προσελκύουν διεθνή επενδυτικά και στρατηγικά ενδιαφέροντα και συμφέροντα, κυρίως των ΗΠΑ. Η Λευκωσία, συμμετέχοντας σε τριμερείς και πολυμερείς συνεργασίες, έχει αναβαθμίσει τη θέση της ως παράγοντας σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτό το δεδομένο είναι υπαρκτό και καταγράφεται σε όλες τις διεθνείς αναλύσεις.

Πρέπει να τονισθεί ότι προς το παρόν δεν υπάρχει κανένα επίσημο αμερικανικό σχέδιο για το Κυπριακό, ούτε αποδείξεις ότι το προετοιμάζει ο Πρόεδρος Τραμπ. Οι αναφορές για αμερικανικές πρωτοβουλίες είναι πιθανές και αποτελούν ανάλυση ενδεχόμενων στρατηγικών κινήσεων βάσει των γνωστών προτεραιοτήτων της Ουάσινγκτον και των τάσεων που παρατηρούνται στην περιοχή. Στο πλαίσιο αυτό, η συζήτηση περί «Σχεδίου Τραμπ για την Κύπρο» είναι μια ρεαλιστική πιθανότητα, όχι, όμως, υπαρκτό γεγονός.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες θεωρούν ότι μια σταθερή και ουδέτερη Κύπρος μπορεί να λειτουργήσει ως «ανάχωμα» σε αντίπαλες επιρροές, κυρίως ρωσικές και κινεζικές, ενώ παρέχει παράλληλα στρατηγικό έλεγχο των ενεργειακών ροών προς την Ευρώπη. Οι Αμερικανοί ενδιαφέρονται, επίσης, για τη διασύνδεση των κυπριακών βάσεων με τις βάσεις τους στο Ισραήλ και στην Κρήτη, ώστε να δημιουργηθεί ένα ενιαίο δίκτυο επιτήρησης και επιχειρησιακής παρουσίας στην περιοχή, που αποτελεί και έναν από τους κύριους λόγους για τη στήριξή τους στην ηλεκτρική διασύνδεση Ισραήλ-Κύπρου-Ελλάδας. Αυτά είναι υπαρκτά δεδομένα και γνωστές στρατηγικές προτεραιότητες.

Όμως, πέραν τούτων, αναδύονται και πιθανά στοιχεία όταν επιχειρούμε να φανταστούμε πώς θα μπορούσε να εξελιχθεί η αμερικανική πολιτική στην Κύπρο. Οι πληροφορίες που διακινούνται στα διπλωματικά παρασκήνια δεν αφήνουν περιθώρια αμφιβολίας ότι το επιτελείο Τραμπ εξετάζει ήδη τρόπους να «πακετάρει» το Κυπριακό σε μια ευρύτερη περιφερειακή συμφωνία, που θα περιλαμβάνει και ρυθμίσεις ασφαλείας μεταξύ Ισραήλ και Τουρκίας. Στην ουσία, επιχειρείται να ανασυσταθεί ένα σύστημα ισορροπιών παρόμοιο με εκείνο των αρχών της δεκαετίας του 2000, όταν οι ΗΠΑ επεδίωκαν να ελέγχουν τη ροή ενέργειας και πληροφοριών σε όλη τη Μεσόγειο μέσω «συνεταιρισμών ασφαλείας». Η Κύπρος, λόγω της σταθερότητας και της γεωγραφικής της θέσης, θεωρείται εκ νέου η πιο αξιόπιστη βάση της Δύσης στην περιοχή.

Η διαφορά με το παρελθόν είναι ότι αυτή τη φορά η Ουάσινγκτον δεν ενδιαφέρεται απλώς για μια συμφωνία που θα τερματίσει την κατοχή τυπικά. Θέλει μια λύση που θα κατοχυρώνει αμερικανική και νατοϊκή παρουσία στο νησί, μέσα από δομές ασφαλείας που θα εξισορροπούν την τουρκική επιρροή. Σε αυτό το πλαίσιο, η Λευκωσία θα κληθεί, ίσως σύντομα, να αποφασίσει αν επιθυμεί μια λύση που θα σηματοδοτεί μεν την επανένωση, αλλά θα εντάσσει την Κύπρο πιο βαθιά στον στρατηγικό μηχανισμό της Δύσης. Η πρόκληση για την κυβέρνηση Χριστοδουλίδη είναι πώς θα διαφυλάξει την κυριαρχία και την πολιτική ανεξαρτησία της χώρας, αποφεύγοντας ταυτόχρονα να φανεί ότι εμποδίζει μια ιστορική ευκαιρία ειρήνευσης.

Αν η Ουάσινγκτον αποφασίσει να προωθήσει μια λύση, αυτή πιθανόν να κινηθεί με όρους σταδιακής «μεταβατικής διαδικασίας», όπως αναφέρουν αναλυτές. Μια τέτοια διαδικασία θα μπορούσε να περιλαμβάνει τεχνικές επιτροπές με διεθνή συμμετοχή, σταδιακή αποχώρηση ξένων στρατευμάτων και οικονομικά κίνητρα για την υλοποίηση της επανένωσης. Να ξεκαθαρίσουμε, όμως, ότι πρόκειται για σενάριο που βασίζεται σε λογική της διπλωματικής ανάλυσης και όχι σε επιβεβαιωμένα σχέδια.

Ένα κρίσιμο στοιχείο, υπαρκτό και ταυτόχρονα ασταθές, είναι ο ρόλος της Τουρκίας. Η Τουρκία διατηρεί στρατιωτική παρουσία στα κατεχόμενα εδάφη της Κυπριακής Δημοκρατίας, και έχει λόγο στην πολιτική ισορροπία του νησιού και σημαντικό ρόλο στη διευθέτηση του κυπριακού ζητήματος. Οποιαδήποτε μεταβατική συμφωνία θα πρέπει υποχρεωτικά να λαμβάνει υπόψη τις τουρκικές αντιδράσεις. Φυσικά, οι οποιεσδήποτε εκτιμήσεις για πιέσεις ή συμβιβασμούς που θα μπορούσε να δεχθεί η Άγκυρα είναι υποθετικές και αποτελούν μέρος της ανάλυσης στρατηγικών σεναρίων.

Η Κυπριακή Δημοκρατία, από την πλευρά της, καλείται να παραμείνει σε εγρήγορση. Οφείλει να είναι προετοιμασμένη με ομάδες τεχνοκρατών που θα μπορούν να παρουσιάσουν πλήρη σχέδια για ασφάλεια, οικονομία, ενεργειακή διαχείριση και αποκατάσταση περιουσιών, ώστε να έχει τη δυνατότητα να διαπραγματευθεί σε περίπτωση που υπάρξει οποιαδήποτε αμερικανική πρωτοβουλία. Η στρατηγική αυτή δεν είναι δεδομένη, αλλά αποτελεί συστάσεις που αναλύουν ειδικοί και δημοσιογράφοι που παρακολουθούν το Κυπριακό. Ο τελικός στόχος, όπως υπογραμμίζεται και από διεθνείς αναλυτές, δεν μπορεί να είναι άλλος από την πλήρη απελευθέρωση και επανένωση της Κύπρου. Κάθε σενάριο αμερικανικής παρέμβασης πρέπει να αξιολογείται με κριτήριο αν ενισχύει ή υπονομεύει την εθνική αυτή προτεραιότητα. Η Λευκωσία καλείται να διασφαλίσει ότι η διεθνής σκακιέρα δεν θα μετατρέψει την Κύπρο σε «προτεκτοράτο ασφάλειας», αλλά ότι κάθε συμφωνία θα υπηρετεί την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Η προσέγγιση που προτείνεται από διεθνείς αναλυτές συνιστά διπλή τακτική. Να ενθαρρύνει το διεθνές ενδιαφέρον προς τη λύση, και ταυτόχρονα να διατηρεί τον έλεγχο του περιεχομένου της διαπραγμάτευσης. Η Κύπρος πρέπει να επιμείνει ότι η τελική λύση πρέπει να βασίζεται στο διεθνές δίκαιο, στα ευρωπαϊκά πρότυπα και αρχές, και στην πλήρη εφαρμογή των ψηφισμάτων του ΟΗΕ για αποκατάσταση της ενιαίας κυριαρχίας και επανένωσης του νησιού. Ο κυπριακός λαός πρέπει να είναι πλήρως ενημερωμένος και να συμμετέχει στη διαμόρφωση των θέσεων, ώστε να αποφευχθεί η πολιτική πόλωση και η εκμετάλλευση οποιασδήποτε πρότασης από εξωτερικούς παράγοντες.

Η προοπτική της επανένωσης συνδέεται και με την ενεργειακή και οικονομική ανάπτυξη της περιοχής. Η προοπτική διαχείρισης των κοιτασμάτων φυσικού αερίου σε ένα πλαίσιο αμοιβαίου οφέλους για όλες τις κοινότητες του νησιού αποτελεί όχι μόνο οικονομικό κίνητρο, αλλά και μέσο ενίσχυσης της εμπιστοσύνης και της συνεργασίας. Παράλληλα, η στρατηγική θέση της Κύπρου μπορεί να λειτουργήσει ως γέφυρα σταθερότητας για την ευρύτερη περιοχή, αλλά πάντα με όρους που σέβονται τα κυριαρχικά δικαιώματα του κράτους. Σ’ αυτό το πλαίσιο, η πιθανή εμπλοκή Τραμπ δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται με φόβο ή εφησυχασμό, αλλά ως ευκαιρία να τεθούν σαφείς όροι και να παρουσιαστεί μια ολοκληρωμένη στρατηγική που θα υπηρετεί αποκλειστικά την απελευθέρωση και την επανένωση της Κύπρου. Οποιαδήποτε αμερικανική πρωτοβουλία πρέπει να ελέγχεται από τη Λευκωσία, να εντάσσεται στο πλαίσιο του ΟΗΕ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και να προσανατολίζεται στην πλήρη αποκατάσταση της ενότητας του νησιού.

Η ιστορική συγκυρία είναι σπάνια. Αν αξιοποιηθεί σωστά, η Κύπρος μπορεί να μετατρέψει τις διεθνείς πιέσεις σε εργαλείο για την επίτευξη ενός εθνικού στόχου που υπερβαίνει πολιτικές ηγεσίες και προσωρινά συμφέροντα. Το Κυπριακό δεν είναι μόνο ζήτημα πολιτικής ή στρατηγικής. Είναι ζήτημα εθνικής επιβίωσης και ιστορικής δικαιοσύνης. Κάθε διεθνής διαπραγμάτευση πρέπει να υπηρετεί αποκλειστικά αυτόν τον στόχο, και όχι τα προσωρινά συμφέροντα τρίτων δυνάμεων.

Συμπερασματικά, η απελευθέρωση και η επανένωση της Κύπρου παραμένουν ο τελικός στόχος, και κάθε συζήτηση για διεθνή πρωτοβουλία, είτε αμερικανική είτε άλλων δυνάμεων, πρέπει να κρίνονται από αυτό το κριτήριο. Η Λευκωσία οφείλει να είναι προετοιμασμένη, ώστε να συμβάλει στην τελική διαμόρφωση ενός τεκμηριωμένου και ελκυστικού σχεδίου ειρήνης, και να επιμείνει στην πλήρη κυριαρχία και ανεξαρτησία της χώρας. Μόνο έτσι η διεθνής συγκυρία μπορεί να μετατραπεί σε πραγματική ευκαιρία για την Κύπρο και να ανοίξει ο δρόμος προς την πολυπόθητη απελευθέρωση και επανένωση του νησιού.

*Καθηγητής-ανθρωπολόγος στο Philips University, πρώην πρύτανης

ΤΑ ΑΚΙΝΗΤΑ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ

Λογότυπο Altamira

Πολιτική Δημοσίευσης Σχολίων

Οι ιδιοκτήτες της ιστοσελίδας www.politis.com.cy διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρούν σχόλια αναγνωστών, δυσφημιστικού και/ή υβριστικού περιεχομένου, ή/και σχόλια που μπορούν να εκληφθεί ότι υποκινούν το μίσος/τον ρατσισμό ή που παραβιάζουν οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία. Οι συντάκτες των σχολίων αυτών ευθύνονται προσωπικά για την δημοσίευση τους. Αν κάποιος αναγνώστης/συντάκτης σχολίου, το οποίο αφαιρείται, θεωρεί ότι έχει στοιχεία που αποδεικνύουν το αληθές του περιεχομένου του, μπορεί να τα αποστείλει στην διεύθυνση της ιστοσελίδας για να διερευνηθούν. Προτρέπουμε τους αναγνώστες μας να κάνουν report / flag σχόλια που πιστεύουν ότι παραβιάζουν τους πιο πάνω κανόνες. Σχόλια που περιέχουν URL / links σε οποιαδήποτε σελίδα, δεν δημοσιεύονται αυτόματα.

Διαβάστε περισσότερα