Σε μια εποχή όπου η αξιοπρέπεια θυσιάζεται στον βωμό του κλικ, που ακόμη και η πιο αψεγάδιαστη φήμη μπορεί να κατασπαραχτεί από έναν άγνωστο με Wi-Fi, αξίζει ενός λεπτού συζήτηση όταν τα παραδοσιακά ΜΜΕ επιλέγουν τη διακριτικότητα. Η καταιγίδα της βδομάδας -όχι εκείνη με τους πυραύλους- ένα βίντεο με δύο αστυνομικούς να επιδίδονται σε σεξουαλικές πράξεις, ήταν ένα καλό παράδειγμα για το πώς ο πειρασμός συναντά την ηθική στην ψηφιακή εποχή.
Το βίντεο έγινε viral στα social με τη φωνούλα του τύπου που το τράβηξε. Κι όμως, τα μίντια επέλεξαν μια σχετική αυτοσυγκράτηση: έδειξαν το βίντεο, αλλά απέφυγαν να αποκαλύψουν την ταυτότητα των εμπλεκομένων. Σε μια εποχή που κατηγορούνται συχνά για «κανιβαλιστική» συμπεριφορά, έκαναν πίσω. Και έχει σημασία αυτό.
Διότι στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, δεν ήταν μόνο ότι εξανεμίστηκε και το τελευταίο ίχνος αυτοσυγκράτησης, είδαμε κανονική ανθρωποφαγία. Ο «εικονολήπτης» δεν σκέφτηκε ούτε για ένα δευτερόλεπτο ότι δεν θα ήταν δύσκολο να αναγνωριστούν οι δύο αστυνομικοί, έριξε το βίντεο στα θηρία με τον ενθουσιασμό που έχει κανείς όταν κτυπά φλέβα χρυσού ή ανακαλύπτει το φάρμακο για τον καρκίνο. Η Αστυνομία πανικοβλήθηκε και έσπευσε να χειριστεί χωρίς να σκεφτεί ότι το πρώτιστο ήταν ο διασυρμός των δύο μελών της. Αποτέλεσμα; Οι αγαπητοί συνάδελφοι των δύο διέρρευσαν ονόματα και φωτογραφίες. Κανείς από εμάς δεν θα μπορούσε να γνωρίζει ποιος ήταν με βάρδια τάδε ώρα, τάδε χωράφα. Και όπως πάντα ο κάθε Κωστής και η κουτσή TikToker, έγιναν εκτελεστές, χωρίς καν διαδικασία.
Όμως αυτά πάντοτε συνέπαιρναν τον όχλο στην αρένα, που διψά για θέαμα ιδιαίτερα από αυτούς που επιβάλλουν τον νόμο. Μέχρι πού μπορεί να φτάσει αυτό; Η ανάγκη για χρηστή διοίκηση ποιο όριο έχει; Σε ποια διαβάθμιση στις προτεραιότητες του σωστού πολίτη που απαιτεί εδώ και τώρα χρηστή διοίκηση τοποθετείται η «πικάντικη» ιστορία των ημερών;
Εμείς στα ΜΜΕ ας δούμε τα του οίκου μας. Όντως, κανένα ΜΜΕ δεν έδωσε τα προσωπικά στοιχεία, ωστόσο δημοσίευσαν την ιστορία. Διότι «είχε θέμα», μπορούσε να «τραβήξει» να μαγνητίσει το πεινασμένο μάτι, σχόλια, προβολές και προσβολές. Η απουσία ονομάτων ίσως προστάτεψε νομικά τους εμπλεκόμενους, αλλά ηθικά, έπρεπε αλήθεια να δημοσιευθεί αυτό το θέμα;
Η απάντηση δεν είναι απλή. Υπάρχει σίγουρα δημόσιο ενδιαφέρον όταν αστυνομικοί σε ώρα υπηρεσίας - ναι αυτοί οι ίδιοι που συλλαμβάνουν π.χ. παράνομα ζευγαράκια ή τσίτσιδους λουόμενους στην παραλία για προσβολή δημοσίας αιδούς, με όχημα που πληρώνει ο φορολογούμενος, επιδεικνύουν ανάρμοστη συμπεριφορά.
Τα μίντια έχουν να αντιμετωπίσουν μια δύσκολη πραγματικότητα: στον κόσμο που κυβερνάται από αλγορίθμους και οχληρία, μπορούν να αγνοήσουν ιστορίες όταν ο κάθε χρήστης είναι και «δημοσιογράφος»; Κι όμως αυτή τη φορά τα κατάφεραν, η απόσταση μεταξύ ΜΜΕ και των υπολοίπων ήταν ξεκάθαρη. Εκεί που τα ΜΜΕ είχαν φίλτρο, τα κοινωνικά δίκτυα δεν είχαν κανένα. Οι διαρροές δεν ήρθαν από επαγγελματίες - ήρθαν από απλούς ανθρώπους που συνειδητά ή ασυνείδητα έκαναν κακό για λίγη προσοχή.
Άρα ναι, σε αυτή την περίπτωση, οι δημοσιογράφοι έδειξαν αυτοσυγκράτηση. Όχι επειδή είναι άγιοι, αλλά επειδή λειτουργούν (ακόμα) με βάση επαγγελματικά πρότυπα δεοντολογίας. Και στην εποχή της ηθικής διάβρωσης, αυτό αξίζει να το επισημάνουμε - και να το επαινέσουμε.
Αλλά να ξέρουμε κιόλας πως η συζήτηση δεν τελειώνει στο «δεν λέμε ονόματα». Ξεκινάει από το «γιατί να πούμε αυτή την ιστορία».