Του δρος Παναγιώτη Κ. Μαύρου*
Η πορεία στα της εκπαίδευσης τεκταινόμενα υπήρξε πάντοτε εθνικιστική. Το έχουμε τονίσει πολλάκις και θέλω να το τονίσω και σήμερα ότι το πνεύμα του εθνικιστικοσοβινισμού που πολλοί θέλουν να επικρατήσει στην παιδεία μας πρέπει να καταπολεμηθεί. Και αυτό πρέπει να αρχίσει χθες αν θέλουμε να εκπληρωθούν τα όνειρά μας για την επανένωση της πατρίδας μας και την ειρηνική συνύπαρξη Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων που όσο πάει γίνεται άπιαστο όνειρο. Δυστυχώς, το σχολείο δεν πράττει τα δέοντα για να θέσει ένα λιθαράκι με στόχο την επανένωση. Τι έγινε με τα βιβλία της ιστορίας; Τίποτα. Πόσα θεατρικά έργα και ντοκιμαντέρ με θέμα την επανένωση, παρουσιάστηκαν στα σχολεία; Τίποτα. Τι κάνει το σχολείο με στόχο την καταπολέμηση του ρατσισμού, εθνικισμού και σοβινισμού σκοπεύοντας σ’ ένα καλύτερο μέλλον για την παιδεία του τόπου μας, για τη νέα γενιά που θα είναι οι αυριανοί στυλοβάτες της κοινωνίας μας σε μια επανενωμένη Κύπρο; Επιβάλλεται μαθητές οι οποίοι μέσα σε μια μικροκοινωνία της πραγματικής γνώσης του βάθους να μπορέσουν να μορφωθούν κατάλληλα για τον αγώνα της ζωής σε μια κοινωνία όπου με αγωνία «ζητείται άνθρωπος» και όχι της επιφανειακής γνώσης της περιφέρειας. Μαθητές που θα γίνουν χρήσιμοι πολίτες σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία μέσα σε μια επανενωμένη πατρίδα μακριά από εθνικιστικοσοβινιστικές τάσεις. Το σχολείο δεν πρέπει σίγουρα να στοχεύει στη μαζική παραγωγή ρομποτοποιημένων υπάρξεων μέσω ενός εργοστασίου εξετάσεων αλλά στην ανάπτυξη της κριτικής σκέψης που θα καταστήσει ικανούς ανθρώπους να αντιλαμβάνονται τα ψεύδη των επιτήδειων, να αντιλαμβάνονται το κατάντημα των ελλειμματικών κομμάτων υποστηρικτών της προδοτικής διχοτόμησης με μπλοκάρισμα των συνομιλιών και τόσα άλλα προβοκατόρικα συνθήματα τα οποία στόχο έχουν τον έλεγχο ρομποτοποιημένων υπάρξεων για να παραμείνει η πατρίδα μας εσαεί διχοτομημένη για τα δικά τους συμφέροντα.
Συνεπώς είναι εκ των ων ουκ άνευ η έμφαση να μεταφερθεί στη νεοουμανιστική διάσταση της παιδείας μας που μεταφέρει το κέντρο βάρους από την εθνικιστικοκεντρική στη διαπολιτισμική διάστασή της, που θα εξυπηρετεί τις πολυπολιτισμικές κοινωνίες της Ευρώπης και δεν αφίσταται του πνεύματος του ελληνικού πολιτισμού χωρίς να σημαίνει ότι το εθνοκεντρικό στοιχείο υποβιβάζεται. Εγώ θα το έθετα ως απομάκρυνση του εθνικιστικοκεντρικού στοιχείου που τόσα δεινά έχει επιφέρει στον τόπο. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η πρόσβαση σε άλλες κουλτούρες και η κατανόηση αυτών των κουλτούρων, καταπολεμά τον ρατσισμό, σοβινισμό, εθνικισμό, εξαλείφει τις προκαταλήψεις, δημιουργεί δυνατούς δεσμούς φιλίας και σίγουρα ανοίγει νέα κανάλια επικοινωνίας στην πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Τελειώνοντας την ως άνω ανάλυση, δεν πρέπει ποτέ να μας διαφεύγει το γεγονός ότι μια ολοκληρωμένη παιδεία πέρα από την καθαρά ακαδημαϊκή διάσταση της παιδείας δεν πρέπει να αγνοούμε άλλες διαστάσεις που είναι εξίσου σημαντικές για την παιδεία των παιδιών μας.
*ΒΑ, ΜΑ, PhD πρώην επιθεωρητή και πρώτου λειτουργού Εκπαίδευσης, Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού