Η συμμετοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας στη «Σύνοδο Κορυφής Ειρήνης Sharm El-Sheikh» για τη Γάζα, που θα πραγματοποιηθεί τη Δευτέρα στην Αίγυπτο υπό την αιγίδα του Αιγύπτιου Προέδρου και του Προέδρου των ΗΠΑ, είναι μια καλή διπλωματική στιγμή για τη χώρα μας η οποία καλείται να συμβάλει στην ανοικοδόμηση του κατεστραμμένου παλαιστινιακού θύλακα. Η θέση της Κύπρου, μόλις λίγα μίλια από τη Γάζα, καθιστά το νησί φυσικό συνδετικό κρίκο ανάμεσα στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή.
Η κρίση στη Γάζα έχει μεταβληθεί σε παγκόσμιο ζήτημα ασφάλειας και ανθρωπιστικής διαχείρισης, με τις Ηνωμένες Πολιτείες να αναλαμβάνουν ενεργό ρόλο για τον περιορισμό της σύγκρουσης και τη σταθεροποίηση της περιοχής. Σε αυτό το νέο περιβάλλον, η γεωπολιτική πραγματικότητα της Κύπρου δεν μπορεί να μείνει στάσιμη. Η κατοχή από την Τουρκία δεν επιτρέπει στην Κύπρο να παίξει έναν πιο ενεργό ρόλο στη χάραξη πολιτικών που επηρεάζουν άμεσα τη θαλάσσια ασφάλεια, τη διαχείριση μεταναστευτικών ροών και την ενεργειακή συνδεσιμότητα.
Σε αυτό το νέο πλαίσιο η επίλυση του Κυπριακού είναι προς όφελος και της Τουρκίας και το καίριο ερώτημα είναι αν αυτή η νέα δυναμική μπορεί να δημιουργήσει συνθήκες που θα επανεκκινήσουν τον πολιτικό διάλογο για το Κυπριακό. Εάν η ασφάλεια της Γάζας αποτελεί προϋπόθεση για την ασφάλεια ολόκληρης της Ανατολικής Μεσογείου, τότε και η επίλυση του Κυπριακού καθίσταται μέρος αυτής της ευρύτερης στρατηγικής εξίσωσης. Μια βιώσιμη επαναπροσέγγιση μεταξύ Λευκωσίας και Άγκυρας, έστω και έμμεσα, θα μπορούσε να ενισχύσει τη σταθερότητα και να εντάξει την Κύπρο σε ένα νέο πλαίσιο περιφερειακής συνεργασίας.Η παρουσία τόσο του Έλληνα Πρωθυπουργού όσο και των Προέδρων Κύπρου και Τουρκίας στην ίδια διάσκεψη δημιουργεί ένα διπλωματικό περιβάλλον που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί για την προώθηση του διαλόγου.
Οι πρόσφατες συναντήσεις μεταξύ Χριστοδουλίδη και Ερντογάν, παρότι άτυπες, έχουν δείξει ότι υπάρχει χώρος για επικοινωνία. Αλλά δεν πρέπει να αγνοούμε και τα εμπόδια. Το κλειδί της λύσης του Κυπριακού το κρατά η Τουρκία. Ωστόσο, το νέο διεθνές περιβάλλον που διαμορφώνεται προσφέρει νέες ευκαιρίες. Η έμφαση στην περιφερειακή σταθερότητα και ασφάλεια, η ανάγκη για συλλογική αντιμετώπιση των προκλήσεων της Μέσης Ανατολής θα μπορούσαν να δημιουργήσουν κίνητρα για την επίλυση του κυπριακού προβλήματος με τρόπο που να συμβάλει στην ευρύτερη περιφερειακή ασφάλεια.
Το ερώτημα που παραμένει ανοιχτό είναι κατά πόσον αυτή η νέα δυναμική θα μεταφραστεί σε πραγματικές ευκαιρίες για την επίλυση του κυπριακού προβλήματος και αν Κύπρος και Ελλάδα έχουν μια στρατηγική αξιοποίησης της συγκυρίας για τον τερματισμό της κατοχής.