Η προσπάθεια του ανεξάρτητου ευρωβουλευτή Φειδία Παναγιώτου να ιδρύσει κόμμα και να κατέλθει με πλήρες ψηφοδέλτιο στις βουλευτικές εκλογές του 2026 επαναφέρει στον δημόσιο διάλογο μια συζήτηση για την ενασχόληση με την πολιτική. Για το κατά πόσον δηλαδή υπάρχουν ορισμένες προϋποθέσεις και κριτήρια, με τα οποία κρίνεται κάποιο πρόσωπο κατάλληλο για να ασχοληθεί με τα κοινά και να διεκδικήσει την ψήφο των πολιτών.
Αυτή η συζήτηση ξεκίνησε όταν ο Φειδίας Παναγιώτου εμφανίστηκε στο πολιτικό προσκήνιο χωρίς ακαδημαϊκές σπουδές, με το σλόγκαν «δεν ξέρω τίποτα για την πολιτική, θα μάθω». Τότε δημιουργήθηκε το ερώτημα εάν οι επιστημονικές γνώσεις και η αντίληψη για τα πολιτικά ζητήματα αποτελούν βασική προϋπόθεση. Ο Φειδίας Παναγιώτου αλλά και πολλοί πολίτες που είδαν με θετικό φακό την πολιτική παρουσία του νεαρού Youtuber απάντησαν στις αντιρρήσεις πολλών ψηφοφόρων, λέγοντας ότι «είδαμε τι πέτυχαν οι πολιτικοί με γνώσεις», εννοώντας φυσικά ότι δεν κατάφεραν να επιλύσουν προβλήματα της κοινωνίας αυτοί που θεωρούνται ικανοί λόγω σπουδών και επαγγελματικής κατάρτισης.
Όντως υπάρχουν πολλά προβλήματα τα οποία παραμένουν ανεπίλυτα. Κατ' αρχάς δεν επιλύθηκε το Κυπριακό πρόβλημα που παραμένει ανοικτό εδώ και πολλές δεκαετίες. Προέκυψαν επίσης διάφορα σκάνδαλα διαφθοράς και φάνηκε ότι σε πολλές περιπτώσεις επικράτησαν οι μικροπολιτικές σκοπιμότητες σε βάρους του κοινού καλού. Πολλά από αυτά τα ζητήματα προκαλούν την οργή των πολιτών, οι οποίοι στρέφονται προς άλλες πολιτικές επιλογές. Ωστόσο είναι άγνωστο εάν θα επιλυθούν τα προβλήματα μέσα από αυτές τις επιλογές και αν τελικά η λύση βρίσκεται στα άτομα που δεν γνωρίζουν καν τη φύση των ζητημάτων που απασχολούν την κοινωνία και την πολιτεία. Αυτό το ερώτημα θα το απαντήσει το μέλλον. Δεν χωράνε προβλέψεις, ούτε προφητείες.
Πάντως η κυπριακή νομοθεσία θέτει ορισμένες προϋποθέσεις, αναφέροντας ότι το δικαίωμα του εκλέγεσθαι έχουν όσοι πολίτες συμπλήρωσαν το 21ο έτος της ηλικίας τους και δεν έχουν καταδικαστεί για σοβαρά αδικήματα, ούτε πάσχουν από διανοητική νόσο που να τους καθιστά ανίκανους να ασκήσουν τα καθήκοντά τους. Δεν απαιτεί γνώσεις και σπουδές και θα ήταν αντιδημοκρατικό εάν έθετε αυτές τις προϋποθέσεις.
Το ερώτημα για το ποιο πρόσωπο είναι κατάλληλο για να ασχοληθεί με την πολιτική δεν είναι καινούργιο. Ο Γερμανός κοινωνιολόγος Μαξ Βέμπερ έδωσε μια διάλεξη στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου το 1918, η οποία κυκλοφόρησε σε βιβλίο με τίτλο «Η πολιτική ως κάλεσμα και επάγγελμα» και διδάσκεται στα πανεπιστήμια. Ο Βέμπερ υποστήριξε ότι το κάλεσμα της πολιτικής το διαθέτει εκείνο το άτομο που συνδυάζει την ηθική του φρονήματος και την ηθική της ευθύνης. Δηλαδή το άτομο που δεν κολλημένο σε ιδεολογικές αρχές και δεν το απασχολούν οι κοινωνικές επιπτώσεις της εφαρμογής αυτών των ηθικών αξιών. Έθεσε δηλαδή το θέμα της πρόκλησης ζημιάς στην κοινωνία από την εφαρμογή μιας ιδέας που το άτομο θεωρεί σωστή και ηθική. Υπάρχουν πολλά ιστορικά παραδείγματα πολιτικών ηγετών που ήταν πιστοί σε ορισμένες αρχές αλλά η απόλυτη προσήλωση σε αυτές έχει επιφέρει δεινά στον λαό.
Ο Βέμπερ τόνισε ότι το κάλεσμα της πολιτικής διαθέτει το πρόσωπο που διακατέχεται και από την ηθική της ευθύνης και άρα λογαριάζει τις συνέπειες των πράξεών του. Ο συνυπολογισμός των επιπτώσεων μιας πολιτικής πράξης και η ανάληψη της ευθύνης είναι τα χαρακτηριστικά του ατόμου που μπορεί να ασκήσει το επάγγελμα του πολιτικού. Ωστόσο, είναι απαραίτητος ο συνδυασμός της ηθικής της πεποίθησης και της ηθικής της ευθύνης ώστε να μην επικρατούν οι προσωπικές φιλοδοξίες σε βάρος του κοινού καλού.






