Τι είναι η σπορά νεφών (cloud seeding); Είναι μία μετεωρολογική παρέμβαση, κατά την οποία αεροσκάφη διασπείρουν ειδικά σωματίδια (π.χ. χλωριούχο νάτριο, κοινώς το μαγειρικό αλάτι) σε κατάλληλα σύννεφα, ώστε να ενισχυθεί η φυσική βροχόπτωση. Άτομα τα οποία γνωρίζουν τα γεγονότα, τα οποία άρχισαν να λαμβάνουν χώρα πριν από περίπου 10 μήνες, όταν η κυβέρνηση άρχισε να γίνεται δέκτης προτάσεων από ξένες εταιρείες που ειδικεύονται στην εφαρμογή προγραμμάτων σποράς νεφών, σήμερα, όπου βλέπουν τον πυρετό για να εξευρεθούν λύσεις στο «και πέντε», ενόψει ενός δυσοίωνου υδατικά καλοκαιριού, με κύρια επικέντρωση στις κοστοβόρες και περιβαλλοντικά ζημιογόνες μονάδες αφαλάτωσης, σημειώνουν ότι δυστυχώς δεν θα μάθουμε ποτέ το πόσο βελτιωμένες θα ήταν οι συνθήκες, από τη στιγμή που το Υπουργείο Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος απέρριψε την αξιοποίηση αυτής της συμπληρωματικής, «έξω από το κουτί» και άμεσης λύσης, η οποία σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Μετεωρολογικό Οργανισμό (WMO) του ΟΗΕ, εφαρμόζεται επί δεκαετίες σε πάνω από 60 χώρες, ενώ σήμερα τρέχουν προγράμματα σποράς νεφών σε 38 χώρες, όπως οι ΗΠΑ, η Κίνα, η Ινδία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Ελλάδα, η Γερμανία, η Γαλλία και η Σαουδική Αραβία, για ενίσχυση βροχοπτώσεων, αλλά και χιονοπτώσεων, για καταστολή χαλαζιού, ή και για τα τρία.
Όπως είναι σε θέση να γνωρίζει ο «Π», μία από τις εταιρείες που επισκέφτηκαν την Κύπρο για αυτόν τον σκοπό, είναι παγκόσμιος ηγέτης για το συγκεκριμένο πρόγραμμα, με έδρα τις ΗΠΑ, με 50 αεροσκάφη που τροποποιεί η ίδια και 60 χρόνια ιστορίας. Η προσφορά της αφορούσε τη στοχευμένη αύξηση από 10% έως 30% της ετήσιας φυσικής βροχόπτωσης στην Κύπρο μέσω σποράς νεφών, ποσοστό, που σύμφωνα με ειδικούς, θα μπορούσε να γεμίσει τα φράγματα της Κύπρου.

Η συνάντηση
Καθώς ο επιχειρηματικός κόσμος ανησυχεί εδώ και καιρό για το υδατικό πρόβλημα, μία κυπριακή εταιρεία με μεγάλο κύκλο εργασιών στην Κύπρο και το εξωτερικό, μερίμνησε ώστε η αμερικάνικη εταιρεία να ετοιμάσει αναλυτική πρόταση για την Κύπρο, στηριγμένη σε 46 επιστημονικές πηγές και βιβλιογραφία. Πραγματοποιήθηκε συνάντηση τον περασμένο Ιούλιο στη Λευκωσία, μεταξύ του προέδρου της αμερικάνικης εταιρείας, του επικεφαλής του επιστημονικού της τομέα, της υπουργού Γεωργίας, συνεργατών της, του διευθυντή του Τμήματος Μετεωρολογίας και εκπροσώπου του Προεδρικού, όπου τους παραδόθηκε το κείμενο της πρότασης και έγινε μία συζήτηση. Προηγήθηκε για έναν μήνα η συνεργασία με το Τμήμα Μετεωρολογίας της Κύπρου, το οποίο έδωσε στους Αμερικάνους όλα τα δεδομένα που αφορούν μηνιαίες και ημερήσιες συγκεντρώσεις βροχόπτωσης, από το 1991 μέχρι το 2024, με αποτέλεσμα τα σύννεφα που επισκέπτονται το νησί να κριθούν από την εταιρεία κατάλληλα για σπορά.

Η πρόταση
Όπως τονίζεται στο κείμενο της πρότασης, το οποίο περιήλθε στην αντίληψη του «Π», η ανάλυση των ημερήσιων συμβάντων βροχόπτωσης στο νησί δείχνει έως και 16 γεγονότα βροχόπτωσης ανά μήνα κατά την περίοδο Οκτωβρίου-Απριλίου, που προσφέρουν επαρκείς ευκαιρίες για αποστολές σποράς νεφών. Τα δεδομένα οδήγησαν τους Αμερικάνους σε πλάνο, για να στείλουν στο Αεροδρόμιο Πάφου δύο ιδιόκτητα αεροσκάφη με δωδεκαμελή ομάδα, με αρχική περίοδο ανάπτυξης 7 μηνών (μήνες βροχής στο νησί) από τον Οκτώβριο του 2024 μέχρι τον Απρίλιο του 2025. Το Κέντρο Επιχειρήσεων θα εγκαθίστατο στο κτήριο του Τμήματος Μετεωρολογίας στη Λευκωσία και στο Αεροδρόμιο Πάφου, με την πρόταση να διευκρινίζει ότι το πρόγραμμα θα έτρεχε μέσα από στενή συνεργασία με το Τμήμα Μετεωρολογίας.
Το ραντάρ
Έχοντας μελετήσει το δίκτυο ραντάρ του Τμήματος, η πολυεθνική εταιρεία διαπίστωσε ότι αποτελείται από δύο ραντάρ Χ-band (ενοικιαζόμενα), τα οποία όμως καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου λειτουργούν με διαλείμματα. Γι’ αυτό η πρόταση της πρόσφερε ένα παράπλευρο όφελος για την Κύπρο, καθώς θα αναβάθμιζε το δίκτυο του Τμήματος μετεωρολογίας με την προσθήκη ενός πιο εξελιγμένου και μεγαλύτερης εμβέλειας ραντάρ καιρού C-band. Εκτός από την αξία του για τις επιχειρήσεις σποράς νεφών, το ραντάρ C-band, όπως ακριβώς τονίζεται στην πρόταση, παρέχει ταχύτερη ανίχνευση ακραίων καιρικών φαινομένων, υποστηρίζοντας συστήματα πρόωρης προειδοποίησης και καλύτερη αντίδραση σε καταστροφές.

Εξοικονόμηση 26 εκατ.
Το κόστος της πρότασης, για έναν χρόνο διάρκειας του προγράμματος, θα ήταν περίπου 9 εκατομμύρια ευρώ. Εδώ, γνώστες της μεθόδου, επεσήμαναν στον «Π» ότι μπορεί η αφαλάτωση να έχει προβληθεί ως η μόνη βασική λύση, αλλά το οικονομικό και περιβαλλοντικό της κόστος είναι τεράστιο. Επίσης δεν είναι ικανή να υδροδοτήσει τα φράγματα και τα δάση. Συγκεκριμένα το κόστος της αφαλάτωσης είναι €0,80 - €1,20 ανά κυβικό μέτρο νερού, ενώ το κόστος της σποράς νεφών είναι €0,15 - €0,25 ανά κυβικό μέτρο νερού (1/6 της τιμής). Όσον αφορά το ενεργειακό αποτύπωμα, η αφαλάτωση καταναλώνει τεράστιες ποσότητες ενέργειας και απορρίπτει άλμη (πολύ αλατούχο συμπύκνωμα) πίσω στη θάλασσα, αυξάνοντας τη φυσική αλατότητα και προκαλώντας ζημιές στα υδάτινα οικοσυστήματα.
«Παρόλο που το πρόγραμμα σποράς νεφών δεν προτείνεται ως εναλλακτική λύση στην τεχνολογία αφαλάτωσης, προκαταρκτικές αναλύσεις κόστους-οφέλους βάσει της κλιματολογίας της Κύπρου υποδεικνύουν εξοικονόμηση κόστους αφαλάτωσης ύψους από 26 έως 70 εκατομμύρια ευρώ, που συνδέεται με στοχευμένη αύξηση από 10% έως και 30% των ετήσιων φυσικών βροχοπτώσεων μέσω σποράς νεφών. Αυτός ο αριθμός δεν περιλαμβάνει τη μείωση των ετήσιων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και άλλων επιβλαβών για το περιβάλλον αερίων που σχετίζονται με την ενεργοβόρα διαδικασία της αφαλάτωσης. Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί ότι οι εκπομπές από την διαδικασία της σποράς νεφών ανέρχονται σε λιγότερο από 0,05% των εκπομπών των μονάδων αφαλάτωσης», αναφέρεται στην πρόταση των Αμερικάνων, οι οποίοι σε ειδικό κεφάλαιο αναλύουν τη σύγκριση της αφαλάτωσης έναντι της τεχνολογίας σποράς νεφών.
Εξάλλου σημειώνουν ότι σε πρόσφατη ανασκόπηση από τον Παγκόσμιο Μετεωρολογικό Οργανισμό (WMO), η επιτροπή ειδικών δεν βρήκε κανένα στοιχείο αρνητικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων από τη σπορά νεφών, στις 31 μελέτες που εξετάστηκαν. Η ίδια η εταιρεία τονίζει ότι «η τεχνολογία σποράς νεφών δεν πρέπει να θεωρείται υποκατάστατο άλλων συνιστωσών των εθνικών υδάτινων πόρων, όπως η αφαλάτωση και η ανακύκλωση/επανάχρηση των λυμάτων. Αντίθετα, θεωρείται συμπληρωματική και επιπρόσθετη πηγή γλυκού νερού που διαφοροποιεί και βελτιώνει την ανθεκτικότητα των εθνικών στρατηγικών ασφάλειας υδάτων. Αυτό είναι παρόμοιο με την εισαγωγή της ηλιακής ενέργειας (και άλλων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας) στις εθνικές ενεργειακές στρατηγικές».
Μετά από συνάντηση του περασμένου Ιουλίου ακολούθησε δεύτερη τον Οκτώβριο, για απαντήσεις σε ερωτήσεις και ανησυχίες του Υπουργείου. Τον Ιανουάριο δόθηκε επίσημα από το Υπουργείο αρνητική απάντηση προς τη λύση της σποράς νεφών.
Η θέση του Υπουργείου
Απευθυνθήκαμε στο Υπουργείο Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος για τους λόγους της απόρριψης της πρότασης. Σύμφωνα με αρμόδια πηγή, η ανάγκη για άμεσες, αποτελεσματικές και μετρήσιμες λύσεις υπαγορεύει την υιοθέτηση πιο ασφαλών και επιστημονικά τεκμηριωμένων παρεμβάσεων, χωρίς να αποκλείεται η μελλοντική πιλοτική αξιολόγηση της σποράς νεφών, εφόσον δημιουργηθούν οι κατάλληλες προϋποθέσεις.
Συγκεκριμένα η θέση του Υπουργείου είναι η εξής: «Η τεχνολογία της σποράς νεφών παραμένει τεχνικά απαιτητική και συνοδεύεται από σημαντική αβεβαιότητα, ιδίως σε γεωγραφικές περιοχές όπως η Κύπρος. Πρόκειται για μια μέθοδο που εφαρμόζεται συμπληρωματικά σε ορισμένες χώρες με διαφορετικά κλιματικά χαρακτηριστικά, και μόνο υπό συγκεκριμένες μετεωρολογικές συνθήκες. Η αποτελεσματικότητα της τεχνικής προϋποθέτει την ύπαρξη κατάλληλων νεφών – δηλαδή νεφών με τη φυσική δυνατότητα να προκαλέσουν βροχόπτωση. Ακόμη όμως και όταν τα σύννεφα αυτά υπάρχουν, δεν είναι εφικτός ο έλεγχος της πορείας τους. Στην περίπτωση της Κύπρου, αυτό συνεπάγεται ότι δεν μπορεί να εξασφαλιστεί πως η βροχή θα πέσει στις περιοχές όπου πραγματικά χρειάζεται, όπως στα φράγματα ή σε λεκάνες απορροής.
»Το βασικό μειονέκτημα της επιλογής αυτής είναι το υψηλό ρίσκο σε συνδυασμό με την έλλειψη εγγυημένης απόδοσης της επένδυσης. Η ενδεχόμενη εφαρμογή της συνεπάγεται σημαντικό κόστος, χωρίς τη διασφάλιση μετρήσιμων αποτελεσμάτων τα οποία θα είναι επαναλαμβανόμενα. Η μέθοδος έχει εφαρμοσθεί στο παρελθόν στην Κύπρο, μεταξύ 1970-1973 χωρίς ουσιαστικά αποτελέσματα, γεγονός που καθιστά ακόμη πιο δύσκολη την ασφαλή εκτίμηση της αποδοτικότητάς της.
»Η διερεύνηση του ζητήματος έγινε σε συνεργασία του Τμήματος Μετεωρολογίας με ειδικούς από το εξωτερικό. Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα του Ισραήλ, μιας χώρας με προηγμένο τεχνολογικό υπόβαθρο στον τομέα, η οποία έχει διακόψει την εφαρμογή της μεθόδου, η οποία κρίθηκε αναποτελεσματική αφού η υπολογισμένη αύξηση της βροχόπτωσης ανήλθε στο απογοητευτικό 1.8%. Σύμφωνα με τις μέχρι στιγμής αξιολογήσεις της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας, δεν υπάρχουν τεκμήρια σταθερής επιτυχίας, παρά μόνο ενδείξεις, γεγονός που επιβεβαιώνει την αβεβαιότητα και τη συμπληρωματική φύση της μεθόδου.
«Λήφθηκαν επιπλέον υπόψη και οι περιβαλλοντικές ανησυχίες του κοινού, όσον αφορά τα χημικά που χρησιμοποιούνται για τη μέθοδο αυτή τα οποία συσσωρεύονται στο περιβάλλον, αποτελώντας κίνδυνο για την άγρια ζωή και τις πηγές νερού. Σε μια χώρα όπως η Κύπρος, που αντιμετωπίζει προκλήσεις ως προς τους διαθέσιμους υδατικούς πόρους, η επένδυση σε τεχνολογίες αβέβαιης απόδοσης και υψηλού κόστους για τον φορολογούμενο πολίτη δεν αποτελεί υπεύθυνη επιλογή. Η ανάγκη για άμεσες, αποτελεσματικές και μετρήσιμες λύσεις υπαγορεύει την υιοθέτηση πιο ασφαλών και επιστημονικά τεκμηριωμένων παρεμβάσεων, χωρίς να αποκλείεται η μελλοντική πιλοτική αξιολόγηση της σποράς νεφών, εφόσον δημιουργηθούν οι κατάλληλες προϋποθέσεις».
Η εφαρμογή της διασποράς νεφών σε Ελλάδα και Ισραήλ
Ενημερωμένες πηγές για τη μέθοδο μίλησαν στον «Π» για την εφαρμογή της σε γειτονικές χώρες, όπως η Ελλάδα και το Ισραήλ. Στην πρώτη περίπτωση εφαρμόζεται πρόγραμμα σποράς νεφών για την καταστολή χαλαζιού από τον Οργανισμό Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΕΛ.Γ.Α.) σε συνεργασία με την Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία, με ειδικά εξοπλισμένα αεροσκάφη, ήδη από τη δεκαετία του 1980. Η περίπτωση του Ισραήλ αποτελεί συχνά παραπλανητικό επιχείρημα κατά της σποράς νεφών, όπως τόνισαν. «Το πρόγραμμα ανεστάλη προσωρινά μετά από δύο υγρούς χειμώνες, αλλά μελέτες επιβεβαιώνουν ότι το πρόγραμμα 1, 2 και 3 είχαν στατιστικά σημαντική αύξηση βροχής. Το τέταρτο πρόγραμμα (2020) ήταν ασαφές λόγω μεθοδολογικών περιορισμών, και όχι επειδή η σπορά νεφών δεν λειτουργεί. Όπως δηλώνει η μελέτη Benjamini et al. (2023)», πρόσθεσαν.