Την ώρα που η κυβέρνηση, ακολουθώντας την πεπατημένη, επιλέγει να διαμηνύει ότι δεν είναι η ώρα για απόδοση ευθυνών για τη φονική πυρκαγιά στα χωριά της ορεινής Λεμεσού, οι ευθύνες είναι ασήκωτες. Και δεν αποτελεί σχήμα λόγου. Από τη μια, οι ρητές διαβεβαιώσεις για πλήρη ετοιμότητα των υπηρεσιών πυρόσβεσης και για συντονισμό συναρμόδιων κρατικών υπηρεσιών και, από την άλλη, μια σειρά λόγοι οι οποίοι σχετίζονται με τους χειρισμούς, που έγιναν από την πρώτη στιγμή που εμφανίστηκε η πρώτη φλόγα στο χωριό Μαλλιά, είναι γεγονότα άρρηκτα συνδεδεμένα με την ανάληψη ή την απόδοση των ευθυνών, χωρίς να αναμένεται το πόρισμα ακόμη μιας ερευνητικής επιτροπής. Οι θεσμικές ευθύνες αποτυπώνονται από το απόλυτα δικαιολογημένο και οργισμένο ξέσπασμα της κοινωνίας. Όχι μόνο των ανθρώπων που θρηνούν την απώλεια ζωών από την κρατική ανεπάρκεια και ανευθυνότητα. Αλλά και από την οργή και αγανάκτηση όσων είδαν τις περιουσίες τους να παραδίδονται στο πέρασμα της πύρινης λαίλαπας. Ούτε βέβαια μπορούν οι ευθύνες να κρυφτούν πίσω από οποιαδήποτε εξαγγελία για οικονομική ενίσχυση και στήριξη των πυρόπληκτων. Τα πρώτα δείγματα αναφορών παραπέμπουν σε στρατηγική προκειμένου να θαφτούν οι ευθύνες κάτω από τις στάχτες και την απέραντη μαυρίλα στη γη που προκάλεσαν οι φονικές φλόγες στις ψυχές των πολιτών. Δεν νοείται σε αυτόν τον τόπο να φταίει για τέτοιας έκτασης πυρκαγιά η μανία της φύσης, να φταίει ο εμπρηστής (αν υπάρχει), να φταίνε οι ισχυροί άνεμοι, να φταίνε ακόμη και οι κάτοικοι που παρά τις εκκλήσεις από τις δυνάμεις πυρόσβεσης και την αστυνομία δεν εγκατέλειπαν τις περιουσίες τους προσπαθώντας να σώσουν ό,τι σωζόταν. Αυτά δεν είναι δικά μας λόγια αλλά από δηλώσεις κυβερνητικών αξιωματούχων.
Δηλαδή, κατά το δικό τους αφήγημα φταίνε οι πάντες και τα πάντα, εκτός από τα πρόσωπα που βρίσκονται σε καρέκλες εξουσίας και λαμβάνουν αποφάσεις. Πρόκειται μάλιστα για τα ίδια πρόσωπα που μας διαβεβαίωναν, μερικές βδομάδες πριν, ότι η Δημοκρατία είναι σε πλήρη ετοιμότητα ενόψει της αντιπυρικής περιόδου. Στις 3 Ιουνίου 2025, δηλαδή έναν μήνα και 20 ημέρες πριν από τη φονική πυρκαγιά στη Λεμεσό, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Κωνσταντίνος Λετυμπιώτης, προφανώς μετά από σχετική ενημέρωση των συναρμόδιων υπουργών της κυβέρνησης, διαβεβαίωνε ότι: «Η κυβέρνηση παραμένει σε απόλυτη επιχειρησιακή ετοιμότητα, με ενισχυμένες δυνάμεις, σύγχρονα μέσα και σαφή στρατηγική για την πολιτική προστασία. Η φετινή αντιπυρική περίοδος βρίσκει την Κυπριακή Δημοκρατία περισσότερο προετοιμασμένη και ενισχυμένη από ποτέ. Το κράτος διαθέτει πλέον: Τον μεγαλύτερο αριθμό δασοπυροσβεστών που υπήρξε ποτέ, τον πιο ισχυρό στόλο επίγειων μέσων δασοπυρόσβεσης, τον πληρέστερο και πολυπληθέστερο στόλο εναέριων μέσων στην ιστορία του κράτους, πολύ νωρίτερα από άλλες χρονιές». Δήλωνε επίσης ότι, «από την 1η Ιουνίου, στο νησί επιχειρούν ήδη εννέα πρωτεύοντα πτητικά μέσα, ενώ τις αμέσως επόμενες ημέρες αναμένεται άφιξη δύο επιπλέον, με τον συνολικό στόλο να φτάνει τα 11 πτητικά μέσα, πέντε ελικόπτερα και έξι αεροσκάφη. Αξιοσημείωτο είναι ότι φέτος, για πρώτη φορά, η άφιξη των εναέριων μέσων ξεκίνησε ήδη από τον Μάρτιο, εξασφαλίζοντας αυξημένο χρόνο επιχειρησιακής ετοιμότητας πριν από την κορύφωση του κινδύνου». Τα περί ετοιμότητας των αρμόδιων υπηρεσιών και του κρατικού μηχανισμού πυρόσβεσης επανέλαβε και η υπουργός Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, Μαρία Παναγιώτου, σε συνέντευξη Τύπου για τις δασικές πυρκαγιές. Στο ίδιο μήκος κύματος και οι άλλοι συναρμόδιοι υπουργοί, Δημόσιας Τάξης και Άμυνας, σε κατά καιρούς και με κάθε ευκαιρία δηλώσεις τους.
Το εύλογο ερώτημα, που προκύπτει μέσα από τέτοιες δηλώσεις και επισημάνσεις περί πλήρους ετοιμότητας, είναι τι άλλο κακό θα μπορούσε να συμβεί σε αυτόν τον τόπο, ξανά σε μήνα Ιούλιο, εάν, για παράδειγμα, η ετοιμότητα ήταν στο 50%. Οι συγκεκριμένες τοποθετήσεις περί ετοιμότητας σε υπεροπτικό ύφος και διάθεση για εντυπωσιασμό καταρρίφθηκαν από την πρώτη μεγάλη πρόκληση που παρουσιάστηκε και, δυστυχώς, με τον χειρότερο τρόπο, μετρώντας ανθρώπινες απώλειες, αμέτρητες υλικές ζημιές και απέραντο πόνο σε όσους έζησαν τον εφιάλτη της τραγωδίας.
Η απάντηση
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Κωνσταντίνος Λετυμπιώτης, στο πλαίσιο των χθεσινών του δηλώσεων, ερωτήθηκε αναφορικά με τα όσα δήλωνε τον περασμένο Ιούνιο και για τα περί ετοιμότητας. Όπως είπε, «από την πρώτη στιγμή ενεργοποιήθηκαν όλα τα σχέδια και όλα τα πρωτόκολλα που είχαν καταρτιστεί σε συνθήκες πρωτοφανείς για τη χώρα μας, σε μια πυρκαγιά τα αίτια της οποίας διερευνώνται. Οι θερμοκρασίες, οι ισχυροί άνεμοι και η ξηρασία, όπως η Μετεωρολογική Υπηρεσία είχε προειδοποιήσει από νωρίς χθες το πρωί και τις προηγούμενες μέρες, επιβάρυναν και κατέστησαν την κατάσταση ακόμη πιο δύσκολη. Αυτή τη στιγμή, τα πτητικά μέσα που η Κυπριακή Δημοκρατία έχει στη διάθεσή της, σε επιχειρησιακή ετοιμότητα, αλλά και οι επίγειες δυνάμεις που επιχειρούν είναι πέραν των 250 ατόμων και πέραν των 75 οχημάτων και σε αυτά δεν συμπεριλαμβάνονται οι πολλοί εθελοντές που συνδράμουν τις προσπάθειες».
Η Κύπρος καίγεται και ο γ.δ...
Την ώρα που η Κύπρος είναι αντιμέτωπη με μια από τις μεγαλύτερες σε έκταση πυρκαγιές στην ιστορία της, άξιον απορίας είναι με ποιου τις οδηγίες και ευλογίες απουσιάζει από τα καθήκοντά του, σε πολυήμερο υπηρεσιακό ταξίδι, ο γενικός διευθυντής του Υπουργείου Γεωργίας, Ανδρέας Γρηγορίου. Πρόκειται για κρατικό αξιωματούχο με ρόλο και αρμοδιότητες σε ό,τι αφορά τις πυρκαγιές. Διευκρινίζεται πάντως ότι το ταξίδι δεν έγινε κατόπιν δικού του αιτήματος αλλά κατόπιν οδηγιών από την κυβέρνηση. Σκοπός του ταξιδιού είναι η εκπροσώπηση της Κυπριακής Δημοκρατίας στις εκδηλώσεις καταδίκης του πραξικοπήματος και της εισβολής που πραγματοποιούνται αυτές τις ημέρες από την ομογένεια στην Αυστραλία και συγκεκριμένα στις πόλεις Μπρίσμπεϊν, Αδελαΐδα, Μελβούρνη και Σίδνεϊ. Απαραίτητη και απολύτως αναγκαία η εκπροσώπηση της Δημοκρατίας σε τέτοιες εκδηλώσεις αλλά δεν υπήρχε άλλος κρατικός αξιωματούχος να πάει στην Αυστραλία πέραν του συγκεκριμένου γενικού διευθυντή, γνωρίζοντας ότι ο Ιούλιος και ο Αύγουστος είναι μήνες αυξημένου κινδύνου για πυρκαγιές; Θα πει κάποιος «δεν είναι της παρούσης». Είναι όμως και αυτό ένα δείγμα της προχειρότητας με την οποία λαμβάνονται σοβαρές αποφάσεις.