Την πρώτη παγκόσμια καταγραφή των συγκεντρώσεων υπέρλεπτων σωματιδίων (UFP) στην ατμόσφαιρα παρουσιάζει έρευνα του Ινστιτούτου Κύπρου, η οποία, σύμφωνα με ανακοίνωση του Ινστιτούτου, αποκαλύπτει πολύ υψηλότερα επίπεδα συγκεντρώσεων UFP σε αστικές περιοχές σε σύγκριση με φυσικά περιβάλλοντα (π.χ. δάση), υπογραμμίζοντας την ανάγκη για στενή και συστηματική παρακολούθηση τους, και για την καλύτερη κατανόηση των επιπτώσεών τους στη δημόσια υγεία.
Εξάλλου, όπως αναφέρει το Ινστιτούτο, νέα οδηγία της ΕΕ για την Ποιότητα του Αέρα που αναμένεται να εφαρμοστεί από το 2026, θα απαιτεί από τα κράτη μέλη να καταγράφουν τα επίπεδα UFP ώστε τα αποτελέσματα να μπορούν να καθορίσουν μελλοντικά όρια, σύμφωνα με τις οδηγίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.
Σημειώνεται ότι τα UFP αποτελούν σημαντικό κίνδυνο για την υγεία, καθώς μπορούν να διεισδύσουν στους πνεύμονες και να περάσουν στο αίμα και ότι οι πλείστες μελέτες για αυτά εστιάζουν στις αρνητικές επιδράσεις των συγκεντρώσεων αιωρούμενων σωματιδίων (PM10) και λεπτών σωματιδίων (PM2.5) και τη συμβολή τους σε αναπνευστικά και καρδιαγγειακά προβλήματα. Εξάλλου, αναφέρεται ότι πρόσφατες μελέτες υπογραμμίζουν ότι μικρότερα σωματίδια με διάμετρο < 100nm, γνωστά ως UFP, αποτελούν επίσης σημαντικό υγειονομικό κίνδυνο, καθώς μπορούν να διεισδύσουν βαθιά στον ανθρώπινο οργανισμό.
Ερευνητές του Κέντρου Αριστείας για την Κλιματική και Ατμοσφαιρική Έρευνα (CARE-C) και του Ερευνητικού Κέντρου Υπολογιστικής Επιστήμης και Τεχνολογίας (CASTOR-C) του Ινστιτούτου Κύπρου, ανέπτυξαν ένα νέο μοντέλο μηχανικής μάθησης βασισμένο σε πραγματικές μετρήσεις από επίγειους σταθμούς, αναγνωρίζοντας την ανάγκη για περισσότερα δεδομένα για τις συγκεντρώσεις των UFP στην ατμόσφαιρα. Το μοντέλο παράγει παγκόσμιους χάρτες συγκεντρώσεων UFP υψηλής ευκρίνειας για τη δεκαετία 2010-2019, με χωρική ανάλυση 1 χλμ., αποτυπώνοντας με ακρίβεια μεγάλης κλίμακας χωρικά μοτίβα της ρύπανσης.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας που δημοσιεύτηκαν μέσω του έγκριτου επιστημονικού περιοδικού Nature Scientific Data, η ατμόσφαιρα στις δασικές και ακατοίκητες περιοχές περιέχει συνήθως μόνο μερικές χιλιάδες σωματίδια ανά κυβικό εκατοστό, σε αντίθεση με μεγαλουπόλεις, όπου συχνά ο αριθμός αυτός ξεπερνά τις 40 χιλιάδες, ενώ περίπου 91% αυτών των σωματιδίων είναι UFP.
Όπως δήλωσε ο Δρ. Παντελής Γεωργιάδης, επικεφαλής της μελέτης, η νέα αυτή έρευνα αποτελεί ισχυρό εργαλείο για την επιστημονική κοινότητα, τις δημόσιες αρχές και τους οργανισμούς δημόσιας υγείας, διευκολύνοντας τον εντοπισμό εστιών ρύπανσης, την αξιολόγηση των συνεπειών στη δημόσια υγεία και τον σχεδιασμό στοχευμένων παρεμβάσεων προς αντιμετώπισης της.
Πηγή: ΚΥΠΕ






