Πράσινη φύση, δέντρα που στέκονται και σε κοιτούν επιβλητικά σε οδηγούν στο χωριό Μυλικούρι της επαρχίας Λευκωσίας μόλις 70 χιλιόμετρα από την Πάφο. Χτισμένο σε υψόμετρο 800 μέτρων στην οροσειρά του Τροόδους και στη γεωγραφική περιφέρεια της Μαραθάσας, είναι το πιο κοντινό χωριό στη Μονή Παναγίας του Κύκκου. Παλαιότερα και σε έναν βαθμό και σήμερα υπάρχει αλληλεξάρτηση μεταξύ του χωριού και της μονής. Μια διαδρομή μοναδική σε έναν παραδεισένιο τόπο που κρατά τις αξίες και τις αρχές της Κύπρου.
Ο πρόεδρος του κοινοτικού συμβουλίου Μυλικουρίου, Ηλίας Αβρααμίδης, δεν παρέλειψε να αναφέρει στον «Π» πως κάτοικος του χωριού ήταν ο πρώην πρόεδρος της Βουλής και υπουργός Εξωτερικών Αλέκος Μιχαηλίδης. Φυσικά, ανέφερε πως από το 1821 μέχρι και τους Βαλκανικούς και τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους και από τον θρυλικό αγώνα της ΕΟΚΑ του 55-59 μέχρι το τραγικό 1974 η παρουσία των Μυλίκουρων είναι καταγεγραμμένη στις δέλτους της ιστορίας. Ο κ. Αβρααμίδης σημείωσε πως παρ' όλες τις κοπιώδες και άοκνες προσπάθειες του συμβουλίου και των οργανωμένων συνόλων, αυτό το πανέμορφο χωριό βρίσκεται σε μαρασμό και οριακό σημείο ύπαρξης. Στόχος τους συνέχισε, είναι αναγέννηση του χώρου και αναβίωση της παράδοσης, κατά τρόπο που η κοινότητά τους να καταστεί πόλος έλξης για παλιούς και νέους, για ντόπιους και ξένους.
Ακολούθως ευχαρίστησε τον μητροπολίτη Κύκκου και Τηλλυρίας Νικηφόρο για τη βοήθειά του στο μέτρο των δυνατοτήτων της μητρόπολης. Επεσήμανε ωστόσο, πως χωρίς ίχνος επαιτείας, αναμένουν από την Πολιτεία την όποια βοήθειά της για να ανατείλουν καλύτερες μέρες στο χωριό. Πρόσθεσε επίσης πως η ανακαίνιση και ο εμπλουτισμός του οικογενειακού υποδηματοποιείου που σήμερα έχει καταστεί μουσείο, θα αποτελεί από τούδε και στο εξής κόσμημα για την κοινότητά τους.

Όλες οι χαρές ήταν κοινές
Η Παναγιώτα Μαρούκου κάτοικος Λευκωσίας με καταγωγή από το Μυλικούρι θυμάται τις καλές μέρες του χωριού. Το κάθε σπίτι, είχε το δικό του γαϊδούρι, κατσίκες ή γουρούνι. Θυμάται το μεγάλο μάλιστα πανηγύρι τα Χριστούγεννα με τα έθιμα της περιοχής. «Θυμούμαι πως όλες οι χαρές ήταν κοινές, οι γάμοι, τα βαφτίσια, οι ονομαστικές γιορτές, τα φαγητά τα μακαρόνια, τα κοτόπουλα τα βραστά». Στους γάμους συνέχισε, «όλες οι γυναίκες θα έπαιρναν τα κοτόπουλά τους στο σπίτι της νύφης, και βοηθούσαν να φτιάξουν τα κουπέπια, αφού ήταν τριήμεροι οι γάμοι και ήταν μεγάλη γιορτή». Θυμάται πως όλα τα παιδιά στο σχολείο έκαναν εκδρομές στο δάσος, όπου έφτιαχναν τα δικά τους παιχνίδια αφού ο κόσμος ήταν φτωχός. Ο «Π» μίλησε και με την Αντρούλλα Ευθυμίου, η οποία θυμάται που σκάλιζαν τη φλούδα του πεύκου και έφτιαχναν βαρκούλες βάζοντας σε αυτές ακολούθως και ένα κατάρτι.
Όσον αφορά τα φημισμένα εδέσματα της περιοχής η κ. Μαρούκου ανέφερε πως το Μυλικούρι έχει το καλύτερο όνομα στην παραγωγή του σουτζιούκου, στα παστά σύκα αλλά και στο ροδόσταγμα. Στην περιοχή συνέχισε, υπάρχουν τριανταφυλλιές με ξακουστά τριαντάφυλλα που είναι πολύ μυρωδάτα. Επίσης, τα ρετσέλια που ήταν διάφορα φρούτα, κυδώνι, μήλο που τα έβραζαν στα έψιμα και τα έφτιαχναν ως γλυκό. Ακολούθως αναφέρθηκε και στο τσαγγαράδικο του κ. Πόλυ Πολυδώρου πατέρα του Αλέκου Μιχαηλίδη αλλά και στη σημασία της διατήρησης της παράδοσης.


Το σκαρπάρικό του
Κόσμημα για την κοινότητα Μυλικουρίου αποτελεί η ανακαίνιση του σκαρπάρικου του Πόλυ Πολυδώρου. Το μικρό σκαρπάρικο έχει όλα όσα χρειάζεται ένας τέτοιος χώρος. Τα χωρίσματα για τα καρφιά, τις ξυλόπροκες και τα στουπαρέλια, τις φαρτσέτες που έκοβαν τα πετσιά, τα μπουκάλια με τους λούστρους, το κερί, τον σπάγκο και κάποια εργαλεία που θα δει κάποιος σε αυτόν σε πέτσινες θήκες. Και φυσικά τα καλαπόδια διαφόρων μεγεθών. Εκεί ο παππούς σκαρπάρης θυμάται η εγγονή του Νατάσα Μιχαηλίδου έφτιαχνε ή επιδιόρθωνε παπούτσια. Έβαζε σόλες και τακούνια και μπάλωνε με σπάγκο τα τρυπημένα παπούτσια και θυμάται η Νατάσα πως υπήρχαν διαφορετικά σχήματα από τα καλαπόδια για μυτερά, γυναικεία, αντρικά παπούτσια. Η Άννα Μιχαηλίδου Αταλιώτου κόρη του Αλέκου Μιχαηλίδη, αλλά και εγγονή του λαϊκού τεχνίτη Πόλυ Πολυδώρου μιλώντας για το σκαρπάρικο είπε πως ήταν ένας χώρος συνάντησης των ανθρώπων του χωριού. Πλέον, έχει μετατραπεί σε μουσείο. Σήμερα είπε, αναστυλώθηκε ενώ τα εγκαίνιά του τέλεσε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, κ. Νίκος Χριστοδουλίδης, στις 7 Σεπτεμβρίου του 2025.
Μέσα στο σκαρπάρικο του κ. Πόλυ Πολυδώρου που αποτελεί ένα ζωντανό μουσείο της παράδοσης μπορεί κάποιος να βρει διάφορα μεγέθη καλαποδιών, δέρματα και μηχανές ραψίματος, σπόντες, αλλά και πλούσιο φωτογραφικό υλικό της οικογένειας. Ο εγγονός του σκαρπάρη Πόλυ Πολυδώρου, Θάνος Μιχαηλίδης, αναφερόμενος στον παππού του, είπε πως ο παππούς του ο Πολύς ο σκαρπάρης, όπως τον ξέρανε όλοι, ήταν ένας άνθρωπος της γης, της δουλειάς και της τιμής. Με τα χέρια του δημιούργησε, με τον λόγο του συμβούλεψε, και με την καρδιά του αγκάλιασε κάθε μέλος της οικογένειας. Όπως τον θυμάται ο εγγονός του, δεν μιλούσε πολύ, αλλά κάθε του κουβέντα είχε αξία. Ήταν άνθρωπος που δεν χρειαζόταν να πει «σ’ αγαπώ», το έδειχνε με τις πράξεις του, με την παρουσία του, με το βλέμμα που σου έδινε όταν σε έβλεπε να μπαίνεις στην πόρτα.
Ήταν συνέχισε, ένας δύσκολος άνθρωπος με υψηλές απαιτήσεις, πρώτα απ’ όλα από τον εαυτό του, αλλά και προς την οικογένειά του. Επιζητούσε πάντα το καλύτερο συνέχισε, «έτσι ώστε εμείς, να στοχεύουμε πάντα ψηλά. Μας έδειξε ότι με σκληρή δουλειά, με επιμονή, υπομονή και ειλικρίνεια, μπορούμε να επιτυγχάνουμε τους στόχους μας». Ο εγγονός του θυμάται επίσης, πόσο περήφανος ήταν όταν παρέδιδε ένα ζευγάρι παπούτσια στον Μακάριο. Η έκφραση στο πρόσωπό του μαρτυρούσε την ικανοποίηση κάποιου που ένιωθε ότι έφτανε στο ζενίθ της τέχνης του, συμπλήρωσε ο κ Μιχαηλίδης. Ξέρω κατέληξε κάπου εκεί ψηλά, ο παππούς μας με το ζεστό του βλέμμα και ο πατέρας μας με το χαμόγελό του, μας στηρίζουν και να μας αγαπούν.
Εξάλλου ο πρόεδρος του κ.σ. Μυλικουρίου Ηλίας Αβρααμίδης ανέφερε πως η ανακαίνιση και ο εμπλουτισμός του οικογενειακού υποδηματοποιείου που σήμερα έχει καταστεί μουσείο, θα αποτελεί από τούδε και στο εξής κόσμημα για την κοινότητά τους. Ακολούθως ευχαρίστησε την οικογένεια Μιχαηλίδη γι' αυτό το κόσμημα στην απομονωμένη κοινότητά τους.
Εκκλησίες
Η μεγάλη εκκλησία του χωριού είναι αφιερωμένη στον Άγιο Γεώργιο. Πάνω από τη δυτική θύρα, η παλαιά αυτή εκκλησία είχε ανακαινιστεί το 1811. Το εικονοστάσιό της είναι του 17ου αιώνα και, κατά τον R. Gunnis (1935), οι πολύ ενδιαφέρουσες εικόνες του καταστράφηκαν από κάποιον ζωγράφο από την Ελλάδα ο οποίος είχε αναλάβει να τις ανακαινίσει. Η παλαιότερη απ' αυτές είναι εκείνη της Παναγίας του 1523, με καλυμμένο το πρόσωπο από κεντημένο ύφασμα. Άλλη εικόνα, της Παναγίας Ελεούσας, είναι του 1612. Ανέπαφη παρέμεινε η εικόνα του Αγίου Σπυρίδωνος που περιλαμβάνει και προσωπογραφία του δωρητή με ενδυμασία του 16ου αιώνα.
Η ονομασία του χωριού
Το Μυλικούρι υφίστατο με την ίδια ονομασία κατά τα μεσαιωνικά χρόνια και κατά τον ντε Μας Λατρί (που το μνημονεύει ως Milichouri), αποτελούσε βασιλικής ιδιοκτησίας φέουδο. Παλαιά τοπική παράδοση, την οποία καταγράφει ο Νέαρχος Κληρίδης, αναφέρει ότι το χωριό είχε σχηματιστεί από κατοίκους δύο κοντινών χωριών που τα είχαν εγκαταλείψει (σε ακαθόριστο χρόνο) ύστερα από θανατικό εξαιτίας επιδημιών. Τα εγκαταλειφθέντα δύο χωριά ονομάζονταν Μήλον και Κούριον, οι δε κάτοικοί τους που έκτισαν νέο χωριό, το ονόμασαν Μηλικούριον, σμίγοντας τις ονομασίες των δύο παλαιότερων χωριών τους. Υπάρχει επίσης η άποψη ότι η ονομασία του χωριού είναι φυτώνυμη, από το φυτό μυρίκη, που λέγεται και μυρίκουρον (ο γνωστός μέρικος - tamarix), απ’ όπου Μυρικούριον και, τελικά Μυλικούρι. Γι’ αυτό και μερικοί γράφουν το χωριό ως Μυλικούρι αντί Μηλικούρι.






