Ρυθμίσεις για τις επιχειρήσεις παροχής διοικητικών υπηρεσιών, καλείται να ψηφίσει το απόγευμα η Ολομέλεια της Βουλής.
Οι βουλευτές θα κληθούν να ψηφίσουν την πρόταση νόμου «Ο περί της Ρύθμισης των Επιχειρήσεων Παροχής Διοικητικών Υπηρεσιών και Συναφών Θεμάτων (Τροποποιητικός) Νόμος του 2025».
Όπως αναφέρεται στην έκθεση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ενέργειας, σκοπός της πρότασης νόμου είναι η τροποποίηση του περί της Ρύθμισης των Επιχειρήσεων Παροχής Διοικητικών Υπηρεσιών και Συναφών Θεμάτων Νόμου, ώστε να θεσμοθετηθεί η δυνατότητα διαβούλευσης μεταξύ της αρμόδιας εποπτικής αρχής και των φορέων οι οποίοι εκπροσωπούν τους παρόχους διοικητικών υπηρεσιών για θέματα που αφορούν ή είναι συναφή με τις αρμοδιότητές τους.
Σύμφωνα με τον εισηγητή της πρότασης νόμου, Κυριάκο Χατζηγιάννη η προτεινόμενη ρύθμιση κρίνεται αναγκαία, ώστε μέσω της δημιουργίας διαύλου επικοινωνίας και ανταλλαγής απόψεων να ενισχυθεί η συνεργασία μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, η διαφάνεια και η επαγγελματική δεοντολογία στον τομέα των διοικητικών υπηρεσιών, καθώς και η προώθηση βέλτιστων πρακτικών.
Πρόσθετα, σύμφωνα με τον ίδιο, μέσω της δημιουργίας μηχανισμού ανατροφοδότησης από την αγορά προς τον επόπτη επιτυγχάνεται μείωση της αβεβαιότητας και του διοικητικού βάρους, με άμεσο ή έμμεσο αποτέλεσμα να καταστεί η Δημοκρατία πιο ελκυστική ως κέντρο παροχής διοικητικών υπηρεσιών.
Διαβούλευση για θέματα εποπτείας
Στο πλαίσιο της συζήτησης, ο εκπρόσωπος του Υπουργείου Οικονομικών επεσήμανε ότι υφίσταται ήδη θεσμοθετημένη διαδικασία διαβούλευσης με τους εμπλεκόμενους φορείς, με την οποία παρέχεται η δυνατότητα ηλεκτρονικής υποβολής σχολίων από τους ενδιαφερομένους μέσω της ιστοσελίδας της ηλεκτρονικής διαβούλευσης σε θέματα ευρύτερης πολιτικής και νομοσχέδια.
Επίσης, ενημέρωσε την επιτροπή για την πρόσφατη διαβούλευση που πραγματοποιήθηκε με τους εμπλεκόμενους φορείς σε θέματα εποπτείας και συμμόρφωσης της αγοράς.
Ακολούθως, ανέφερε ότι το Υπουργείο Οικονομικών θα προχωρήσει στη μίσθωση υπηρεσιών για σκοπούς εφαρμογής της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου η οποία λήφθηκε εντός Φεβρουαρίου 2024 αναφορικά με τη σύσταση ενιαίας εποπτικής αρχής για τον τομέα των διοικητικών υπηρεσιών και η οποία περιλαμβάνει ρύθμιση για διαβούλευση από την εκτελεστική εξουσία και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα.
Στηρίζει την ανάγκη επικοινωνίας η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς
Η εκπρόσωπος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου τόσο γραπτά όσο και προφορικά επισήμανε ότι η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς συμμερίζεται την ανάγκη ανατροφοδότησης και επικοινωνίας με τις εποπτευόμενες οντότητές της για θέματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της με γνώμονα την υγιή ανάπτυξη, την ενίσχυση και εύρυθμη λειτουργία της αγοράς.
Για τον σκοπό αυτό, όπως ανέφερε, η επιτροπή βρίσκεται σε συνεχή επικοινωνία με τις εποπτευόμενες οντότητες και με άλλους φορείς και ως εκ τούτου δεν υπάρχει λόγος να προβλεφθεί τέτοια δυνατότητα μόνο για τις εταιρείες παροχής διοικητικών υπηρεσιών.
Παράλληλα, διευκρίνισε ότι από τον βασικό νόμο εξαιρούνται οι εταιρείες παροχής διοικητικών υπηρεσιών που εποπτεύονται από τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο και από τον ΣΕΛΚ.
Ακολούθως, επεσήμανε ότι η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς διενεργεί διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη, προκειμένου να εισηγηθεί στο Υπουργείο Οικονομικών αλλαγές στο νομοθετικό πλαίσιο ή για την έκδοση οδηγιών από την ίδια, ενώ πρόσωπα τα οποία επιδιώκουν να εμπλακούν σε διαδικασία λήψης δημόσιων αποφάσεων δύναται να το πράξουν μέσω της διαδικασίας που προβλέπεται στον περί της Διαφάνειας στις Διαδικασίες Λήψης Δημόσιων Αποφάσεων και Συναφών Θεμάτων Νόμο, ο οποίος εφαρμόζεται και από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ως νομικό πρόσωπο δημόσιου δικαίου.
Όσον αφορά την πρόνοια με την οποία προβλέπεται ότι η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς διαβουλεύεται για θέματα εποπτείας και αρμοδιοτήτων, η ίδια εκπρόσωπος εξέφρασε την ανησυχία της επιτροπής, λόγω του ότι αυτή ενδέχεται να οδηγήσει στην άσκηση πιέσεων προς την ίδια για υιοθέτηση συγκεκριμένων πολιτικών, θέτοντας έτσι υπό αμφισβήτηση την ανεξαρτησία της.
Σε σχέση με την πρόνοια για προώθηση της Δημοκρατίας ως επιχειρηματικού κέντρου, ανέφερε ότι η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς είναι εποπτική αρχή και δεν δύναται να εμπλέκεται σε επιχειρηματικά συμφέροντα. Όσον αφορά την πρόνοια για διαβούλευση για θέματα επιμόρφωσης, σημείωσε ότι το θέμα της επιμόρφωσης ήδη ρυθμίζεται επαρκώς από τη βασική νομοθεσία και καλύπτει τόσο τα εποπτευόμενα πρόσωπα όσο και το ευρύ κοινό.
Τέλος, όσον αφορά την πρόνοια για διαβούλευση για οποιαδήποτε άλλα θέματα, εξέφρασε την επιφύλαξή της για το γενικό περιεχόμενο της εν λόγω πρόνοιας, καθότι ενδέχεται να δημιουργήσει διοικητικό βάρος που δεν μπορεί να εκτιμηθεί ή/και να επηρεάσει την ανεξαρτησία της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
Ρυθμίσεις ΣΕΛΚ
Ο εκπρόσωπος του ΣΕΛΚ επισήμανε ότι στο πλαίσιο της κείμενης νομοθεσίας όσο και στο πλαίσιο των συστάσεων και υποδείξεων της Moneyval οι εποπτικές αρχές έχουν υποχρέωση να συνεργάζονται και να ανταλλάζουν πληροφορίες σε σχέση με τις εποπτικές τους δραστηριότητες.
Επί τούτου, ενημέρωσε ότι ο ΣΕΛΚ έχει συνάψει πρωτόκολλα συνεργασίας τόσο με την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου όσο και με τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο.
Πρόσθετα, επεσήμανε ότι ο ΣΕΛΚ έχει προβεί σε εσωτερικές ρυθμίσεις για τη λήψη ανατροφοδότησης και ενημέρωσης από τα μέλη του που παρέχουν διοικητικές υπηρεσίες, χωρίς να επηρεάζεται η ανεξαρτησία του.
Όσον αφορά την προτεινόμενη ρύθμιση για διαβούλευση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου με τους εκπροσώπους των αδειούχων προσώπων, ο ίδιος εκπρόσωπος επισήμανε ότι δεν είναι θεμιτό να παρέμβει σε θέματα που άπτονται της ίδιας της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και των αδειούχων προσώπων της.
Πρόσθετα, τόνισε την ανάγκη όπως η πρόταση νόμου εξεταστεί παράλληλα και στη βάση των προθέσεων και των σχεδιασμών της κυβέρνησης για τη θέσπιση ενιαίας εποπτικής αρχής για την εποπτεία των εταιρειών παροχής διοικητικών υπηρεσιών. Επί τούτου, ενημέρωσε την επιτροπή ότι ο ΣΕΛΚ έχει υποβάλει υπομνήματα στο Υπουργείο Οικονομικών από τον Απρίλιο του 2023, επισημαίνοντας ότι συμφωνεί επί της αρχής με τη θέσπιση ενιαίας εποπτικής αρχής, ωστόσο δεν συμφωνεί με την πρόταση της κυβέρνησης ως αυτή παρουσιάστηκε τον Απρίλιο του 2024.
Οι εκπρόσωποι της ΟΕΒ, του ΚΕΒΕ, του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου και του CYFA συμφώνησαν με τον σκοπό και τις επιδιώξεις της πρότασης νόμου.
Πρόσθετα, ο εκπρόσωπος του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου υπογράμμισε την ανάγκη όπως ελεγχθεί κατά πόσο η πρόταση νόμου είναι συμβατή με τη δέσμη ευρωπαϊκών νομοθεσιών οι οποίες δημοσιεύθηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης τον Ιούνιο του 2024 και αφορούν την αντιμετώπιση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (Anti-Money Laundering-AML).
Ο εκπρόσωπος του Υπουργείου Οικονομικών επισήμανε ότι η 6η ευρωπαϊκή Οδηγία παρέχει τη δυνατότητα σε κάθε κράτος μέλος είτε να αναθέσει την εποπτεία των εταιρειών παροχής διοικητικών υπηρεσιών σε κρατικό φορέα είτε η εν λόγω εποπτεία να συνεχιστεί από τους αυτορρυθμιζόμενους φορείς.
Όπως ενημέρωσε, σύμφωνα με την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, η εποπτεία των εν λόγω εταιρειών θα πραγματοποιείται από τους αυτορρυθμιζόμενους φορείς οι οποίοι θα εποπτεύονται από μία δημόσια εποπτική αρχή.
Πρόσθετα, σημείωσε ότι, σύμφωνα με την υπ’ αριθμόν 5 ευρωπαϊκή Οδηγία, κάθε κράτος μέλος δύναται να λάβει επιπρόσθετα μέτρα όταν υπάρχουν ειδικοί κίνδυνοι προς αντιμετώπισή τους, συνεπώς το κράτος αποφάσισε όπως αντιμετωπίσει τους κινδύνους αναφορικά με τις διοικητικές υπηρεσίες μέσω της εφαρμογής της 6ης ευρωπαϊκής Οδηγίας νωρίτερα με σκοπό την ενίσχυση του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου.
Η εκπρόσωπος της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας επεσήμανε την ανάγκη διασαφήνισης των προνοιών της πρότασης νόμου και διασφάλισης της συμβατότητάς τους με το Σύνταγμα και την αρχή της διάκρισης των εξουσιών, υποστηρίζοντας επί τούτου ότι οι εισηγήσεις του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου για επιβολή υποχρεώσεων στο Υπουργείο Οικονομικών ενδέχεται να παραβιάζουν την εν λόγω αρχή.
Ως εκ τούτου, εισηγήθηκε όπως δοθεί χρόνος στους εκπροσώπους των αρμόδιων υπηρεσιών και εμπλεκόμενων φορέων, ώστε να διαβουλευθούν μεταξύ τους αναφορικά με τις πρόνοιες της πρότασης νόμου και ακολούθως να ενημερώσουν σχετικά την επιτροπή.
Με βάση τα πιο πάνω, η επιτροπή αποφάσισε όπως τροποποιηθεί το κείμενο της πρότασης νόμου, υιοθετώντας τις πιο πάνω εισηγήσεις που υποβλήθηκαν από τη Νομική Υπηρεσία της Δημοκρατίας, με τη σύμφωνη γνώμη των εκπροσώπων των αρμόδιων υπηρεσιών και εμπλεκόμενων φορέων, αλλά με τη διαγραφή της λέξης «βέλτιστη», ως αυτή προτάθηκε, ώστε να προβλέπεται ότι η διαβούλευση αφορά μεταξύ άλλων θέματα συμμόρφωσης των αδειούχων προσώπων με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, περιλαμβανομένων θεμάτων επιμόρφωσης.
Ο αναπληρωτής πρόεδρος και το μέλος της επιτροπής βουλευτές της κοινοβουλευτικής ομάδας του Δημοκρατικού Συναγερμού τάχθηκαν υπέρ της ψήφισης της πρότασης νόμου σε νόμο ως αυτή αναθεωρήθηκε σύμφωνα με τα πιο πάνω.
Τα μέλη της επιτροπής βουλευτές των κοινοβουλευτικών ομάδων ΑΚΕΛ-Αριστερά-Νέες Δυνάμεις και του Δημοκρατικού Κόμματος, το μέλος της επιτροπής βουλευτής της ΔΗΠΑ-Συνεργασία και το μέλος της βουλευτής του Κινήματος Οικολόγων-Συνεργασία Πολιτών επιφυλάχθηκαν να τοποθετηθούν επί της πρότασης νόμου κατά τη συζήτησή της στην ολομέλεια του σώματος.