Οι προκλήσεις του τραπεζικού τομέα είναι σημαντικές και απαιτούν συνεχή προσαρμογή, καινοτομία και επένδυση, δήλωσε ο Υπουργός Οικονομικών, Μάκης Κεραυνός.
Σε χαιρετισμό του στη γενική συνέλευση του συνδέσμου τραπεζών, ο κ. Κεραυνός ανέφερε ότι κορυφαία προτεραιότητα αποτελεί ο ψηφιακός μετασχηματισμός των τραπεζών καθώς οι απαιτήσεις των πελατών για ταχύτητα, ευκολία και εξατομικευμένες ψηφιακές υπηρεσίες αυξάνονται ραγδαία.
«Οι τράπεζες καλούνται να επενδύσουν περαιτέρω σε σύγχρονες τεχνολογίες, από την ανάπτυξη mobile banking εφαρμογών έως την αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης, διασφαλίζοντας παράλληλα την κυβερνοασφάλεια και την πλήρη συμμόρφωση με τα νέα ρυθμιστικά πλαίσια. Αυτός ο μετασχηματισμός δεν είναι απλώς τεχνολογικός, αλλά απαιτεί και αλλαγή κουλτούρας, καθώς και συνεχή εκπαίδευση του ανθρώπινου δυναμικού», τόνισε.
Μια εξίσου κρίσιμη πρόκληση αλλά ταυτόχρονα και ευκαιρία, υπέδειξε, είναι η προώθηση της χρηματοδότησης νεοφυών επιχειρήσεων και καινοτόμων έργων, αναφέροντας ότι το δυναμικό οικοσύστημα των κυπριακών startups χρειάζεται πρόσβαση σε κεφάλαια για να καρποφορήσει.
«Ενώ οι παραδοσιακές τραπεζικές πρακτικές μπορεί να μην ευνοούν πάντα τις επιχειρήσεις υψηλού κινδύνου, καλούμαστε να αναπτύξουμε ευέλικτα χρηματοδοτικά εργαλεία, να εξερευνήσουμε συνεργασίες με Ταμεία Χρηματοδότησης Κεφαλαίου (Venture Capital Funds), όπως ήδη επιτυγχάνεται με το Cyprus Equity Fund και να αξιοποιήσουμε ευρωπαϊκά προγράμματα για να γεφυρώσουμε αυτό το χρηματοδοτικό κενό. Η στήριξη της καινοτομίας είναι επένδυση στο μέλλον της οικονομίας μας και κατ’ επέκταση και στο μέλλον του τραπεζικού τομέα», πρόσθεσε.
Επιπλέον, ανέφερε, οι επενδύσεις σε πράσινη και βιώσιμη ανάπτυξη αποτελούν επιτακτική ανάγκη και στρατηγική επιλογή. Η ενσωμάτωση των κριτηρίων της Περιβαλλοντικής και Κοινωνικής Διακυβέρνησης (ESG) στις χρηματοδοτήσεις και τις επενδύσεις δεν είναι πλέον απλώς μια τάση, σημείωσε, αλλά μια ρυθμιστική υποχρέωση και μια κοινωνική ευθύνη.
«Ενώ το ευρωπαϊκό πλαίσιο εξελίσσεται, με συζητήσεις για την απλοποίηση ορισμένων απαιτήσεων αναφοράς, η ουσία της πράσινης μετάβασης και η ενσωμάτωση των κινδύνων που σχετίζονται με το κλίμα παραμένουν κεντρικές προτεραιότητες. Οι τράπεζες καλούνται να αναπτύξουν πράσινα χρηματοδοτικά προϊόντα, να αξιολογήσουν τους κινδύνους που σχετίζονται με το κλίμα και να συμβάλουν ενεργά στην πράσινη μετάβαση της κυπριακής οικονομίας. Αυτό απαιτεί εξειδίκευση, νέα μοντέλα αξιολόγησης και μια βαθιά δέσμευση για ένα βιώσιμο μέλλον. Κοιτώντας μπροστά, η κυβέρνηση έχει θέσει σαφείς στόχους και προτεραιότητες για τον τραπεζικό τομέα, πλήρως ευθυγραμμισμένους με τις εθνικές αναπτυξιακές μας επιδιώξεις», υπογράμμισε.
Ανθεκτικότητα οικονομίας
Όσον αφορά την κυπριακή οικονομία, σημείωσε ότι τα τελευταία δύο χρόνια έχει επιδείξει αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα και προσαρμοστικότητα, επιτυγχάνοντας έναν από τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης στην Ευρωζώνη. Αυτό, υποστήριξε, κατέστη δυνατό χάρη σε υπεύθυνες δημοσιονομικές πολιτικές που απέδωσαν απτά αποτελέσματα, οδηγώντας σε συνθήκες πλήρους απασχόλησης, ισχυρά δημοσιονομικά πλεονάσματα και συνεχή μείωση του δημόσιου χρέους.
Ειδικότερα, το 2024 η οικονομία αναπτύχθηκε με ρυθμό της τάξης του 3,4%. Ο πληθωρισμός ακολούθησε καθοδική πορεία, περιοριζόμενος στο 2,3%, ενώ η ανεργία υποχώρησε κάτω από το 5%, το χαμηλότερο ποσοστό της τελευταίας δεκαετίας.
Από πλευράς δημοσίων οικονομικών, πρόσθεσε ο υπουργός, η Κύπρος συγκαταλέγεται πλέον ανάμεσα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τις καλύτερες επιδόσεις. «Με την υλοποίηση ορθής δημοσιονομικής διαχείρισης, επιτυγχάνουμε υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, κάτι που μας επιτρέπει να επιταχύνουμε τη σημαντική μείωση του δημόσιου χρέους», ανέφερε.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις, το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ αναμένεται να πέσει κάτω από το όριο του 60% μέχρι το 2026, «ενισχύοντας περαιτέρω την αξιοπιστία και τη φερεγγυότητα της χώρας μας. Εξέφρασε τη θέση ότι η πρόσφατη απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να αφαιρέσει την Κύπρο από την κατηγορία των χωρών με "μακροοικονομικές ανισορροπίες" αποτελεί έμπρακτη αναγνώριση των προσπαθειών και της επιτυχίας αυτής της πολιτικής».
Προσέλκυση νέων επενδύσεων
Παράλληλα, ανέφερε ότι η συνολική πρόοδος στην οικονομία, η δημοσιονομική πειθαρχία και η ενίσχυση της διεθνούς αξιοπιστίας της χώρας μας δημιουργούν παράλληλα και το κατάλληλο περιβάλλον για την προσέλκυση νέων ξένων επενδύσεων που αναδεικνύονται σε έναν από τους ισχυρότερους κινητήριους μοχλούς της οικονομίας.
«Η Κύπρος έχει μετατραπεί σε έναν ελκυστικό και ασφαλή προορισμό για διεθνείς επενδυτές, κάτι που επιβεβαιώνεται από εντυπωσιακά στοιχεία. Το 2023, καταγράψαμε τη μεγαλύτερη αύξηση άμεσων ξένων επενδύσεων στην Ευρώπη, με αύξηση της τάξης του 129% και εισροές που ανήλθαν σε περίπου 3,2 δισεκατομμύρια ευρώ, δημιουργώντας παράλληλα χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας», τόνισε.
«Αυτή η θετική δυναμική συνεχίστηκε και το 2024, με συνεχή εισροή κεφαλαίων και μετεγκαταστάσεις εταιρειών. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό ότι αυτή η εισροή κεφαλαίων συμβάλλει στη μείωση της εξάρτησης της οικονομίας μας από τους παραδοσιακούς τομείς και οδηγεί στην ανάδειξη νέων, δυναμικών πυλώνων ανάπτυξης. Ο τομέας της υψηλής τεχνολογίας (ICT) έχει αναδειχθεί σε αιχμή του δόρατος, ενώ σημαντική ανάπτυξη παρατηρείται επίσης στα επενδυτικά ταμεία, στην πράσινη και βιώσιμη ανάπτυξη, καθώς και στις επαγγελματικές και χρηματοοικονομικές υπηρεσίες», είπε.
Σύμφωνα με τον κ. Κεραυνό, η χρηματοπιστωτική σταθερότητα είναι κρίσιμης σημασίας για τη συνέχιση μιας σταθερής αναπτυξιακής, οικονομικής πολιτικής, και εδώ, ο ρόλος του τραπεζικού συστήματος είναι αναμφίβολα κρίσιμος, σημειώνοντας ότι το κυπριακό τραπεζικό σύστημα έχει επανέλθει σε υγιή τροχιά και αποτελεί πλέον έναν αξιόπιστο και σταθερό πυλώνα, έτοιμο να στηρίξει τις αναπτυξιακές προσπάθειες της χώρας.
«Η σταθερή αυτή εικόνα επιτρέπει στις τράπεζες να επιτελούν, με ακόμη μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα, τον κομβικό και πολυδιάστατο ρόλο τους στην κυπριακή οικονομία. Η άσκηση τραπεζικής έχει νόημα όταν αποτελεί τον αιματοδότη της πραγματικής οικονομίας, ως ο αιμοδότης των νοικοκυριών και κυρίως των επιχειρήσεων, ιδιαίτερα των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων (ΜΜΕ), που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της κυπριακής επιχειρηματικότητας», σημείωσε.
Αν και το κυπριακό τραπεζικό σύστημα έχει επιδείξει αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα και πρόοδο, δεν παύει να βρίσκεται αντιμέτωπο με ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο και απαιτητικό περιβάλλον, παρατήρησε.
Πρώτιστος στόχος, τόνισε, είναι η περαιτέρω ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του τραπεζικού τομέα. Αυτό περιλαμβάνει όχι μόνο τη διατήρηση των ισχυρών κεφαλαιακών δεικτών και της υψηλής ρευστότητας, αλλά και την απελευθέρωση ακόμη μεγαλύτερων δυνατοτήτων για ενίσχυση της δανειοδοτικής δραστηριότητας προς την πραγματική οικονομία. Γι’ αυτό, συμπλήρωσε, στηρίζουμε σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τη συζήτηση που γίνεται για απλοποίηση των διαδικασιών, την ύπαρξη κανονισμών χωρίς υπερβολές, ώστε να μειωθεί η γραφειοκρατία που κρατά δέσμια την ανταγωνιστικότητα.
Προσδοκία μας, συνέχισε, είναι οι τράπεζες να χρηματοδοτούν με ακόμη μεγαλύτερη ένταση τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, τα πράσινα έργα και τις καινοτόμες πρωτοβουλίες, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα την ποιότητα του δανειακού τους χαρτοφυλακίου. Σημαντικό είναι, επίσης, να επιδεικνύουν μεγαλύτερη ευελιξία στους όρους χρηματοδότησης, προσφέροντας πιο ανταγωνιστικά επιτόκια, ώστε να διευκολυνθεί η πρόσβαση σε κεφάλαια τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τα νοικοκυριά.
Η συνεχής επένδυση στον ψηφιακό μετασχηματισμό, η ενίσχυση της στοχευμένης εξωστρέφειας καθώς και η ανάπτυξη νέων, σύγχρονων προϊόντων και υπηρεσιών, είναι επίσης απαραίτητες προϋποθέσεις ώστε ο τομέας να παραμείνει στην αιχμή των εξελίξεων.
Παράλληλα, ο υπουργός αναγνώρισε την επιτακτική ανάγκη για αναβάθμιση της χρηματοοικονομικής εκπαίδευσης και ενημέρωσης των πολιτών και των επιχειρήσεων.
Τέλος και ίσως το σημαντικότερο, τόνισε, είναι η προετοιμασία για τις μελλοντικές προκλήσεις και ευκαιρίες. Το παγκόσμιο περιβάλλον εξελίσσεται ραγδαία, η πράσινη και η ψηφιακή μετάβαση αποτελούν τις δύο «δίδυμες» προκλήσεις, αλλά και τις μεγαλύτερες ευκαιρίες για τη δημιουργία νέων αγορών, προϊόντων και υπηρεσιών.
Οι τράπεζες, είπε. οφείλουν να σταθμίζουν στις πολιτικές τους, τους κινδύνους που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή, και να διαδραματίσουν πρωταγωνιστικό ρόλο στη χρηματοδότηση της μετάβασης προς μια βιώσιμη οικονομία.
Επιπρόσθετα, η προσαρμογή στις συνεχώς εξελισσόμενες ρυθμιστικές απαιτήσεις, καθώς και η αποτελεσματική διαχείριση των γεωπολιτικών αναταράξεων, είναι απαραίτητες για τη διατήρηση της ανθεκτικότητας και της μακροπρόθεσμης σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος.