*Του Χριστόδουλου Πατσαλίδη
Η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου («ΚΤΚ») ιδρύθηκε το 1963, λίγο μετά την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η ίδρυσή της βασίστηκε στον περί Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμο του 1963 και στα σχετικά άρθρα του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Έκτοτε το νομοθετικό πλαίσιο που ρυθμίζει τη λειτουργία της ΚΤΚ τροποποιήθηκε ουσιωδώς δύο φορές για σκοπούς συμβατότητας με τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το Καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας («ΕΚΤ»): Το 2002 με την προσχώρηση της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το 2007 με την ένταξη στη ζώνη του ευρώ.
Οι εν λόγω τροποποιήσεις στόχευσαν πρωτίστως στην προσαρμογή του νομοθετικού πλαισίου στις ευρωπαϊκές απαιτήσεις και ειδικότερα στη διασφάλιση της θεσμικής ανεξαρτησίας, με περιορισμένη εστίαση στη λειτουργική αποτελεσματικότητα της τράπεζας. Οι διαχρονικές όμως εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία και οι επιταχυνόμενοι ρυθμοί της τεχνολογικής ανάπτυξης, η αναβάθμιση των ευρωπαϊκών θεσμών, καθώς και η ενίσχυση και διεύρυνση του ρόλου της ΕΚΤ, έχουν αναδείξει τις δομικές αδυναμίες του μοντέλου διακυβέρνησης της ΚΤΚ.
Ως αποτέλεσμα, το σημερινό μοντέλο διακυβέρνησης είναι πλέον παρωχημένο και δεν ανταποκρίνεται ικανοποιητικά στις απαιτήσεις και υποχρεώσεις μιας σύγχρονης Κεντρικής Τράπεζας μέλους του ευρωσυστήματος (του δικτύου δηλαδή των εθνικών κεντρικών τραπεζών της ζώνης του ευρώ και της ΕΚΤ). Αναφέρομαι σε ουσιαστικές αδυναμίες και θεσμικές δυσλειτουργίες. Αναφέρομαι, μεταξύ άλλων, στις υπερβολικές εξουσίες και υποχρεώσεις που συγκεντρώνονται στον διοικητή, χωρίς τη δυνατότητα εκχώρησής τους, έστω και μερικώς. Αναφέρομαι, επίσης, στο διοικητικό συμβούλιο (πλειοψηφικά μη εκτελεστικό), το οποίο στερείται της δυνατότητας να διαχειρίζεται θέματα του ευρωσυστήματος, ενώ οι αρμοδιότητες της ΚΤΚ ως μέλος του ευρωσυστήματος επεκτείνονται διαρκώς.
Επισημαίνεται ότι σήμερα, πέραν του 25% του ανθρώπινου δυναμικού της ΚΤΚ συμμετέχει στις επιτροπές και στις ομάδες εργασίας της ΕΚΤ με τη συνεχή υποστήριξη και τη συμβολή στελεχών από όλες τις γενικές διευθύνσεις/διευθύνσεις της τράπεζας. Επιπρόσθετα, εκπρόσωποι της ΚΤΚ συμμετέχουν στο εποπτικό συμβούλιο του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού καθώς και στα διοικητικά συμβούλια συναφών ευρωπαϊκών θεσμών, όπως είναι η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου, ο Ενιαίος Μηχανισμός Εξυγίανσης και η νέα Ευρωπαϊκή Αρχή Καταπολέμησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας.
Η ΚΤΚ καλείται να επιτελέσει έναν βαρυσήμαντο και πολυδιάστατο ρόλο για την οικονομία και την κοινωνία. Αναλαμβάνοντας τη διττή της αποστολή υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον της Κύπρου και συμβάλλει στη διαμόρφωση της ενιαίας οικονομικής πολιτικής της ευρωζώνης.
Συγκεκριμένα, ο διοικητής της ΚΤΚ συμμετέχει στο διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ το οποίο χαράσσει τη νομισματική πολιτική στη ζώνη του ευρώ. Η ΚΤΚ είναι μέλος του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού, ο οποίος ασκεί τα τραπεζικά εποπτικά καθήκοντα της ΕΚΤ, με τη συμμετοχή των εθνικών εποπτικών αρχών. Η KTK ενεργεί ως μακροπροληπτική αρχή για τη διασφάλιση της χρηματοοικονομικής σταθερότητας, καθώς και ως αρχή εξυγίανσης. Έχει αρμοδιότητα για την αδειοδότηση και εποπτεία χρηματοοικονομικών οντοτήτων όπως ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος, ιδρύματα πληρωμών και διαχειριστές πιστώσεων. Στο πλαίσιο αυτό ενεργεί και για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Παράλληλα, διαχειρίζεται τα συναλλαγματικά αποθέματα της Δημοκρατίας, ασκεί καθήκοντα τραπεζίτη της Δημοκρατίας, επιβλέπει την ομαλή λειτουργία των συστημάτων πληρωμών και διακανονισμού συναλλαγών και συλλέγει, επεξεργάζεται και διανέμει στατιστικά στοιχεία. Τέλος, προάγει τη χρηματοοικονομική δεοντολογία και τον χρηματοοικονομικό αλφαβητισμό και παιδεία.
Η συμμετοχή της ΚΤΚ στο ευρωσύστημα αποτελεί προνόμιο που προσφέρει σημαντικά οφέλη και ευκαιρίες, τα οποία η τράπεζα δεν έχει ακόμη πλήρως αξιοποιήσει. Ταυτόχρονα δημιουργεί υποχρεώσεις για την εκπλήρωση των οποίων υπάρχουν σημαντικά περιθώρια εξέλιξης. Οι γεωπολιτικές, οικονομικές και τεχνολογικές εξελίξεις, καθώς και η εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, επιβάλλουν στην ΚΤΚ γρήγορα αντανακλαστικά και ευελιξία. Συγχρόνως, το πεδίο αρμοδιοτήτων της ΚΤΚ επεκτείνεται μέσω νέων ευρωπαϊκών νομοθετημάτων αλλά και μέσω της ανάθεσης επιπρόσθετων αρμοδιοτήτων στο επίπεδο της χώρας.
Όλα τα πιο πάνω, επιβάλλουν την ανάγκη για ουσιαστική μεταρρύθμιση της ΚΤΚ σε μια σύγχρονη κεντρική τράπεζα, μέσω της υιοθέτησης ενός μοντέλου διακυβέρνησης που να διασφαλίζει ευελιξία, συλλογικότητα, και αποτελεσματικότερη λειτουργία.
Στην ομιλία μου στη συνεδρία της κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών και Προϋπολογισμού για τον κρατικό προϋπολογισμό του 2026, αναφέρθηκα στην πρόταση που υπέβαλα πρόσφατα στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και στον υπουργό Οικονομικών για εκσυγχρονισμό του μοντέλου διακυβέρνησης της ΚΤΚ. Η πρόταση περιλαμβάνει νομοθετικές τροποποιήσεις για την οικοδόμηση μιας δομής διακυβέρνησης που θα επιτρέψει στην ΚΤΚ να ανταποκρίνεται επαρκώς στον θεσμικό της ρόλο και στην αποστολή της και να δρα με στρατηγική διορατικότητα, προνοητικότητα και αποτελεσματικότητα απέναντι στις προκλήσεις. Το προτεινόμενο μοντέλο διακυβέρνησης βασίζεται στο λιτό και αποτελεσματικό σχήμα της Deutsche Bundesbank, της Κεντρικής Τράπεζας της Γερμανίας.
Η προτεινόμενη μεταρρύθμιση
Η προτεινόμενη μεταρρύθμιση προβλέπει εξαμελές εκτελεστικό συμβούλιο ως το ανώτατο διοικητικό όργανο στο οποίο οι αποφάσεις λαμβάνονται συλλογικά, κατά πλειοψηφία. Ο διοικητής είναι πρόεδρος του συμβουλίου, με αντιπρόεδρο τον υποδιοικητή. Τα μέλη του συμβουλίου έχουν επταετή, μη ανανεώσιμη θητεία. Με βάση τις πρόνοιες της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο διοικητής είναι μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, όπως και σήμερα.
Τα ουσιώδη πλεονεκτήματα του εν λόγω μοντέλου είναι η συλλογική, μα λιτή συγκρότηση του ανώτατου διοικητικού οργάνου, καθώς και η εκτελεστική του ιδιότητα. Η ιδιότητα αυτή επιτρέπει τη λειτουργική κατανομή των εξουσιών και αρμοδιοτήτων, και την πιο αποτελεσματική συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων εντός των θεσμικών οργάνων του ευρωσυστήματος.
Η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου διανύει πλέον την έβδομη δεκαετία λειτουργίας της. Η ανάγκη για ουσιαστική μεταρρύθμιση δεν είναι απλώς επίκαιρη, αλλά επιτακτική. Η πρωτοβουλία αυτή αποτελεί καθοριστικό βήμα ενίσχυσης του θεσμού, προκειμένου να ανταποκρίνεται πιο αποτελεσματικά στις προκλήσεις και προοπτικές που διαμορφώνει το μέλλον. Ο υπέρτατος σκοπός είναι η διαχρονική παρουσία της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου ως πυλώνας σταθερότητας και ανάπτυξης για την κυπριακή οικονομία, και ως αξιόπιστος και πολύτιμος εταίρος στο ευρωσύστημα.
*Διοικητή Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου






