Τριάντα μήνες σχεδόν στην Προεδρία της Δημοκρατίας ο Νίκος Χριστοδουλίδης αποδεικνύει καθημερινά ότι ακόμη δεν είναι σε θέση να λειτουργήσει ως ο ηγέτης ο οποίος θα πάρει πάνω του τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει η κοινωνία. Επιχειρεί βεβαίως με διάφορους τρόπους και προσπάθειες τον εξωραϊσμό της πολιτικής του πρακτικής, κάτι που πλέον δεν αποτελεί έκπληξη για κανέναν, ενώ ως φαινόμενο τονίζει την προσωπική του αντίληψη για το πώς ο ίδιος αντιλαμβάνεται τη διακυβέρνησή του.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, μπροστά στην αδυναμία του να δώσει λύσεις ή να δημιουργήσει προϋποθέσεις για κάτι τέτοιο στα καίρια ζητήματα, πολλάκις παρουσιάζεται ως άλλος κοινοτάρχης που τρέχει στις κοινότητες ως άλλος έπαρχος όπου εξαγγέλλει έργα τα οποία, είτε ήδη λειτουργούν είτε βρίσκονται σε εξέλιξη από την προηγούμενη κυβερνητική περίοδο. Ενίοτε, ως διευθυντής Αστυνομικής Διεύθυνσης όπως την περασμένη Παρασκευή, όπου «αιφνιδίως» αλλά και υπό την επίβλεψη των ΜΜΕ μπούκαρε στην Αστυνομική Διεύθυνση Λάρνακας για να επιλύσει ο ίδιος το πρόβλημα που όντως υφίσταται με τη δράση μιας ομάδας νεαρών αλλοδαπών στο παραλιακό μέτωπο. Μοίρασε καθήκοντα ως άλλος επιτελάρχης που λαμβάνει αποφάσεις για επιτελικές πράξεις και αποφασίζει για τη δημιουργία ομάδας κρούσης η οποία θα περιπολεί στην τουριστική περιοχή της πόλης.
Η επικίνδυνη σπουδή
Πού οδηγεί η σπουδή του Προέδρου να υπερκεράσει τα καθήκοντα τα οποία ανήκουν, είτε στον αστυνομικό διευθυντή Λάρνακας, είτε στον αρχηγό της Αστυνομίας, είτε στο ίδιο τον υπουργό Δικαιοσύνης; Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έχει συναίσθηση ότι ο τρόπος της παρέμβασής του στην Αστυνομική Διεύθυνση της Λάρνακας αποτελεί κραυγαλέο άδειασμα αυτών που ίδιος διόρισε για να επιτελέσουν τα καθήκοντα αλλά και να αναλάβουν τις ευθύνες που τους αναλογούν; Συνειδητοποιεί ο κύριος Χριστοδουλίδης ότι ο τρόπος που χειρίζεται παρόμοιας φύσης ζητήματα εκθέτουν τους υφιστάμενούς του, αλλά και τον ίδιο τον θεσμό της Προεδρίας; Δικαιολογώντας την Παρασκευή την παρουσία του στην Αστυνομική Διεύθυνση στη Λάρνακα, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είπε και το αμίμητο πως κάνει την παρέμβασή του γιατί τον «ενημέρωσαν πολίτες προσωπικά».
Στην παράστασή του την Παρασκευή σημειώνεται ότι ο Πρόεδρος εξήγγειλε μέτρα που αφορούν το πρόβλημα που αντιμετωπίζει η κεντρική παραλιακή περιοχή της Λάρνακας, τα οποία δεν παρεκκλίνουν από τα όσα έχει εξαγγέλλει πριν έναν χρόνο ο αρμόδιός του υπουργός.
Επικοινωνιακή παράσταση
Το επικοινωνιακό σόου του Νίκου Χριστοδουλίδη στη Λάρνακα είναι αναγκαίο να υπερτονιστεί. Γιατί πέραν της εικόνας που δημιουργείται, στην ουσία αποτυπώνονται και ορισμένες παράμετροι που τον εκθέτουν.
• Τεράστιο προεδρικό ατόπημα να καλέσει τα δικαστήρια να διατάσσουν την κράτηση προσώπων μέχρι την εκδίκαση των υποθέσεων που τα αφορά.
• Ταυτόχρονα επιχειρεί να εξωραΐσει τη δήλωσή του, υποστηρίζοντας ότι δεν επιθυμεί παρέμβαση στη δικαστική εξουσία, η οποία ωστόσο είναι εκεί και είναι πρωτοφανής.
Η επικοινωνιακή παράσταση του Προέδρου της Δημοκρατίας την περασμένη Παρασκευή δεν είναι εκπλήττει κανέναν. Είναι προφανώς μια προεδρική διέξοδος, θεωρητικά εύκολη για να υπερκεράσει τις πραγματικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Προεδρία αλλά και ο ίδιος ως προσωπικότητα, αφού απέδειξε επανειλημμένως ότι δεν είναι σε θέση ούτε καν να τις κατανοήσει.
Το μεγάλο ωστόσο πρόβλημα του Προέδρου της Δημοκρατίας, στο φόντο όσων κατά τακτά διαστήματα εμφανίζεται πρωταγωνιστής, είναι πως ασκώντας την εκτελεστική εξουσία δεν είναι σε θέση να αντιπαλέψει την εμμονή του για μια συνεχή αλλά και μονότονη ταύτισή του με μια επεξεργασμένη εικόνα επικοινωνιακού χαρακτήρα της οποίας έχει καταστεί αιχμάλωτος. Η καθημερινή του έγνοια, επιμετρώντας πλέον και τις πραγματικές δυνάμεις που τον ακολουθούν, τριάντα σχεδόν μήνες μετά την εκλογή του, είναι εξόφθαλμο πως αυτή η τάση διακυβέρνησής του, κατά βάση μικρής αντικειμενικά εμβέλειας και παρεμφερών ζητημάτων, αποτελεί το σημείο αναφοράς του, καθεστώς το οποίο ενισχύεται όσο αρχίζει να διαμορφώνεται το πλαίσιο των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων από τις οποίες θα αντλήσει τις πιθανότητες επανεκλογής του.
Ο συνομιλητής
Είναι πασιφανές πως τη δεδομένη στιγμή ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έχει ως βασικό του συνομιλητή του την ακροδεξιά, την οποία επιχειρεί να διατηρήσει στο περιβάλλον επαφής του ως ένας δυνητικός σύμμαχος. Αυτή η τάση δεν αποκρύπτεται έστω και αν ο ίδιος θα ήθελε να είχε πιο διακριτικά χαρακτηριστικά. Ωστόσο, δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια απεγκλωβισμού από πρακτικές που τον καθιστούν προσιτή προσωπικότητα της ακροδεξιάς και τον διατηρεί σταθερά ως το βασικό της συνομιλητή.
Η επιλογή αυτή του Προέδρου είναι πολιτική και αφορά αποκλειστικά το μέλλον του. Είναι όμως μια ευάλωτη επιλογή η οποία μπορεί ανά πάσα στιγμή να αλλάξει. Παραμένουν ωστόσο αναλλοίωτα στα τρία σχεδόν χρόνια διακυβέρνησής του ορισμένα βασικά ερωτήματα τα οποία έχουν δυνητικό χαρακτήρα. Ερωτήματα τα οποία τέθηκαν στο παρελθόν, αλλά όσο μεγεθύνεται ο χρόνος διακυβέρνησής του γίνονται ακόμη μια έντονα.
Είναι σε θέση ο Νίκος Χριστοδουλίδης να στείλει το μήνυμα ότι θα λειτουργήσει με στόχο την αναστροφή της κοινωνικής απογοήτευσης που προκαλεί η Προεδρία του;
• Μπορεί δυνητικά ο Νίκος Χριστοδουλίδης να ξεφύγει από το πλαίσιο το οποίο ο ίδιος έχει δημιουργήσει σε σχέση με τον τρόπο με τον οποίο πολιτεύεται;
• Είναι σε θέση να εξοστρακίσει τα προσωπικά βαρίδια-αδυναμίες που υπονομεύουν την ίδια την εξουσία του η οποία προέκυψε από την πλειοψηφία των πολιτών;
Ο διαρρεύσας χρόνος και η προεδρική πρακτική ουσιαστικά δίνουν και τις απαντήσεις. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αποτυγχάνει να μιλήσει με σοβαρότητα στην κοινή γνώμη και η κοινωνία έπαψε σε ποσοστά που ξεπερνούν το 80% να θεωρεί την Προεδρία ως φερέγγυα στην επίλυση των μεγάλων προβλημάτων που αντιμετωπίζει.
Αυτό το πολιτικό στρίμωγμα οδηγεί τον Νίκο Χριστοδουλίδη σε επιλογές καθαρά επικοινωνιακού χαρακτήρα. Ταυτόχρονα, αποπροσανατολίζεται από την ουσία της Προεδρίας και ενίοτε μετατρέπεται ο ίδιος σε εκτελεστικό φορέα αλλά και επιδειξία καθηκόντων που ανήκουν στους υφιστάμενούς του, όπως αυτό συνέβη την περασμένη Παρασκευή στη Λάρνακα. Ένα κανονικό άδειασμα στην αξιοπιστία των φορέων εξουσίας της πόλης και κυρίως στον αρχηγό της Αστυνομίας και στον υπουργό Δικαιοσύνης. Αν υπήρξε σε χώρο των εξουσιών η παραμικρή ευθιξία, λογικώς εχόντων των πραγμάτων θα έπρεπε να ανακοινώνονταν τουλάχιστον δύο παραιτήσεις.