Τα έχουμε αναφέρει πάρα πολλές φορές. Τα επαναλαμβάνουμε με αφορμή την ασύλληπτου μεγέθους καταστροφή από την πυρκαγιά στα κρασοχώρια Λεμεσού. Μήπως και φυσήξει κάποιος ούριος άνεμος και αποκολληθεί από τα στάσιμα νερά το ακυβέρνητο καράβι μας. Χρειάζονται τομές και δομικές αλλαγές για να λειτουργήσει σωστά με σύγχρονες και αποτελεσματικές μεθόδους αυτό το κράτος. Κάτι πολύ δύσκολο να επιτευχθεί αφού υπάρχει έλλειμμα ηγεσίας. Πολύ εύστοχο πάνω στο θέμα αυτό, το άρθρο του Παύλου Μ. Παύλου στον ΠΟΛΙΤΗ της Κυριακής (03/08) με τίτλο «Η διάχυση ευθυνών και ο συντηρητισμός».
Ακολουθούν επιλεκτικά αποσπάσματα από εισηγήσεις που έγιναν κατά καιρούς σε αρμόδιους φορείς και οι οποίες είναι δυνατόν να συμβάλουν στην ανάπτυξη του αγροτικού τομέα στην Κύπρο. Σχετικά άρθρα έχουν δημοσιευτεί στον ΠΟΛΙΤΗ (10/06/2020) και στον ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟ (14/02/2021).
Α. Σύσταση Συμβουλίου Εθνικής Αγροτικής Πολιτικής
Ως καθολική πρακτική, η αγροτική πολιτική στα άλλα κράτη διαμορφώνεται με βάση τις εισηγήσεις ενός εθνικού συμβουλευτικού οργάνου και όχι μόνο από κυβερνητικά τμήματα ή μέσα από κομματικά προγράμματα διακυβέρνησης. Αποτελεί αδήριτη ανάγκη και για τη χώρα μας να εκσυγχρονιστεί προχωρώντας στη σύσταση Συμβουλίου Εθνικής Αγροτικής Πολιτικής ως πρώτο βήμα. Εκτός από τα πρόδηλα οφέλη, θα αποφεύγονται και σοβαρά λάθη όπως στο παρελθόν (π.χ. επιδοτούμενη καταστροφική εκρίζωση παραδοσιακών αμπελώνων, ανεξέλεγκτη εισαγωγή και διάδοση ξενικών ποικιλιών ελιάς με διάφορες αρνητικές συνέπειες μεταξύ των οποίων και κυπριακό ελαιόλαδο χωρίς ταυτότητα, τραγικός χειρισμός του φακέλου για το χαλούμι, μετατροπή γόνιμης και αρδεύσιμης γεωργικής γης σε φωτοβολταϊκά πάρκα κλπ), και θα αποκλείεται η οποιαδήποτε πιθανότητα ευνοιοκρατικής μεταχείρισης επαγγελματικών ομάδων ή ατόμων προς εξυπηρέτηση όχι της εθνικής αγροτικής οικονομίας, αλλά συγκεκριμένων συμφερόντων. Εδώ ακριβώς είναι το πρόβλημα! Αντιδρά έντονα η εκάστοτε εξουσία στο ενδεχόμενο μείωσης των δυνατοτήτων ευνοιοκρατικής παρέμβασης της. Θέλει να κρατεί τα κλειδιά και τις πόρτες κλειδωμένες για τους πολλούς και να τις ανοίγει για τους ημέτερους.
Β. Ελεγχόμενη βόσκηση στα δάση: μείωση κινδύνου και επιπτώσεων πυρκαγιάς
Εφ' όσον η πυκνότητα των ζώων είναι ανάλογη με το είδος και την ποιότητα των βοσκότοπων, γίνεται ορθή διαχείριση κατά τη βόσκηση, και παρέχεται η απαραίτητη συμπληρωματική τροφή, πολλά είναι τα οφέλη για τα ζώα και τον άνθρωπο, και θετικές οι επιπτώσεις στο περιβάλλον από τη βόσκηση:
1. Συμβάλλει στη διατήρηση του αγροτικού περιβάλλοντος, της φυτικής βιοποικιλότητας, της αειφορικής χρήσης των φυσικών πόρων, στον εμπλουτισμό των εδαφών με θρεπτικά συστατικά (κοπριά) και με σπόρους διαφόρων φυτικών ειδών.
2. Αποτελεί εφαρμοσμένη μέθοδο διαχείρισης δασικών οικοσυστημάτων συμβάλλοντας στον περιορισμό της υπερβολικής βλάστησης από πολυετή, κυρίως θαμνώδη είδη, στην παρεμπόδιση δημιουργίας αδιαπέραστων για τον άνθρωπο φυτικών φραγμών, και το πλέον σημαντικό, στη μείωση κινδύνου πυρκαγιάς και επιπτώσεων από πυρκαγιά, καθώς μειώνεται σημαντικά η ξηρή βιομάζα από εποχιακά κυρίως είδη που λειτουργούν ως συνεχές στρώμα καύσιμης ύλης, ενώ σε περίπτωση πυρκαγιάς, αυτή τίθεται ταχύτερα και ευκολότερα υπό έλεγχο. Η βόσκηση αξιοποιείται ως οικολογική μέθοδος και για καθαρισμό αντιπυρικών λωρίδων από την εποχιακή βλάστηση. Σε πολλές χώρες (π.χ. Ισπανία) επιδοτείται η βόσκηση γι' αυτό το σκοπό.
3. Με τη βόσκηση αξιοποιείται ένας πολύτιμος φυσικός πόρος, μια πλούσια πηγή χονδροειδών ζωοτροφών των οποίων η ντόπια παραγωγή είναι ελλειμματική. Συνεπώς, η βόσκηση συνεισφέρει στην αειφορία και στην αυτάρκεια.
4. Ζώα που βόσκουν σε σύγκριση με ενσταυλισμένα, δίνουν προϊόντα με καλύτερα ποιοτικά χαρακτηριστικά και αυξημένα επίπεδα ουσιών με θετική επίδραση στην ανθρώπινη υγεία. Επίσης, προάγει την υγεία/ευζωία εκτρεφόμενων ειδών και τη βελτιστοποίηση της αποδοτικότητας τους.
5. Αποτελεί εργαλείο αξιοποίησης και διατήρησης αυτόχθονων φυλών που κινδυνεύουν να εξαλειφθούν όπως είναι το κυπριακό παχύουρο πρόβατο και η αίγα Μαχαιρά, και κατοχύρωσης παραδοσιακών προϊόντων προέλευσης. Τα τελευταία, θα πρέπει να φέρουν το ιδιαίτερο αποτύπωμα της αυτόχθονης βιοποικιλότητας, δηλαδή τη φυλή και τη βλάστηση (ζωοτροφές).
Ειδικά η αίγα, αναγνωρίζεται παγκοσμίως ως πολύτιμο ζώο για σκοπούς διαχείρισης διαφόρων οικοσυστημάτων, και για την ικανότητα αξιοποίησης χαμηλής αξίας ποωδών και ξυλωδών φυτών. Στις ελεύθερες περιοχές της Κύπρου τελεί υπό διωγμόν. Ο περί αιγών Νόμος (Κεφ. 66) Ανακ. 307, 6(Ι)/2005, χρησιμοποιήθηκε για να εκδιωχθούν οι αίγες από τις πλείστες αγροτικές κοινότητες. Ο Νόμος αυτός που βασίστηκε σε νομοθεσία του 1935 και ψηφίστηκε μετά την ένταξη μας στην ΕΕ, προνοεί να ψηφίζουν κατά τη σχετική ψηφοφορία και οι απόντες κάτοικοι, υπέρ του αποκλεισμού των αιγών από την κοινότητα τους. Περαιτέρω σχόλια περιττεύουν.
Η επανεισαγωγή των μικρών μηρυκαστικών στα δάση μας είναι μεν δύσκολο αλλά αναγκαίο εγχείρημα το οποίο θα συμβάλει ουσιαστικά και στην αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών.
Αίγες της φυλής Σκοπέλου στο ομώνυμο νησί δίπλα σε δάσος στο οποίο βόσκουν καθημερινά
Γ. Έρευνα-Εκπαίδευση-Εφαρμογές
Τα ερευνητικά ιδρύματα σε οποιοδήποτε τομέα οικονομικής δραστηριότητας δεν επικεντρώνονται μόνο στην έρευνα αλλά αποτελούν ταυτόχρονα και εκπαιδευτικά κέντρα (π.χ. Ινστιτούτο Κύπρου), ή είναι στενά και άμεσα συνδεδεμένα με πανεπιστήμια (π.χ. INRAE στη Γαλλία) εξυπηρετώντας το τρίπτυχο Έρευνα-Εκπαίδευση-Εφαρμογές που αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της ανάπτυξης. Το Ινστιτούτο Γεωργικών Ερευνών (ΙΓΕ) Κύπρου θα έπρεπε να ήταν άμεσα συνδεδεμένο με το Τμήμα Γεωπονικών Επιστημών, Βιοτεχνολογίας και Επιστήμης Τροφίμων του ΤΕΠΑΚ, και ουσιαστικά να αποτελούσε ερευνητικό πανεπιστημιακό κέντρο με αναβάθμιση του επιπέδου του, και ακαδημαϊκές προοπτικές για το προσωπικό του. Οι όποιες διμερείς συμφωνίες συνεργασίας είτε μεταξύ των δύο ιδρυμάτων, είτε με άλλα ερευνητικά/πανεπιστημιακά ιδρύματα δεν μπορούν να υποκαταστήσουν μια άμεση και αποδοτική σχέση μεταξύ τους για το καλό του τόπου. Η εισήγηση αυτή υποβλήθηκε στο παρελθόν αλλά για συνδικαλιστικούς λόγους δεν προχώρησε η υλοποίηση της.
Δ. Κυπριακό Κέντρο Αμπέλου
Επαναφορά σε τροχιά ανάπτυξης του τομέα της παραγωγής επιτραπέζιων σταφυλιών με αξιοποίηση πρώιμων και όψιμων ποικιλιών σε 2 ζώνες (παραλιακή, ορεινή). Είναι απογοητευτικό το γεγονός της εισαγωγής επιτραπέζιων σταφυλιών, ακόμα και σουλτανίνας τον Οκτώβρη-Νιόβρη (ενώ θα μπορούσαμε να την παράγουμε αυτούς τους μήνες στα ορεινά). Οι δυνατότητες εγχώριας κατανάλωσης και εξαγωγών είναι πολύ καλές. Για τα οινοποιήσιμα σταφύλια και σε συνεργασία με τα ιδιωτικά οινοποιεία, χρειάζεται ενίσχυση της έρευνας για τις αυτόχθονες ποικιλίες και η διεξαγωγή συγκριτικών μελετών στα δύο διακριτά περιβάλλοντα (κρασοχώρια/ασβεστολιθικά εδάφη – ψηλότερα ορεινά/ηφαιστειογενή εδάφη). Και για τις δυο κατηγορίες σταφυλιών (επιτραπέζια, οινοποιήσιμα), θα πρέπει να εκπονηθεί και να υλοποιηθεί από ομάδα ειδικών ένα πρόγραμμα γενετικής βελτίωσης (κλωνική επιλογή, δημιουργία νέων ποικιλιών). Η αποσπασματική ενασχόληση διαφόρων φορέων του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα με το αμπέλι, συνεπάγεται διάσπαση και σπατάλη μέσων και ανθρώπινου δυναμικού, οδηγώντας σε πενιχρά αποτελέσματα. Η δημιουργία Κυπριακού Κέντρου Αμπέλου, που θα έπρεπε να είχε γίνει προ πολλού, θα συμβάλει με συντονισμένο τρόπο στην ουσιαστική ανάπτυξη και βελτίωση της πιο σημαντικής ξηρικής καλλιέργειας της χώρας με θετικές επιπτώσεις στο περιβάλλον της υπαίθρου, και σε περίπτωση πυρκαγιάς, στον περιορισμό της.
Ε. Ίδρυση Πανεπιστημιακού Αγροπεριβαλλοντικού Κέντρου
Το Τμήμα Γεωπονικών Επιστημών, Βιοτεχνολογίας και Επιστήμης Τροφίμων του ΤΕΠΑΚ, υπέβαλε πρόταση από το 2013 στο ΥΓΑΑΠ για αναμόρφωση των κυβερνητικών φυτωρίων του Σαϊττά και μετατροπή τους σε Πανεπιστημιακό Αγροπεριβαλλοντικό Κέντρο. Το συγκεκριμένο Κέντρο, πέραν του εκπαιδευτικού (πρακτική άσκηση φοιτητών) και ερευνητικού ρόλου, θα μπορούσε να διαδραματίσει και ένα ευρύτερο κοινωνικό ρόλο. Το Κέντρο θα περιλάμβανε:
Πειραματικό Τμήμα με μόνιμες και εποχιακές καλλιέργειες, θερμοκηπιακές μονάδες, πιλοτικές μονάδες επεξεργασίας αγροτικών προϊόντων, βοτανικό κήπο με τρεις κατηγορίες φυτικών ειδών (α) αρωματικά/φαρμακευτικά, (β) ανθοκομικά/καλλωπιστικά, (γ) ενδημικά, ιδιαίτερα της περιοχής του Τροόδους, ειδικές συλλογές από ορυκτά/πετρώματα, έντομα, εκπαιδευτικό κέντρο με αντικείμενα την αγροπεριβαλλοντική και την αγροβιοτεχνολογική εκπαίδευση.
Για τις γύρω κοινότητες αλλά και για την ευρύτερη περιοχή, αυτή η προοπτική θα έδινε μεγάλη ώθηση στην ανάπτυξη αφού θα αποτελούσε εστία αγροπεριβαλλοντικών δραστηριοτήτων με την εμπλοκή ακαδημαϊκών και φοιτητών, και πόλο έλξης για ντόπιους και ξένους, εξυπηρετώντας ταυτόχρονα και ένα από τους βασικούς στόχους λειτουργίας του Πανεπιστημίου που είναι το άνοιγμα προς την κοινωνία. «Το φυτώριο Σαϊττά έκλεισε τον κύκλο του και οι εκτάσεις του μπορεί να ενταχθούν στα σχέδια για την ανάπτυξη της περιοχής.» Δήλωση που περιλαμβάνεται στο πρόγραμμα διακυβέρνησης 2013-2018 του Νίκου Αναστασιάδη. Η αντίδραση από πλευράς του Υπουργείου Γεωργίας, Αγροτικής Υπανάπτυξης και Φωτοβολταϊκών στην πρόταση του ΤΕΠΑΚ, ήταν άκρως απογοητευτική.
ΣΤ. Δημιουργία Εθνικού Βοτανικού Κήπου
Η πρόταση υποβλήθηκε πριν πολλά χρόνια από την Παγκύπρια Ένωση Γεωπόνων προς το τότε Γραφείο Προγραμματισμού, έτυχε θετικής αποτίμησης και περιλήφθηκε σε ένα από τα 5ετή Προγράμματα Ανάπτυξης και δεν υλοποιήθηκε. Έγιναν συγκεκριμένες εισηγήσεις για τα διάφορα τμήματα/ενότητες του Βοτανικού Κήπου, και ως κατάλληλος χώρος εγκατάστασης του προτάθηκε κυβερνητική γη στην ευρύτερη περιοχή του Κόρνου. Τα οφέλη από ένα τέτοιο έργο θα είναι πολλαπλά για την Κύπρο.
Επίλογος
Η συγκλονιστική γελοιογραφία του ανεπανάληπτου ΚΥΡ τα λέει όλα.
*Ο δρ Παπαχριστοφόρου είναι Γεωπόνος, πρώην ακαδημαϊκός. Διετέλεσε Πρόεδρος του Τμήματος Γεωπονικών Επιστημών, Βιοτεχνολογίας & Επιστήμης Τροφίμων του ΤΕΠΑΚ.