Του Χαρίλαου Βελάρη*
Τα τελευταία χρόνια, στην κοινωνία μας είναι διάχυτη η εντύπωση – εν πολλοίς δικαιολογημένη – ότι, στο θέμα της διαφθοράς πάμε από το κακό στο χειρότερο κι οι θεσμοί του κράτους μας διαβρώνονται ο ένας μετά τον άλλον. Δυστυχώς, όμως, ο δημόσιος διάλογος για το θέμα συνήθως εξαντλείται με στείρο, καταγγελτικό λόγο, χωρίς να γίνεται σοβαρή συζήτηση για τα αίτια αυτής της κατάστασης, πόσω μάλλον σοβαρές εισηγήσεις για βελτίωση της.
Στην πραγματικότητα, η διαφθορά στην Κύπρο δεν οφείλεται σε ορισμένα «σάπια μήλα», ούτε μπορεί να καταπολεμηθεί με απλή αλλαγή προσώπων. Η διαφθορά στη χώρα μας είναι θεσμική κι είναι φυσιολογικό απότοκο της συνεχιζόμενης έκρυθμης κατάστασης που βιώνουμε τα τελευταία 62 χρόνια.
Ο τρόπος που όλα τα σύγχρονα κράτη προσπαθούν να αποτρέψουν την κατάχρηση εξουσίας (και συνεπώς τη διαφθορά) είναι με τη θεσμοθέτηση ασφαλιστικών δικλείδων (αγγλιστί checks and balances). Στην Κύπρο, αυτές οι ασφαλιστικές δικλείδες δεν ήταν μεταξύ εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας – όπως συμβαίνει στις πλείστες άλλες χώρες – αλλά μεταξύ των δύο κοινοτήτων. Έτσι, τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον ήλεγχε ο Αντιπρόεδρος, τον Γενικό Εισαγγελέα ο Βοηθός κ.ο.κ. ενώ και στη Βουλή χρειαζόταν συναντίληψη μεταξύ των αντιπροσώπων των δύο κοινοτήτων για να περάσουν σημαντικοί νόμοι.
Μετά την κατάρρευση της συνταγματικής τάξης που επέφεραν τα γεγονότα του 1963-64, η Κυπριακή Δημοκρατία παρέμεινε ζωντανή, έστω και στον αναπνευστήρα, χάρις στο δόγμα του δικαίου της ανάγκης, μια ευρηματική νομική θεωρία που ανέπτυξαν οι (ομολογουμένως ανωτάτου επιπέδου) τότε δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Σύμφωνα με το δόγμα αυτό, οι νόμοι και το Σύνταγμα υπάρχουν για να εξυπηρετούν το κράτος κι όχι το αντίθετο και, συνεπώς, η σωτηρία του κράτους είναι ο υπέρτατος νόμος. Έτσι, επετράπη η παρέκκλιση από τις αυστηρές συνταγματικές πρόνοιες κι η συνέχιση της λειτουργίας της Δημοκρατίας χωρίς τη – συνταγματικά απαραίτητη – συμμετοχή των Τουρκοκυπρίων.
Όπως, όμως, κάθε λύση ανάγκης (όπως η επιδιόρθωση σωλήνων με κολλητική ταινία ή ενός σχισμένου πουκαμίσου με καρφίτσες) το δίκαιο της ανάγκης ήταν ικανό να αντιμετωπίσει την άμεση, επείγουσα κρίση, αλλά η μακροπρόθεσμη παράταση του αναπόφευκτα άρχισε να δημιουργεί πάρα πολλά προβλήματα. Αυτό ήταν καλά γνωστό και στους ίδιους τους δικαστές που το επινόησαν, οι οποίοι επέβαλαν ως ένα από τα κριτήρια εφαρμογής του την περιορισμένη του διάρκεια.
Δυστυχώς, όπως γνωρίζουμε, η έκρυθμη κατάσταση εξακολουθεί και το δίκαιο της ανάγκης έχει γίνει η νέα μας κανονικότητα, ένα από τα στοιχεία της οποίας είναι κι η πλήρης έλλειψη ασφαλιστικών δικλείδων.
Για παράδειγμα, για το διορισμό ανεξάρτητων αξιωματούχων, όπως ο Γενικός Εισαγγελέας, το Σύνταγμα προνοεί κοινή απόφαση του Προέδρου και του Αντιπροέδρου της Δημοκρατίας. Για να συμφωνήσουν οι δυο αυτοί αξιωματούχοι, λογικά θα έπρεπε το πρόσωπο που θα υποδείκνυαν να είναι όντως «ανωτάτου επαγγελματικού και ηθικού επιπέδου» όπως επιτάσσει το Σύνταγμα. Με το δίκαιο της ανάγκης, ο Αντιπρόεδρος αφαιρέθηκε από την εξίσωση – χωρίς να αντικατασταθεί η ασφαλιστική δικλείδα – με αποτέλεσμα ο Πρόεδρος να μπορεί να διορίσει πλέον όποιον του κατεβεί, χωρίς να δώσει λογαριασμό σε κανένα. Αυτή η υπερσυγκέντρωση εξουσιών στα χέρια ενός προσώπου δημιουργεί αναπόφευκτα τις συνθήκες για να ριζώσει η θεσμική διαφθορά.
Αυτό που δεν παύει να με εκπλήττει είναι ότι, στις δημόσιες συζητήσεις, το Κυπριακό κι η διαφθορά συζητούνται σαν να πρόκειται για δυο ασύνδετα θέματα, χωρίς να αντιλαμβανόμαστε ότι το ένα είναι άμεσο απότοκο του άλλου. Η κατάσταση αυτή μου θυμίζει κάποιον που αγοράζει κεριά και αλοιφές για να αντιμετωπίσει τα κουνούπια, ενώ αγνοεί εντελώς τα λιμνάζοντα βοθρολύματα που έχουν συσσωρευθεί στην αυλή του.
Δεν μπορούμε να αγνοούμε άλλο τον ελέφαντα στο δωμάτιο: για να πατάξουμε τη διαφθορά και να γίνει η Κύπρος ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος με ασφαλιστικές δικλείδες, θα πρέπει να κάνουμε την υπέρβαση και να επιλύσουμε το Κυπριακό πρόβλημα. Χωρίς λύση, η διαφθορά πάντοτε θα μας ταλανίζει και δεν θα επιλυθεί ως δια μαγείας, ούτε με τη σκανδαλολογία, ούτε από κάποιον φανταστικό υπερήρωα. Όποιος δεν κατανοεί την άμεση σχέση Κυπριακού και διαφθοράς, αδυνατεί να καταλάβει την ουσία και των δύο προβλημάτων και σίγουρα αδυνατεί να τα λύσει.
Εύλογα θα αναρωτηθεί κάποιος: μέχρι τη λύση του Κυπριακού, δεν υπάρχει κάτι που μπορούμε να κάνουμε; Ασφαλώς υπάρχει! Θα πρέπει να θεσπίσουμε μια προσωρινή ρύθμιση για να επαναφέρουμε τις ασφαλιστικές δικλείδες που χάσαμε το 1964. Γι’ αυτό το Volt προτείνει όπως όλοι οι διορισμοί που κανονικά θα απαιτούσαν τη συμφωνία Προέδρου-Αντιπροέδρου, να χρειάζονται επικύρωση από τα 2/3 της Βουλής, όπως συμβαίνει στις ΗΠΑ και άλλες χώρες, για να διασφαλίζουμε τουλάχιστον ότι οι ανεξάρτητοι αξιωματούχοι θα είναι πρόσωπα ευρείας αποδοχής. Επίσης, απαιτούμε τον τερματισμό καταχρηστικών πρακτικών που γίνονται με επίκληση του δικαίου της ανάγκης, όπως η εντελώς αχρείαστη πλήρωση των θέσεων βοηθών κρατικών αξιωματούχων με δεύτερο Ελληνοκύπριο. Οι θέσεις αυτές οφείλουν να παραμείνουν κενές, όπως η θέση του Αντιπροέδρου της Δημοκρατίας.
*Αντιπρόεδρος Βολτ