Έναν μόλις μήνα μετά που πετύχαινε το ακατόρθωτο, αναγκάζοντας το ΚΥΠΕ να τον διαψεύσει δημόσια, ο Γιάννης Παναγιώτου κατάφερε για μια ακόμα φορά να γίνει το πρόσωπο των ημερών. Η επιλεκτική αναφορά του στο ΑΠΟΕΛ άνοιξε ένα ατέρμονο μέτωπο με το δ.σ. της ομάδας και ανέδειξε όλες τις παθογένειες της κυβέρνησης και της κοινωνίας.
Οι μισοί επικεντρώθηκαν στο κατά πόσο η ενέργεια του υπουργού Εργασίας ήταν ηθική ή εκπορευόταν από οπαδικά σύνδρομα. Οι υπόλοιποι τα έβαλαν με τον ΑΠΟΕΛ, που εκμεταλλεύτηκε την ενέργεια αυτή, ανοίγοντας μέτωπο με τον υπουργό, μετατρεπόμενο στο θύμα της υπόθεσης. Κανένας όμως δεν άγγιξε την ουσία.
Ασφαλώς και η ιστορία δεν αφορά μόνο τον ΑΠΟΕΛ, και κακώς ο Γιάννης Παναγιώτου εστίασε στον ΑΠΟΕΛ. Ήταν, αν μη τι άλλο, άστοχο να μπει σε μια τέτοια διαδικασία τη στιγμή που σε παρόμοια θέση βρίσκονται αρκετά σωματεία/εταιρίες, κι ενώ ποτέ πριν δεν αναφέρθηκε σε εταιρείες ή ομίλους που χρωστούν στις Κοινωνικές Ασφαλίσεις. Την ίδια στιγμή, όμως, η αντίδραση του ΑΠΟΕΛ δεν ήταν αντίδραση ομάδας που ένιωθε θιγμένη από την ονομαστική αναφορά. Ήταν αντίδραση ομάδας που αισθάνεται παντοδύναμη, υπεράνω του νόμου και που θεωρεί ότι μπορεί να σύρει τη συζήτηση όπου και όπως θέλει. Να καθορίσει τον δημόσιο διάλογο αλλά και τις αντιδράσεις της πολιτείας. Και άγγιξε τα όρια του bullying. Η άνεση με την οποία έσπευσε να αυτοπροσδιοριστεί ως το καλό έναντι των κακών, των οποίων, απώτερος σκοπός είναι η καταστροφή του ΑΠΟΕΛ, βάζοντας στη ζυγαριά της κρίσης των πάντων τον νέο διακανονισμό που το ίδιο πρότεινε (μετά από σειρά άλλων που δεν τήρησε), ήταν επιβεβαιωτική του απόλυτου θράσους. Το οποίο ευφορείται ακριβώς από την αντίδραση που ακολούθησε.
Είναι προφανές ότι ο Γιάννης Παναγιώτου προσπάθησε να καρπωθεί πολιτικούς πόντους και του γύρισε μπούμερανγκ, επιβεβαιώνοντας μέσα σ’ έναν μήνα την προβληματική πολιτική του αντίληψη. Όχι μόνο διότι θα έπρεπε να ξέρει ότι η αναφορά αυτή θα έφερνε αντιδράσεις, αλλά κυρίως διότι θα έπρεπε να γνωρίζει ότι από τη στιγμή που θα βρισκόταν στο μάτι του κυκλώνα, δεν υπήρχε περίπτωση ο πολιτικός του προϊστάμενος να μην τον αφήσει εκτεθειμένο. Δεν είναι όμως η πολιτική αντίληψη του υπουργού που θα έπρεπε να είχε προβληματίσει. Ούτε καν οι ανακοινώσεις του ΑΠΟΕΛ ή των οπαδών του (που «εγγυούνταν» ότι αυτή είναι η πρώτη και τελευταία θητεία Χριστοδουλίδη) που έδειξαν σε ποια επίπεδα μπορεί να φτάσει η ασυδοσία σε αυτό τον τόπο. Αυτό που θα έπρεπε περισσότερο να προβληματίσει, είναι η για μια ακόμα φορά εικόνα του Προέδρου. Ο οποίος έσπευσε, μετά τις ανακοινώσεις του ΑΠΟΕΛ και των οργανωμένων, με μια δήλωση σχεδόν απολογητική να αδειάσει τον υπουργό του και να γιγαντώσει το υπερεγώ αυτών που υποτίθεται η πολιτεία ήταν έτοιμη να θέσει προ των ευθυνών τους. Επιβεβαιώνοντας πόσο εύκολα καθίσταται όμηρος των διαφόρων συμφερόντων. Πόσο απροβλημάτιστα θέτει πάνω από την εικόνα της ίδιας της κυβέρνησής του, τη δική του εικόνα. Αδυνατώντας να αντιληφθεί πως τα δύο δεν είναι διαφορετικά.
Όσες φορές κλήθηκε να διαχειριστεί κρίσεις ως Πρόεδρος, αναλαμβάνοντας και την ανάλογη πολιτική ευθύνη, ο Νίκος Χριστοδουλίδης εμφανίστηκε απρόθυμος να το πράξει. Δείχνοντας, παράλληλα, να μην έχει κανένα πρόβλημα να θυσιάσει τον οποιαδήποτε υπουργό ή άνθρωπο της κυβέρνησης, ώστε ο ίδιος να αποφύγει την οποιαδήποτε κριτική, να μην επωμισθεί το όποιο πολιτικό βάρος. Ακόμα και για ζητήματα που αφορούσαν πρωτίστως τον ίδιο. Στην περίπτωση της 19χρονης φοιτήτριας, η οποία βρήκε μια θέση στο Υφυπουργείο Τουρισμού με μόνο εχέγγυο τη θητεία της στο επιτελείο Χριστοδουλίδη, η ευθύνη μετακυλίστηκε στον υφυπουργό. Στην περίπτωση της Δόξας Κωμοδρόμου, όταν τη δημοσιότητα είδαν λίστες με χρεώσεις για υπερωρίες που δεν δικαιολογούνταν, η ευθύνη περιορίστηκε στη Δόξα Κωμοδρόμου. Λες και τη συμφωνία την έκανε μόνη της. Ενώ στα γεγονότα σε Λεμεσό και Χλώρακα, την ευθύνη είχε η ανικανότητα του κράτους, από το οποίο κράτος, ο Πρόεδρος εξαίρεσε τον εαυτό του, ρίχνοντας τον υπουργό του στα σαγόνια της κοινωνίας. Κάθε φορά που ένα μέλος της κυβέρνησης βρισκόταν στο μάτι του κυκλώνα, με περισσή άνεση το θυσίαζε.
Θα ήταν λοιπόν παράλογο κάποιος να αναμένει ότι σε αυτή την περίπτωση θα λειτουργούσε διαφορετικά (λαμβάνοντας μάλιστα υπόψη και το διακύβευμα όπως το έθεσαν οι οργανωμένοι). Ακόμα κι έτσι, όμως, κάποιος δεν μπορεί να μην υποδείξει την ευκολία με την οποία θυσίασε ακόμα έναν υπουργό. Κυρίως από τη στιγμή που όπως δήλωσε, στην ουσία συμφωνούσε με τα όσα είπε. Και όφειλε ακόμη περισσότερο να μην λειτουργήσει με αυτό τον τρόπο από τη στιγμή που βγήκαν εκείνες οι ανακοινώσεις. Διαφυλάττοντας το όποιο κύρος και αξιοπιστία της πολιτείας. Διότι το διακύβευμα δεν ήταν αυτό που έθεσαν οι οργανωμένοι. Ήταν το ποιος κυβερνά αυτή τη χώρα. Και αποδείχθηκε πως δεν είναι η κυβέρνηση. Αυτή θα έπρεπε να ήταν και η ουσία της συζήτησης ολόκληρη τη βδομάδα. Το ότι το κράτος μετατρέπεται σε υποχείριο ομάδων συμφερόντων για χάρη της εικόνας του Προέδρου.
Δεν έμαθα ποτέ να κρύβομαι, είπε ο Νίκος Χριστοδουλίδης. Πότε, όμως, έκανε οτιδήποτε άλλο από το να κρύβεται; Πότε βγήκε μπροστά; Πότε ανέλαβε το βάρος των δικών του ενεργειών; Πότε έδειξε διάθεση να κυβερνήσει; Από τότε που ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας, δείχνει ως μόνη έγνοια να έχει την εικόνα του. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο στέλνει καθημερινά και το μήνυμα στον κάθε υπουργό ότι είναι αναλώσιμος. Δύο χρόνια μετά, και έχοντας ήδη προλάβει να επιβεβαιώσει κάθε μια από τις παθογένειες της χώρας, μοιάζει ανίκανος να καταλάβει το πιο απλό: πως η ενασχόληση με την πολιτική, το πρώτιστο που προϋποθέτει είναι ανάληψη πολιτικής ευθύνης. Στέλνοντας το μήνυμα στην κοινωνία πως και ο ίδιος είναι αναλώσιμος.
https://x.com/AntonisPolydoro