Η αποστολή των πανεπιστημίων, πόσω μάλλον των δημοσίων ακαδημαϊκών ιδρυμάτων, σε μια σύγχρονη, δημοκρατική κοινωνία, δεν πρέπει να περιορίζεται στη μετάδοση γνώσεων. Οφείλουν να είναι «εργαστήρια καλλιέργειας» ελευθερίας, καινοτομίας, κριτικής σκέψης και διεθνοποίησης. Για να επιτελέσουν αυτόν τον ρόλο, μια από τις βασικές προϋποθέσεις είναι η θεσμική και λειτουργική τους ανεξαρτησία.
Το τελευταίο διάστημα, με αφορμή και τη συζήτηση που γίνεται γύρω από το νομοσχέδιο για τα ξενόγλωσσα προπτυχιακά προγράμματα σπουδών, παρατηρούμε το εξής ανησυχητικό φαινόμενο: Αντί να πληθαίνουν εντός του Κοινοβουλίου και της πολιτικής σκακιέρας γενικότερα οι φωνές υπέρ της αυτονομίας των πανεπιστημίων, καταγράφεται μια αναζωπύρωση πολιτικών και κοινωνικών παρεμβάσεων που επιχειρούν να ελέγξουν ή να περιορίσουν τη στρατηγική και τον τρόπο λειτουργίας των δημόσιων πανεπιστημίων.
Τα πανεπιστήμια οφείλουν να λειτουργούν με βάση ακαδημαϊκά και επιστημονικά κριτήρια και όχι υπό το βάρος συγκυριακών πολιτικών πιέσεων ή συντεχνιακών συμφερόντων. Η επιλογή να δημιουργηθούν ξενόγλωσσα προγράμματα δεν είναι απλώς μια διοικητική απόφαση. Είναι στρατηγική τοποθέτηση σε έναν παγκόσμιο χάρτη ανταγωνιστικότητας, εξωστρέφειας και προσέλκυσης ταλέντου.
Αντί να συζητάμε πώς θα καταστήσουμε τα δημόσια πανεπιστήμια ελκυστικά για ξένους φοιτητές, πώς θα ενισχύσουμε την ερευνητική παραγωγή και τη διεθνή τους απήχηση, εγκλωβιζόμαστε σε φοβικά σύνδρομα που συνδέουν την ξενόγλωσση Εκπαίδευση με «ιδιωτικοποίηση», «υπονόμευση του δημόσιου χαρακτήρα», για να μην σχολιάσω τα ρατσιστικά-ξενοφοβικά κίνητρα που υπάρχουν σε κάποιες περιπτώσεις.
Η πανεπιστημιακή αυτονομία δεν είναι πολυτέλεια –είναι ο μηχανισμός που προστατεύει το πανεπιστήμιο από την εργαλειοποίηση. Χωρίς αυτονομία, τα δημόσια ακαδημαϊκά ιδρύματα κινδυνεύουν να γίνουν όμηροι μικροπολιτικών συμφερόντων. Η δυνατότητα χάραξης ακαδημαϊκής στρατηγικής, η επιλογή γλωσσών διδασκαλίας, η σύναψη διεθνών συνεργασιών αποτελούν αναφαίρετα δικαιώματα των ιδρυμάτων.
Ο έλεγχος νομιμότητας του κράτους είναι θεμιτός –όχι όμως και ο πατερναλιστικός έλεγχος περιεχομένου.
Η συζήτηση για τα ξενόγλωσσα προγράμματα δεν είναι αποκομμένη από τη μεγάλη εικόνα. Αν θέλουμε πανεπιστήμια που να λειτουργούν με όρους ποιότητας, ελευθερίας και λογοδοσίας, πρέπει να τους εμπιστευτούμε. Η ανεξαρτησία δεν σημαίνει αυθαιρεσία, αλλά θεσμική θωράκιση απέναντι σε όσους βλέπουν την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση ως πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης. Αντί να υπονομεύουμε τη διεθνοποίηση ας την καταστήσουμε εθνικό στόχο. Και αντί να παρεμβαίνουμε σε αποφάσεις των πανεπιστημίων, ας τους δώσουμε τον χώρο να αναπτυχθούν με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον και την ακαδημαϊκή αριστεία.
Τις προάλλες το Πανεπιστήμιο Κύπρο παρουσίασε μελέτη μέσα από την οποία προέκυψε ότι κάθε ένα ευρώ που επενδύει η Πολιτεία στο εν λόγω ίδρυμα τής το επιστρέφει πίσω επτά φορές. Φανταστείτε λοιπόν πόσο πιο μεγάλη θα ήταν η προσφορά και του ΠΚ και του ΤΕΠΑΚ στην κοινωνία αν είχαν την απαιτούμενη αυτονομία.