Με αμείωτη ένταση συνεχίζεται η κοινωνική κατακραυγή και ο δημόσιος διάλογος στον απόηχο της καταδικαστικής απόφασης του ΕΔΔΑ εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας. Μια απόφαση η οποία, αφενός, εμπεριέχει προσωπικές αναφορές στον νυν Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα, νομικό Σάββα Αγγελίδη, και, αφετέρου, φέρνει στην επιφάνεια διαχρονικά ερωτήματα για την ποιότητα της Δικαιοσύνης στον τόπο.
Όμως, οι πολίτες αποδεικνύουν με τη στάση τους ότι δεν είναι καμηλάρηδες, δεν τρώνε κόνναρα και απορρίπτουν συμπεριφορές τύπου «ο θεσμός είμαι εγώ».
Η φράση «Μηδενὶ δίκην δικάσης, πρὶν ἀμφοῖν μῦθον ἀκούσης» αποκτά σήμερα ιδιαίτερο βάρος. Διότι, σε αυτή την περίπτωση, δεν ακούστηκε ο μύθος (εκδοχή) και των δύο. Η παραπονούμενη δεν ενημερώθηκε επαρκώς, όπως προνοεί η οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία ενσωματώθηκε στο κυπριακό Δίκαιο. Η οδηγία προβλέπει ρητά ότι το φερόμενο ως θύμα έχει δικαίωμα να ενημερωθεί για την παύση της δίωξης και να ζητήσει επανέλεγχο της απόφασης.
Η οδηγία 2012/29 της Ευρωπαϊκής Ένωσης (25/10/2012) αποσκοπούσε στη θέσπιση ελάχιστων προτύπων σχετικά με τα δικαιώματα, την υποστήριξη και την προστασία θυμάτων της εγκληματικότητας. Η κυπριακή Βουλή ψήφισε τον Νόμο περί της Θέσπισης Ελάχιστων Προτύπων σχετικά με τα Δικαιώματα, την Υποστήριξη και την Προστασία Θυμάτων της Εγκληματικότητας [2016 51(I)/2016] για εναρμονισμό με την ευρωπαϊκή αυτή πράξη. Το επίμαχο άρθρο 11 της ευρωπαϊκής οδηγίας περιλαμβάνει δύο βασικές παραμέτρους: α) Τη χωρίς καθυστέρηση επαρκή ενημέρωση της παραπονούμενης για τους λόγους που αποφασίστηκε να διακοπεί η ποινική δίωξη του καταγγελλόμενου, ώστε (β) να της παρασχεθεί το δικαίωμα να ζητήσει επανέλεγχο της απόφασης της εισαγγελικής Αρχής.
Μηδενὶ δίκην δικάσης, πρὶν ἀμφοῖν μῦθον ἀκούσης, και στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν άκουσαν την καταγγέλλουσα καθώς δεν της έδωσαν το δικαίωμα να ζητήσει επανεξέταση της απόφασης, όπως άλλωστε προνοείται από την ευρωπαϊκή οδηγία. Και όταν δεν μιλάει το φερόμενο ως θύμα, μιλούν το ΕΔΔΑ και η κοινωνία.
Άλλο ένα τεκμήριο της πάσχουσας κυπριακής Δικαιοσύνης αλλά και ευρύτερα Πολιτείας, που δεν έχει πυξίδα, δεν έχει αριθμό. Άλλο ένα σύμπτωμα ενός συστήματος που έχει χάσει την πυξίδα του. Που θεωρεί την έννοια της δικαιοσύνης προαιρετική. Που ξέρει να προστατεύει την εξουσία αλλά όχι το τραύμα.
Στην προκειμένη, η ουσία δεν κρίθηκε ποτέ, και ως εκ τούτου κανείς δεν είναι σε θέση να γνωρίζει την αλήθεια αναφορικά με την ουσία της τότε υπόθεσης, η οποία τερματίστηκε. Δύο είναι τα τινά: Είτε ο φερόμενος ως θύτης θα καταδικαζόταν είτε θα αθωωνόταν. Σε κάθε περίπτωση, με ευθύνη της Νομικής Υπηρεσίας μένει εκτεθειμένο όχι μόνο το φερόμενο ως θύμα αλλά και το ίδιο το τεκμήριο της αθωότητας διότι ακριβώς δεν γνωρίζουμε ποια θα ήταν η έκβαση της υπόθεσης αν δικαζόταν.
Η Δικαιοσύνη δεν είναι τυφλή. Είναι επιλεκτική. Και όταν δεν προστατεύει την αλήθεια αλλά μόνο την εξουσία, καταδικάζεται από το ΕΔΔΑ, από την κοινωνία, από κάθε συνείδηση που δεν έχει πάψει να πονά.