Του ΑΝΤΡΕΑ ΠΑΠΑΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ
Εδώ και πενήντα ένα χρόνια το 37% της πατρίδας μας είναι κατεχόμενο, για μην πω ότι από το 1964 η Κύπρος είναι διχοτομημένη. Παρά ταύτα, αντί να μην κοιμόμαστε ούτε μέρα ούτε νύχτα για να προλάβουμε τα χειρότερα, τρεις και μία ασχολούμαστε ακόμα και με τα θεία για να βρεθούμε στο προσκήνιο.
Πολύ πρόσφατα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ασχολήθηκαν με τον ήρωα Γρηγόρη Αυξεντίου, με αφορμή μια συνέντευξη που έδωσε ο δημοσιογράφος Μιχάλης Μιχαήλ στον ευρωβουλευτή Φειδία Παναγιώτου. Παρακολούθησα τη συνέντευξη με προσοχή. Ανεξάρτητα αν συμφωνώ ή όχι με κάποιες θέσεις του δημοσιογράφου Μιχάλη Μιχαήλ, μπορώ να πω ότι ως συνέντευξη μού άρεσε και με παρέσυρε να την ακούσω μέχρι το τέλος. Ο Μιχαήλ τοποθετήθηκε σε μια έρευνα και ανέφερε το τι είδε γραφόμενο. Θεωρώ ότι δεν μείωναν τη θυσία του ήρωα τα λεγόμενα του Μιχάλη. Η συνέντευξή του είχε το στοιχείο της πληροφόρησης, σε καμίαν όμως περίπτωση δεν τοποθετήθηκε ότι η αλήθεια ήταν αυτή της έρευνάς του.
Εκείνο που με ξένισε ήταν οι αντιδράσεις μερικών, συμπεριλαμβανομένων ιστορικών, πολιτικών και κομμάτων. Βλέποντας όλα αυτά αντιλαμβάνεται κάποιος το κατάντημά μας και τον πολιτικό μας κατήφορο. Κύριοι, τη θυσία του Γρηγόρη Αυξεντίου κανένας δεν την αμφισβήτησε και ούτε μπορεί να την αμφισβητήσει. Ήταν τόσο δυνατή και γνήσια που άγγιξε την ψυχή του κάθε Έλληνα και όλων αυτών που αγωνίζοντο για την ελευθερία.
Το παλληκάρι αυτή τη στιγμή βρίσκεται στο Πάνθεο των ηρώων ως ένας από τους μεγαλύτερους αγωνιστές σ’ αυτόν τον κόσμο που ζούμε. Αντί αυτή η θυσία να μας συνετίσει και να μας μονοιάσει, να είναι πυξίδα για να βοηθήσουμε την πατρίδα μας, ασχολούμαστε αν ο ήρωας, προτού τον αποτελειώσει η φωτιά, αυτοκτόνησε ή έχασε τη ζωή του από σφαίρα.
Στον αγώνα του 1955 αρκετοί νέοι έδωσαν τη ζωή τους για την ελευθερία και με δυνατό όρκο ζητούσαν την Ένωση με την Ελλάδα. Αγωνίστηκαν, βασανίστηκαν και έδωσαν τη ζωή τους αγωνιζόμενοι για έναν και μοναδικό σκοπό, την Ένωση. Αντί της Ένωσης υπεγράφη το 1959 από τους πολιτικούς και τους εμπόρους των Εθνών συμφωνία τέτοια που δεν είχε καμία σχέση με τον αγώνα και με τη συμφωνία αυτή δώσαμε δικαιώματα στην Τουρκία και στους Τουρκοκύπριους.
Κάποιος νουνεχής θ’ ανέμενε μετά την υπογραφή της συμφωνίας να δεχτούμε το γεγονός και έχοντας το απάνω χέρι να πλησιάσουμε και να αγκαλιάσουμε τους Τουρκοκύπριους, όχι να τους κλοτσήσουμε. Προτού αλέκτορα φωνήσαι οργανώσαμε ένοπλες ομάδες που σκοπόν είχαν τον αφανισμό των Τουρκοκυπρίων. Πιστέψαμε ότι η Κύπρος ανήκει στους Ελληνοκύπριους και σε κανέναν άλλον και στο μυαλό μας υπέβοσκε η Ένωση την οποία θεωρούσαμε επιβεβλημένη και κατορθωτή.
Οι θυσιασθέντες έπραξαν το καθήκον τους με αυταπάρνηση και ηρωισμό. Από την πρώτη στιγμή ήταν δεδομένο για αυτούς ότι θα έδιναν και τη ζωή τους. Όσοι επέζησαν, είτε είχαν συμμετοχή στον αγώνα είτε όχι, εκμεταλλεύτηκαν τον αγώνα βάναυσα για δικό τους όφελος.
Στον αγώνα ηγούντο ο Διγενής και ο Μακάριος, ο πρώτος στο στρατιωτικό μέρος και ο δεύτερος στο πολιτικό. Μέχρι την ημέρα της υπογραφής της συμφωνίας το 1959 ήταν φανερό ότι σε κανέναν τομέα δεν πετύχαμε τους στόχους μας. Με αρκετή επιείκεια μπορούσαμε να πούμε ότι τουλάχιστον είχαμε συμφωνία, έστω και αν ήθελε μεγάλη προσοχή για να λειτουργήσει.
Οι δύο «ηγέτες» μας Γρίβας και Μακάριος πατώντας πάνω στην Αγία Τράπεζα του Αγώνα καταπρόδωσαν τον τόπο και τον διχοτόμησαν. Οι τέσσερεις Πρόεδροι της Κυπριακής Δημοκρατίας, Μακάριος, Σπύρος Κυπριανού, Γλαύκος Κληρίδης και Τάσσος Παπαδόπουλος επί καθημερινής βάσεως επικαλούντο τον αγώνα της ΕΟΚΑ κτίζοντας πολιτική καριέρα, κύρος και δύναμη.
Δεν κατάφεραν ν’ αλλάξουν το παραμικρό στην πολιτική σκακιέρα, αντίθετα, μας μπουρδούκλωσαν. Παρά τα χίλια προβλήματά μας γίναμε μέχρι και πρόσφατα ρυμουλκούμενοι της Μόσχας. Το ΑΚΕΛ εγκολπώθηκε τους αγωνιστές Μακάριο, Κυπριανού και Τάσσο Παπαδόπουλο για να έχει μερτικό στην εξουσία και ταυτόχρονα να γνωρίζει τα του οίκου μας η Μόσχα.
Μέχρι το 1974 υπήρχαν τα καπετανάτα μακαριακών και γριβικών. Μνημονεύουμε τους ήρωές μας με πύρινους λόγους ακόμα και μετά την εισβολή του 1974. Μέχρι την εισβολή οι κρατούντες σε κάθε ομιλία τους σε μνημόσυνο κάποιου αγνού ήρωα, που θυσιάστηκε για την Ένωση, επικαλούντο την Ένωση, γνωρίζοντας ότι κάτι τέτοιο δεν μπορούσε να γίνει. Ασελγούσαν σε τάφους παλληκαριών που τήρησαν τον όρκο τους και δεν δίστασαν να δώσουν τη ζωή τους για την πατρίδα.
Διερωτώμαι πραγματικά γιατί εμπαίζουν εμάς και τους εαυτούς τους. Εδώ βρισκόμαστε προ των πυλών της Τουρκοποίησης και διαστρεβλώνουμε δηλώσεις του Μιχάλη Μιχαήλ και επανερχόμαστε στη ρητορική μίσους.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ένιωσε την ανάγκη, αν είναι δυνατό, να τοποθετηθεί επί του θέματος με ανάρτησή του στα ΜΚΔ παραθέτοντας την ιστορική δήλωση του Γρηγόρη Αυξεντίου ότι «στην εσχάτη ανάγκη θα αγωνιστώ και θα πεθάνω ως Έλληνας αλλά ζωντανόν δεν θα με πιάσουν». Μέχρι και τώρα βλέπει κάποιος την εκμετάλλευση μιας αγνής θυσίας. Πρέπει όμως να είμαστε δίκαιοι και με τον δημοσιογράφο Μιχάλη Μιχαήλ. Ο Μιχάλης εκθείασε ξεκάθαρα το μεγαλείο του ήρωα που έγκειται στην απόφαση του να παραμείνει στο κρησφύγετο και να μην παραδοθεί.
Αγαπητέ Μιχάλη Μιχαήλ, «ευλαβού τας διαβολάς, καν ψευδείς ώσι». Να φοβάσαι τις συκοφαντίες, ακόμα και αν είναι ψεύτικες. Πολύ περισσότερο στη δική μας μικρή κοινωνία με πολιτικές ηγεσίες κάτω του μετρίου. Ο Ισοκράτης πίστευε πως η καλή μας φήμη διατρέχει κίνδυνο, έστω και αν οι κατηγορίες που μας προσάπτουν οι άνθρωποι είναι αβάσιμες. Κατά τον Σαίξπηρ, «εκείνος που κλέβει το πορτοφόλι μου δεν με ζημιώνει καθόλου. Όμως εκείνος που με αποστερεί από το καλό μου όνομα, με αφήνει αληθινά πτωχό».
Αγαπητέ Μιχάλη, παραμένουμε ένα μάτσο χάλι.