Σχεδόν επτά στους δέκα ασθενείς στα δημόσια νοσοκομεία της Κύπρου αφήνουν το μισό ή περισσότερο φαγητό στο πιάτο τους. Παρά την ικανοποίησή τους από τις υπηρεσίες σίτισης, τα πιάτα γεμίζουν τα σκουπίδια, προκαλώντας οικονομικές επιβαρύνσεις στα νοσοκομεία, επιπτώσεις στην υγεία των ασθενών και σημαντικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Η πρώτη εθνική μελέτη για τη σίτιση των ασθενών, σε δημόσια νοσηλευτήρια, αποκαλύπτει ένα παράδοξο, ενώ οι ασθενείς δηλώνουν ικανοποιημένοι η ποιότητα των γευμάτων παραμένει χαμηλή ενώ η σπατάλη φαγητού γίνεται ταυτόχρονα πρόκληση για τη δημόσια υγεία και τη βιωσιμότητα των πόρων.
Στα σκουπίδια το φαγητό
Η μελέτη ανέδειξε ένα ανησυχητικό φαινόμενο: η πλειοψηφία των ασθενών αφήνει φαγητό στο πιάτο.
Μόνο το 31,2% κατανάλωσε ολόκληρο το κυρίως πιάτο.
Το 29,5% άφησε το ¼ του πιάτου του.
Το 26,3% το μισό του πιάτο.
Το 13,1% τα ¾ ή και όλο το φαγητό.
Στα επιδόρπια η εικόνα ήταν ελαφρώς καλύτερη: το 48,2% τα έφαγε ολόκληρα, αλλά το 13,3% δεν τα άγγιξε καθόλου.
Ικανοποίηση με αντιφάσεις
Το 77,8% των συμμετεχόντων δήλωσε ότι είναι «πολύ ικανοποιημένο» ή «ικανοποιημένο» από τις υπηρεσίες σίτισης. Η εικόνα όμως δεν είναι ενιαία. Οι υπηρεσίες του προσωπικού συγκέντρωσαν σχεδόν καθολικά θετικές εντυπώσεις, με το 94,4% να χαρακτηρίζει το προσωπικό εξυπηρετικό και το 93% ευγενικό και καθαρό. Η ποιότητα του φαγητού αποτέλεσε την αδύνατη πλευρά, αφού το 69,1% δήλωσε ότι σπάνια ή ποτέ δεν μπορούσε να επιλέξει υγιεινό γεύμα, ενώ το 64,9% θεώρησε ότι δεν υπήρχε αρκετή ποικιλία. Επιπλέον, το 42,6% παραπονέθηκε ότι το κρέας ήταν σκληρό ή ξερό. Ως προς την ποσότητα και το αίσθημα πείνας, το 77% δεν ένιωθε πείνα μετά το γεύμα, ενώ το 65,8% δεν πεινούσε ανάμεσα στα γεύματα. Αξιοσημείωτες είναι επίσης οι διαφοροποιήσεις στην ικανοποίηση των ασθενών από νοσοκομείο σε νοσοκομείο. Οι ασθενείς της Πάφου δήλωσαν τις υψηλότερες βαθμολογίες σε όλους σχεδόν τους τομείς, ενώ της Λευκωσίας τις χαμηλότερες. Παράλληλα, οι γυναίκες ήταν λιγότερο ικανοποιημένες από την ποιότητα και το περιβάλλον, αλλά περισσότερο ικανοποιημένες από την ποσότητα. Οι ασθενείς με υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο ήταν πιο απαιτητικοί, δίνοντας χαμηλότερες βαθμολογίες στην ποιότητα, ενώ θέμα μειωμένων επιλογών τέθηκε και από ασθενείς που για λόγους ηθικούς ή θρησκευτικούς δεν καταναλώνουν συγκεκριμένες τροφές.
Η σημασία της διατροφής
Η μελέτη διενεργήθηκε από ομάδα ειδικών του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου, με επιστημονική υπεύθυνη τη δρα Έλενα Χατζημπέη, επίκουρη καθηγήτρια Διαιτολογίας-Διατροφής. Η ίδια υπογραμμίζει τη σημασία της σωστής σίτισης: «Μελέτες διεθνώς δείχνουν ότι η σίτιση των ασθενών είναι ένας παράγοντας που επηρεάζει τη διάρκεια παραμονής τους στο νοσοκομείο, αλλά και την ανάρρωση γενικά». Και προσθέτει: «Από τη μια οι ασθενείς δηλώνουν γενικά ικανοποιημένοι από τις υπηρεσίες σίτισης, αλλά η ποιότητα του φαγητού παραμένει πρόβλημα, οδηγώντας σε μεγάλη σπατάλη. Όταν μόλις το 31% καταναλώνει όλο του το φαγητό, αυτό θα έπρεπε να προβληματίσει τους αρμόδιους». Η δρ Χατζημπέη εξηγεί ότι η κακή διατροφή μπορεί να καθυστερήσει την ανάρρωση, να αυξήσει τον κίνδυνο επιπλοκών και να επιβαρύνει το κόστος υγείας, καθώς οι ασθενείς ενδέχεται να χρειαστεί να μείνουν περισσότερες ημέρες στο νοσοκομείο
Λύσεις στο τραπέζι
Η μελέτη υπογραμμίζει την ανάγκη για:
Βελτίωση της ποιότητας των γευμάτων, με έμφαση στη γεύση, την ποικιλία και την ύπαρξη υγιεινών επιλογών.
Περισσότερη εξατομίκευση (π.χ. διαφορετικά μεγέθη μερίδων, παραγγελίες δίπλα στο κρεβάτι, room service).
Ενίσχυση των Διαιτολογικών τμημάτων, με περισσότερους κλινικούς διαιτολόγους στα νοσοκομεία.
Τοπική προμήθεια και ποιοτικές πρώτες ύλες, που θα μπορούσαν να βελτιώσουν τόσο τη γεύση όσο και την αποδοχή των γευμάτων.