Καλά-καλά δεν στέγνωσε το μελάνι στη δασμολογική συμφωνία που υπεγράφη μεταξύ του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και ήδη άρχισαν να εκφράζονται οι πρώτες επιφυλάξεις, αλλά και εκτιμήσεις που κάνουν λόγο για υπερτριπλάσιο του ισχύοντος μέσου δασμού του 4,8%.
Η εμπορική συμφωνία ΗΠΑ-ΕΕ, έχει συγκεντρώσει τα πυρά του πρωθυπουργού της Γαλλίας, με υπουργούς της κυβέρνησής τους να κάνουν λόγο για μία «ετεροβαρή» συμφωνία την ίδια ώρα που επιχειρηματικοί ηγέτες της Γερμανίας εκφράζουν έντονη απογοήτευση.
Η συμφωνία, η οποία θα επιβάλει δασμούς 15% σε σχεδόν όλες τις ευρωπαϊκές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ, μπορεί να τερματίζει την απειλή επιβολής τιμωρητικών εισαγωγικών δασμών 30% στην προθεσμία του Τραμπ που έληγε την 1η Αυγούστου αλλά είναι εντελώς διαφορετική από τους μηδενικούς δασμούς εισαγωγών και εξαγωγών που προσέφερε αρχικά η ΕΕ.
Αυτό σημαίνει ότι οι Ευρωπαίοι εξαγωγείς προς τις ΗΠΑ θα αντιμετωπίσουν υπερτριπλασιασμό του μέσου δασμού 4,8% που ισχύει τώρα, με τις διαπραγματεύσεις να συνεχίζονται για τον χάλυβα, ο οποίος εξακολουθεί να αντιμετωπίζει δασμό 50% και την αεροπορία, ενώ παραμένει το ερώτημα σχετικά με τα μελλοντικά εμπόδια στις εξαγωγές φαρμακευτικών προϊόντων.
Μπαϊρού: «Μαύρη μέρα για την Ένωση»
Ο πρωθυπουργός της Γαλλίας, Φρανσουά Μπαϊρού, δήλωσε ότι η Ευρώπη υποτάχθηκε στις ΗΠΑ, σε μια «μαύρη μέρα» για την Ένωση.
«Είναι μια μαύρη μέρα όταν μια συμμαχία ελεύθερων λαών, που συγκεντρώθηκαν για να επιβεβαιώσουν τις αξίες τους και να υπερασπιστούν τα συμφέροντά τους, αποφασίζει να υποταχθεί», δημοσίευσε ο Μπαϊρού στο X.
Ακόμη και η ίδια η φον ντερ Λάιεν παραδέχθηκε ότι: «Το 15% δεν πρέπει να υποτιμάται, αλλά είναι το καλύτερο που θα μπορούσαμε να έχουμε».
Παράλληλα, ο υπουργός Βιομηχανίας Μαρκ Φερατσί έκρινε πως «αυτή η ιστορία δεν τέλειωσε», εκτιμώντας πως θα χρειαστούν κι άλλες συνομιλίες, διάρκειας εβδομάδων ή ακόμη και μηνών, προτού η συμφωνία οριστικοποιηθεί επίσημα.
Από την πλευρά του ο υπουργός Ευρώπης της Γαλλίας, Μπενζαμέν Χαντάντ, ανέφερε μέσω Χ: «Η συμφωνία για το εμπόριο που διαπραγματεύτηκε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με τις ΗΠΑ θα φέρει κάποια προσωρινή σταθερότητα στους παράγοντες της οικονομίας που απειλούνταν από την αμερικανική δασμολογική κλιμάκωση, αλλά είναι ετεροβαρής», προειδοποιώντας για τον κίνδυνο οι Ευρωπαίοι να υποστούν πολύ βαριές απώλειες αν «δεν ξυπνήσουν».
Ο κ. Χαντάντ εξέφρασε ικανοποίηση διότι η συμφωνία εξαιρεί «τομείς-κλειδιά της γαλλικής οικονομίας (π.χ. αεροναυτική, οινοπνευματώδη, φάρμακα)», αποκλείει «οποιαδήποτε παραχώρηση στους ευαίσθητους αγροτικούς τομείς μας» και «διατηρεί» αλώβητους «ευρωπαϊκούς κανονισμούς για ζητήματα όπως η πληροφορική και η υγεία».
«Όμως ας είμαστε σαφείς: η κατάσταση δεν είναι ικανοποιητική και δεν μπορεί να είναι διαρκής», έκρινε ο κ. Χαντάντ, τονίζοντας πως η Ουάσινγκτον «έκανε την επιλογή του οικονομικού εξαναγκασμού περιφρονώντας πλήρως τους κανόνες του ΠΟΕ» και πρόσθεσε: «Πρέπει αντλήσουμε γρήγορα συμπεράσματα ή θα κινδυνεύσουμε να χαθούμε».
Σάντσεθ: «Αναγκαία η επίτευξη στρατηγικής αυτονομίας»
Ο Ισπανός πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ σχολίασε ότι υποστήριξε τη συμφωνία «χωρίς κανέναν ενθουσιασμό».
Κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου για τον απολογισμό των τελευταίων έξι μηνών της κυβέρνησης, στο Παλάτι Μονκλόα στη Μαδρίτη της Ισπανίας, ο Σάντσεθ είπε ότι η Ευρώπη πρέπει να αντλήσει διδάγματα από αυτήν την κατάσταση και να εντείνει τα σχέδιά της για την επίτευξη στρατηγικής αυτονομίας και την ανάπτυξη καλύτερων εμπορικών δεσμών με άλλες χώρες, συμπεριλαμβανομένου του μπλοκ Mercosur.
Συγκεκριμένα είπε ότι η ΕΕ πρέπει να διαφοροποιήσει τις εμπορικές της σχέσεις με άλλες χώρες και να επιδιώξει συμφωνίες με χώρες όπως η Ινδονησία και η Ινδία.
«Ο Τραμπ έφαγε την Φον ντερ Λάιεν για πρωινό»
Ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας, Βίκτορ Όρμπαν, μια «διχαστική» φωνή εντός της ΕΕ, έσπευσε να ασκήσει κριτική στην πρόεδρο της Κομισιόν Ούρσουλα Φον ντερ Λάιεν.
«Αυτό δεν είναι συμφωνία… Ο Ντόναλντ Τραμπ έφαγε την Φον ντερ Λάιεν για πρωινό. Αυτό συνέβη -όπως υποπτευόμασταν ότι θα συμβεί- επειδή ο Αμερικανός πρόεδρος είναι βαρέων βαρών στις διαπραγματεύσεις, ενώ η κυρία Πρόεδρος κατηγορίας φτερού» είπε ο Όρμπαν, όπως μεταδίδει το Reuters.
Μια εκ διαμέτρου αντίθετη άποψη, κατηγορώντας τον Αμερικανό πρόεδρο, εξέφρασε ο πρωθυπουργός του Βελγίου Μπαρτ Ντε Βέβερ.
«Είναι μια στιγμή ανακούφισης αλλά όχι εορτασμού. Ελπίζω πραγματικά ότι οι ΗΠΑ θα απομακρυνθούν από την αυταπάτη του προστατευτισμού και θα αγκαλιάσουν για ακόμη μια φορά την αξία του ελεύθερου εμπορίου -τον ακρογωνιαίο λίθο της κοινής ευημερίας. Μέχρι τότε, η Ευρώπη θα πρέπει να συνεχίσει να ενισχύει την εσωτερική της αγορά, να μειώσει τους αχρείαστους μηχανισμούς και να δημιουργήσει νέες συνεργασίες για να διαφοροποιήσει το παγκόσμιο εμπορικό της δίκτυο. Ας γίνει η Ευρώπη ο φάρος ενός ανοιχτού, δίκαιου και αξιόπιστου εμπορίου, που τόσο έχει ανάγκη ο κόσμος».
Γερμανοί εξαγωγείς: «Σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις»
Και μπορεί ο Γερμανός καγκελάριος, Φρίντριχ Μερτς, να έσπευσε να χαιρετίσει τη συμφωνία λέγοντας ότι απέτρεψε μία «άσκοπη κλιμάκωση στις διατλαντικές εμπορικές σχέσεις» και έναν δυνητικά καταστροφικό εμπορικό πόλεμο αλλά οι Γερμανοί εξαγωγείς ήταν λιγότερο ενθουσιώδεις.
Η ισχυρή ομοσπονδία βιομηχανικών ομίλων BDI δήλωσε ότι η συμφωνία θα είχε «σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις», ενώ η ένωση χημικών εμπορίου VCI της χώρας δήλωσε ότι η συμφωνία άφησε τους συντελεστές «πολύ υψηλούς».
Είναι σαφές ότι ο αμερικανικός δασμός 15% στα προϊόντα αυτοκινητοβιομηχανίας θα επιβαρύνει τις γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες που βρίσκονται εν μέσω μετασχηματισμού, πλήττοντας τις πωλήσεις και τα κέρδη τους.
Η πρόεδρος της ομοσπονδίας αυτοκινητοβιομηχανίας VDA, Χίλντεγκαρντ Μίλερ, δήλωσε ότι ήταν «ουσιαστικά θετικό» το γεγονός ότι επιτεύχθηκε συμφωνία-πλαίσιο, αλλά προειδοποίησε για τεράστιο κόστος που θα ακολουθήσει.
Την ίδια ώρα οι ευρωπαϊκές χρηματιστηριακές αγορές έφτασαν σε υψηλό τεσσάρων μηνών κατά την έναρξη των συναλλαγών σήμερα Δευτέρα 28/07, εν μέσω ανακούφισης για την επίτευξη συμφωνίας. Ο γερμανικός δείκτης DAX σημείωσε άνοδο κατά 0,86% και ο γαλλικός δείκτης Cac 40 αυξήθηκε κατά 1,1%.
- Το σχέδιο της ΕΕ που έμεινε «επί χάρτου»
Αρχικά, η ΕΕ προσπάθησε να διατηρήσει σκληρή στάση προς τις ΗΠΑ απειλώντας με δασμούς αξίας 21 δισεκατομμυρίων ευρώ τον Απρίλιο και προσθέτοντας έναν ακόμη κατάλογο αμερικανικών εισαγωγών αξίας 73 δισεκατομμυρίων ευρώ που θα φορολογούνταν νωρίτερα αυτόν τον μήνα.
Ωστόσο, η στάση αυτή μετατράπηκε σε μία γρήγορη συμφωνία ανταλλαγής εμπορικών δεσμεύσεων με υποσχέσεις ασφάλειας και άμυνας από τον Ντόναλντ Τραμπ.
Αντιθέτως, η Κίνα, η οποία απείλησε τις ΗΠΑ με μια σειρά από τιμωρητικούς δασμούς, εξακολουθεί να διαπραγματεύεται με τον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος το περασμένο Σαββατοκύριακο πάγωσε τους περιορισμούς στη μεταφορά τεχνολογίας για να δημιουργήσει χώρο για μια συμφωνία με το Πεκίνο.
Η ΕΕ είχε πιέσει, επίσης, και για έναν συμβιβασμό στον χάλυβα που θα μπορούσε να επιτρέψει μια συγκεκριμένη ποσόστωση στις ΗΠΑ πριν από την εφαρμογή δασμών. Ο Τραμπ φάνηκε να το αποκλείει αυτό, λέγοντας ότι ο χάλυβας «παραμένει ως έχει», αλλά η φον ντερ Λάιεν επέμεινε αργότερα ότι «οι δασμοί θα μειωθούν και θα τεθεί σε εφαρμογή ένα σύστημα ποσοστώσεων» για τον χάλυβα, σύμφωνα με τον Guardian.
Απέκλεισε επίσης μια εξαίρεση για τα φαρμακευτικά προϊόντα, αλλά αργότερα η φον ντερ Λάιεν δήλωσε ότι ο δασμός 15% θα ισχύει για τις εξαγωγές φαρμάκων της ΕΕ και ότι τυχόν άλλοι δασμοί εξαρτώνται από τον πρόεδρο των ΗΠΑ.
Η ΕΕ υπόκειται πλέον σε δασμό 25% στα αυτοκίνητα, 50% στον χάλυβα και το αλουμίνιο, και σε έναν γενικό δασμό 10%, τον οποίο η Ουάσινγκτον είχε απειλήσει να αυξήσει στο 30% σε περίπτωση αποχώρησης χωρίς συμφωνία.
Το μπλοκ είχε ασκήσει έντονες πιέσεις για δασμολογικές εξαιρέσεις για κρίσιμες βιομηχανίες, από τα αεροσκάφη μέχρι τα οινοπνευματώδη ποτά, και η αυτοκινητοβιομηχανία του, κρίσιμη για τη Γαλλία και τη Γερμανία, ήδη ταλανίζεται από τους δασμούς που έχουν επιβληθεί μέχρι στιγμής.