Ο Σύνδεσμος Εταιρειών Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας Κύπρου (ΣΕΑΠΕΚ) καταθέτει τις θέσεις του αναφορικά με το ζήτημα των νέων διατιμήσεων ηλεκτρικού ρεύματος και τις επιπτώσεις στους καταναλωτές, όπως συζητήθηκε στη συνεδρία της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας στις 10 Ιουνίου 2025.
Σε σημείωμά του που κοινοποιήθηκε στην Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, ο ΣΕΑΠΕΚ θέτει ενώπιον των πολιτών και των θεσμικών φορέων δύο κρίσιμα ζητήματα:
Η Ανεξαρτησία της ΡΑΕΚ είναι αδιαπραγμάτευτη – Όχι στη χρήση της αγοράς ηλεκτρισμού για πολιτική παρέμβαση
Όπως υπογραμμίζει, είναι βαθιά ανησυχητικό το γεγονός ότι παρατηρείται άμεση ή έμμεση εμπλοκή κρατικών οργάνων στις αποφάσεις της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας Κύπρου (ΡΑΕΚ).
«Η ΡΑΕΚ είναι ανεξάρτητη ρυθμιστική αρχή, θεσμοθετημένη στο πλαίσιο του ενωσιακού δικαίου. Δεν μπορεί – και δεν πρέπει – να εργαλειοποιείται η αγορά ηλεκτρισμού για σκοπούς κοινωνικής πολιτικής ή πολιτικής σκοπιμότητας. Η πολιτεία έχει τη δυνατότητα και την υποχρέωση να προστατεύσει τους ευάλωτους καταναλωτές με στοχευμένες κοινωνικές πολιτικές (π.χ. επιδοτήσεις, ειδικά ταμεία, κοινωνικά τιμολόγια), όχι παρεμβαίνοντας στη λειτουργία της Αρχής. Η όποια απόπειρα πολιτικής καθοδήγησης ακυρώνει τον ρόλο της ΡΑΕΚ ως αμερόληπτου θεσμικού ελεγκτή και υπονομεύει την εμπιστοσύνη της αγοράς, των επενδυτών και των πολιτών», υπογραμμίζει.
Προσθέτει ότι η απόφαση 002/2015 της ΡΑΕΚ, που θεσπίζει τη ρυθμιστική πρακτική και τη μεθοδολογία διατιμήσεων, προνοεί ρητά για απολογιστική (ex post) ανάκτηση δαπανών.
Δηλαδή, η ΑΗΚ υποβάλλει προς έγκριση τις πραγματοποιημένες δαπάνες ενός προηγούμενου έτους (π.χ. του 2023) για να ανακτηθούν μέσω των διατιμήσεων δύο έτη μετά (π.χ. το 2025).
« Οι δαπάνες αυτές δεν αφορούν μελλοντικά έργα ή αναπτυξιακά πλάνα· αφορούν δαπάνες που έγιναν ήδη. Η ΡΑΕΚ έχει την αρμοδιότητα να τις αξιολογήσει, να διαπιστώσει αν πληρούν τα κριτήρια κοστοστρέφειας και να εγκρίνει μόνο τις δαπάνες που τεκμηριώνονται, ενδεχομένως μείωση ή αύξηση αυτών. Η ανεξαρτησία της ΡΑΕΚ και η ορθή εφαρμογή αυτής της διαδικασίας είναι κρίσιμες για την εύρυθμη και δίκαιη λειτουργία της αγοράς ενέργειας προς όφελος του καταναλωτή. Η όποια πολιτική παρέμβαση ή δημόσια πίεση προς τη ΡΑΕΚ θίγει την ακεραιότητα του θεσμού, παραπλανά τους καταναλωτές και δημιουργεί στρεβλώσεις σε έναν κρίσιμο και ευμετάβλητο τομέα με σοβαρές συνέπειες για όλους τους εμπλεκομένους», υποδεικνύει.
Ξεπερασμένη και στρεβλή η δομή διατιμήσεων – Επείγει άμεση αναθεώρηση με επίκεντρο την κοστοστρέφεια
Την ίδια ώρα, ο Σύνδεσμος σημειώνει ότι η υφιστάμενη δομή διατιμήσεων βασίζεται σε απόφαση της ΡΑΕΚ (Απόφαση 067/2017), η οποία εγκρίθηκε για τετραετή διάρκεια, δηλαδή μέχρι το 2021.
Ωστόσο, αναφέρει, εξακολουθεί να εφαρμόζεται μέχρι σήμερα, παρά το γεγονός ότι η πραγματικότητα της αγοράς έχει αλλάξει ριζικά.
«Η στασιμότητα στη δομή αυτή προκαλεί σοβαρές στρεβλώσεις, εις βάρος των καταναλωτών. Είναι χαρακτηριστικό ότι σήμερα ο καταναλωτής πληρώνει το υψηλότερο κόστος ηλεκτρισμού κατά τις μεσημβρινές ώρες των καλοκαιρινών μηνών, ακριβώς τη στιγμή που η παραγωγή φθηνής, πράσινης ενέργειας από φωτοβολταϊκά είναι στο μέγιστο», παρατηρεί.
Υποστηρίζει επίσης ότι αντί να ενθαρρύνεται η κατανάλωση εκείνες τις ώρες, όπως θα επέβαλλε μια σύγχρονη κοστοστρεφής τιμολογιακή πολιτική, η υφιστάμενη δομή λειτουργεί τιμωρητικά προς τους καταναλωτές, ενισχύοντας τις στρεβλώσεις.
Ο ΣΕΑΠΕΚ εισηγείται την άμεση επαναξιολόγηση της δομής διατιμήσεων εντός του 24ώρου, μεταξύ καθημερινών και Σαββατοκύριακου, αλλά και ανά εποχή του έτους, ώστε να αντανακλάται η πραγματική κοστοστρέφεια του συστήματος.
Η αναθεώρηση αυτή, αναφέρει, θα πρέπει να πραγματοποιείται τουλάχιστον ανά διετία, ώστε να συμβαδίζει με τις τεχνολογικές εξελίξεις και τη μεταβαλλόμενη ενεργειακή ισορροπία.
Παράλληλα, σύμφωνα με τον Σύνδεσμο, πρέπει να καταστεί σαφές ότι το άνοιγμα της Ανταγωνιστικής Αγοράς Ηλεκτρισμού δεν συνεπάγεται αυτομάτως την αλλαγή της δομής διατιμήσεων λιανικής, ιδιαίτερα στην περίπτωση της δεσπόζουσας ρυθμιζόμενης εταιρείας ηλεκτρισμού, της ΑΗΚ.
«Η ΑΗΚ εξυπηρετεί σήμερα περίπου το 90% των τελικών καταναλωτών της Κύπρου, εφαρμόζοντας τιμολόγια που δεν αντικατοπτρίζουν την κοστοστρέφεια του κόστους παραγωγής και διάθεσης της ενέργειας στο ηλεκτρικό σύστημα. Αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει αυτόματα με την εισαγωγή ανταγωνισμού στην αγορά. Η αλλαγή αυτή θα προκύψει μόνο όταν η ΡΑΕΚ ασκήσει τον ρυθμιστικό της ρόλο και επιβάλει στη δεσπόζουσα εταιρεία να επανεξετάσει την κοστοστρέφεια και να υποβάλει νέα, επικαιροποιημένη δομή διατιμήσεων λιανικής προς έγκριση».
«Μόνο έτσι θα διασφαλιστεί ότι οι τιμές αντανακλούν την πραγματικότητα της αγοράς και δεν δημιουργούν αθέμιτα πλεονεκτήματα ή στρεβλώσεις σε βάρος των καταναλωτών και αυτοπαραγωγών. Επιπρόσθετα, η ενσωμάτωση έξυπνων τιμολογίων και δυναμικών διατιμήσεων, που να ευθυγραμμίζονται με τα προφίλ παραγωγής ΑΠΕ και την τοπική αποθήκευση ενέργειας, θα ενισχύσει τη συμμετοχή των καταναλωτών στην ενεργειακή μετάβαση – είτε μέσω ιδιοκατανάλωσης, είτε μέσω διαχείρισης φορτίου και παροχής υπηρεσιών αθροιστικής ευελιξίας», καταλήγει.