Των Θανάση Αθανασίου και Μαρίας Γεωργίου
Εντείνονται οι ανησυχίες ότι ένα νέο τοπίο ενδέχεται να διαμορφωθεί στον τομέα της ασφάλισης κατοικιών στην Κύπρο, στον απόηχο των φονικών πυρκαγιών που έπληξαν την ορεινή Λεμεσό και άφησαν πίσω τους καμένες περιουσίες και απώλειες ανθρώπινων ζωών. Εξελίξεις που αναδεικνύουν ένα ακόμη δομικό έλλειμμα δημόσιας πολιτικής, το οποίο άπτεται της απουσίας σχεδίου για τον ασφαλή και νόμιμο οικιστικό σχεδιασμό, τη συστηματική πρόληψη πυρκαγιών και τη ρύθμιση της ασφαλιστικής αγοράς.
Πιο συγκεκριμένα, κάποιες ασφαλιστικές εταιρείες, επικαλούμενες τη ραγδαία αύξηση του κινδύνου σε ορεινές περιοχές, αποφασίζουν να σκληρύνουν τη στάση τους όταν πρόκειται για καταστροφές που προέρχονται από δασικές πυρκαγιές. Ειδικότερα, υπάρχουν καταγγελίες ότι ορισμένες ασφαλιστικές εταιρείες, οι οποίες κατά τις κρίσιμες ημέρες, για ευνόητους λόγους, ανέστειλαν για περίπου μία εβδομάδα τις διαδικασίες έκδοσης ή/και τροποποίησης νέων ασφαλίστρων σε όλη την πληγείσα περιοχή (Σούνι, Όμοδος, Άγιος Σύλας, Κυβίδες, Λόφου, Πλάτρες, Συλίκου, Κοιλάνι, Άλασσα, Βουνί, Άγιος Αμβρόσιος, Βάσα Κοιλανίου, Μονάγρι, Άγιος Θεράπων, Κισσούσα, Μαλλιά), θέτοντας ως προϋπόθεση για τη συνέχιση της διαδικασίας την προσκόμιση υπογεγραμμένης Δήλωσης Μη Ζημίας.
Το πρόβλημα σε αυτή την περίπτωση είναι ότι η απόφαση συλλογικής παύσης/αναστολής έκδοσης σε ολόκληρες περιοχές, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη εξατομικευμένα δεδομένα, ενδέχεται να συγκρούεται με την αρχή της αναλογικότητας. Την ίδια ώρα, η Δήλωση Μη Ζημίας, παρότι τυπική, τίθεται ως υποχρεωτικός όρος χωρίς να διαφαίνεται δυνατότητα αξιολόγησης από ανεξάρτητο εμπειρογνώμονα και ως εκ τούτου ενδέχεται να χρησιμοποιηθεί καταχρηστικά, ακόμα και για την εκ των υστέρων απόρριψη αιτημάτων αποζημίωσης.
Επιπλέον, τίθεται ρήτρα όπως η Δήλωση Μη Ζημίας δεν έχει προγενέστερη ημερομηνία από την έκδοση του ασφαλιστηρίου, γεγονός που δημιουργεί ακόμη μεγαλύτερη ανασφάλεια σε πολίτες που δεν έχουν τα μέσα να αποδείξουν τη μη ύπαρξη ζημιάς, ιδίως σε περιπτώσεις υποκείμενων βλαβών που δεν ήταν ορατές κατά την υπογραφή.
Ο κίνδυνος που ελλοχεύει στις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι εν λόγω πρακτικές εφαρμόζονται άκαμπτα και χωρίς τεκμηρίωση είναι μια ενδεχόμενη de facto παραίτηση από θεμελιώδη δικαιώματα.
Δομικό το πρόβλημα
Όλα αυτά, ωστόσο, δεν μπορούν να ιδωθούν αποκομμένα από τις βαθύτερες παθογένειες του κράτους. Το πρόβλημα είναι βαθύτερο και αφορά την ίδια την πολιτεία η οποία είτε δεν έχει εξασφαλίσει την ύπαρξη νόμιμης πολεοδομικής κατάστασης σε όλες τις κατοικίες της υπαίθρου είτε δεν έχει εφαρμόσει υποχρεωτικούς κανόνες πρόληψης ή δασοπροστασίας για όσους οικοδομούν σε ευάλωτες περιοχές. Συνεπεία τούτου, αυξάνονται οι φόβοι ότι αντί να αυξηθούν τα ασφάλιστρα σε συνάρτηση με τις προδιαγραφές ασφάλειας κάθε κατοικίας, παρατηρείται το φαινόμενο συλλογικής αποχής της ασφαλιστικής αγοράς από ολόκληρες κοινότητες, ανεξαρτήτως αν ένα ακίνητο είναι αυθαίρετο, εκτός σχεδίου ή θωρακισμένο με δικά του μέσα πυρασφάλειας.
Αναδεικνύεται, συνεπώς, και η δομική αδυναμία του κράτους να επιβάλει ενιαίους κανόνες πρόληψης και συμμόρφωσης, ώστε να είναι δυνατός και ο δίκαιος επιμερισμός του κινδύνου. Ενδεικτικά, η κυβέρνηση έσπευσε να ανακοινώσει πλήρη αποζημίωση των πληγέντων, αφήνοντας για αργότερα τα «διαδικαστικά». Μια επιλογή που, σε συνθήκες έκτακτης ανάγκης, είναι εύλογη και αναγκαία, καθώς αποτρέπει την πλήρη κοινωνική κατάρρευση για όσους έχασαν τα πάντα. Ωστόσο, αν δεν ενταχθεί σε ένα ευρύτερο σχέδιο που να περιλαμβάνει σαφείς κανόνες πρόληψης, έλεγχο της δόμησης και υποχρεωτικά μέτρα ασφάλειας σε ευάλωτες περιοχές, ελλοχεύει ο κίνδυνος να εδραιωθεί μια λογική συλλογικής αδράνειας.
«Άλλοθι»
Σε μια τέτοια περίπτωση, ενδέχεται να ενισχυθεί η αντίληψη ότι η ασφάλιση ή η λήψη μέτρων αυτοπροστασίας είναι περιττή, καθώς το κράτος θα αναλάβει το κόστος ανεξαρτήτως των συνθηκών.
«Όταν το κράτος αποζημιώνει εξ ολοκλήρου τις καταστροφές, οι ασφαλιστικές έχουν κάθε λόγο να εξετάσουν το ενδεχόμενο να αποσυρθούν από την εξίσωση», σχολιάζει αρμόδια πηγή μιλώντας στον «Π». Έτσι, διαμορφώνεται ένα πεδίο ασυμμετρίας, με πολίτες που είχαν φροντίσει να ασφαλιστούν, συχνά με οικονομικές θυσίες, να κινδυνεύουν να βρεθούν με ελλιπή κάλυψη, ενώ άλλοι, χωρίς ασφάλιση, αποζημιώνονται χωρίς ενιαίους κανόνες.
Πρόκειται για μια μη βιώσιμη πρακτική, σύμφωνα με ειδικούς, που υπονομεύει τη φιλοσοφία της ασφάλισης και διαιωνίζει την απουσία μακρόπνοου σχεδιασμού. Αντί για ενίσχυση της συμμόρφωσης, παρατηρείται ανοχή στην αυθαιρεσία, με τις ασφαλιστικές να αποχωρούν και το Δημόσιο να καλύπτει χωρίς κανόνες.
Προειδοποιήσεις
Σημαντικές επισημάνσεις έδωσε μιλώντας στον «Π» εκπρόσωπος μεγάλης ασφαλιστικής εταιρείας που δραστηριοποιείται στον κλάδο της ασφάλισης κατοικίας. Όπως ανέφερε, η εταιρεία του ασφαλίζει ανεξαιρέτως όλους τους πολίτες, είτε η κατοικία τους βρίσκεται σε αστικό περιβάλλον είτε σε ημιορεινές ή ορεινές περιοχές -ακόμη και σε δύσβατες ή δασικές ζώνες. Ωστόσο, σε τέτοιες περιπτώσεις οι ασφαλιστικοί σύμβουλοι προτρέπουν τους πελάτες να λαμβάνουν πρόσθετα μέτρα πρόληψης και προστασίας, δεδομένου ότι το ρίσκο ζημιών αυξάνεται σημαντικά.
Ειδικά οι κατοικίες που βρίσκονται σε περιοχές με υψηλή επικινδυνότητα, όπως δασώδεις ή απομονωμένες περιοχές, που μένουν για μεγάλα χρονικά διαστήματα ακατοίκητες, είναι πιο ευάλωτες σε φθορές, φυσικές καταστροφές αλλά και σε περιστατικά όπως φωτιές. Για παράδειγμα, κατοικίες με τζάκια ή ξυλόσομπες πρέπει να ελέγχονται και να συντηρούνται συστηματικά, ενώ συνιστάται και η αποψίλωση του περιβάλλοντος χώρου ή η λήψη άλλων αντίστοιχων μέτρων πρόληψης. Όπως υπογράμμισε, οι ασφαλιστικές εταιρείες δεν περιορίζονται στην παροχή ασφαλιστικής κάλυψης αλλά λειτουργούν καθοδηγητικά, ενημερώνοντας τους πελάτες για τους κινδύνους και την ανάγκη προληπτικής δράσης.
Η ασφαλιστική εταιρεία πραγματοποιεί εκτιμήσεις κινδύνου πριν από κάθε συμβόλαιο, και, όπως σημειώθηκε, όσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος τόσο υψηλότερο είναι το κόστος ασφάλισης. Στην ίδια λογική, οι εταιρείες λαμβάνουν σοβαρά υπόψη παράγοντες όπως η ύπαρξη αυθαίρετων κατασκευών (π.χ. πρόχειρα καταλύματα, κοντέινερ, προσθήκες χωρίς άδεια), τα οποία δεν καλύπτονται από ασφαλιστήρια συμβόλαια.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι πολλές κατοικίες, ιδίως σε αγροτικές περιοχές, δεν διαθέτουν τίτλους ιδιοκτησίας. Ωστόσο, όπως τόνισε ο εκπρόσωπος, η συγκεκριμένη εταιρεία ασφαλίζει τέτοιες περιπτώσεις, εφόσον πληρούνται συγκεκριμένα κριτήρια και υπάρχει συμφωνία ως προς την αξία και το περιεχόμενο της κάλυψης.
Απηύθυνε δε έκκληση στους πολίτες να προχωρήσουν σε ασφάλιση κατοικίας, επισημαίνοντας πως η πρόληψη είναι καθοριστική. «Σήμερα μιλάμε για πυρκαγιές, αύριο μπορεί να αντιμετωπίσουμε έναν μεγάλο σεισμό. Τότε οι καταστροφές θα είναι ανυπολόγιστες και θα επηρεαστούν μαζικά πολύ περισσότερες περιοχές και κατοικίες», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Οι πρώτες ανακοινώσεις
Πάντως, άρχισαν ήδη οι ανακοινώσεις από κάποιες ασφαλιστικές εταιρείες για τα ποσά των αποζημιώσεων, παρ' όλο που τονίζεται ότι «είναι ακόμη νωρίς να καθοριστεί ο πλήρης οικονομικός αντίκτυπος». Το τελικό οικονομικό κόστος θα προσδιοριστεί μόνο όταν ολοκληρωθεί η εκτίμηση των ζημιών και των απαιτήσεων και εφόσον δεν προκύψουν απρόβλεπτες επιπλέον εξελίξεις.
Σαφές μήνυμα από την εποπτική Αρχή
Από την πλευρά του, ο αναπληρωτής έφορος Ασφαλίσεων, Κωνσταντίνος Καλοψιδιώτης, μιλώντας στον «Π», έστειλε ξεκάθαρο μήνυμα υπέρ της ασφάλισης της κατοικίας, τονίζοντας πως αποτελεί βασική μορφή πρόληψης και θωράκισης της περιουσίας των πολιτών. Όπως ανέφερε, κάθε πολίτης καλείται να μεριμνά για την ασφάλιση, τουλάχιστον, της πρώτης κατοικίας του, επαναξιολογώντας κατά διαστήματα την πραγματική αξία του ακινήτου, ειδικά εάν έχει περάσει σημαντικός χρόνος από την τελευταία εκτίμηση. Επιπλέον, επεσήμανε τη σημασία της κάλυψης του περιεχομένου της κατοικίας, με αναλυτική καταγραφή συγκεκριμένων αντικειμένων, ώστε η ασφαλιστική προστασία να είναι ουσιαστική και εξατομικευμένη.
Ο Κωνσταντίνος Καλοψιδιώτης επεσήμανε ότι η Υπηρεσία Ελέγχου Ασφαλιστικών Εταιρειών στηρίζει τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται υπεύθυνα στον τομέα της ασφάλισης κατοικιών, εφόσον αυτές λειτουργούν στο πλαίσιο του Περί Συμβάσεων Νόμου και τηρούν τις σχετικές πρόνοιες. Όπως σημείωσε, κάθε ασφαλιστική οφείλει να διαμορφώνει τις καλύψεις της σύμφωνα με το νομικό πλαίσιο και τις δικές της κατευθυντήριες γραμμές.
Σε αυτό το πλαίσιο, κάλεσε το κοινό, και ιδιαίτερα όσους δεν έχουν ασφαλίσει ακόμη τις κατοικίες τους ή διαθέτουν ανεπαρκή κάλυψη, να επανεξετάσουν άμεσα την κατάστασή τους. Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε και στις περιπτώσεις κατοικιών που δεν είναι ασφαλισμένες υποχρεωτικά λόγω ενυπόθηκου δανείου, τονίζοντας την ανάγκη να αλλάξει η κουλτούρα γύρω από την ασφάλιση και να ενισχυθεί η προληπτική νοοτροπία στον τομέα αυτόν.
Σημειώνεται ότι ο έφορος Ασφαλίσεων είναι η αρμόδια εποπτική Αρχή του ασφαλιστικού τομέα στην Κυπριακή Δημοκρατία και ασκεί όλες τις εξουσίες που του παρέχονται από τον περί Ασφαλιστικών και Αντασφαλιστικών Εργασιών και Άλλων Συναφών Θεμάτων Νόμο και από τους σχετικούς Κανονισμούς, με σκοπό την προστασία των αντισυμβαλλομένων και των δικαιούχων ασφαλίσματος. Η εν λόγω νομοθεσία ρυθμίζει τα θέματα που αφορούν την ανάληψη, άσκηση και εποπτεία ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών εργασιών και την ανάληψη, άσκηση και εποπτεία εργασιών διανομής ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών προϊόντων.
Η πρόταση του ΕΤΕΚ
Τα κλιμάκια του ΕΤΕΚ τα οποία εξέτασαν τις ζημιές στην περιοχή κατέληξαν σε κρατικές αποζημιώσεις αναλόγως κατασκευής από 1200-1.900 ανά τετραγωνικό μέτρο σε οικίες που έχουν καταστραφεί από την πυρκαγιά.
Ειδικότερα, σύμφωνα με πληροφορίες του «Φ», στην πρόταση του ΕΤΕΚ, η οποία παρουσιάστηκε εσωτερικά σε λειτουργούς του Υπουργείου Εσωτερικών σε πρώτη φάση, προτείνονται τα ακόλουθα:
-Για συμβατικές οικοδομές (τούβλα, μπετόν κ.ο.κ.) αποζημίωση μεταξύ €1.600-€1.800 ανά τετραγωνικό μέτρο.
-Για οικοδομές με μεταλλική δόμηση προτείνεται αποζημίωση μεταξύ €1.600-€1.800 ανά τ.μ.
-Για οικοδομές από πλίνθο (πλινθαρένιες) προτείνονται μεταξύ €1.700-€1.800.
-Για οικοδομές σύμμεικτης κατασκευής προτείνεται αποζημίωση μεταξύ €1.600-€1.800.
-Για οικοδομές ξύλινης δόμησης προτείνεται αποζημίωση μεταξύ €1.200-€1.400.
-Για οικοδομές ξηρολιθοδομής (από πέτρα) προτείνεται αποζημίωση μεταξύ €1.750-€1.900.