Σε έναν ξύλινο φράκτη που βρίσκεται τοποθετημένος ανάμεσα στα σημεία ελέγχου μεταξύ ελεύθερων περιοχών-κατεχόμενων, στο οδόφραγμα της Λήδρας, ξεπροβάλλει καθηλωμένη μια μισοκατεστραμμένη από τον ήλιο, την υγρασία και τις καιρικές συνθήκες των τελευταίων σχεδόν 30 χρονών, μια αφίσα - φάντασμα. Το όνομα «ΣΑΚΗΣ ΡΟΥΒΑΣ» διακρίνεται ακόμη, αν και ξεθωριασμένο, κάτω από στρώματα πιο σύγχρονων διαφημιστικών φυλλαδίων.
Η αφίσα, ξεχασμένη και μισοσβησμένη, είναι το κατάλοιπο μιας εποχής που άφησε το δικό της αποτύπωμα. Πρόκειται για την περίφημη «συναυλία ειρήνης» του Σάκη Ρουβά τον Μάιο του 1997, που πραγματοποιήθηκε στη νεκρή ζώνη της Λευκωσίας, με τη συμμετοχή του Τούρκου τραγουδιστή Μπουράκ Κουτ.
Η συναυλία, που διοργανώθηκε από τα Ηνωμένα Έθνη, με την έγκριση της κυπριακής κυβέρνησης, είχε στόχο την επαναπροσέγγιση Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Οι δύο δημοφιλείς τραγουδιστές θέλησαν να ενώσουν τις φωνές και τις δυνάμεις τους για να περάσουν μέσω της μουσικής τους, μηνύματα ειρήνης και συμφιλίωσης. Η πρόθεση μπορεί να ήταν αγαθή, ωστόσο, πυροδότησε κύμα οργής.
Οι ανοικτές και νωπές πληγές της τουρκικής εισβολής σε συνδυασμό με το «λάθος» του Σάκη Ρουβά και του μάνατζέρ του, να επιλέξουν για τη διεξαγωγή της συναυλίας, την 19η Μαΐου, που συνέπιπτε με την ημερομηνία της γενοκτονίας των Ποντίων, δημιούργησαν ένα εκρηκτικό μείγμα εκείνη την εποχή.
Οι Πόντιοι και μεγάλη μερίδα Ελληνοκυπρίων διαμαρτυρήθηκαν έντονα, θεωρώντας πως παραβλέπεται επιδεικτικά η ιστορική τραγωδία του 1974 και η γενοκτονία των Ποντίων. Η αντίδραση ήταν τέτοια, που η καριέρα του Ρουβά δέχθηκε πλήγμα, τουλάχιστον για ένα διάστημα στην Κύπρο.
Κι όμως, σχεδόν τριάντα χρόνια μετά, η αφίσα είναι ακόμη εκεί. Φθαρμένη, μισοδιαλυμένη, αλλά εκεί. Όχι πια ως διαφήμιση. Ως υπενθύμιση.
Στο πέρασμα του χρόνου, η ίδια η πόλη αναλαμβάνει ρόλο αρχείου. Η αφίσα του Ρουβά μπορεί να μην τραγουδά πια, αλλά ψιθυρίζει ακόμα.