Του Στέφανου Ευριπίδου
Εδώ και μερικούς μήνες βρίσκονται σε εξέλιξη σχέδια για δαπάνες σχεδόν 300 εκατ. ευρώ με στόχο την αναβάθμιση και επέκταση της ναυτικής βάσης «Ευάγγελος Φλωράκης» στο Μαρί και της αεροπορικής βάσης «Ανδρέας Παπανδρέου» στην Πάφο. Οι εξελίξεις στη συνέχεια προοιωνίζονται και έχουν γεωπολιτικές προεκτάσεις που μένει να φανούν.
Αναλυτές που μίλησαν στον αγγλόφωνο Πολίτη (Politis to the point) σημειώνουν ότι οι δαπανηρές αυτές αναβαθμίσεις – προορισμένες κυρίως για χρήση από Αμερικανούς και Ευρωπαίους συμμάχους – ενδέχεται να ενισχύσουν τη θέση της Κύπρου και να αναδείξουν τη στρατηγική της αξία σε μια ασταθή περιοχή, ωστόσο μπόρεί να έχουν και παρενέργειες. Θα μπορούσαν για παράδειγμα να προκαλέσουν αντίμετρα από την Τουρκία, αλλά ταυτόχρονα να καταστήσουν τη Λευκωσία πιο εξαρτημένη από μια ολοένα και πιο απρόβλεπτη αμερικανική εξωτερική πολιτική. Τί συνέπειες θα μπορούσε να έχει αυτή η εξέλιξη στο Κυπριακό;
Ο Πρόεδρος Νίκος Χριστοδουλίδης δήλωσε νωρίτερα τη βδομάδα που πέρασε ότι η κυβέρνηση εντείνει τη συνεργασία της με ξένες κυβερνήσεις σε αμυντικά έργα, περιλαμβανομένων των δύο βάσεων. Υπογράμμισε το αμερικανικό ενδιαφέρον για την αναβάθμιση της αεροπορικής βάσης και το γαλλικό ενδιαφέρον για τον εκσυγχρονισμό της ναυτικής βάσης.
Μια περιοχή σε ρευστότητα
Μέσα από τις εξελίξεις στην περιοχή – κυρίως στη Γάζα, τον Λίβανο και τη Συρία – η Κύπρος ανταποκρίθηκε με επιτυχία σε αιτήματα ξένων χωρών για διευκολύνσεις σε εκκενώσεις, ανθρωπιστικές αποστολές και ειρηνευτικές επιχειρήσεις. Αυτό με τη σειρά του οδήγησε στη σκέψη ότι η Λευκωσία πρέπει να ενισχύσει την ικανότητά της να φιλοξενεί στρατιωτικά αεροπλάνα, πολεμικά πλοία και υποβρύχια για τέτοιους σκοπούς.
Σύμφωνα με καλά πληροφορημένη πηγή, η λογική πίσω από την ανάπτυξη μόνιμων και δαπανηρών υποδομών είναι να δείξει ότι η Κύπρος, παρότι μικρή, μπορεί να είναι αξιόπιστος, συνεπής και σημαντικός εταίρος στην Ανατολική Μεσόγειο.
«Η πολιτική αξία αυτής της επένδυσης είναι μεγαλύτερη από οποιονδήποτε στρατιωτικό εξοπλισμό θα μπορούσε να αγοράσει η Κύπρος», σημείωσε η πηγή. «Οι διεθνείς σχέσεις δεν είναι στατικές και η περιοχή παραμένει απρόβλεπτη. Η κυβέρνηση αξιοποιεί την ευκαιρία να ενισχύσει τους δεσμούς με ισχυρούς συμμάχους».
Η Λευκωσία θεωρεί ότι οι βαθύτερες σχέσεις αμυντικής συνεργασίας με μεγάλες, φιλικές δυνάμεις αποτελούν ένα πρόσθετο δίχτυ προστασίας απέναντι στην υπαρξιακή της απειλή: την κατοχή του 37% του νησιού από την Τουρκία.
Το μεγα-έργο στο Μαρί και η Πάφος
Η ίδια πηγή αποκάλυψε ότι οι Αμερικανοί έχουν ήδη στείλει δύο φορές τεχνική ομάδα στην αεροπορική βάση της Πάφου και συνεργάζονται με τις κυπριακές αρχές για την εκπόνηση σχεδίων αναβάθμισής της. Οι σχεδιασμοί περιλαμβάνουν επέκταση του διαδρόμου και του χώρου στάθμευσης αεροσκαφών, ώστε να μπορούν να φιλοξενούνται περισσότερα αεροπλάνα, καθώς και υποδομές για φιλοξενεία προσωπικού και ανεφοδιασμό αεροπλάνων.
Αρχικές εκτιμήσεις τοποθετούσαν το κόστος της αναβάθμισης στα 10–14 εκατ. ευρώ. Ωστόσο, πρόσθετες απαιτήσεις φαίνεται πως εκτοξεύουν τον λογαριασμό σχεδόν πέντε φορές πάνω, στα 40–50 εκατ. ευρώ. Η διάρκεια του έργου υπολογίζεται σε 1,5 έως 2 χρόνια.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι ΗΠΑ θα συνεισφέρουν στο κόστος αναβάθμισης, χωρίς να έχει αποσαφηνιστεί δημόσια σε ποιο βαθμό. Η πηγή εξέφρασε πάντως την πεποίθηση ότι οι εταίροι θα συνεισφέρουν ουσιαστικά και στα δύο έργα.
Όσο για τη ναυτική βάση στο Μαρί, το σχέδιο είναι πολύ πιο μεγάλο: οι εκτιμήσεις ανεβάζουν το κόστος στα 200–220 εκατ. ευρώ. Γεγονός που εγείρει ερωτήματα για τις πιθανότητες ολοκλήρωσης, δεδομένων των αποτυχημένων μεγάλων έργων υποδομής στο παρελθόν.
Μελέτες βρίσκονται σε εξέλιξη για αναβάθμιση που θα επιτρέπει τη φιλοξενία μεγάλων πολεμικών πλοίων και υποβρυχίων. Η κυβέρνηση επιδιώκει χρηματοδότηση από την ΕΕ, έχοντας ήδη συζητήσει το θέμα με την πρόεδρο της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Γαλλία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες έχουν επίσης εκφράσει ενδιαφέρον. Η διάρκεια υλοποίησης υπολογίζεται στα 2–3 χρόνια.
Παράλληλα, οι ΗΠΑ κατασκευάζουν ελικοδρόμιο κοντά στο Μαρί, το οποίο θα επιτρέπει την προσγείωση και συντήρηση αμερικανικών ελικοπτέρων, καθώς και την αποβίβαση προσωπικού, προσφέροντας μεγαλύτερη ευελιξία στις περιπολίες τους στην περιοχή.
Γεωπολιτικές επιπτώσεις
Η κυβέρνηση τονίζει ότι τόσο η ναυτική όσο και η αεροπορική βάση θα παραμείνουν ως εγκαταστάσεις «κυπριακής ιδιοκτησίας». Ο έλεγχος δεν θα παραχωρηθεί σε άλλους. Επιμένει ότι οποιαδήποτε διευκόλυνση σε ξένους εταίρους θα αφορά αποκλειστικά ανθρωπιστικές και ειρηνευτικές αποστολές και ότι σε καμία περίπτωση δεν θα χρησιμοποιηθούν οι βάσεις ως ορμητήρια για ανάληψη επιθετικών επιχειρήσεων.
Αυτό θα εξαρτηθεί βέβαια από το πώς ερμηνεύουν και οι δύο πλευρές τους όρους «ανθρωπιστικές και ειρηνευτικές» αποστολές, όσο και από το αν η φύση των συμφωνιών με τους εταίρους της Κύπρου αλλάξει με την πάροδο του χρόνου.
Στρατιωτική πηγή σημείωσε ότι οι μεγάλες δυνάμεις της περιοχής, όπως οι ΗΠΑ και η Γαλλία, διαθέτουν ήδη αεροπλανοφόρα για να διεξάγουν επιθετικές επιχειρήσεις και δεν χρειάζονται την Κυπριακή Δημοκρατία γι’ αυτόν τον σκοπό.
Παρά ταύτα, ο αναλυτής διεθνών σχέσεων Τζέιμς Κερ-Λίντσεϊ υπενθύμισε:
«Στις επιχειρήσεις, οι Αμερικανοί έχουν τη φήμη να επαναδιαπραγματεύονται συμφωνίες ακόμη κι όταν έχουν ήδη κλείσει. Ο Τραμπ είναι διαβόητος για αυτό. Το είδαμε επανειλημμένα με τους δασμούς. Οποιαδήποτε συμφωνία πρέπει ίσως να αντιμετωπίζεται με προσοχή».
Ο πρώην Τουρκοκύπριος διαπραγματευτής και ακαδημαϊκός Κουντρέτ Οζερσάι σημείωσε ότι η πρακτική να παρουσιάζονται τέτοιες συμφωνίες ως συνδεδεμένες με ανθρωπιστικές και ειρηνευτικές αποστολές έχει χρησιμοποιηθεί και στο παρελθόν, ακόμη και με τη Ρωσία.
«Κατανοώ ότι οι τουρκικές αρχές δεν το ερμηνεύουν έτσι», είπε.
«Στην τουρκοκυπριακή και την τουρκική πλευρά η αντίληψη είναι ότι πρόκειται σαφώς για ζητήματα ασφάλειας και στρατιωτικής παρουσίας, όχι για κάτι περιορισμένο σε ανθρωπιστικούς σκοπούς».
Ο Οζερσάι υποστήριξε ότι στρατιωτικές επενδύσεις που γίνονται σήμερα για ανθρωπιστικούς λόγους μπορούν πολύ σύντομα, ανάλογα με τις διεθνείς εξελίξεις, να μετατραπούν σε στρατιωτικές βάσεις.
«Δεν νομίζω ότι θα καταφέρουν να πείσουν την Τουρκία υπό αυτές τις συνθήκες. Είναι μια αφελής προσέγγιση», πρόσθεσε.
Πρόσφατα, η βρετανική κυβέρνηση βρέθηκε στο στόχαστρο κατηγοριών ότι διεξήγαγε στρατιωτικές και μυστικές επιχειρήσεις στη Γάζα και την Υεμένη από τις δικές της βάσεις στο Ακρωτήρι, ανάμεσα στην Πάφο και το Μαρί. Η κυπριακή κυβέρνηση δεν έχει λόγο σε τέτοιες επιχειρήσεις αν και θεωρείται βέβαιο ότι το Λονδίνο ενημερώνει εκ των υστέρων τη Λευκωσία, αναλόγως των συνθηκών.
Παράλληλα, η ενισχυμένη συμμαχία της Κύπρου με το Ισραήλ έχει προκαλέσει αντιδράσεις, δεδομένου του μεγέθους της αιματοχυσίας στη Γάζα από την ισραηλινή επιχείρηση για την ανάκτηση του ελέγχου της Λωρίδας και την απελευθέρωση ομήρων. Η σχέση αυτή τοποθετεί την Κύπρο σε δύσκολη θέση: από τη μια, βελτιώνει τις σχέσεις της με μια περιφερειακή δύναμη, όπως το Ισραήλ και εμβαθύνει τις σχέσεις της με την Ουάσιγκτον, ενώ αποκτά και σύστημα αντιαεροπορικής άμυνας, από την άλλη, παρακολουθεί αμήχανα μια ανθρωπιστική καταστροφή να εξελίσσεται δίπλα της.
Την ίδια στιγμή, η Τουρκία εντείνει την αντιπαράθεση της με το Ισραήλ, απαγορεύοντας σε ισραηλινά πλοία και στρατιωτικά φορτία με προορισμό το Ισραήλ να περάσουν από τα λιμάνια της. Αυτό δημιουργεί το ενδεχόμενο οι σύμμαχοι του Ισραήλ να αναζητήσουν άλλες οδούς για αποστολές, περιλαμβανομένης της Κύπρου, κάτι που αναγκάζει τη Λευκωσία να σκεφτεί σοβαρά τις συνέπειες.
Υπέρ και κατά
Ο αναλυτής Κερ-Λίντσεϊ χαρακτήρισε θετική τη σημαντική μετατόπιση της Κύπρου προς τη Δύση, συγκριτικά με την παλαιότερη, λιγότερο ωφέλιμη, ευθυγράμμισή της με τη Μόσχα.
Σημείωσε ότι για αρκετά χρόνια μετά την ένταξη στην ΕΕ, η Κύπρος δυσκολευόταν να αποβάλει τις συνήθειες του Κινήματος των Αδεσμεύτων. Σήμερα, όμως, οι σχέσεις με τις ΗΠΑ και τη δυτική συμμαχία έχουν βελτιωθεί θεαματικά, μια αλλαγή που δεν έχει περάσει απαρατήρητη.
«Τότε, η Κύπρος κατηγορούνταν ότι είναι κράτος-μέλος της ΕΕ με μονοθεματική ατζέντα. Η διαχείριση της κρίσης του Λιβάνου το 2006 άλλαξε τα πάντα», είπε.
Ο Κερ-Λίντσεϊ υποστήριξε ότι μετά τον Λίβανο έγινε ξεκάθαρο πως η Κύπρος αποτελεί το προκεχωρημένο φυλάκιο της Ευρώπης στη Μέση Ανατολή.
«Η Κύπρος δεν αισθάνεται πραγματικά ενσωματωμένη στη νοτιοανατολική Ευρώπη και τις βαλκανικές δομές. Η σχέση με τη Μέση Ανατολή είναι αυτή που της δίνει αξία».
«Η πιο σαφής ένδειξη ότι η Κύπρος άρχισε να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη ήταν όταν το 2014 ο Χρήστος Στυλιανίδης ορίστηκε Ευρωπαίος Επίτροπος για την Ανθρωπιστική Βοήθεια και τη Διαχείριση Κρίσεων – και όχι σε κάποιο από τα συνηθισμένα χαρτοφυλάκια Υγείας ή Καταναλωτών», πρόσθεσε.
Ο ίδιος υποστήριξε ότι, ενώ η Κύπρος δεν μπορεί να ενταχθεί πλήρως στο ΝΑΤΟ ή σε άλλες ευρωπαϊκές αμυντικές δομές, μπορεί να προσφέρει πολλά και η ενίσχυση των δυνατοτήτων της στο νησί βγάζει νόημα.
Αντίθετα, ο Οζερσάι προειδοποίησε ότι αυτό πιθανότατα θα οδηγήσει την Τουρκία να λάβει πρόσθετα μέτρα ασφαλείας – νέες βάσεις, περισσότερα στρατεύματα, μεταφορά τεχνολογίας στο νησί – και πιθανόν να προκαλέσει κλιμάκωση αντί για αποτροπή.
«Για παράδειγμα, μπορεί να αναμένει κανείς να προχωρήσουν τα σχέδια για νέα ναυτική βάση της Τουρκίας στα κατεχόμενα. Ή ίσως αύξηση των τουρκικών δυνάμεων στο νησί, ώστε να διατηρηθεί η ισορροπία δυνάμεων μέσα και γύρω από αυτό», σημείωσε.
Εξάρτηση από Αμερικανούς
Σε ό,τι αφορά το Κυπριακό, από τη μια υπάρχει η άποψη ότι όσο η Κύπρος παραμένει χρήσιμη ως εταίρος, η διεθνής κοινότητα είναι ικανοποιημένη να κρατά τεχνητά ζωντανή τη «διαδικασία ειρήνης», ώστε να μην ταράξει τις ισορροπίες σε μια περίοδο αναταραχής στην περιοχή.
Ο Οζερσάι προειδοποιεί πάντως ότι μια ενισχυμένη στρατηγική σχέση ΗΠΑ–Κύπρου θα καταστήσει την κυβέρνηση όλο και πιο εξαρτημένη από την Ουάσιγκτον και λιγότερο ικανή να απορρίψει νέες πρωτοβουλίες ή «έξω από το κουτί» προσεγγίσεις στο Κυπριακό.
«Αυτή η εξάρτηση θα δημιουργήσει ευάλωτη κατάσταση για τον Ελληνοκύπριο ηγέτη, διότι αν κάποια στιγμή η αμερικανική εξωτερική πολιτική ευθυγραμμιστεί με την Τουρκία σε ζητήματα Μέσης Ανατολής (Συρία, Ισραήλ), τότε οι ΗΠΑ μπορεί να αναλάβουν πρωτοβουλία και σε σχέση με την Κύπρο. Και σε εκείνη την περίπτωση δεν θα είναι εύκολο για τον Ελληνοκύπριο ηγέτη να την απορρίψει», είπε.
Ο πρώην διαπραγματευτής ανέφερε ότι οι Συμφωνίες του Αβραάμ μεταξύ Ισραήλ και αραβικών χωρών δείχνουν τον τύπο πραγματιστικής προσέγγισης που ακολουθεί η κυβέρνηση Τραμπ, επικεντρωμένη στο εμπόριο και στις καθημερινές σχέσεις, όχι σε εδαφικές διαφορές ή ζητήματα κυριαρχίας.
Η αμερικανική εμπλοκή στο Κυπριακό, σημείωσε, είναι απίθανο να αφορά συνομιλίες για μια κλασική ομοσπονδιακή λύση ή νέα εταιρική σχέση. Πιο πιθανό πρώτο βήμα θα ήταν ένας διάλογος για μια εμπορική πρωτοβουλία που θα περιλαμβάνει όλα τα μέρη, παραμερίζοντας το ζήτημα του νομικού καθεστώτος και της αναγνώρισης. Μια πιο πραγματιστική προσέγγιση, παρόμοια με τις Συμφωνίες του Αβραάμ.
«Πρέπει να κατανοήσουμε καθαρά ότι το Κυπριακό δεν είναι πρόβλημα ανάμεσα στις δύο κοινότητες. Βρισκόμαστε σε μια περιοχή με υπερβολικά πολλά συμφέροντα, προσδοκίες και ανησυχίες περιφερειακών και διεθνών δρώντων. Δεν είναι λογικό να περιμένουμε από τις δύο πλευρές να το λύσουν μόνες τους», είπε.
Ο Οζερσάι τόνισε ότι δεν υποστηρίζει την επιβολή λύσης στην Κύπρο. Ωστόσο, πρόσθεσε, ότι μέχρι να εμπλακούν ουσιαστικά τα συμφέροντα διεθνών παραγόντων, κανείς δεν θα στηρίξει πραγματικά μια διαδικασία λύσης.
«Αυτό που θα απομείνει θα είναι η διαχείριση της σύγκρουσης και διαπραγμάτευση για χάρη της διαπραγμάτευσης».
Χτίζοντας δεσμούς
Ένα ακόμη ενδεχόμενο, με βάση τις σημερινές συνθήκες, θα ήταν ο Τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν να αποφασίσει κάποια στιγμή, όταν οι συγκυρίες το επιτρέψουν, να προσεγγίσει τον συναλλακτικό και απρόβλεπτο Ντόναλντ Τραμπ με μια πρόταση που δεν θα μπορεί να αρνηθεί. Ο Αμερικανός πρόεδρος, γνωστός για την αδυναμία του στα κτηματομεσιτικά έργα, είχε δείξει ενθουσιασμό στην ιδέα να μετατρέψει τη Γάζα σε «Ριβιέρα της Ανατολικής Μεσογείου», χωρίς να λαμβάνει υπόψη την ιστορία ή την αξιοπρέπεια των Παλαιστινίων. Τι θα γινόταν αν ο Ερντογάν του πρότεινε ένα «συναρπαστικό» σχέδιο για την Αμμόχωστο;
Αυτό θα έθετε τέλος σε κάθε ελπίδα λύσης, θα έδινε στους εθνικιστές ένα ισχυρό αφήγημα περί προδοσίας από ΗΠΑ/Δύση και θα παγίωνε τη διχοτόμηση.
Ερωτηθείς σχετικά, ο Κερ-Λίντσεϊ αναγνώρισε ότι οι εταίροι δεν έχουν πλέον να κάνουν με μια «κανονική» Αμερική. Η Κύπρος χρειάζεται να κρατά χαμηλό προφίλ, να εργάζεται αθόρυβα και συστηματικά, να χτίζει δεσμούς και να καθιστά τον εαυτό της πολύτιμο.