Του Παύλου Κ. Παύλου*
Μελέτησα με προσοχή όσα είπε στις συνεντεύξεις του ο Κόλιν Στιούαρτ, με την ευκαιρία της ολοκλήρωσης της αποστολής του ως ειδικός αντιπρόσωπος του ΟΗΕ για το Κυπριακό. Έχουν ιδιαίτερη σημασία διότι, χωρίς πλέον την επίσημη ιδιότητα του αξιωματούχου των ΗΕ και απαλλαγμένος από την επιτήδευση της διπλωματικής γλώσσας, μίλησε ελεύθερα και είπε αρκετές αλήθειες. Αξίζει να τις προσέξουμε, είτε μας αρέσουν, είτε όχι, για να λάβουμε τα μηνύματα και να κατανοήσουμε ποιος είναι ο πραγματικός ρόλος των Ην. Εθνών, τι μπορούν και τι δεν μπορούν να πράξουν.
1964-2025: Πολλοί ήλθαν, είδαν και απήλθαν άπραγοι
Κάποτε δεχόμασταν του ειδικούς αντιπροσώπους των ΗΕ στην Κύπρο μετά βαΐων και κλάδων. Πιστεύαμε πολύ σ’ αυτούς, όπως και στη διεθνή αμφικτιονία που εκπροσωπούσαν. Οι παλαιότεροι θυμόμαστε ακόμη τους πρώτους με το όνομά τους: Σακάρι Τουομιόγια, ο διατελέσας και Πρωθυπουργός της Φινλανδίας, έκαμε την αρχή τον Μάρτιο του 1964. Γνωστός μεσολαβητής σε διάφορα διεθνή προβλήματα, επεξεργάστηκε και σχέδιο λύσης του Κυπριακού, που όμως δεν υποβλήθηκε ποτέ, καθώς τον βρήκε ο θάνατος από εγκεφαλικό τον Σεπτέμβριο του 1964. Διάδοχός του ήταν ένας άλλος ικανός διπλωμάτης, ο Γκάλο Πλάζα από τον Ισημερινό, που θεωρήθηκε φιλέλληνας, γι’ αυτό και η ιστορική του έκθεση 66 τόσων σελίδων για το Κυπριακό απορρίφθηκε με οργή από την Άγκυρα. Υιοθετήθηκε, όμως, στην ολότητά της από τον ΓΓ Ου Θαντ. Βασιζόταν στις θεμελιώδεις αρχές του καταστατικού χάρτη του διεθνούς οργανισμού και αποτελούσε τροχοπέδη στη διχοτομική πολιτική της Τουρκίας. Μεταξύ άλλων, απέρριπτε την Ομοσπονδία (από τότε τη ζητούσαν οι Τούρκοι) ως πιθανό μοντέλο λύσης, και αναγνώριζε στον κυπριακό λαό το δικαίωμα να αποδεσμευτεί από τους περιορισμούς των Συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου, όπως στην αυτοδιάθεση, που ουσιαστικά τότε μεταφραζόταν σε Ένωση με την Ελλάδα.
Η αποστολή Τουομιόγια και Πλάζα είχε συμπέσει με την πολυσυζητημένη μεσολάβηση του Αμερικανού Ντιν Άτσεσον, που στις διάφορες εκδοχές της προέβλεπε απόδοση της Κύπρου στην Ελλάδα, αλλά με παραχώρηση στρατιωτικής βάσης στην Τουρκία. Είναι γνωστή η τύχη της μεσολάβησης, αξίζει όμως μνείας μία δήλωση του Γκάλο Πλάζα, που μάλιστα έγινε στην Άγκυρα και αφορούσε το σχέδιο Άτσενσον: «Εγώ αντιπροσωπεύω τα Ηνωμένα Έθνη και όχι τις Ηνωμένες Πολιτείες». Άλλοι καιροί!
Διαφορετικός απ’ ό,τι σήμερα ήταν και ο ίδιος ο ΟΗΕ στις δεκαετίες του 1950-60-70. Είχε κύρος, πρόσφερε ελπίδα και τα ψηφίσματά του μετρούσαν πολύ. Είχε και στο τιμόνι εμπνευσμένους ηγήτορες, που απολάμβαναν τον παγκόσμιο σεβασμό, όπως οι πρωτοπόροι, Τρίγκβε Λι, Νταγκ Χάμαρσκελντ και Ου Θαντ. Τόσο ο ίδιος όσο και οι διάδοχοι του Ου Θαντ είχαν το Κυπριακό υψηλά στην ατζέντα τους. Ένας, μάλιστα, από τους αντιπροσώπους που γνώριζε πολύ καλά το νησί μας, αφού ήταν κάτοικος Λευκωσίας για τρία χρόνια (1975-1977), ο Χαβιέρ Πέρεζ ντε Κουεγιάρ από το Περού, εξελέγη ΓΓ του οργανισμού. Κάποιοι αντιπρόσωποι είναι σαν να μην πέρασαν ποτέ από την Κύπρο, άλλοι υπερέβησαν πολύ τον ρόλο τους, όπως ο Περουβιανός Άλβαρο ντε Σότο, απεσταλμένος του Κόφι Ανάν. Οι περισσότεροι έριξαν πέτρα πίσω τους και δεν ασχολήθηκαν ξανά με το πρόβλημα. Μερικοί αγάπησαν τον τόπο, συνδέθηκαν με τους ανθρώπους και επανήλθαν με άλλο ρόλο, όπως ο Γκούσταβ Φεϊσέλ, που στην περίοδο της αφυπηρέτησής του επέδειξε ενδιαφέρον για την προστασία της αρχαιολογικής μας κληρονομιάς.
Αν μελετήσει κανείς εξελικτικά την παρουσία των ΗΕ στην Κύπρο, από το 1964 μέχρι σήμερα, θα διαπιστώσει τη σαφή διαφοροποίηση του ρόλου και της ισχύος τους, και κατ’ επέκταση τη σαφή αλλαγή ως προς το ποια πραγματικά είναι η αποστολή τους, τι μπορούν να πετύχουν και τι όχι.
Κάποτε, σε μία από τις πολλές νυκτερινές εξόδους μας στο αγαπημένο Τζελλάρι, εκεί στην πλατεία της Αρχιεπισκοπής, κοντά στη Σεβέρειο Βιβλιοθήκη, στις παλιές γειτονιές της Λευκωσίας, μαζί με τον αείμνηστο συνάδελφο Δημήτρη Αντρέου και τον Γκαζ (υποκοριστικό του Γκούσταβ Φεϊσέλ, 1993-1998), που είχε αδυναμία και τιμούσε ιδιαίτερα το χαλλούμι στα κάρβουνα μαζί με το κρασί μας, είπα στον αξιωματούχο των ΗΕ ότι, αν κατάφερνε να λύσει το Κυπριακό, θα του έστελνα τακτικά, όπου κι αν θα βρισκόταν μελλοντικά, ένα πακέτο χαλλούμια. Χαμογελώντας απάντησε, «δυστυχώς θα χάσω το προκλητικό δώρο σου». Είναι αυτό που ουσιαστικά μας είπε και ο Κόλιν Στιούαρτ στις συνεντεύξεις του, φανερά και συγκαλυμμένα, πως ουσιαστικά ο ΟΗΕ δεν είναι σε θέση να λύσει το Κυπριακό. Μπορεί μόνο να διευκολύνει τα μέρη να το λύσουν. Χωρίς, ωστόσο, να διερωτηθεί, αν από μόνα τους τα μέρη, δηλαδή οι Ε/Κ και οι Τ/Κ, με την παρουσία χιλιάδων Τούρκων στρατιωτών στο νησί να επικρέμαται σαν δαμόκλειος σπάθη επ’ αλλήλων, είναι σε θέση να το πράξουν. Αφήνει, με άλλα λόγια, και αυτός, όπως πολλοί άλλοι, εκτός της ατζέντας του τον παράγοντα Τουρκία.
Όσα είπε και πρέπει να προσεχθούν από όλους τους Κυπρίους
Μελετώντας τις δηλώσεις Στιούαρτ θεωρώ ότι πρέπει να προσεχθούν δύο προειδοποιήσεις, μία προς τους Ε/Κ και μία προς τους Τ/Κ. Αυτή που απευθύνεται σε εμάς αναφέρει:
• «Είτε λύνουμε το Κυπριακό και έχουμε μιας μορφής ένωση μεταξύ των δύο κοινοτήτων, είτε θα συνεχίσει αυτό που συμβαίνει ήδη, με τον βορρά να μετατρέπεται σε ντε φάκτο περιοχή της Τουρκίας και σταδιακά να απορροφάται από αυτήν. Ο χειρότερος εφιάλτης των Ε/Κ είναι να έχουν κοινό σύνορο με την Τουρκία».
Τίθεται, δηλαδή, επιτακτικά, κυνικά θα προσέθετα, αυτό που ίσως στην καθημερινότητα και με την πάροδο μισού αιώνα, είτε συνηθίσαμε, είτε αντιμετωπίζουμε με απάθεια, είτε εγκληματικά παραγνωρίζουμε: Ότι ο αμείλικτος χρόνος εμπεδώνει καταστάσεις, διαφοροποιεί δεδομένα, αμβλύνει έννοιες όπως δίκαιο, δικαίωμα, δικαιοσύνη, μειώνει αντιστάσεις, επιφέρει κόπωση, απογοήτευση, εγκατάλειψη, αποδοχή.
Αυτή που απευθύνεται στους Τ/Κ αναφέρει:
• «Δεν υπάρχει κανένα σενάριο στο οποίο ο βορράς θα μετατραπεί σε ανεξάρτητο κράτος αναγνωρισμένο από τη διεθνή κοινότητα. Αυτό δεν πρόκειται να συμβεί. Θέλω να είμαι σαφής, τα Ηνωμένα Έθνη καθοδηγούνται από τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας».
Γίνεται, δηλαδή, ξεκάθαρο στους συμπατριώτες μας Τ/Κ, οι πλείστοι των οποίων με την Τουρκία να τους εξουσιάζει έγιναν άπληστοι, αδιάλλακτοι και ακραίοι, πως η υποτελής στην Τουρκία διοίκηση που αποκαλούν κράτος ουδέποτε θα αναγνωριστεί. Βιώνουν αβεβαιότητα και βρίσκονται σε αδιέξοδη πορεία. Αν ακολουθήσουν την ανεδαφική πορεία των δύο κρατών, που έκαμε παντιέρα το ανδρείκελο της Άγκυρας Ερσίν Τατάρ, αναπόφευκτα θα χάσουν και την πολύτιμη ιδιότητα του Ευρωπαίου πολίτη, που γενναιόδωρα τους παρέχει η Κυπριακή Δημοκρατία.
Στη ζοφερή εικόνα που κυριαρχεί ένθεν και ένθεν της διαχωριστικής γραμμής, το τέλμα και τον πολύχρονη ακινησία, ο απερχόμενος αξιωματούχος των ΗΕ στέλλει και ένα μήνυμα ελπίδας, που ευχόμαστε (ο γράφων τουλάχιστον) να είναι βάσιμο. Από έρευνα που κάναμε, είπε, και από δημοσκοπήσεις, «ξέρουμε ότι η πλειοψηφία των Ε/Κ και των Τ/Κ επιθυμεί μία αμοιβαία αποδεκτή λύση. Οι Τ/Κ θα επανέλθουν στη συζήτηση για λύση ομοσπονδίας. Δεν υπάρχουν πολλοί στον βορρά που παίρνουν στα σοβαρά τη λύση δύο κρατών».
Και συμπλήρωσε: «Ένας από τους λόγους για τους οποίους πιστεύω ότι η κατάσταση είναι αναστρέψιμη, είναι γιατί έχω ακούσει Τ/Κ και Τούρκους να δηλώνουν ότι η πόρτα δεν έχει κλείσει. Όταν ρώτησα, γιατί συνεχώς αναφέρονται ότι θα κάνουν κάτι στα Βαρώσια, αλλά τελικά δεν κάνουν τίποτε, αυτό που μου είπαν είναι πως αν αρχίσουμε να χτίζουμε τα Βαρώσια, τότε σκοτώνουμε την προοπτική για λύση και δεν έχουμε ακόμη φτάσει σε εκείνο το σημείο. Είμαι πεπεισμένος ότι η πόρτα είναι ακόμα ανοιχτή και γι’ αυτό πρέπει να δράσουμε γρήγορα και να αδράξουμε την κάθε ευκαιρία».
Στην ερώτηση, ωστόσο, αν τα ΗΕ μπορούν να λύσουν το Κυπριακό, ο Κόλιν Στιούαρτ ομολογεί τον ουδέτερο, διακοσμητικό, άβουλο και αδύναμο ρόλο τους. Όχι, δηλώνει, δεν μπορεί να πουν στους Κυπρίους πώς ή τι πρέπει να κάμουν. Πρέπει μόνοι τους να καταλήξουν σε μία συμφωνία.
Η λανθασμένη διάγνωση οδηγεί στη λανθασμένη τακτική
Αποτελεί αξίωμα πως για κάθε πρόβλημα οποιασδήποτε μορφής, κλειδί της λύσης αποτελεί η σωστή διάγνωση. Αφαιρώντας επομένως από το κάδρο την κύρια συνιστώσα του κυπριακού προβλήματος, που είναι η παράνομη στρατιωτική παρουσία της Τουρκίας στο νησί, όχι για να προστατέψει τους Τ/Κ, όπως επίσημα παραδέχτηκε, αλλά για τους δικούς της στρατηγικούς εθνικούς στόχους, η συνταγή λύσης που τα ΗΕ επέλεξαν και προωθούν, βασίζεται σε υπαρκτά μεν, αλλά όχι στα κύρια γενεσιουργά αίτια που το δημιούργησαν και το συντηρούν. Πού, λοιπόν, εστιάζει ο Κόλιν Στιούαρτ και τι αναδεικνύει ως κύριο εμπόδιο στη λύση; Μα πού αλλού, παρά στην επιφάνεια των πραγμάτων: Στην έλλειψη κατανόησης, εμπιστοσύνης, πολιτικής βούλησης, στον φόβο, στην απουσία (sic) ενσυναίσθησης. Μας λέει, δηλαδή, πως το Κυπριακό δεν είναι τίποτε άλλο, από ένα φυλετικό-κοινωνικό-πολιτισμικό θέμα σχέσεων, που αν βελτιωθούν, το άστρο της ειρήνης θα φωτίσει το ταλαίπωρο νησί! Γι’ αυτό και το μόνο που προνοεί η συνταγή, είναι μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης, που ασφαλώς βοηθούν, αλλά δεν λύνουν το πρόβλημα.
Το είπε καθαρά ο Καναδός διπλωμάτης, όπως και η κ. Ολγκίν: «Εάν δεν αλλάξει το αφήγημα ότι εμείς είμαστε τα θύματα, δεν κάναμε κάτι λάθος, αυτοί είναι που φταίνε, εμείς είμαστε στη σωστή πλευρά και οι άλλοι στη λανθασμένη, οι ηγέτες δεν θα καταφέρουν να συμβιβαστούν, διότι είναι πολύ διστακτικοί».
Ενώ, όμως, καταλήγει σ’ αυτήν τη θεώρηση, με την επόμενη διαπίστωσή του φανερώνει την αδυναμία του, να αντιληφθεί την ευρύτερη, περίπλοκη, πολυεπίπεδη διάσταση του προβλήματος και ουσιαστικά αυτοαναιρείται, δηλώνοντας: «Είμαι ευχαριστημένος που δεν βλέπω προβλήματα μεταξύ των απλών Κυπρίων. Όπως γνωρίζετε, χιλιάδες άνθρωποι διασχίζουν κάθε χρόνο τα σημεία διέλευσης και ποτέ δεν ακούς για περιστατικά. Γνωρίζω πολλούς Ε/Κ και Τ/Κ που σχετίζονται μεταξύ τους και περνούν απέναντι, έρχονται σε επαφή, το βλέπεις και το αισθάνεσαι ότι μεταξύ τους δεν υπάρχει εχθρότητα».
Διερωτόμαστε, λοιπόν, και ερωτούμε τον αγαπητό κ. Στιούαρτ, όπως και πολλούς συμπατριώτες μας που υιοθετούν την ίδια αντίληψη, πώς συμβαίνει να μας λέει από τη μια ότι αιτία της μη λύσης είναι η δυσπιστία, η εχθρότητα, η έλλειψη εμπιστοσύνης και ενσυναίσθησης, η αναζήτηση οφέλους του ενός εις βάρος του άλλου, και από την άλλη να διαπιστώνει με χαρά ότι κανένα πρόβλημα δεν υπάρχει μεταξύ των ανθρώπων, ότι σχετίζονται μεταξύ τους και όλα είναι μια χαρά; Αφού το εμπόδιο της έλλειψης εμπιστοσύνης δεν υφίσταται, γιατί δεν λύσαμε μέχρι τώρα μεταξύ μας το πρόβλημα;
Βρίσκει πάντως την αιτία ο κ. Στιούαρτ. Δεν φταίει ο κόσμος, λέει, φταίνε οι ηγέτες που δεν τα βρίσκουν! «Οι ηγέτες δυσκολεύονται να συμφωνήσουν ακόμη και στα μικρότερα θέματα. Διστάζουν να κάνουν οποιεσδήποτε παραχωρήσεις. Είναι πρόθυμοι να πάνε σε διαπραγματεύσεις, αλλά διστάζουν να παραχωρήσουν οτιδήποτε και αυτό οφείλεται στην απίστευτη καχυποψία που υπάρχει».
Καλά, σεβαστέ κ. Στιούαρτ, αν διώξουμε αύριο το πρωί και τους δύο ηγέτες και ορίσουμε εκατέρωθεν άλλους, πρόθυμους, καθόλου διστακτικούς, καθόλου καχύποπτους, θα λύσουμε το Κυπριακό; Είχαμε πολλές φορές τέτοιους ολοπρόθυμους ηγέτες και μάλιστα ταυτοχρόνως και στις δύο πλευρές, που δεν τα κατάφεραν. Μελετήστε την ιστορία, για να καταλάβετε πού βρισκόταν πάντα το εμπόδιο. Θα κατανοήσετε ότι οι ηγέτες των κοινοτήτων δεν μπορούν να λύσουν το Κυπριακό, διότι το κλειδί της λύσης το κρατούν άλλοι.
Βαδίζουμε σε αδιέξοδη πορεία
Τι προκύπτει επομένως από την ανάλυσή μας, για να αντιληφθούμε την πραγματικότητα και να μην αιθεροβατούμε:
• Να πάψουμε να διαμαρτυρόμαστε για τις ίσες αποστάσεις που τηρούν τα ΗΕ. Αυτός κατάντησε να είναι ο ρόλος τους, αυτές κι οι δυνατότητές τους. Απλοί μεσολαβητές είναι, όχι διαπραγματευτές. Παρόλο που καθήκον τους είναι να εφαρμόζουν τα ψηφίσματα του οργανισμού που εκπροσωπούν, οι εγγενείς αδυναμίες τους τούς οδηγούν στην ουδετερότητα και την ανυποληψία.
• Τα ΗΕ δεν μπορούν να δώσουν λύση στο πρόβλημα. Μπορούν απλώς να διευκολύνουν τις πλευρές να το πράξουν οι ίδιες.
• Αν συνεχίσουμε στην ίδια ρότα, δηλαδή μόνο στη δικοινοτική διάσταση του προβλήματος, θα παρέρχεται άγονος ο χρόνος και θα έχουμε το ίδιο αποτέλεσμα. Δηλαδή τίποτε απολύτως.
• Γνωρίζοντας ότι μόνον η Τουρκία μπορεί να οδηγήσει το Κυπριακό σε λύση, αν το δικό της εθνικό συμφέρον έτσι εξυπηρετείται, είναι αναγκαίο να επαναφέρουμε στο προσκήνιο τη διεθνή του διάσταση, δηλαδή το πρόβλημα της εισβολής, της κατοχής και της παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Χωρίς να αρνούμαστε τον βοηθητικό ρόλο των ΗΕ και ενώ με ειλικρίνεια θα ενδυναμώνουμε τις σχέσεις μας με τους Τ/Κ, πρέπει ηγεσία και λαός να επανεύρουμε τη χαμένη αυτοπεποίθησή μας, να ξαναχτίσουμε την ενότητά μας και να συμφωνήσουμε ότι ο απαραίτητος συμβιβασμός θα διασφαλίζει την επιβίωση όλων των Κυπρίων.
• Σ’ αυτήν τη δύσκολη πορεία δεν είμαστε χαμένοι, ούτε έχουμε απέναντί μας έναν ανίκητο κατακτητή. Έχουμε στη φαρέτρα μας τα δικά μας ισχυρά όπλα: Την Κυπριακή Δημοκρατία, που παρά την προδοσία και τα ανελέητα κτυπήματα που δέχτηκε, άντεξε, υπάρχει και μας προστατεύει. Την ιδιότητά μας ως κράτος μέλος της ΕΕ που πρέπει να προσμετράται με επίγνωση του μεγέθους, των πραγματικών μας δυνατοτήτων και των αδυναμιών της ίδιας της Ένωσης. Τις αδυναμίες της Τουρκίας και τον ρόλο που αναζητεί στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι και σ’ αυτό της Ανατολικής Μεσογείου. Όπου εμπλέκονται και άλλοι ισχυροί δρώντες, με τη συγκεκριμένη χρονική συγκυρία τα συμφέροντά τους να εξυπηρετούνται με τη διατήρηση της Κύπρου ως ανεξάρτητου κράτους.
Επιμύθιον: Ακόμη κι αν δεχθούμε όλους τους τουρκικούς όρους, δεν θα υπάρξει ειρήνη και ασφάλεια, διότι ο άρπαγας όσο κερδίζει, θα ζητά περισσότερα. Μένει ο δρόμος της αποφασιστικής διεκδίκησης στη βάση ρεαλιστικής συνεκτίμησης όλων των δεδομένων. Με στόχο τον έντιμο συμβιβασμό, που δεν θα σημαίνει κατάλυση της ΚΔ, ούτε υποθήκευση του μέλλοντός μας.
*Δημοσιογράφου (pcpavlou@gmail.com)