Η τοποθέτηση του ΔΗΣΥ στο θέμα της ευθανασίας ανέδειξε για μια ακόμα φορά το τελευταίο διάστημα τη στροφή του προς τον άκρατο συντηρητισμό. Ένα νομοσχέδιο που ως στόχο είχε την ανακούφιση ανθρώπων που βρίσκονται στο τελικό (χωρίς επιστροφή) στάδιο της ζωής τους, αποτέλεσε μια ακόμα ευκαιρία για το κόμμα της Δεξιάς να στείλει το μήνυμα πως έχει κάθε διάθεση να καταστεί φορέας καταστολής της όποιας αλλαγής. Αφού ήρθε λίγες βδομάδες μετά την καταψήφιση νομοσχεδίου για το δικαίωμα επιλογής προσώπου σε περίπτωση ανικανότητας το οποίο θα επέτρεπε στον καθένα να ορίζει αυτόν/ην που επιθυμεί να διαχειριστεί τις υποθέσεις του εφόσον στο μέλλον καταστεί ανίκανο να το πράξει o ίδιος, και λίγες μέρες μετά την ηχηρή απουσία του κόμματος από το Pride.
Το ποια θα πρέπει να είναι η κατεύθυνση που θα ακολουθήσει ο ΔΗΣΥ είναι μια συζήτηση που προϋπήρχε πολύ πριν αναλάβει η νέα ηγεσία. Γιγαντώθηκε όμως με τη ραγδαία άνοδο του ΕΛΑΜ. Κάποιοι, προτάσσοντας το επιχείρημα ότι η βάση του κόμματος είναι στη συντριπτική πλειοψηφία της συντηρητική, ανέδειξαν την ανάγκη το κόμμα να κινηθεί πιο συντηρητικά ώστε να περιοριστούν οι διαρροές προς τα δεξιά. Άλλοι υπέδειξαν ότι μια τέτοια στροφή στην ουσία θα αύξανε την επιρροή του ΕΛΑΜ. Η Αννίτα Δημητρίου, αφού κράτησε για κάποιο διάστημα το κόμμα μακριά από αποφάσεις που θα οδηγούσαν σε αντιπαραθέσεις, περιοριζόμενη σε γενικόλογες τοποθετήσεις, τελικώς επέλεξε την απόλυτη ταύτιση με το άκρο της Δεξιάς. Σε αυτό το πλαίσιο, έσπευσε να μπει σ’ έναν άτυπο διαγωνισμό με το ΕΛΑΜ που «γκρέμισε» κάθε διαχωριστική γραμμή: Ποιος θα προστατεύσει με μεγαλύτερη θέρμη και αυταπάρνηση τον θεσμό της οικογένειας και της Εκκλησίας, ποιος θα ταχθεί με μεγαλύτερη ένταση απέναντι από τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ, ποιος στην προσπάθεια να τιμήσει τον Γρίβα θα ξεπεράσει τον άλλο σε γραφικότητα, ποιος θα προστατεύσει περισσότερο τον πολίτη ως «μεγάλος αδελφός», ποιος θα αγκαλιάσει την απόλυτη συντήρηση. Για να φτάσουμε στη στάση του κόμματος απέναντι στα δύο νομοσχέδια τα οποία με φαιδρά επιχειρήματα απέρριψε, επιβεβαιώνοντας πως στόχος είναι να μην αλλάξει τίποτε. Αυτό που δεν αντιλήφθηκε η ηγεσία είναι ότι κυνηγούσε ψήφους ήδη χαμένους και παραιτείτο οριστικά από ψήφους που κάποτε ανήκαν στο κόμμα.
Είναι ξεκάθαρο ότι με αυτή τη στροφή προς τον συντηρητισμό, ο ΔΗΣΥ επιχειρεί να μειώσει τις διαρροές προς την ακροδεξιά. Αυτό που πετυχαίνει όμως μακροπρόθεσμα είναι την περαιτέρω ενίσχυσή της. Κανονικοποιεί τη ρητορική της, εκμηδενίζει το πολιτικό του κεφάλαιο, εξαφανίζει το πολιτικό διακύβευμα. Και μετατρέπεται σε δεξαμενή της ακροδεξιάς ψήφου. Διότι ο εναγκαλισμός της ακροδεξιάς δεν σταματά τη διαρροή ψηφοφόρων προς το ΕΛΑΜ, ούτε επαναφέρει όσους έφυγαν. Αντίθετα, επισπεύδει την άνοδό του, αναδεικνύοντάς το σε πραγματική εναλλακτική. Την ίδια όμως στιγμή ανοίγει κι ένα άλλο μέτωπο που δεδομένα στο μέλλον το κόμμα θα βρει μπροστά του. Αφού στην προσπάθειά του να μειώσει τις εκροές προς το ΕΛΑΜ, απομακρύνεται ακόμα περισσότερο από το φιλελεύθερο κομμάτι του, αφήνοντας ένα τεράστιο κενό στον χώρο της κεντροδεξιάς. Μπορεί σήμερα ο κόσμος αυτός να παραμένει στην αποχή αφού δεν υπάρχει ένας πολιτικός σχηματισμός που θα κεφαλαιοποιήσει αυτό το κενό που δημιουργείται, δεν σημαίνει όμως πως δεν θα δημιουργηθεί στη συνέχεια. Κυρίως από τη στιγμή που ο ΔΗΣΥ θα συνεχίσει να κινείται δεξιότερα. Ο ίδιος, με τις ενέργειές του, διαμορφώνει τις συνθήκες για έντονο ανταγωνισμό και στον κεντροδεξιό χώρο. Διακινδυνεύοντας σημαντικές εκροές και προς τα δεξιά αλλά και προς τα αριστερά. Άλλωστε, οι συντηρητικοί στον ΔΗΣΥ ποτέ δεν αποτελούσαν πλειοψηφία έναντι των φιλελευθέρων σε ποσοστό 90-10%. Έγιναν συντριπτική πλειοψηφία επειδή με τις ενέργειές του, την τελευταία 10ετία, το κόμμα οδήγησε (και κράτησε) το φιλελεύθερο κομμάτι του στην αποχή.
Δεν έχει να κάνει, όμως, μόνο με το ότι μακροπρόθεσμα μειώνει τη διείσδυσή του στην κοινωνία, συρρικνώνοντας τον πυρήνα του, αλλά και με τον ρόλο και επίδραση του κόμματος στην πολιτική σκηνή. Με το ότι κρατά την κοινωνία εγκλωβισμένη στο παρελθόν. Στο τέλος της ημέρας, αν ο τρόπος περιορισμού της ανόδου του ΕΛΑΜ είναι η πλήρης ταύτιση με τη ρητορική του, τότε ποιος ο λόγος να περιοριστεί; Κι αν το πλάνο είναι η πλήρης υιοθέτηση των θέσεών του, ποιος ο λόγος ύπαρξης του ΔΗΣΥ;
Eίναι πλέον προφανές πως η ηγεσία του ΔΗΣΥ δείχνει αδύναμη να ξεφύγει από έναν επικίνδυνο φαύλο κύκλο στον οποίο έχει οδηγήσει το κόμμα. Που ξεκίνησε με την υιοθέτηση του πολιτικού τίποτε και εξελίσσεται σε μια βίαιη στροφή προς τα δεξιά. Φλερτάρει με τον εθνικισμό, αμφισβητεί με τη μεγαλύτερη ευκολία δικαιώματα, στέκεται ανάχωμα σε οποιαδήποτε αλλαγή. Στον βωμό κάποιων ακραίων ή συντηρητικών ψήφων ρίχνει και την τελευταία γέφυρα με το κεντροδεξιό κομμάτι του κόμματος. Κυρίως όμως με τη λογική. Το αυτοπροσδιοριζόμενο ως το «νέο» συντάσσεται όλο και περισσότερο με το παλιό. Οδηγώντας το κόμμα σε δύσβατα μονοπάτια. Και τη χώρα στην απόλυτη συντήρηση.
Αντί υποσημείωσης: Το ζήτημα με τα ευρήματα της Ελεγκτικής Υπηρεσίας για τα έπιπλα στην καντίνα της Βουλής και το ταξίδι στο Λονδίνο δεν είναι το ποσό αλλά οι διαδικασίες που ακολουθήθηκαν. Δεν είναι θέμα κανιβαλισμού, όπως επιχειρήθηκε να παρουσιαστεί, αλλά διαφάνειας. Από νέους πολιτικούς το ελάχιστο που αναμένουμε είναι να λογοδοτούν. Θα ήταν λοιπόν καλό να αφήσουν στο πλάι τη «θυματοποίηση» και να απαντήσουν επί της ουσίας.