Δεν πάει πολύς καιρός από τότε που το όνομά της ήταν συνώνυμο με την αλλαγή στις φυλακές και τη μεταρρύθμιση, που ήταν ο φρέσκος αέρας που φύσηξε μετά από μια μαύρη περίοδο στο σωφρονιστικό ίδρυμα. Άννα Αριστοτέλους, μια νέα με κορμοστασιά, η πρώτη διοικήτρια των Κεντρικών Φυλακών της πατριαρχικής μας Πολιτείας. Μια θέση που ποτέ πριν δεν είχε προσφερθεί σε γυναίκα. Εφάρμοσε καλές πρακτικές, με σεβασμό στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια και διαφορετικότητα κρατουμένων και προσωπικού, ταρακούνησε δεκαετίες αδράνειας και τράβηξε ακόμη και τη διεθνή προσοχή -ντοκιμαντέρ του Netflix την παρουσίασε ως χαρισματική, καινοτόμα και ατρόμητη. Για μια στιγμή, φάνηκε πως βαδίζαμε προς ένα πιο ισότιμο αύριο.
Αλλά…
Ξέσπασε σκάνδαλο, που ακόμα δεν φάνηκε το βάθος του, και μαζί ήρθε αναστολή των καθηκόντων της. Στην περίπτωση των γυναικών όμως, όταν γίνεσαι στόχος, πρέπει να σιωπήσεις, να γίνεις λίγο άψυχο αντικείμενο, σε κανέναν δεν αρέσουν οι γυναίκες που φωνάζουν. Αυτό δεν ήταν δύσκολο, αδιαθέτησε… και παρέμεινε με άδεια ασθενείας πολύ καιρό. Ήθελε όμως και επέμεινε, ίσως επειδή πίστευε ότι μπορούσε, ίσως επειδή όντως είχε κάποιο άσο στο μανίκι να επιστρέψει στο προσκήνιο, να μην χάσει όλα αυτά που κατέκτησε είτε με τις ικανότητές της είτε με βοήθεια. Και πήγε από leader, ηγέτιδα δηλαδή, σε cheerleader, μαζορέτα, αυτό είναι το deal για να επιβιώσεις. Όταν είσαι γυναίκα.
Παρά την αυξανόμενη θύελλα, στην κοινή γνώμη ήταν ακόμα συμπαθής και έτσι στήριξε την εκλογή του σημερινού Προέδρου, αυτό λέγεται «βοήθα με να σε βοηθήσω» και, μετά τη νίκη του, ανταμείφθηκε με υψηλόβαθμη θέση, στο Προεδρικό -επικεφαλής Ανθρωπιστικών Θεμάτων Αγνοουμένων και Εγκλωβισμένων, θέση παραδοσιακά δοσμένη σε άτομα που δεν ανήκουν στον πολύ στενό κύκλο του Προεδρικού αλλά του αφηγήματος, όχι της ουσίας, εξυπηρετική πολύ σε εκδηλώσεις μνήμης, επιφανειακή, απ' έξω απ' έξω, ακροθιγώς…
Ενώ το τοξικό σύννεφο του τεράστιου θέματος των φυλακών ήταν ακόμα στα πρωτοσέλιδα, της δόθηκε ακόμη υψηλότερη θέση. Και το πιο ανησυχητικό; Παρέμεινε στο Γραφείο για τους Εγκλωβισμένους και τους Αγνοούμενους, στα θέματα που -υποτίθεται- οι κυβερνήσεις διακηρύσσουν ανέκαθεν ως εθνική προτεραιότητα.
Και αυτές τις μέρες γύρισε ο άνεμος, η υπόθεση των φυλακών πήρε άσχημη τροπή και το Υπουργικό αποφασίζει ότι φτάνει πια με την Αννούλα. Και ενώ πολλοί ζητούν το τομάρι της, ένα πράγμα είναι ξεκάθαρο: δεν είναι η μόνη που πρέπει να λογοδοτήσει.
Πού είναι η ευθύνη του Προέδρου; Αυτού του ίδιου που την προώθησε παρά το τοξικό κλίμα; Δεν ήταν ορατή ήδη η κρίση; Σαφώς και έπρεπε και η ίδια πρώτα να καθαρίσει το όνομά της πριν αποδεχτεί πολιτικούς διορισμούς, όμως το θέμα δεν αφορά μόνο εκείνη. Αφορά ένα σύστημα που χρησιμοποιεί τις γυναίκες και τις απορρίπτει μόλις τα πράγματα δυσκολεύουν. Και στο μικρό, πατριαρχικό κράτος, οι γυναίκες που πέφτουν εξαφανίζονται. Οι άντρες αλλάζουν ρόλους, με την υπόληψή τους άθικτη. Ίσως όχι στη συνείδησή μας, κουνάμε το κεφάλι, γκρινιάζουμε για το πόσα έφαγαν και προχωράμε. Τις γυναίκες όμως τις μισούμε, τις πετάμε στην πυρά.
Αυτό το τελευταίο επεισόδιο του κύκλου μιας σειράς που πραγματικά θυμίζει Netflix (κι ας το γράψει κάποιος επιτέλους το σενάριο), μιας και έχει όλα τα χαρακτηριστικά της διαπλοκής, εγείρει δύο κρίσιμα ερωτήματα: Γιατί διορίζονται άτομα με σκάνδαλα να αιωρούνται γύρω τους, πριν αποδειχθεί η αλήθεια; Και, ακόμα πιο σημαντικό, τι σημαίνει αυτό για το μέλλον των γυναικών σε σημαντικά πόστα; Μήπως θα συνοδεύεται κάθε διορισμός από μια υποσημείωση που λέει «θυμήσου τι έγινε με την Άννα»;
Είτε μας αρέσει η Άννα είτε όχι, αυτή η υπόθεση δεν αφορούσε ποτέ και δεν αφορά μόνο μία γυναίκα. Αφορά τις επιλογές του Προέδρου, το σύστημα, τις προτεραιότητες της κυβέρνησης και τα σιωπηλά δύο μέτρα και σταθμά της κοινωνίας. Αν η δικαιοσύνη και η πρόοδος αυτού του κουρασμένου τόπου μας ενδιαφέρουν, τότε, η κάθαρση δεν μπορεί να σταματήσει σε εκείνην.
Γιατί στο τέλος, όταν όλα θα ησυχάσουν, δεν θα έχει καταρρεύσει μόνο μια καριέρα. Θα έχει άλλη μια φορά χαθεί η εμπιστοσύνη -κι αυτό είναι πολύ πιο δύσκολο να ξαναχτιστεί. Αν όχι αδύνατον. Όταν είσαι γυναίκα.