Ένας από τους στόχους των πραξικοπηματιών της 15ης Ιουλίου ήταν η επιλογή μιας «σεβαστής» προσωπικότητας για να ορκιστεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας και, τοιουτοτρόπως, να προσδώσει κύρος στη νέα κυβέρνηση. Το εγχείρημα αυτό δεν ήταν τόσο εύκολο, όπως αποδείχθηκε. Κανένας ώριμος και σοβαρός Κύπριος δεν ήθελε να συνεργαστεί υπό την ιδιότητά του ως ΠτΔ με την εγκληματική συμμορία της χούντας. Πώς μας προέκυψε, λοιπόν, ο Νίκος Σαμψών; Ενωρίς το απόγευμα της 15ης Ιουλίου ο μπερτόδουλος Γεωργίτσης πρόσεξε σε κάποιο γραφείο του ΓΕΕΦ να περιφερόταν ένας «τύπος». Πλησίασε κοντά και διαπίστωσε ότι ήταν ο Σαμψών. Χωρίς να έλθει σε επαφή με την Αθήνα και, σύμφωνα με τα όσα κατέθεσε ο ίδιος στην Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής των Ελλήνων, του είπε: «Πήγαινε, βάλε μια γραβάτα και έλα να σε ορκίσουμε Πρόεδρο». Έτσι ανέλαβε ο Σαμψών (ως Νικόλαος πλέον κι όχι ως Νίκος!), που όρκισε ο καθαιρεθείς μητροπολίτης Πάφου Γεννάδιος. Όταν πληροφορήθηκε ο Ιωαννίδης την επιλογή του Σαμψών ως ΠτΔ, φέρεται να είπε με αγανάκτηση στον Γεωργίτση: «500.000 Έλληνες υπάρχουν στην Κύπρο, αυτόν βρήκατε να κάνετε Πρόεδρο;».
Ο Οδυσσέας Ιωαννίδης (ο οποίος διετέλεσε και δήμαρχος της Λευκωσίας) διεκδικεί μια θέση στο βιβλίο των Ρεκόρ Γκίνες. Τη 14η Ιουλίου ήταν υπουργός του νόμιμα εκλεγμένου ΠτΔ, Μακάριου. Σε διάστημα λιγότερο από 24 ώρες έγινε υπουργός της πραξικοπηματικής κυβέρνησης. Ούτε γάτα ούτε ζημιά! Αναρωτιέμαι: δεδομένου ότι ο Ποινικός Νόμος δεν είχε προβλέψει την τιμωρία των συνεργών των πραξικοπηματιών, πώς η πολιτική και ηθική συνείδηση των κυρίων αυτών δεν τους εμπόδισε να προσφέρουν τις «υπηρεσίες» τους σε εγκληματίες και να γίνουν φερέφωνα και υμνητές των δήμιων της Κύπρου;
Όταν ανατρέπεται μια δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση από πραξικοπηματίες με πρόθεση επιβολής δικτατορίας, ο πρώτος που λογικά οφείλει να παραιτηθεί είναι ο Γενικός Εισαγγελέας αφού, εξ ορισμού, είναι ο ανώτατος αξιωματούχος επιβολής του νόμου. Αυτό, όλως περιέργως, δεν συνέβη με τον Κρίτωνα Τορναρίτη που ήταν ο Γενικός Εισαγγελέας τον Ιούλιο του '74. Συνέχισε να είναι ο νομικός σύμβουλος της κυβέρνησης του Σαμψών που εξαρτάτο πλήρως από το δικτατορικό καθεστώς της Ελλάδας. Η μη καταδίκη του πραξικοπήματος εκ μέρους του, αυτή καθαυτή, συνιστά αποδοχή παρέκκλισης από τη συνταγματική νομιμότητα. Δυστυχώς, οι πραξικοπηματίες επένδυσαν σ΄αυτή τη στάση του και διατυμπάνιζαν ότι η «επανάσταση» (έτσι αποκαλούσαν το πραξικόπημα) ήταν καθόλα νόμιμη!
Όλοι γνωρίζουμε τώρα για την αντίσταση στο πραξικόπημα. Αυτό όμως που δεν γνωρίζουμε, διότι κανένας δεν έχει ενδιατρίψει ενδελεχώς πάνω σ΄αυτό το θέμα, είναι η άλλη όψη του νομίσματος, δηλαδή, η παλλαϊκή υποστήριξη του πραξικοπήματος όπως μαρτυρούν τα 15.000 τηλεγραφήματα συμπαράστασης που έλαβε ο Σαμψών σε διάστημα μόλις μιας εβδομάδας. Αυτά τα 15.000 τηλεγραφήματα αντιπροσώπευαν ένα τεράστιο ποσοστό του ενήλικα πληθυσμού. Δυστυχώς, είναι ταμπού να συζητείται αυτό το θέμα διότι, όντως, είναι μια από τις μελανότερες σελίδες της ιστορίας μας. Ο ίδιος ο Μακάριος παραδέχτηκε με θλίψη την ύπαρξη αυτών των τηλεγραφημάτων. Σε μια συνέντευξή του στην Οριάνα Φαλάτσι το φθινόπωρο του 1974 είπε: «Αν ο Σαμψών έμενε στην εξουσία μια εβδομάδα ακόμη, ώς και η αδελφή μου η Μαρία θα του έστελνε τηλεγράφημα υποστήριξης». Αυτή η ομολογία συνιστά την επιτομή της κατάντιας μας το 1974. Γνωρίζουμε τώρα ότι χιλιάδες σωματεία και πάρα πολλά «υψηλά ιστάμενα πρόσωπα» που υποστήριζαν τον Μακάριο και που καταδίκαζαν την παράνομη δράση της ΕΟΚΑ Β απέστειλαν τηλεγραφήματα συμπαράστασης στον Σαμψών.
Η φαιδρά αντιμετώπιση και «περιγραφή» της εισβολής από το ΡΙΚ είναι μνημειώδης. Θυμάμαι την ημέρα της εισβολής ξύπνησα γύρω στις 5. 50 το πρωί, ανήσυχος μήπως εισέβαλλε η Τουρκία -βάσει των τότε πληροφοριών και διαδόσεων. Συντονίστηκα αμέσως με το ΡΙΚ και κάλμαρα αφού μετέδιδε μουσική για γυμναστική, όπως επαναλάμβανε η εκφωνήτρια. Ομολογώ, ήμουν αφελής εκείνη τη μέρα. Παρ' όλο που είχα περάσει τη βρεφική ηλικία, δεν υποψιάστηκα τίποτα! Γνώριζα ότι δεν μπορούσα να βασιστώ στο χουντοκρατούμενο ΡΙΚ για ακριβή και αληθή πληροφόρηση αλλά, σίγουρα, σκέφτηκα, δεν μπορούσε να κρύψει μια εισβολή! Όμως, επειδή διψούσα για τις εξελίξεις, συντόνισα το ραδιόφωνό μου στο ΒΒC στις έξι το πρωί, λίγα λεπτά αργότερα. Στο άκουσμα των πρώτων 3 λέξεων, «Turkey invaded Cyprus», πάγωσε το αίμα μου. Θυμήθηκα -τι σου είναι οι συνειρμοί!- τον καθηγητή που μας δίδασκε γραμματική στο γυμνάσιο ότι ο αόριστος (invaded) χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια ενέργεια που συνέβη στο παρελθόν –άρα η εισβολή ήταν γεγονός. Ο φόβος μου έφθασε το ζενίθ με τον τρόπο που το ΒΒC προσέδιδε ζωντάνια και δραματικότητα στην αφήγηση, σαν να εκτυλισσόταν η εισβολή μπροστά στα μάτια μου. Συντονίσθηκα ξανά με το ΡΙΚ για περισσότερες λεπτομέρειες, γύρω στις 06.05 η ώρα, αλλά, αντί να πληροφορηθώ για την εισβολή που άρχισε στις 5.20 το πρωί, πληροφορήθηκα ότι η «η Εκκλησία μας σήμερα εορτάζει την μνήμην Ηλιού τού Προφήτου…» και ακολούθως άκουσα το άσμα, ομολογώ όχι με τη δέουσα ευλάβεια, «Σε υμνούμεν, σ’ ευλογούμεν, Σοί, ευχαριστούμεν, Κύριε…».
Την ημέρα της εισβολής η χούντα όχι μόνο άφησε τη Κύπρο εντελώς αβοήθητη αλλά και τους Τούρκους απερίσπαστους. Ο Δ. Καρδιανός, στο βιβλίο του «Ο Αττίλας πλήττει την Κύπρο», γράφει: « Οι Τούρκοι αλεξιπτωτιστές που έπεσαν κοντά στον αεροπορικό δίαυλο της Αγύρτας έμπαιναν στα λεωφορεία που είχαν αφεθεί στους γύρω αγροτικούς δρόμους και κατευθύνονταν ανενόχλητοι προς το φρούριο του Αγίου Ιλαρίωνα» (σελίδα 35). Στα παγκόσμια πολεμικά χρονικά η τουριστική αυτή επιχείρηση –διότι πώς αλλιώς μπορείς να την περιγράψεις;- δεν έχει το όμοιό της σε πρωτοτυπία και εκτέλεση!
*Οικονομολόγος, κοινωνικός επιστήμονας