Κάθε χρόνο, τέτοια εποχή, ζούμε το ίδιο παράλογο τελετουργικό. Χιλιάδες νέοι άνθρωποι κρίνονται από μια εξέταση για το αν «αξίζουν» ή όχι μια θέση στα πανεπιστήμια της χώρας. Όχι με βάση τις δεξιότητές τους, την πορεία τους, τη δημιουργικότητά τους, το ποιοι είναι και τι μπορούν να προσφέρουν. Αλλά με βάση έναν αριθμό. Έναν και μόνο βαθμό.
Η πρόσβαση στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση βασίζεται αποκλειστικά και μόνο σε έναν βαθμό που προκύπτει από μια εξέταση. Δεν έχει σημασία αν κάποιος είχε σταθερά υψηλές επιδόσεις τα προηγούμενα χρόνια. Δεν έχει σημασία αν ανέπτυξε δεξιότητες, αν συμμετείχε σε δράσεις, αν ήταν ενεργός πολίτης, αν είχε κοινωνική δράση, αν καινοτόμησε. Ούτε ενδιαφέρει αν μπορεί να σταθεί στο πανεπιστήμιο. Το σύστημα δεν τα βλέπει αυτά. Βλέπει μόνο τον βαθμό.
Και σε αυτό το σημείο πρέπει να είμαστε σαφείς. Κανένας αριθμός από καμία εξέταση δεν μπορεί να αποτυπώσει την αξία, το ταλέντο ή το μέλλον ενός ανθρώπου. Κι όμως, εμείς τον έχουμε αναγορεύσει σε κριτή ζωής.
Ένα ακόμη μεγαλύτερο λάθος του συστήματος είναι η ταύτιση της «αριστείας» με την ικανότητα απομνημόνευσης-παπαγαλία. Στην πράξη, το σχολείο προετοιμάζει τους μαθητές για να μάθουν «απ' έξω κι ανακατωτά», όχι για να σκεφτούν, όχι για να ερμηνεύσουν, όχι για να δημιουργήσουν.
Έτσι, επιβραβεύεται ο μαθητής που μπορεί να αναπαράγει με ακρίβεια, όχι αυτός που καταλαβαίνει εις βάθος.
Αυτός ο «άριστος» μαθητής, όμως, που μάθαινε τα πάντα κατά λέξη, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα γίνει και καλός φοιτητής. Στο πανεπιστήμιο δεν αρκεί η καλή μνήμη. Χρειάζεται πρωτοβουλία, κριτική σκέψη, συνεργασία, επίλυση προβλημάτων. Χρειάζονται, με λίγα λόγια, οι ίδιες δεξιότητες που το σύστημα εξετάσεων αγνοεί επιδεικτικά.
Οι Παγκύπριες δεν είναι απλώς ένα εργαλείο επιλογής. Είναι το απόλυτο φίλτρο, ο μοναδικός δρόμος. Και είναι ένας δρόμος μονόπλευρος, στενός, άδικος. Δεν αφήνει περιθώρια για εναλλακτικές διαδρομές, για δεύτερες ευκαιρίες, για πολύπλευρη αξιολόγηση.
Δεν δίνει καμία σημασία στην προσωπικότητα, στα ενδιαφέροντα, στην ταυτότητα του ατόμου. Όλοι κρίνονται με τον ίδιο τρόπο, στο ίδιο πλαίσιο, από το ίδιο χαρτί.
Σκεφτείτε όμως το εξής σενάριο:
Από τη μια να έχεις έναν υποψήφιο φοιτητή που να είναι το καλύτερο παπαγαλάκι και πάει στις Παγκύπριες και γράφει κάτι 19άρια και κάτι 20άρια. Και από την άλλη έχεις έναν υποψήφιο ο οποίος δεν παπαγαλίζει αλλά επιλέγει να εμβαθύνει και να αποκτήσει γνώσεις και δεξιότητες, συμμετείχε σε εξωσχολικές και ενδοσχολικές δραστηριότητες, Ολυμπιάδες, σεμινάρια, ξέρει τι θέλει να σπουδάσει, αλλά στις Παγκύπριες πήρε ένα 16, άντε με το ζόρι 18 στα 20. Αφού το μοναδικό κριτηρίο εισαγωγής σε ένα πανεπιστήμιο είναι οι Παγκύπριες, σε μια σχολή με μεγάλη ζήτηση ο πρώτος περνά, ο δεύτερος όχι, τη στιγμή που, όποιον ακαδημαϊκό και να ρωτήσεις, θα σου πουν όλοι ότι ο ιδανικός φοιτητής είναι ο δεύτερος.
Επομένως το σύστημα χρειάζεται κάτι παραπάνω από μικροδιορθώσεις. Χρειάζεται επανεξέταση από μηδενική βάση. Δεν μπορεί να συνεχίζει να αγνοεί δεξιότητες όπως η επικοινωνία, η δημιουργικότητα, η συναισθηματική νοημοσύνη ή η ικανότητα εργασίας σε ομάδα. Χρειαζόμαστε συνδυαστικά κριτήρια εισαγωγής, όχι μόνο βαθμούς και εξετάσεις. Φακέλους υποψηφίων που περιλαμβάνουν δραστηριότητες, έργα, κοινωνική δράση. Προσωπικές συνεντεύξεις ή άλλες μορφές αξιολόγησης για ορισμένα προγράμματα σπουδών.
Όσο συνεχίζουμε να επιλέγουμε φοιτητές με βάση ένα νούμερο, θα χάνουμε ανθρώπους με ταλέντο, όραμα και δυνατότητες. Όσο επιβραβεύουμε μόνο την παπαγαλία, θα γεμίζουμε τις αίθουσες με «άριστους» φοιτητές που δεν μπορούν να σταθούν έξω από το πλαίσιο του σχολικού γραπτού.