Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι κάποιοι επιχειρούν να προσδώσουν στην υπόθεση της καταδίκης του Γιάννη Γιαννάκη έναν μονοσήμαντο χαρακτήρα για τις αιτίες του φαινομένου. Περιοριζόμαστε στο γεγονός ότι ένας νέος άνθρωπος βρήκε τρόπο να εξαπατήσει, προσωρινά, τον ευρύτερο δημόσιο τομέα και να καπαρώσει με πλαστά στοιχεία μια θέση για την οποία πολλοί είχαν τα προσόντα αλλά ποτέ δεν έγιναν μέρος μιας διαδικασίας, ορθολογιστικής αμερόληπτης και πλήρως αντικειμενικής.
Στη δημόσια σφαίρα τίθεται αναποφεύκτως προς προβληματισμό, εκ των υστέρων βεβαίως, το τεχνικό πλαίσιο της συγκεκριμένης υπόθεσης και καταδίκης με των χαμηλών προσδοκιών έλεγχο στη διαπίστωση της αυθεντικότητας των αποδεικτικών στοιχείων που ανοίγουν τον δρόμο για την δημόσια υπηρεσία ή στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Είναι ωστόσο αυτό, εκ των πραγμάτων, καθαρά τεχνικής φύσεως ζήτημα. Είναι σωστό, εν ολίγοις, να σημειωθεί ότι η παραβίαση της αυθεντικότητας των εκπαιδευτικών ντοκουμέντων οδηγεί στην καταδίκη, αλλά δεν εξάγεται το συμπέρασμα πως το φαινόμενο αυτό δύσκολα μπορεί να επαναληφθεί. Για τον απλούστατο λόγο πως η γενεσιουργός αιτία τέτοιων παρεκτροπών δεν είναι απλώς ένα τεχνικό ζήτημα, αλλά αποτέλεσμα μιας πεπαλαιωμένης οπτικής που αγγίζει το κομματικό πλαίσιο, το οποίο δυστυχώς καθορίζει την ίδια τη δομή της κοινωνίας.
Για να έχει κάποιος την ευχέρεια να προχωρήσει στην ατόφια πλαστογράφηση ντοκουμέντων εκπαιδευτικής ικανότητας, τα οποία τον χαρακτηρίζουν, προϋπέθετε να έχει πάση θυσία τις πλάτες ενός νοσηρού κομματικού καθεστώτος. Να είναι μέρος του κομματικού κύκλου των «ικανών» και αφοσιωμένων, ώστε την κατάλληλη στιγμή να παρουσιάζεται αποδεκτός για τη νομενκλατούρα η οποία στηρίζει τα παιδιά της.
Η περίπτωση Γιαννάκη είναι κλασική σε σχέση με την περιγραφή του κομματικού παιδιού. Όχι απλώς του οπαδού ενός κόμματος εξουσίας, αλλά του «ημέτερου» για χάρη του οποίου θα κινηθούν όλα τα βήματα εξουσίας για να τον ικανοποιήσουν. Και όταν ακόμη το ζήτημα είναι τόσο διαυγές, το ίδιο κρατικό κατεστημένο θα κάνει ό,τι περνά από το χέρι του για να αποπροσανατολίσει, διά του ελέγχου όλων τα αρμών της εξουσίας. Αυτό επιχειρήθηκε να γίνει και στην περίπτωση Γιαννάκη, αλλά η εικόνα ήταν τόσο καθαρή που δεν υπήρχε τρόπος διαφυγής ή αλλοίωσης των πραγματικών διαστάσεων εξαιτίας πλέον της κοινωνικής πίεσης.
Το φαινόμενο όπως περιγράφεται, δυστυχώς δεν φαίνεται να εκλείπει. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο όταν ο μηχανισμός του κράτους πάψει να είναι ο φορέας εξυπηρέτησης των, εκ του κομματικού σωλήνα, προερχομένων. Δεν είμαστε ιδιαίτερα αισιόδοξοι ότι μπορεί αυτό να επιτευχθεί συντόμως. Γιατί απλούστατα ο μηχανισμός που θα καλεστεί να αλλάξει τα δεδομένα θα πρέπει πρώτα και κυρίως να αλλάξει τον εαυτό του. Αυτοκατάργησή του δυστυχώς δεν μπορεί να γίνει. Μόνο όταν η εξουσία συμπεριφερθεί ως ο ακρογωνιαίος λίθος της δικαιοσύνης και της διαφάνειας θα υπάρξει κίνηση προς τα εμπρός.