Παρακολουθώντας τον δημόσιο διάλογο για την ηλεκτρική διασύνδεση Κύπρου-Ελλάδας-Ισραήλ δημιουργούνται πολλά ερωτηματικά ως προς το τι επιδιώκει η Κύπρος να πετύχει καθυστερώντας να λάβει τελικές αποφάσεις για ένα τόσο σοβαρό θέμα.
Μερικά από τα ερωτήματα που αναφύονται είναι τα εξής:
1. Η Κύπρος έχει ανάγκη την ηλεκτρική διασύνδεση ή όχι;
2. Η Κύπρος πρέπει να εξέλθει από την ενεργειακή απομόνωση και να συνδεθεί με το ευρωπαϊκό δίκτυο ενεργειακής ασφάλειας ή όχι;
3. Επείγει η εξεύρεση λύσεων για μείωση του κόστους του ηλεκτρικού ρεύματος για τους Κύπριους καταναλωτές ή όχι;
4. Η ηλεκτρική διασύνδεση αναβαθμίζει τον γεωστρατηγικό ρόλο της Κύπρου ή όχι;
Αν οι απαντήσεις σ’ αυτά τα απλά αλλά ουσιαστικά ερωτήματα είναι καταφατικές (που έτσι είναι), τότε, δεν αντιλαμβανόμαστε τη δυστοκία στη λήψη οριστικών πολιτικών και τεχνοκρατικών αποφάσεων που θα ανάψουν το πράσινο φως σε ένα πολυσήμαντο έργο υποδομής στον τομέα της ενέργειας.
Η Κύπρος σήμερα είναι μια απομονωμένη ενεργειακά χώρα, η οποία είναι η δεύτερη ακριβότερη στην Ε. Ένωση και πιο ακριβή από τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία στην τιμή του ηλεκτρισμού. Όλες οι προσπάθειες που κατέβαλαν μέχρι σήμερα οι κυβερνήσεις, για να καταφέρουν να μειώσουν το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας, δεν καρποφόρησαν ή βρίσκονται στα χαρτιά. Η μόνη γρήγορη και σίγουρη λύση για μείωση του κόστους του ηλεκτρισμού είναι η ηλεκτρική διασύνδεση και η σύνδεση της κυπριακής αγοράς με το ενεργειακό σύστημα της Ε. Ένωσης. Η μέθοδος των ηλεκτρικών διασυνδέσεων ακολουθείται σήμερα διεθνώς από πολλές χώρες και θεωρείται η πιο ασφαλής. Άρα, η Κύπρος όχι μόνο έχει ανάγκη την ηλεκτρική διασύνδεση, αλλά επιβάλλεται να την προωθήσει άμεσα.
Την ίδια ώρα, η Κύπρος πρέπει να ξεφύγει από την ενεργειακή απομόνωσή της. Αυτό θα γίνει μόνο με τη σύνδεσή της με το ευρωπαϊκό ενεργειακό σύστημα, το οποίο εγγυάται τη διαχρονική αξιοποίηση του παραγόμενου ηλεκτρισμού στο νησί. Επίσης, η Κύπρος πρέπει να προλάβει την τυχόν ηλεκτρική διασύνδεση της Τουρκίας με τα κατεχόμενα, κάτι το οποίο συζητείται ευρέως στην τουρκική πλευρά και έγιναν και σχετικές δηλώσεις ενθάρρυνσης από τον πρώην αναπληρωτή υφυπουργό Ενέργειας των ΗΠΑ.
Η ηλεκτρική διασύνδεση, όταν θα αρχίσει να λειτουργεί από το 2030, θα μειώσει τους λογαριασμούς ηλεκτρισμού των Κυπρίων καταναλωτών κατά 30%. Το ποσοστό αυτό είναι πολύ μεγάλο, αν αναλογιστούμε το ύψος των λογαριασμών που έρχονται κάθε καλοκαίρι (και όχι μόνο) στα νοικοκυριά της Κύπρου, αλλά και στις επιχειρήσεις. Επίσης, η Κύπρος θα καταφέρει να μειώσει και τα πρόστιμα που καταβάλλει στην ΕΕ λόγω των ρύπων.
Αναμφίβολα η ηλεκτρική διασύνδεση θα αναβαθμίσει τον γεωστρατηγικό ρόλο της Κύπρου στη ΝΑ Μεσόγειο. Η ηλεκτρική σύνδεση με το Ισραήλ, την Ελλάδα και το ευρωπαϊκό ενεργειακό σύστημα καθιστά την Κύπρο σημαντικό ενεργειακό παίκτη στην περιοχή και δημιουργεί τις προϋποθέσεις για μετατροπή της σε ενεργειακό κόμβο ηλεκτρικής ενέργειας. Η αναβάθμιση του ρόλου της Κύπρου γίνεται και με τη συμμετοχή στη χρηματοδότηση του έργου από την Ε. Ένωση (κατά 657,9 εκατ. ευρώ), τις ΗΠΑ και άλλες σημαντικές πηγές χρηματοδότησης.
Με βάση τα πιο πάνω, τα οποία αποτελούν αντικειμενικές και τεκμηριωμένες παραδοχές, είναι απορίας άξιο γιατί:
• Η κυβέρνηση ταλανίζεται στο να πάρει τις αποφάσεις.
• Γιατί τα κόμματα, που όλα επιζητούν άμεσες λύσεις μείωσης του κόστους του ηλεκτρισμού, δεν ζητούν την άμεση προώθηση αυτού του σχεδιασμού.
• Γιατί η ΡΑΕΚ εγκλωβίστηκε σε μια απόφαση με μονοδιάστατη προσέγγιση, δηλαδή του πότε πρέπει ν’ αρχίσει η αποπληρωμή του έργου.
Τα επιχειρήματα που επιστρατεύουν όσοι προσπαθούν να ρίξουν σκιές στην υλοποίηση του έργου αυτό συνοψίζονται στα εξής:
• Γιατί το έργο θα κοστίσει 1,9 δισ. ευρώ από 1,5 δισ. ευρώ που ήταν ο αρχικός υπολογισμός του κόστους του;
• Γιατί ο διαχειριστής του έργου (ΑΔΜΗΕ) ν’ αρχίσει να εισπράττει χρήματα (01/01/25) από τους καταναλωτές προτού ολοκληρωθεί το έργο;
• Γιατί το έργο είναι μη βιώσιμο, αν δεν αρχίσει η είσπραξη του κόστους του πριν ολοκληρωθεί;
• Γιατί η Κύπρος να καταβάλει το ποσό των 100 εκατ. ευρώ και να εισέλθει στο μετοχικό κεφάλαιο αυτής της επένδυσης;
Και στα ερωτήματα αυτά υπάρχουν ξεκάθαρες και πειστικές απαντήσεις, όπως:
• Η αύξηση του κόστους του έργου έγινε λόγω αύξησης των στοιχείων κατασκευής του.
• Η έναρξη είσπραξης του κόστους πριν παραδοθεί όλο το έργο αποτελεί την πρακτική σε όλα τα έργα ηλεκτρικής διασύνδεσης διεθνώς. Άλλωστε, το κόστος ανά νοικοκυριό είναι πολύ μικρό -€30 τον χρόνο- και δεν μπορεί να αποτελέσει αντικίνητρο για ένα έργο με τόσα πολλά οφέλη. Αντίθετα, αν δεν ακολουθηθεί αυτή η πρακτική το έργο καθίσταται μη βιώσιμο λόγω των 100 εκατ. ευρώ που θα προαπαιτηθούν για την κατασκευή του. Εδώ, πρέπει να επισημανθεί ότι τα έργα για το αποχετευτικό σύστημα με τον ίδιο τρόπο χρηματοδοτήθηκαν στην Κύπρο.
• Το ποσό των 100 εκατ. ευρώ για συμμετοχή της Κύπρου είναι πολύ μικρό σε σχέση με την εμβέλεια και τα οφέλη του έργου στην οικονομία και στους καταναλωτές. Επίσης, με την ιδιότητα του μετόχου η Κύπρος με τα έσοδα που θα έχει θα μπορεί να επιχορηγήσει στη συνέχεια με μεγαλύτερα ποσά τον ηλεκτρισμό. Συνοψίζοντας όλα τα πιο πάνω, το συμπέρασμα είναι ότι η ηλεκτρική διασύνδεση είναι μονόδρομος για την Κύπρο. Επιβάλλεται να προχωρήσει, γιατί είναι ένα έργο σημαντικής ενεργειακής υποδομής για την Κύπρο, γιατί γεωστρατηγικά και ενεργειακά αναβαθμίζει τη χώρα και γιατί μειώνει αισθητά το κόστος του ηλεκτρισμού για τους καταναλωτές, χωρίς ιδιαίτερη επιβάρυνση.
Ειλικρινά, διερωτόμαστε τι θα κάνει η Κύπρος αν δεν προχωρήσουμε στην ηλεκτρική διασύνδεση. Θα περιμένει να κάνουν οι Τούρκοι τη δική τους, αντί να κάνει η ίδια το πρώτο βήμα δημιουργώντας νέες ευκαιρίες συνεργασίας με την τ/κ κοινότητα ενώνοντας ενεργειακά με αυτόν τον τρόπο ολόκληρη την Κύπρο; Θα αφήσει τη χώρα ως τη μόνη απομονωμένη περιοχή από το ενεργειακό σύστημα της Ευρώπης ή θα αφήσει τους καταναλωτές και την οικονομία όμηρο στις υψηλές τιμές ηλεκτρισμού που υπάρχουν σήμερα;