Αποζημιώσεις 5 χιλιάδων ευρώ ζητούσε ο πρώην Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας και πρώην δικαστής του ΕΔΑΔ Λουκής Λουκαΐδης από εταιρεία για απώλεια κινητού και αποθηκευμένων επαφών.
Σύμφωνα με το μαρτυρικό υλικό που είχε ενώπιον του το Εφετείο, ο κ. Λουκαΐδης ισχυρίστηκε ότι παρέδωσε το κινητό του για επισκευή σε προσωπικό εταιρείας το οποίο αποστάλθηκε για επισκευή στην Ελλάδα αλλά τελικά χάθηκε. Ως εκ τούτου, ο κ. Λουκαΐδης κίνησε αγωγή κατά της εταιρείας στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, ζητώντας αποζημιώσεις 5 χιλιάδων ευρώ για τις ώρες που σπατάλησε για να βρει τους χαμένους αριθμούς και για την απώλεια τους, ποσό που περιλάμβανε και την αξία του τηλεφώνου του το οποίο υπολόγιζε στα €250.
Η εταιρεία αρνήθηκε «ότι συνομολογήθηκε οποιαδήποτε δεσμευτική σύμβαση μεταξύ των μερών. Παρέλαβαν μεν το τηλέφωνο από τον ενάγοντα, αλλά τούτο έγινε καθαρά σε φιλικό και κοινωνικό επίπεδο για να τον εξυπηρετήσουν. Δεν δόθηκε αντιπαροχή και δεν συνομολογήθηκε σύμβαση. Εισήγαγαν μεν στην Κύπρο προϊόντα της κατασκευάστριας εταιρείας, αλλά όχι κινητά τηλέφωνα, ούτε και επιδιόρθωναν κινητά τηλέφωνα. Το κινητό τηλέφωνο του ενάγοντα το απέστειλαν στην Ελλάδα για επιδιόρθωση και χάθηκε, χωρίς να φέρουν οι ίδιες ευθύνη γι' αυτό. Σε ό,τι αφορά την κατ' ισχυρισμό απώλεια των αποθηκευμένων αριθμών, ισχυρίστηκαν ότι ο ενάγοντας ουδέποτε τους ανέφερε τα όσα ισχυρίστηκε και εν πάση περιπτώσει ο ίδιος ευθύνεται για την όποια απώλεια αφού απέτυχε να τα αποθηκεύσει σωστά και/ή να τα αποθηκεύσει στην κάρτα μνήμης (sim card) και να την κρατήσει».
Τελικά το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας αποφάσισε ότι «δεν μπορούν να του επιδικασθούν οποιεσδήποτε αποζημιώσεις σχετικές με τις ώρες που σπατάλησε αναζητώντας τους χαμένους αριθμούς ή για την απώλεια τους παρά μόνο το ποσό των €250,00 που αποτελεί την αξία του απολεσθέντος τηλεφώνου του». Απόφαση η οποία δεν ικανοποίησε καμία από τις δύο πλευρές με αποτέλεσμα να καταχωρήσουν έφεση αμφισβητώντας την ορθότητα του σκέλους της απόφασης που δεν δικαίωνε τη θέση τους.
Το Εφετείο εξέτασε την έφεση των δύο πλευρών και αποφάσισε να απορρίψει τους λόγους της έφεσης λέγοντας ότι «το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν υπέπεσε σε σφάλμα».