Το Υφυπουργείο Έρευνας, Καινοτομίας και Ψηφιακής Πολιτικής (ΥΕΚΨΠ) εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία εκφράζει έντονη διαφωνία με την Ειδική Έκθεση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας για το έργο της «Ηλεκτρονικής Ταυτότητας». Όπως σημειώνεται, οι θέσεις του Υφυπουργείου έχουν ήδη κατατεθεί τεκμηριωμένα μέσω δύο επιστολών, που περιλαμβάνονται αυτούσιες ως Παράρτημα ΙΙΙ της Έκθεσης.
Στην απάντησή του, το Υφυπουργείο τονίζει ότι σε όλα τα στάδια σχεδιασμού και υλοποίησης του έργου κινήθηκε «με πλήρη διαφάνεια, νομιμότητα και σεβασμό στις αρχές του υγιούς ανταγωνισμού».
Η διαδικασία επιλογής
Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι δεν δόθηκε η δυνατότητα υποβολής προσφοράς σε άλλους οικονομικούς φορείς, το Υφυπουργείο υποστηρίζει πως το υφιστάμενο κανονιστικό πλαίσιο δεν επιτρέπει σε εταιρείες χωρίς υποδομές και αδειοδότηση στην Κύπρο να συμμετάσχουν στη διαδικασία. Συνεπώς, η αναφορά σε πιθανούς φορείς από άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ χαρακτηρίζεται «παραπλανητική».
Το Υφυπουργείο υπενθυμίζει ότι από το 2021 τέθηκε σε ισχύ το «Εθνικό Σχέδιο Ηλεκτρονικών Ταυτοτήτων», το οποίο μάλιστα είχε προηγουμένως τεθεί σε δημόσια διαβούλευση. Παρά τις δημόσιες ανακοινώσεις και τις ανοικτές προσκλήσεις, «κανένας άλλος οικονομικός φορέας δεν προχώρησε στην ανάπτυξη υποδομής στην Κύπρο», ούτε έλαβε την απαιτούμενη εξουσιοδότηση.
Απόφαση για διαπραγμάτευση
Η απόφαση για προσφυγή στη διαδικασία διαπραγμάτευσης λήφθηκε από το Συμβούλιο Προσφορών του ΥΕΚΨΠ στις 11 Οκτωβρίου 2024, διευκρινίζει το Υφυπουργείο. Μία ημέρα νωρίτερα, το Υπουργικό Συμβούλιο είχε εγκρίνει την πολιτική απόφαση για επιχορήγηση 100.000 ηλεκτρονικών ταυτοτήτων σε πολίτες.
Όσον αφορά τη σύσταση για «Εκούσια Προκήρυξη», το Υφυπουργείο απαντά ότι κάτι τέτοιο δεν κρίθηκε αναγκαίο, αφού:
-
υπήρχε μόνο ένας οικονομικός φορέας που πληρούσε τις προϋποθέσεις,
-
δεν εκδηλώθηκε ενδιαφέρον από άλλους παρόχους,
-
είχαν προηγηθεί εκτενείς δημόσιες αναφορές για την πρόθεση της κυβέρνησης να προχωρήσει με το έργο.
Σε ό,τι αφορά τα περί «ιδιάζουσας σχέσης» του Υφυπουργού με την ανάδοχο εταιρεία, η ανακοίνωση κάνει λόγο για «ατυχείς αναφορές» που δημιουργούν λανθασμένες εντυπώσεις. Όπως υπογραμμίζεται, το έργο σχεδιάστηκε από το 2017 και ολοκληρώθηκε το 2025, υπό την εποπτεία τριών διαφορετικών κυβερνήσεων.
Η ολοκλήρωση επί θητείας του νυν Υφυπουργού, σημειώνει η ανακοίνωση, αποτελεί «φυσική συνέχεια μιας πολυετούς θεσμικής πορείας» και δεν συνδέεται με προσωπικές σχέσεις ή σκοπιμότητες.
Καταλήγοντας, το Υφυπουργείο απορρίπτει πλήρως τα όσα αφήνουν «ερωτηματικά ή υπονοούμενα» για τη νομιμότητα και τη διαφάνεια της διαδικασίας, τονίζοντας ότι το έργο κινήθηκε σε πλήρη συμμόρφωση με το νομικό και κανονιστικό πλαίσιο.