Διεθνής Τύπος: Η διένεξη Ταϊλάνδης-Καμπότζης, επικρίσεις για την ουκρανική αυταρχική διακυβέρνηση και η απειλή από την κατεχόμενη Κύπρο όπως την περιγράφει η Israel Hayom

ΠΟΛΙΤΗΣ NEWS

Header Image

Παράλληλα, ο προβληματισμός επεκτείνεται και στην πολιτική εργαλειοποίηση του όρου «γενοκτονία», υπογραμμίζοντας την υποκρισία που χαρακτηρίζει την απόδοση δικαιοσύνης.

Η συνοριακή διένεξη μεταξύ Ταϊλάνδης και Καμπότζης αναδείχθηκε την περασμένη εβδομάδα σε μια κρίση με πολλαπλές αναγνώσεις. Πίσω από τη στρατιωτική κλιμάκωση, οι αναλύσεις αποκαλύπτουν ένα σύνθετο παιχνίδι εσωτερικών δυναστικών φιλοδοξιών και οικονομικών συμφερόντων, αλλά και μια ευρύτερη γεωπολιτική αντιπαράθεση για την επιρροή στην περιοχή, με τις ΗΠΑ και την Κίνα να διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο.

Την ίδια στιγμή, το ενδιαφέρον του διεθνούς Τύπου στρέφεται στην επίμονη αναζήτηση διεθνούς νομιμοποίησης εκ μέρους της ρωσικής ηγεσίας, μια επιθυμία που παραμένει ανεκπλήρωτη παρά τη μετατροπή της χώρας σε κοινωνία πολέμου. Στη Μέση Ανατολή, η εύθραυστη σταθερότητα της Συρίας δοκιμάζεται από νέες σεχταριστικές εντάσεις, ενώ το Ισραήλ, παρά τις τακτικές του νίκες έναντι του Ιράν, αντιμετωπίζει πρωτοφανή στρατηγική απομόνωση και νέες απειλές από την κατεχόμενη Βόρεια Κύπρο. Παράλληλα, ο προβληματισμός επεκτείνεται και στην πολιτική εργαλειοποίηση του όρου «γενοκτονία», υπογραμμίζοντας την υποκρισία που χαρακτηρίζει την απόδοση δικαιοσύνης.

Την προηγούμενη εβδομάδα ο ρωσικός Τύπος έγραψε ότι οι πιέσεις των ΗΠΑ για σύντομη εκεχειρία στην Ουκρανία δεν επηρεάζουν τη Ρωσία, η οποία διατηρεί τη στρατηγική της σταθερότητα και παραμένει ανοιχτή σε διαπραγματεύσεις. Ο δε, ουκρανικός Τύπος προειδοποίησε ότι η Ουκρανία αντιμετωπίζει κινδύνους αυταρχισμού, καθώς η ηγεσία της υιοθετεί, εν μέσω πολέμου, ανησυχητικές πρακτικές κατά της δημοκρατίας.

Ο δυτικός Τύπος

Σε φιλοξενούμενο κείμενο του με τίτλο «Ο Πούτιν θέλει κάτι που δεν μπορεί να αποκτήσει», που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα The New York Times στις 29 Ιουλίου, ο Αλεξάντερ Μπάουνοφ αναλύει τη βαθιά ανάγκη του Βλαντίμιρ Πούτιν για διεθνή νομιμοποίηση και αναγνώριση της εξουσίας του. Ο Πούτιν, παρουσιάζοντας τον εαυτό του ως νομιμόφρονα και όχι απλώς ως αυταρχικό ηγέτη, χρησιμοποιεί τον νόμο τόσο ως εργαλείο καταστολής όσο και ως μέσο επίδειξης νομιμότητας. Αν και αλλάζει συνεχώς τη ρωσική νομοθεσία για να δικαιολογεί την καταστολή, ο Πούτιν αναζητά μια βαθύτερη πηγή νομιμοποίησης, κυρίως μέσω της διεθνούς αναγνώρισης και της στρατιωτικής επιτυχίας στην Ουκρανία. Ωστόσο, η επιθυμία του να αναγνωριστεί η Ρωσία ως μεγάλη δύναμη από τη Δύση παραμένει ανεκπλήρωτη. Παρά τις προσπάθειες για διαπραγματεύσεις και ορισμένες ενδείξεις ευελιξίας, η Μόσχα δεν έχει εγκαταλείψει τις βασικές της απαιτήσεις, ενώ η ρωσική κοινωνία έχει μετατραπεί σε κοινωνία πολέμου. Η νομιμοποίηση μέσω στρατιωτικής νίκης και επιβολής όρων παραμένει ο απώτερος στόχος του Πούτιν, αλλά η διεθνής αναγνώριση που επιδιώκει φαίνεται ανέφικτη. Όπως και ο Στάλιν, ο Πούτιν φαίνεται να επιλέγει τη δύναμη έναντι της νομιμοποίησης, κάτι που ίσως του προσφέρει μια μορφή νίκης, αλλά όχι αυτό που πραγματικά επιθυμεί.

Το κύριο άρθρο της εφημερίδας The Guardian με τίτλο «Η άποψη του Guardian για τις ελπίδες και τους φόβους της Συρίας: Η σταθερότητα δεν χτίζεται πάνω στο χάος» (ημερομηνία πρόσβασης: 31 Ιουλίου), αναλύει την εύθραυστη κατάσταση στη Συρία μετά από δεκαετίες δικτατορίας και έναν καταστροφικό εμφύλιο πόλεμο. Η ανάληψη της εξουσίας από τον μεταβατικό πρόεδρο, Αχμέντ αλ Σαράα, αρχικά γέμισε με ελπίδα όσους επιθυμούσαν αλλαγή, αλλά οι μειονότητες παραμένουν φοβισμένες και επιφυλακτικές. Πρόσφατα κύματα σεχταριστικής βίας, όπως η σφαγή Αλαουιτών στην ακτή και οι συγκρούσεις Δρούζων και Βεδουίνων στη Σουέιντα, αποκαλύπτουν την αδυναμία ή την απροθυμία της νέας κυβέρνησης να ελέγξει τις ένοπλες ομάδες και να διασφαλίσει την τάξη. Η παρέμβαση του Ισραήλ στη Συρία, δήθεν υπέρ των Δρούζων, επιδείνωσε περαιτέρω την κρίση, ενώ οι ΗΠΑ προσπαθούν να περιορίσουν τις εντάσεις. Παρά το ζοφερό τοπίο, υπάρχουν ελπιδοφόρες προσπάθειες σε τοπικό επίπεδο για διάλογο και απονομή δικαιοσύνης. Η κυβέρνηση υπόσχεται μηδενική ανοχή σε καταχρήσεις, αλλά οι φοβισμένες μειονότητες ζητούν απτά αποτελέσματα. Η αληθινή σταθερότητα στη Συρία απαιτεί λογοδοσία, συμπερίληψη και προστασία όλων των κοινοτήτων, στοιχεία που μέχρι στιγμής απουσιάζουν, θέτοντας σε κίνδυνο το μέλλον της χώρας.

Στο άρθρο του «Οι γενοκτονίες και τα παράδοξά τους», που δημοσιεύτηκε στην El País στις 29 Ιουλίου, ο Αντώνιο Καζόρλα αναλύει την προβληματική ιστορία και εφαρμογή του όρου «γενοκτονία». Ο όρος δημιουργήθηκε από τον Ράφαελ Λέμκιν, ο οποίος, συγκλονισμένος από τη Γενοκτονία των Αρμενίων και την ατιμωρησία των δραστών, θέλησε να ορίσει νομικά το έγκλημα της μαζικής εξόντωσης ενός λαού. Παρά τις προσπάθειές του, ο όρος δεν χρησιμοποιήθηκε στις δίκες της Νυρεμβέργης και, παρότι η Σύμβαση για την Πρόληψη της Γενοκτονίας υιοθετήθηκε από τον ΟΗΕ το 1948, η εφαρμογή της παραμένει υποκριτική, καθώς υπερδυνάμεις όπως οι ΗΠΑ και η ΕΣΣΔ εξέφρασαν από την αρχή επιφυλάξεις για την προστασία των εσωτερικών και αποικιακών τους συμφερόντων. Ο Καζόρλα επισημαίνει δύο βασικά παράδοξα. Πρώτον, τη νομική δυσκολία στην απόδειξη της «πρόθεσης», που επιτρέπει σε κράτη να δικαιολογούν μαζικές απώλειες αμάχων, όπως φαίνεται στο παράδειγμα της Γάζας. Δεύτερον, την εθνική κυριαρχία και τα συμφέροντα των ισχυρών, που λειτουργούν ως ασπίδα, εμποδίζοντας τη δικαιοσύνη. Οι γενοκτονίες συνεχίζονται με την ανοχή ή την υποστήριξη των συμμάχων των δραστών. Έτσι, για το έγκλημα αυτό τιμωρούνται επιλεκτικά μόνο ηγέτες έκπτωτων καθεστώτων, κυρίως από τον Παγκόσμιο Νότο, ενώ ισχυρά κράτη αποφεύγουν κάθε έλεγχο. Τελικά, ο όρος έχει μετατραπεί σε πολιτικό εργαλείο που χρησιμοποιείται για τη δικαιολόγηση νέας βίας, διαστρεβλώνοντας πλήρως τον αρχικό σκοπό του Λέμκιν.

Στο σχόλιό του με τίτλο «Σύγκρουση στη Νοτιοανατολική Ασία: Ενάντια στην επιρροή της Κίνας», που δημοσιεύτηκε στην Frankfurter Allgemeine Zeitung (ημερομηνία πρόσβασης: 30 Ιουλίου), ο Νίκολας Μπούσε αναλύει τη συνοριακή διένεξη μεταξύ Καμπότζης και Ταϊλάνδης ως ένα παράδειγμα των σύνθετων δυναμικών της περιοχής. Ο αρθρογράφος επισημαίνει ότι τέτοιες διαμάχες, οι οποίες έχουν ρίζες στην αποικιοκρατική ιστορία και ενισχύονται από τα συμφέροντα των τοπικών ηγεμονικών οικογενειών, παραμένουν εστίες έντασης. Αν και η Μαλαισία, ως προεδρεύουσα του ASEAN, μεσολάβησε επιτυχώς για εκεχειρία, ο περιφερειακός οργανισμός δεν κατάφερε να αποτρέψει την αρχική στρατιωτική κλιμάκωση, αντικατοπτρίζοντας μια παγκόσμια τάση για ολοένα και ταχύτερη προσφυγή στα όπλα. Το κεντρικό σημείο της ανάλυσης, ωστόσο, είναι το γεωπολιτικό υπόβαθρο της σύγκρουσης. Ο Μπούσε τονίζει τον ρόλο των Ηνωμένων Πολιτειών, οι οποίες, ακόμη και υπό μια θεωρητικά απομονωτική ηγεσία του Τραμπ, διατηρούν τον παραδοσιακό τους ρόλο ως προστάτιδας δύναμης έναντι της Κίνας. Η αμερικανική παρέμβαση δεν εξυπηρετεί μόνο την εικόνα του παγκόσμιου ειρηνοποιού, αλλά κυρίως στοχεύει στην ανάσχεση της κινεζικής επιρροής. Η Κίνα, από την πλευρά της, χρησιμοποιεί την Καμπότζη ως στρατηγικό προγεφύρωμα για να ενισχύσει την παρουσία της σε αυτή την οικονομικά κρίσιμη περιοχή. Ο Μπούσε κλείνει σημειώνοντας την, ως συνήθως, αισθητή απουσία της Ευρώπης από τις εξελίξεις.

Ο Τύπος της Μέσης Ανατολής

Στο άρθρο του με τίτλο «Αλλαγή στη Μέση Ανατολή», που δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα Al-Arabiya στις 28 Ιουλίου, ο Ουαχίντ Αμπντέλ Μεγκίντ υποστηρίζει ότι υπάρχει θεμελιώδης διαφορά μεταξύ της «αλλαγής της Μέσης Ανατολής» —που σημαίνει τη δημιουργία μιας νέας τάξης πραγμάτων— και μιας απλής «αλλαγής που συμβαίνει σε αυτήν», η οποία αφορά μια μερική ανακατανομή ισχύος. Υπό αυτό το πρίσμα, ο Μεγκίντ θεωρεί ότι η ρητορική του Νετανιάχου περί «αλλαγής της περιοχής» μετά τα πλήγματα κατά του ιρανικού άξονα είναι παραπλανητική. Η αποδυνάμωση του Ιράν αποτελεί μεν νίκη για το Ισραήλ, αλλά επιφέρει μόνο μια μερική αλλαγή και δεν μεταμορφώνει τη γεωπολιτική αρχιτεκτονική της περιοχής. Ο απώτερος στόχος του Ισραήλ, δηλαδή να καταστεί το αδιαμφισβήτητο περιφερειακό κέντρο, μοιάζει σήμερα πιο μακρινός από ποτέ. Ο συγγραφέας επισημαίνει ένα κεντρικό παράδοξο: ενώ το Ισραήλ κερδίζει τακτικά έναντι του Ιράν, υφίσταται στρατηγικές ήττες σε άλλα μέτωπα. Η περιφερειακή του απομόνωση έχει βαθύνει σε επίπεδα πρωτοφανή από τη δεκαετία του '70, οι σχέσεις του με την Αίγυπτο είναι τεταμένες και οι ενέργειες της κυβέρνησης Νετανιάχου υπονομεύουν όσα απέμειναν από τις Συμφωνίες του Όσλο, οι οποίες αποτελούσαν τον πυλώνα της στρατηγικής εξομάλυνσης. Έτσι, οι τρέχουσες ισραηλινές πολιτικές, αντί να οδηγούν στην επιθυμητή «νέα Μέση Ανατολή», στην πραγματικότητα απομακρύνουν το Ισραήλ από τον στόχο του, θέτοντας σε κίνδυνο τις σχέσεις που είχε οικοδομήσει με πέντε αραβικά κράτη.

Στο άρθρο του «Η Βόρεια Κύπρος είναι και ισραηλινό πρόβλημα», που δημοσιεύτηκε στις 29 Ιουλίου στην Israel Hayom, ο Σάι Γκαλ υποστηρίζει ότι η τουρκική κατοχή της Βόρειας Κύπρου έχει εξελιχθεί από ένα περιφερειακό ελληνοτουρκικό ζήτημα σε μια άμεση και σοβαρή στρατηγική απειλή για το Ισραήλ. Ο συγγραφέας τονίζει ότι η περιοχή λειτουργεί ως ζώνη χωρίς διεθνή έλεγχο, επιτρέποντας στην Τουρκία, τη Χαμάς και τη Δύναμη Κουντς του Ιράν να δρουν ανεξέλεγκτα. Η Τουρκία έχει μετατρέψει τα κατεχόμενα σε μια προωθημένη στρατιωτική βάση, εγκαθιστώντας προηγμένα οπλικά συστήματα, όπως οπλισμένα drones (Bayraktar, Akinci), αντιπλοϊκούς πυραύλους (ATMACA) και βαλλιστικούς πυραύλους (Typhoon), οι οποίοι μπορούν να πλήξουν στρατηγικούς στόχους στο Ισραήλ, συμπεριλαμβανομένων των εξεδρών φυσικού αερίου. Παράλληλα, η περιοχή έχει γίνει κόμβος χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και κατασκοπείας, με αποδεδειγμένη την ύπαρξη σχεδίων της Χαμάς και του Ιράν για επιθέσεις εναντίον ισραηλινών συμφερόντων. Ο Γκαλ υποστηρίζει ότι, αν και το Ισραήλ δεν επιθυμεί την ανάληψη στρατιωτικής δράσης, οφείλει, σε συντονισμό με την Ελλάδα και την Κύπρο, να προετοιμάσει ένα σχέδιο έκτακτης ανάγκης για την απελευθέρωση του νησιού, με την κωδική ονομασία «Η Οργή του Ποσειδώνα», σε περίπτωση που η απειλή φτάσει σε κρίσιμο σημείο. Κλείνοντας, προειδοποιεί την Τουρκία να λάβει σοβαρά υπόψη αυτό το σενάριο, υπενθυμίζοντας την προθυμία του Ισραήλ να διεξάγει προληπτικά χτυπήματα, όπως έκανε στο παρελθόν.

Ο Τύπος της Ασίας

Στο άρθρο τους με τίτλο «Σύγκρουση Ταϊλάνδης-Καμπότζης: πολιτική κληρονομιάς και προμελετημένη κλιμάκωση», που δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα του ινστιτούτου Australian Strategic Policy στις 29 Ιουλίου, οι Άντζελα Σουριγιασένι και Νέιθαν Ρούσερ υποστηρίζουν ότι η πρόσφατη στρατιωτική σύγκρουση Ταϊλάνδης-Καμπότζης δεν ήταν αιφνιδιαστική, αλλά το αποτέλεσμα μιας υπολογισμένης κλιμάκωσης, καθοδηγούμενης από εσωτερικές πολιτικές σκοπιμότητες και τις δυναστικές φιλοδοξίες των οικογενειών Χουν στην Καμπότζη και Σιναουάτρα στην Ταϊλάνδη. Οι αναλυτές επισημαίνουν ότι η Καμπότζη πρωτοστάτησε στην ένταση, αναβαθμίζοντας στρατηγικές υποδομές στα σύνορα με πρόσχημα την πολιτική ανάπτυξη και προχωρώντας σε σειρά προκλητικών ενεργειών και στρατιωτικών οχυρώσεων. Η κλιμάκωση φαίνεται να εξυπηρετεί τον Χουν Σεν, ο οποίος εκμεταλλεύεται την πολιτική αστάθεια της Ταϊλάνδης και οικονομικές τριβές για να ενισχύσει την εδαφική του θέση και να προβάλει τον γιο και διάδοχό του, Χουν Μανέτ, ως ισχυρό ηγέτη. Από την πλευρά της Ταϊλάνδης, η κρίση επιδεινώθηκε από τη διαρροή μιας τηλεφωνικής συνομιλίας μεταξύ της πρωθυπουργού Παιτονγκτάρν Σιναουάτρα και του Χουν Σεν, γεγονός το οποίο προκάλεσε σοβαρή εσωτερική πολιτική αναταραχή και αποδυνάμωσε την κυβέρνηση. Οι συγγραφείς τονίζουν το βαρύ ανθρώπινο κόστος της σύγκρουσης, με εκατοντάδες χιλιάδες εκτοπισμένους και δεκάδες νεκρούς. Καταλήγουν ότι, παρά την εκεχειρία, οι βαθύτερες αιτίες παραμένουν, καθιστώντας τον διάλογο επιτακτικό για την αποφυγή περαιτέρω κλιμάκωσης και τη διασφάλιση ενός σταθερού, κοινού μέλλοντος.

Σε δημοσίευμα με τίτλο «Τι πραγματικά διακυβεύεται μεταξύ Ταϊλάνδης και Καμπότζης», που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα South China Morning Post (SCMP) στις 29 Ιουλίου, αναλύεται ότι η πρόσφατη κλιμάκωση στα σύνορα των δύο χωρών δεν αφορά απλώς μια εδαφική διαφορά, αλλά μια υπολογισμένη κρίση που εργαλειοποιείται από τις εγχώριες ελίτ. Η σύγκρουση, που πυροδοτήθηκε από τη διαρροή μιας τηλεφωνικής συνομιλίας μεταξύ της Ταϊλανδής πρωθυπουργού Παιτονγκτάρν Σιναουάτρα και του πρώην ηγέτη της Καμπότζης Χουν Σεν, χρησιμοποιήθηκε στρατηγικά και από τις δύο πλευρές. Σύμφωνα με την ανάλυση, ο Χουν Σεν επέλεξε να δημοσιοποιήσει τη συνομιλία για να αποσπάσει την προσοχή από την αυξανόμενη διεθνή πίεση για τη φερόμενη συνενοχή της Καμπότζης σε δίκτυα κυβερνοαπάτης και εμπορίας ανθρώπων. Από την πλευρά της Ταϊλάνδης, η εσωτερική πολιτική αστάθεια και η αποδυνάμωση της πρωθυπουργού δημιούργησαν ένα κενό εξουσίας, το οποίο ο Χουν Σεν εκμεταλλεύτηκε. Ωστόσο, το άρθρο τονίζει ότι ο πραγματικός πυρήνας της σύγκρουσης είναι τόσο ο οικονομικός έλεγχος, όσο και η εθνική υπερηφάνεια. Η εύθραυστη οικονομία της Καμπότζης βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε καζίνο που υποστηρίζονται από την Κίνα και σε σκιώδεις επιχειρήσεις σε πόλεις όπως το Πόιπετ και το Σιχανούκβιλ. Η πιθανή νομιμοποίηση καζίνο στην Ταϊλάνδη θα απειλούσε άμεσα αυτό το οικοσύστημα και τα ισχυρά οικονομικά συμφέροντα που το ελέγχουν και στις δύο πλευρές των συνόρων.

Ο Τύπος της Ρωσίας και της Ουκρανίας

Σε άρθρο γνώμης της με τίτλο «Σημειώσαμε: Η Ουκρανία θα τελειώσει πολύ σύντομα», που δημοσιεύτηκε στο RIA Novosti στις 30 Ιουλίου, η Βικτόρια Νικιφόροβα σημειώνει ότι ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, επιθυμεί να μειώσει την προθεσμία που δίνεται στη Ρωσία για σύναψη εκεχειρίας με την Ουκρανία από 50 σε 10-12 ημέρες, απειλώντας με κυρώσεις. Παρά την αντίστροφη μέτρηση, δεν έχουν σημειωθεί σημαντικές αλλαγές. Η Μόσχα παραμένει ανοιχτή σε διαπραγματεύσεις, αλλά απορρίπτει τα τελεσίγραφα. Η Ρωσία συνεχίζει με στρατηγική συνέπεια τις επιχειρήσεις της, επιδιώκοντας τους στόχους της ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης, ενώ η οικονομία της παραμένει σταθερή. Οι εντάσεις με τις ΗΠΑ κλιμακώνονται, καθώς ο Τραμπ υπόσχεται ακραία μέτρα, όπως υψηλούς δασμούς κατά των κρατών που συνεργάζονται με τη Ρωσία. Ωστόσο, η αμερικανική ρητορική αποδεικνύεται αναποτελεσματική απέναντι στη Ρωσία. Ο Ντμίτρι Μεντβέντεφ και ο Ντμίτρι Πεσκόφ τονίζουν τη δέσμευση της Ρωσίας για ειρηνική επίλυση, διατηρώντας παράλληλα τα εθνικά της συμφέροντα. Η Ρωσία συνεχίζει την «απελευθέρωση» της «Μικρής Ρωσίας», ενώ οι οικονομικές και πολιτικές πιέσεις από τη Δύση φαίνονται ανεπαρκείς για να αλλάξουν την πορεία της.

Σε κύριο άρθρο της με τίτλο «Αυτή τη στιγμή, η δημοκρατία της Ουκρανίας κινδυνεύει με οπισθοδρόμηση ρωσικού τύπου» (ημερομηνία πρόσβασης: 31 Ιουλίου), η συντακτική ομάδα της The Kyiv Independent προειδοποιεί για τον κίνδυνο αυταρχισμού στην Ουκρανία. Το άρθρο επισημαίνει ότι, ενώ η Ουκρανία μάχεται για την επιβίωσή της ενάντια στη Ρωσία, υπάρχουν ανησυχητικά σημάδια υπονόμευσης της δημοκρατίας από την ηγεσία της χώρας. Ένα παράδειγμα είναι η ποινική δίωξη κατά του ακτιβιστή κατά της διαφθοράς Βιτάλι Σαμπούνιν, ο οποίος κατηγορείται για αποφυγή στράτευσης, παρά το γεγονός ότι έχει καταταγεί στον στρατό και συνεχίζει την ακτιβιστική του δράση. Επιπλέον, η κυβέρνηση απέρριψε αυθαίρετα τον επικεφαλής του Οργανισμού Οικονομικής Ασφάλειας και χρησιμοποιεί το Εθνικό Συμβούλιο Ασφάλειας για πολιτική καταστολή, στοχοποιώντας αντιπάλους όπως ο πρώην πρόεδρος Πέτρο Ποροσένκο. Ο Πρόεδρος Ζελένσκι καλείται να αναλάβει την ευθύνη για αυτές τις πρακτικές που απειλούν το δημοκρατικό μέλλον της Ουκρανίας. Το άρθρο τονίζει ότι ο πόλεμος δεν πρέπει να δικαιολογεί την κατάχρηση εξουσίας και την υπονόμευση των δημοκρατικών θεσμών.

Πηγή: ΚΥΠΕ

ΤΑ ΑΚΙΝΗΤΑ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ

Λογότυπο Altamira

Πολιτική Δημοσίευσης Σχολίων

Οι ιδιοκτήτες της ιστοσελίδας www.politis.com.cy διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρούν σχόλια αναγνωστών, δυσφημιστικού και/ή υβριστικού περιεχομένου, ή/και σχόλια που μπορούν να εκληφθεί ότι υποκινούν το μίσος/τον ρατσισμό ή που παραβιάζουν οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία. Οι συντάκτες των σχολίων αυτών ευθύνονται προσωπικά για την δημοσίευση τους. Αν κάποιος αναγνώστης/συντάκτης σχολίου, το οποίο αφαιρείται, θεωρεί ότι έχει στοιχεία που αποδεικνύουν το αληθές του περιεχομένου του, μπορεί να τα αποστείλει στην διεύθυνση της ιστοσελίδας για να διερευνηθούν. Προτρέπουμε τους αναγνώστες μας να κάνουν report / flag σχόλια που πιστεύουν ότι παραβιάζουν τους πιο πάνω κανόνες. Σχόλια που περιέχουν URL / links σε οποιαδήποτε σελίδα, δεν δημοσιεύονται αυτόματα.

Διαβάστε περισσότερα

Κάντε εγγραφή στο newsletter του «Π»

Εγγραφείτε στο Newsletter της εφημερίδας για να λαμβάνετε καθημερινά τις σημαντικότερες ειδήσεις στο email σας.

ΕΓΓΡΑΦΗ

Ακολουθήστε μας στα social media

App StoreGoogle Play