Την περασμένη Τετάρτη, 17 Δεκεμβρίου 2025, πέθανε σε ηλικία 91 ετών ένας από τους εγκυρότερους και πιο καταξιωμένους δημοσιογράφους και πολεμικούς ανταποκριτές των τελευταίων πενήντα χρόνων. Ο Peter Arnett, με καταγωγή από τη Νέα Ζηλανδία, ήταν ο άνθρωπος που πήρε την τελευταία, ίσως, τηλεοπτική συνέντευξη, ως ανταποκριτής τότε του CNN, από τον Πρόεδρο του Ιράκ, Σαντάμ Χουσεΐν, λίγο πριν την έναρξη των πολεμικών επιχειρήσεων του πρώτου πολέμου του Κόλπου το 1991.
Η σχέση του, άλλωστε, με το Ιράκ και τους πολέμους που σημάδεψαν τη σύγχρονη ιστορία του, ήταν τουλάχιστον τρικυμιώδης. Το 1991, ήταν ένας από τους τελευταίους διεθνείς ανταποκριτές που παρέμειναν στην ιρακινή πρωτεύουσα και μετέδιδαν ζωντανά τον πόλεμο σε πραγματικό χρόνο, όταν ήδη είχε αρχίσει ο βομβαρδισμός της Βαγδάτης. Κλεισμένος στο δωμάτιο 906 του ξενοδοχείου Al Rashid, μαζί με τους, επίσης έγκυρους, συναδέλφους του Bernard Shaw και John Harriman, έμεινε στην ιστορία της δημοσιογραφίας για τη φράση «live from Baghdad» και κατοχύρωσε, με την επαγγελματική του στάση, το CNN ως το κατ' εξοχήν, μέχρι τότε, ειδησεογραφικό κανάλι «ζωντανής μετάδοσης» των κατά τόπους κρίσεων.
Ο Peter Arnett, όμως, δεν ήταν κάποιος οπορτουνιστής ανταποκριτής που είχε στόχο τον αισθησιασμό και την πρόκληση. Αντίθετα, ήταν πάνω από όλα δημοσιογράφος, ταγμένος στην αποκάλυψη της αλήθειας. Γι' αυτό και ως ανταποκριτής των NBC και National Geographic το 2003 δεν δίστασε να επικρίνει δημόσια την πολιτική Μπους- Τσέινι-Ράμφελτ κατά του Ιράκ, γεγονός που είχε ως συνέπεια την απόλυσή του. Εξίσου συνταρακτικό ήταν, εκείνη την εποχή, και το ρεπορτάζ που είχε ετοιμάσει για ντοκιμαντέρ του National Geographic που παρουσίαζε τη ζωή των καθημερινών Ιρακινών μερικές ώρες πριν την αμερικανική εισβολή που οδήγησε στον εικοσαετή καταστροφικό πόλεμο που απορύθμισε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή και τον κόσμο.
Στο ενδιάμεσο των δύο πολέμων του Κόλπου, όπως έμειναν στην Ιστορία, ο Peter Arnett κατέγραψε και ένα άλλο δημοσιογραφικό επίτευγμα. Ήταν, το 1997, ο πρώτος δημοσιογράφος δυτικού ΜΜΕ, και συγκεκριμένα του CNN, που πήρε συνέντευξη από τον τότε αρχηγό της τρομοκρατικής οργάνωσης Αλ Κάιντα, Οσάμα μπιν Λάντεν, σε μια σπηλιά κάπου στο Αφγανιστάν.
Βέβαια, ο Peter Arnett, δεν ήταν κάποιος πρωτόβγαλτος δημοσιογράφος με έφεση στη λήψη συνεντεύξεων από δικτάτορες και τρομοκράτες (sic). Μέχρι τότε, είχε ήδη καταξιωθεί αφού είχε κερδίσει το βραβείο Pulitzer για την εργασία του ως ανταποκριτής του Associated Press στο μέτωπο του Βιετνάμ, όπου και εκεί παρέμεινε μέχρι την πτώση της Σαϊγκόν, πιστός στο καθήκον της αντικειμενικής ενημέρωσης, γεγονός που επίσης είχε προκαλέσει τη μήνη της κυβέρνησης Johnson όταν απεκάλυπτε την πραγματική εικόνα της κατάστασης που ερχόταν σε αντίθεση με την κρατική αμερικανική αφηγηματική.
Δεσμευμένος από το ρητό «speak truth to power» ο Peter Arnett, αποτελεί έναν από τους δημοσιογράφους και πολεμικούς ανταποκριτές που με τη δουλειά και τη στάση τους εξύψωσαν το δημοσιογραφικό λειτούργημα και ενίσχυσαν τον φωτεινό του ρόλο στον έλεγχο της εξουσίας, ακόμα και όταν τούτο τους στοίχισε τη δουλειά τους σε κάποιο ΜΜΕ.
Δεν υπήρξε, ούτε έγινε, ποτέ φερέφωνο κάποιας κυβέρνησης, όσο ισχυρή και αμείλικτη και αν ήταν και ούτε ποτέ έγινε υποχείριο του οποιουδήποτε πολιτικοοικονομικού συμφέροντος, υπουργείου ή κρατικής υπηρεσίας για χάρη της όποιας δήθεν προνομιακής πρόσβασης ή ενημέρωσης, ακόμα και αν αυτά ήταν το Πεντάγωνο, το αμερικανικό ΥΠΕΞ ή ο Λευκός Οίκος.
Αυτό το τελευταίο είναι που ίσως αξίζει να κρατήσουμε και εμείς εδώ στην Κύπρο, δημοσιογράφοι, αρθρογράφοι και λοιποί σχολιαστές, ώστε να διαφυλάξουμε την αξιοπρέπειά μας, αλλά κυρίως να διαφυλάξουμε την αξιοπρέπεια του αναγνώστη μας και του κοινού, γενικότερα, σε μια εποχή που η ποδηγέτηση της κοινής γνώμης ακμάζει και η όποια κριτική αποδομείται ως τοξική και κυνικά παρακάμπτεται ως πολιτικά υποκινούμενη. Πράγμα αναληθές, ασφαλώς, αφού έγνοια όσων σέβονται την πένα τους δεν είναι ο κάθε πολιτικός και η δημοφιλία του, αλλά η ανάγκη της κοινής γνώμης να διαμορφώνει άποψη με βάση την αλήθεια.






