***Περίπου 15% των ψηφοφόρων λαμβάνει την τελική απόφαση το Σάββατο ή την Κυριακή των εκλογών. Ο «μεγάλος άγνωστος» των εκλογών είναι η αδιευκρίνιστη ψήφος
***Το «δεν απαντώ» είναι διαφορετικό από το «δεν έχω αποφασίσει». Διότι μερικοί αποκρύπτουν την επιλογή τους, ενώ άλλοι δηλώνουν κάτι διαφορετικό από αυτό που τελικά θα κάνουν (κρυφή ψήφος)
***Η εμπειρία των πρόσφατων ευρωεκλογών απέδειξε ότι μεγάλα ποσοστά των «δεν απαντώ» κινήθηκαν τελικά προς το νέο, το λεγόμενο αντισυστημικό, ανατρέποντας εκτιμήσεις
***Oι ψηφοφόροι τείνουν να ενισχύουν εκείνους που προβάλλονται ως ισχυροί, ενώ εγκαταλείπουν όσους φαίνεται να υστερούν
***Η πολιτική σκηνή του 2026 χαρακτηρίζεται από υψηλή ρευστότητα, έντονη αμφισβήτηση, διάθεση για δοκιμή νέων επιλογών, περιορισμένη συσπείρωση, ισχυρή αδιευκρίνιστη ψήφο
***Ο ΔΗΣΥ βρίσκεται σε μία μεταβατική φάση όπου η εικόνα δείχνει πιο χαμηλή από ό,τι θα μπορούσε να είναι, αλλά και με πεδίο ανόδου
***Το ΑΚΕΛ δείχνει να βρίσκεται σε σταθερή βάση, αλλά δέχεται πιέσεις από νέες προσεγγίσεις του πολιτικού κέντρου
***O χώρος του λεγόμενου Κέντρου, που παραδοσιακά διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο, σήμερα φαντάζει αποδεκατισμένος – τις τελευταίες ημέρες σφάζονται μεταξύ τους
***Το κλειδί του αποτελέσματος των βουλευτικών 2026, θα είναι οι αναποφάσιστοι, οι οποίοι δεν είναι μία ομοιογενής ομάδα
***Τα νέα κόμματα αποτελούν τον πιο απρόβλεπτο παράγοντα, με ψηφοφόρους που συνδυάζουν δυσαρέσκεια, ρευστότητα και κρυφή δήλωση πρόθεσης
***Η αποχή εξακολουθεί να λειτουργεί ως «μαύρη τρύπα» των δημοσκοπήσεων
***Οι αναποφάσιστοι παραμένουν με υψηλά ποσοστά και δείχνουν να είναι δυνητικά ανατρεπτικοί
Εν μέσω μιας ταραχώδους προεκλογικής περιόδου, πριν καν συμπληρωθούν τα ψηφοδέλτια όλων των κομμάτων για τις βουλευτικές εκλογές του Μαΐου 2026, οι διάφορες δημοσκοπήσεις που διενεργούνται αυτή την περίοδο -φανερές και κρυφές- τροφοδοτούν συζητήσεις, προσδοκίες, αλλά και εντάσεις. Οι αποκλίσεις μεταξύ εταιρειών, οι υψηλές αδιευκρίνιστες ψήφοι και η είσοδος νέων πολιτικών σχηματισμών δημιουργούν ένα ιδιαίτερα σύνθετο σκηνικό. Και πρέπει πάντα να λαμβάνεται υπόψη ότι η δημοσκόπηση δεν είναι πρόβλεψη και μηχανή παραγωγής τελικού αποτελέσματος, αλλά εργαλείο μέτρησης τάσεων. Το σημερινό πολιτικό/κομματικό περιβάλλον στην Κύπρο χαρακτηρίζεται από ρευστότητα και μια ευρεία αποσύνδεση των ψηφοφόρων από τα παραδοσιακά κομματικά σχήματα. Γι' αυτό και για να κατανοήσει κανείς τι πραγματικά λένε οι δημοσκοπήσεις, χρειάζεται να γνωρίζει πώς λειτουργούν. Το κείμενο που ακολουθεί είναι βασισμένο σε συζήτηση του εν λόγω θέματος με τον εκλογικό αναλυτή, αναπληρωτή καθηγητή Έρευνας, δρα Νάσιο Ορεινό.
Οι μεταξύ τους διαφορές
Μπορεί οι διάφορες δημοσκοπήσεις που δημοσιοποιούνται την ίδια περίοδο να διαφέρουν μεταξύ τους, ωστόσο οι αποκλίσεις μεταξύ εταιρειών δεν είναι ένδειξη ανακρίβειας, αλλά αποτελούν φυσικό αποτέλεσμα των διαφορετικών μεθοδολογιών. Κάθε εταιρεία οργανώνει διαφορετική δειγματοληψία, διαφορετική ομάδα ερευνητών πεδίου, διαφορετικό ερωτηματολόγιο, διαφορετική διαδικασία στάθμισης ή ακόμη και καθόλου στάθμιση. Από τη σύνταξη μιας ερώτησης μέχρι το ποιος χτυπάει την πόρτα ή τηλεφωνεί ή απαντάει διαδικτυακά, πολλά μικρά στοιχεία διαμορφώνουν τη συμπεριφορά του ερωτώμενου. Στη διεθνή βιβλιογραφία η διατύπωση των ερωτήσεων θεωρείται κυριολεκτικά «τέχνη». Μια λέξη μπορεί να αλλάξει το νόημα, άρα και το αποτέλεσμα. Γι' αυτό τον λόγο, οι επιστήμονες επιμένουν στον βασικό κανόνα: Δεν συγκρίνουμε ποσοστά μεταξύ δημοσκοπήσεων διαφορετικών εταιρειών. Επιτρέπεται μόνο η σύγκριση τάσεων εντός της ίδιας εταιρείας, με παρόμοια μεθοδολογία.
Τι μετρούν οι δημοσκοπήσεις
Παρά τις διαφωνίες που συχνά προκύπτουν, ο σκοπός μιας δημοσκόπησης δεν είναι να προβλέψει το αποτέλεσμα. Είναι να αποτυπώσει την τάση της στιγμής. Οι εταιρείες μπορούν να καταγράψουν ποιοι πολιτικοί χώροι ενισχύονται ή αποδυναμώνονται, ποιες ομάδες ψηφοφόρων μετακινούνται, πόσο μεγάλη είναι η αβεβαιότητα στο εκλογικό σώμα. Αυτό που δεν μπορούν να κάνουν με ασφάλεια, ιδιαίτερα πολλούς μήνες πριν τις εκλογές, είναι να δώσουν αξιόπιστη τελική πρόβλεψη. Ειδικά όταν ένα σημαντικό ποσοστό του εκλογικού σώματος αποφασίζει την τελευταία ημέρα. Σύμφωνα με προηγούμενες εμπειρίες, περίπου 15% των ψηφοφόρων λαμβάνει την τελική απόφαση το Σάββατο ή την Κυριακή των εκλογών. Αυτό σημαίνει ότι ένα υψηλό ποσοστό αδιευκρίνιστης ψήφου δεν είναι ένδειξη κακής δημοσκόπησης, αλλά φυσιολογικό φαινόμενο σε περίοδο που βρισκόμαστε ακόμη μακριά από την κάλπη.
Ο άγνωστος «Χ»
Ο «μεγάλος άγνωστος» των εκλογών είναι η αδιευκρίνιστη ψήφος, η οποία αποτελείται από τέσσερις κατηγορίες: Δεν θα ψηφίσω (αποχή), λευκό, άκυρο, δεν έχω αποφασίσει/δεν απαντώ. Το άθροισμα αυτών των κατηγοριών μπορεί να φτάσει σήμερα το 30%, με τους αναποφάσιστους να κινούνται στην παρούσα φάση μεταξύ 15%-20% και όσους «δεν απαντούν» γύρω στο 3%-6%. Σημειώνεται ότι το ποσοστό αυτό είναι τόσο υψηλό γιατί (α) είμαστε πολύ μακριά από τις εκλογές, (β) πολλοί ψηφοφόροι περιμένουν να δουν κινήσεις κομμάτων, συνεργασίες, προγράμματα, (γ) το πολιτικό τοπίο είναι εξαιρετικά ρευστό, και (δ) σε κάθε εκλογική διαδικασία υπάρχει ένα μόνιμο ποσοστό που αποφασίζει την τελευταία στιγμή. Σημειώνεται ότι το «δεν απαντώ» είναι διαφορετικό από το «δεν έχω αποφασίσει». Διότι μερικοί απλώς αποκρύπτουν την επιλογή τους, ενώ άλλοι δηλώνουν κάτι διαφορετικό από αυτό που τελικά θα κάνουν (κρυφή ψήφος). Υπάρχει και η κατηγορία της διπλής απόκρυψης, όπου ο πολίτης δεν αποκαλύπτει ούτε την τωρινή πρόθεση ούτε την προηγούμενη ψήφο του, καθιστώντας την εκτίμηση της συμπεριφοράς του εξαιρετικά δύσκολη.
Αποχή
Το 2011 αποτέλεσε κομβικό σημείο για την κυπριακή πολιτική συμπεριφορά, διότι, από τότε, στις εκλογικές αναμετρήσεις η αποχή έγινε ένας μόνιμος παράγοντας. Από εκείνη την περίοδο και έπειτα η αποχή αυξήθηκε σημαντικά, η κομματική ταύτιση αποδυναμώθηκε, η ψήφος έγινε πολύ πιο ρευστή. Πολλές από τις αρνήσεις συμμετοχής στη δημοσκόπηση ερμηνεύονται ως πιθανή αποχή και γι' αυτό οι εταιρείες συχνά υποκαταγράφουν την τελική αποχή, η οποία στις κάλπες είναι συνήθως υψηλότερη.
Η «πισίνα»
Η δειγματοληψία πρέπει να είναι μια μικρογραφία του πληθυσμού, όπως, για παράδειγμα, εάν βάλεις το χέρι σου σε ένα σημείο της πισίνας, μπορείς να υποθέσεις ότι η θερμοκρασία είναι η ίδια σε όλη την επιφάνεια. Για να είναι καλή η δειγματοληψία, πρέπει το δείγμα να είναι (α) αντιπροσωπευτικό, (β) ισορροπημένο ως προς ηλικία, φύλο, γεωγραφία, (γ) συμβατό με το ποσοστό συμμετοχής των ομάδων. Προβλήματα προκύπτουν όταν κάποιες ομάδες (π.χ. νέοι) συμμετέχουν λιγότερο, αναγκάζοντας τις εταιρείες να προβούν σε στάθμιση - μια διαδικασία που μπορεί να διορθώσει, αλλά και να δημιουργήσει λάθη. Η στάθμιση είναι η διαδικασία κατά την οποία διορθώνεται η σύνθεση του δείγματος ώστε να μοιάζει περισσότερο με τον πραγματικό πληθυσμό. Όμως, η εμπειρία έχει δείξει ότι η στάθμιση μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικές αστοχίες. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν το 2008, όταν στάθμιση σε μικρό κόμμα οδήγησε σε υπερεκτίμηση της δύναμής του, διότι «διορθώθηκε» ένα τμήμα ψηφοφόρων που στην πραγματικότητα μετακινήθηκε αλλού την ημέρα των εκλογών (από Τάσσο σε Κασουλίδη). Γι' αυτό πολλές εταιρείες σήμερα προτιμούν περιορισμένη ή καθόλου στάθμιση, ειδικά σε πολιτικά χαρακτηριστικά.
Online έρευνες
Οι διαδικτυακές έρευνες (online δημοσκοπήσεις) είναι γρήγορες, έχουν χαμηλό κόστος και ευκολία στην υλοποίηση, αλλά εμπεριέχουν κινδύνους και παρουσιάζουν ένα θεμελιώδες μειονέκτημα: Δεν πραγματοποιείται δειγματοληψία, αλλά αυτοεπιλογή. Οι συμμετέχοντες «δηλώνουν παρουσία» μόνοι τους, επομένως υπερεκπροσωπούνται οι χρήστες με ισχυρή άποψη, υποεκπροσωπούνται οι λιγότερο πολιτικοποιημένοι, τα αποτελέσματα αλλοιώνονται υπέρ συγκεκριμένων κομμάτων ή τάσεων. Γι' αυτό οι διαδικτυακές μετρήσεις δεν μπορούν να υποκαταστήσουν τις επιστημονικές δημοσκοπήσεις.
Ρευστότητα
Το πολιτικό σκηνικό έχει αλλάξει ριζικά. Η αποσύνδεση των ψηφοφόρων από τις ιστορικές κομματικές επιλογές δημιουργεί χώρο για ανεξάρτητους υποψηφίους, νέα κόμματα, προσωποπαγή σχήματα, κινήματα με έντονη αντισυστημική ρητορική. Τέτοιες δυνάμεις συχνά διαθέτουν υψηλή «κρυφή ψήφο», μετακινούμενους ψηφοφόρους από όλους τους χώρους, απρόβλεπτη εκλογική συμπεριφορά. Η εμπειρία των πρόσφατων ευρωεκλογών απέδειξε ότι μεγάλα ποσοστά των «δεν απαντώ» και «αναποφάσιστων» κινήθηκαν τελικά προς το νέο, το λεγόμενο αντισυστημικό (Φειδίας Παναγιώτου), ανατρέποντας εκτιμήσεις. Αυτή η ρευστότητα καθιστά την πρόβλεψη, ειδικά επτά μήνες πριν τις βουλευτικές, εξαιρετικά δύσκολη.
Συσπείρωση
Τα παραδοσιακά κόμματα δεν επιτυγχάνουν πλέον τις συσπειρώσεις του παρελθόντος. Μετά το 2011 η συσπείρωση πήρε καθοδική πορεία, τάση που ενισχύθηκε μετά το 2016 και ακόμα περισσότερο μετά το 2021. Οι λόγοι είναι η γενικευμένη απογοήτευση, η απώλεια εμπιστοσύνης στη διακυβέρνηση, η πολυδιάσπαση του πολιτικού/κομματικού σκηνικού, η ενίσχυση νέων σχημάτων που προσελκύουν δυσαρεστημένους ψηφοφόρους. Έτσι, ενώ κάποτε η συσπείρωση πλησίαζε το 80%-85%, σήμερα δύσκολα ξεπερνά το 60%-65%.
Επιδραστικότητα
Σε ό,τι αφορά την επίδραση των δημοσκοπήσεων στους ψηφοφόρους, σημειώνεται ότι σε πολλές χώρες το φαινόμενο «τρένο των νικητών» (bandwagon effect) καταγράφεται συστηματικά. Οι ψηφοφόροι τείνουν να ενισχύουν εκείνους που προβάλλονται ως ισχυροί, ενώ εγκαταλείπουν όσους φαίνεται να υστερούν. Στην Κύπρο δεν υπάρχουν συστηματικές ακαδημαϊκές μελέτες, αλλά η εμπειρία των εκλογικών αναμετρήσεων δείχνει ότι οι τελευταίες μετρήσεις μπορούν να επιταχύνουν κινήσεις ψηφοφόρων, να ενισχύσουν την αίσθηση νίκης ή ήττας, και να επηρεάσουν μικρές ομάδες με υψηλή ρευστότητα.
Εκτιμήσεις
Αυτή τη στιγμή δεν μπορούν να γίνουν ασφαλείς εκτιμήσεις για τον Μάιο του 2026, δεν μπορεί να γίνει πρόβλεψη αποτελέσματος. Και υπάρχουν τέσσερις βασικοί λόγοι γιατί οποιαδήποτε «πρόβλεψη» αυτή τη στιγμή θα είχε χαμηλή αξιοπιστία: (α) Χρονική απόσταση - είμαστε ακόμη πολύ μακριά από τις εκλογές, (β) Υψηλή αδιευκρίνιστη ψήφος - σχεδόν ένας στους τρεις δεν έχει ξεκάθαρη επιλογή, (γ) Έλλειψη πλήρους εικόνας κομματικών ψηφοδελτίων - όταν δεν ανακοινώνονται ονόματα, μειώνεται η αναγνωρισιμότητα και η πρόθεση ψήφου, και (δ) Ρευστότητα νέων σχημάτων - τα νέα κόμματα ενδέχεται να μεταβληθούν έντονα όσο πλησιάζει η κάλπη.
Ανάγνωση δημοσκοπήσεων
Για τον πολίτη που θέλει να διαβάσει σωστά μια δημοσκόπηση σήμερα και να κατανοήσει ουσιαστικά τα δεδομένα, υπάρχουν πέντε χρυσοί κανόνες:
1. Μην κοιτάτε τις διαφορές μεταξύ εταιρειών. Συγκρίνετε μόνο τη μεταβολή σε δημοσκοπήσεις της ίδιας εταιρείας.
2. Δώστε έμφαση στην τάση, όχι στο απόλυτο ποσοστό. Η δυναμική έχει μεγαλύτερη σημασία από τον «αριθμό».
3. Προσέξτε την αδιευκρίνιστη ψήφο. Ιδιαίτερα όσους «δεν απαντούν», γιατί συχνά κρύβουν ψήφο προς αντισυστημικά σχήματα.
4. Διαβάστε τα δημογραφικά στοιχεία. Πού χάνει ένα κόμμα; Ποιοι μετακινούνται; Από πού προέρχονται οι αναποφάσιστοι;
5. Μην ξεχνάτε την αποχή. Η αποχή μπορεί να καθορίσει το τελικό αποτέλεσμα, αλλά καταγράφεται δύσκολα.
Συμπέρασμα
Άρα, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν το «πού πάμε», όχι όμως το «πού θα φτάσουμε». Η εποχή της απολύτως προβλέψιμης ψήφου έχει περάσει. Η πολιτική σκηνή του 2026 χαρακτηρίζεται από υψηλή ρευστότητα, έντονη αμφισβήτηση, διάθεση για δοκιμή νέων επιλογών, περιορισμένη συσπείρωση, ισχυρή αδιευκρίνιστη ψήφο. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, η δημοσκόπηση είναι ένας καθρέφτης της στιγμής και όχι το αποτέλεσμα της κάλπης. Η αξία της βρίσκεται στο ότι βοηθά στο να γίνουν καλύτερα κατανοητές οι κατευθύνσεις, οι μεταφορές ψηφοφόρων, οι κοινωνικές τάσεις και η δυναμική που διαμορφώνεται. Οι δημοσκοπήσεις πρέπει να διαβάζονται σωστά, δηλαδή με γνώση των ορίων τους, με επίγνωση των μεθοδολογικών διαφορών και με κατανόηση ότι, σε μια εποχή μεγάλης αβεβαιότητας, το εκλογικό σώμα παραμένει ενεργό, απαιτητικό και συχνά απρόβλεπτο. Και ως γνωστόν, η δημοκρατία δεν κρίνεται στις δημοσκοπήσεις αλλά στην κάλπη. Και μέχρι να φτάσουμε εκεί, οι τάσεις θα συνεχίσουν να κινούνται, να ανατρέπονται και να αναδιαμορφώνονται, όπως συμβαίνει σε ζωντανές, μεταβαλλόμενες πολιτικές κοινωνίες.
Δυναμική, μετακινήσεις και αβεβαιότητα κομμάτων
Ο κομματικός χάρτης στη χώρα μας βρίσκεται σήμερα στην πιο ρευστή φάση της τελευταίας δεκαετίας. Η αποχή παραμένει ισχυρή, η αδιευκρίνιστη ψήφος φτάνει έως και το ένα τρίτο του εκλογικού σώματος, τα παραδοσιακά κόμματα παλεύουν να συσπειρώσουν τις βάσεις τους, ενώ νέα πολιτικά σχήματα έχουν εισέλθει στην υπό διαμόρφωση νέα κυπριακή πολιτική γεωγραφία. Μέσα σε αυτό το πολιτικό περιβάλλον, οι δημοσκοπήσεις μετρούν συνεχώς τάσεις που μεταβάλλονται και αλληλεπιδρούν με την πολιτική πραγματικότητα - την κατάσταση των κομμάτων, τις συσπειρώσεις τους, τις μετακινήσεις ψηφοφόρων και τις νέες δυνάμεις που αναδύονται.
Τρεις προκλήσεις
Σύμφωνα με τον εκλογικό αναλυτή, αναπληρωτή καθηγητή Έρευνας, δρα Νάσιο Ορεινό, η πολιτική ταυτότητα των εκλογών αυτών δεν έχει ακόμη αποκρυσταλλωθεί. Τα παραδοσιακά κόμματα έχουν χαμηλή συσπείρωση και βρίσκονται υπό υψηλή πίεση, αντιμέτωπα με τρεις μεγάλες προκλήσεις: (α) Μειωμένη κομματική ταύτιση. Οι ψηφοφόροι δεν αισθάνονται πλέον δεσμευμένοι. Αλλάζουν εύκολα επιλογή και μετακινούνται ανάλογα με συγκυρίες, πρόσωπα και γεγονότα, (β) Εμφάνιση νέων σχημάτων. Τα νέα κόμματα, στα οποία οι δημοσκοπήσεις αποδίδουν υψηλή ρευστότητα και κρυφή ψήφο, απορροφούν σημαντικά ποσοστά από όλες σχεδόν τις παραδοσιακές δυνάμεις. Η διαρροή δεν είναι μονομερής, επηρεάζονται κόμματα από όλο το φάσμα, (γ) Αργή διαμόρφωση ψηφοδελτίων. Όσο δεν υπάρχουν πλήρη ψηφοδέλτια, οι ψηφοφόροι δεν μπορούν να αξιολογήσουν προσωπικότητες. Αυτό κρατά χαμηλά τα ποσοστά πρόθεσης ψήφου. Βάσει των προαναφερθέντων τριών παραγόντων, τα κόμματα με ιστορικό εκλογικό βάρος έχουν ακόμη «βάθος», αλλά δυσκολεύονται να φτάσουν συσπειρώσεις της τάξης του 80% - όριο που φαντάζει ανέφικτο στη σημερινή πραγματικότητα.
ΕΛΑΜ
Το ακροδεξιό ΕΛΑΜ βρίσκεται σε μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα προεκλογική φάση. Από τις δημοσκοπικές τάσεις καταγράφεται ότι (i) μεγάλο μέρος όσων μετακινήθηκαν προς αυτό στις προηγούμενες αναμετρήσεις, δεν προήλθε από έναν χώρο αλλά από πολλούς διαφορετικούς πολιτικούς χώρους, (ii) oι μετακινήσεις προς το ΕΛΑΜ συνδέονται περισσότερο με γενικευμένη δυσαρέσκεια και λιγότερο με σταθερή ιδεολογική ταύτιση, (iii) η διάχυση αυτή καθιστά δύσκολη την εκτίμηση σταθερού πυρήνα. Στην ερώτηση «Πόσο δεδομένη είναι η δύναμή του», η απάντηση είναι ότι «η παρουσία του στις ευρωεκλογές ήταν ισχυρή, όμως αυτό δεν εγγυάται αντίστοιχη εικόνα στις βουλευτικές». Και ο λόγος είναι ότι στις βουλευτικές οι πολίτες αντιμετωπίζουν τη διαδικασία πιο «θεσμικά», ο πολιτικός ανταγωνισμός είναι διαφορετικός, ο βαθμός κινητοποίησης άλλων κομμάτων μπορεί να αλλάξει ισορροπίες. Συνεπώς, το ΕΛΑΜ έχει σημαντική απήχηση, αλλά παραμένει ένα πολιτικό μόρφωμα με μεταβαλλόμενη και μη συμπαγή ροή ψηφοφόρων.
Νέα κόμματα
Τα νέα πολιτικά κόμματα παρουσιάζουν υψηλή ρευστότητα και κρυφή ψήφο, γι' αυτό και αποτελούν τον μεγαλύτερο αστάθμητο παράγοντα των εκλογών του 2026, ο οποίος δυσκολεύει περισσότερο την ερμηνεία των δημοσκοπήσεων. Η δυναμική αυτών των κομμάτων θα καθορίσει μέρος της τελικής διανομής των εδρών. Χαρακτηριστικά των νέων σχημάτων είναι ότι (α) Αντλούν ψήφους από παντού. Οι μετακινούμενοι προέρχονται από ολόκληρο το πολιτικό φάσμα και από πολίτες που δεν ψήφιζαν παλαιότερα, (β) Εμφανίζουν υψηλά ποσοστά «κρυφής ψήφου». Πολλοί υποστηρικτές αποφεύγουν να το δηλώσουν στις μετρήσεις (τυπικό μοτίβο των ανερχόμενων σχημάτων), (γ) Έχουν μεταβλητή ικανότητα κινητοποίησης. Όσο πλησιάζει η κάλπη, κάποια νέα κόμματα ενισχύονται, ενώ άλλα ξεφουσκώνουν, καθώς οι πολίτες επανέρχονται σε παραδοσιακές επιλογές, (δ) Εξαρτώνται από τις προεκλογικές εξελίξεις. Η επικαιρότητα, οι συνεργασίες και οι πιθανές προσωπικότητες που θα ενταχθούν στα ψηφοδέλτια μπορούν να αλλάξουν δραματικά την εικόνα.
Λεγόμενο Κέντρο
Ο χώρος της λεγόμενης κεντρώας δεξαμενής, που παραδοσιακά διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο, σήμερα φαντάζει αποδεκατισμένος - τις τελευταίες ημέρες σφάζονται μεταξύ τους τα τρία παραδοσιακά κόμματα του Κέντρου, ΔΗΚΟ, ΕΔΕΚ, ΔΗΠΑ, τα οποία στηρίζουν τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και συμμετέχουν στην κυβέρνηση Χριστοδουλίδη (το ΔΗΚΟ έκλεψε τον βουλευτή Αποστόλου από την ΕΔΕΚ και φαίνεται να κλέβει και από τη ΔΗΠΑ τον Γιακουμή, ο οποίος ανεξαρτητοποιήθηκε από το κόμμα του την περασμένη Πέμπτη). Σημειώνεται ότι η ΕΔΕΚ θα εξετάσει σε σημερινή έκτακτη σύγκληση του Πολιτικού της Γραφείου θέμα «αναθεώρησης της σχέσης της με την κυβέρνηση» μετά τον ανασχηματισμό της Παρασκευής που προκάλεσε «δυσαρέσκεια» στο κόμμα, όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση. Σήμερα, οι τάσεις δείχνουν ότι ένα τμήμα του λεγόμενου Κέντρου κινείται προς νέα κόμματα, άλλο κομμάτι παραμένει αναποφάσιστο, ενώ ένα μικρό ποσοστό προσανατολίζεται σε αποχή. Οι ψηφοφόροι αυτοί είναι ιδιαίτερα ευαίσθητοι σε θέματα επικαιρότητας και μπορούν να αλλάξουν στάση την τελευταία στιγμή, γεγονός που επηρεάζει δυσανάλογα τις δημοσκοπήσεις.
Οι δύο πόλοι
Όπως ο Νάσιος Ορεινός επισημαίνει, οι δύο παραδοσιακοί πρωταγωνιστές και μεγάλοι πόλοι της κυπριακής πολιτικής σκηνής, ο Δημοκρατικός Συναγερμός και το ΑΚΕΛ, εισέρχονται στην πορεία προς τις βουλευτικές εκλογές του 2026 κουβαλώντας μαζί τους ολόκληρη τη μετα-2011 πραγματικότητα: μειωμένη κομματική ταύτιση, διαρροές προς νέες δυνάμεις, χαμηλότερη από ποτέ συσπείρωση και μια κοινωνία που εμφανίζεται επιφυλακτική απέναντι στα ιστορικά σχήματα.
ΔΗΣΥ
Ο Δημοκρατικός Συναγερμός εξακολουθεί να είναι μια μεγάλη δύναμη, ωστόσο έχει ακόμα ανοιχτά μέτωπα, αλλά και υψηλό ποσοστό αναποφάσιστων. Παραμένει ένας από τους δύο μεγάλους πυλώνες του πολιτικού συστήματος, όμως σήμερα αντιμετωπίζει: (1) Υψηλό ποσοστό αναποφάσιστων από τη δική του δεξαμενή. Σε ορισμένες μετρήσεις, σχεδόν 4 στους 10 αναποφάσιστους προέρχονται από τον χώρο του Συναγερμού, με βάση την ψήφο του 2021. Και αυτό σημαίνει ότι ο ΔΗΣΥ διαθέτει μεγάλο «ανεκμετάλλευτο» εκλογικό δυναμικό. Η δεξαμενή αυτή μπορεί να λειτουργήσει είτε ως ισχυρό όπλο επανασυσπείρωσης, είτε ως αδύναμο σημείο, εάν διοχετευτεί προς τη γενικευμένη αποχή ή προς νέα πολιτικά σχήματα, (2) Πίεση από νέες πολιτικές δυνάμεις. Τα νέα κόμματα, τα οποία αντλούν ψήφους απ’ όλο το πολιτικό φάσμα, φαίνεται να αποσπούν μέρος της παραδοσιακής βάσης του ΔΗΣΥ και κυρίως ψηφοφόρους με στάση δυσαρέσκειας για τη γενικότερη πολιτική κατάσταση. Πρόκειται για μετακινήσεις που δεν έχουν σταθεροποιηθεί, ενώ σε μεγάλο βαθμό συνδέονται με συγκυριακούς παράγοντες, (3) Η συσπείρωση δεν έχει ακόμη επιτευχθεί. Μετά το 2011, καμία εκλογική αναμέτρηση δεν έχει δείξει συσπείρωση της τάξης του 80% για τα μεγάλα κόμματα. Ο ΔΗΣΥ δεν αποτελεί εξαίρεση. Βρίσκεται σε φυσιολογικά χαμηλές τιμές για τέτοια χρονική απόσταση από τις εκλογές και είναι κάτι που μπορεί να αλλάξει σημαντικά όταν θα ανακοινωθούν πρόσωπα, ψηφοδέλτια και προεκλογικές θέσεις, (4) Υψηλή ικανότητα ανάκτησης ψηφοφόρων. Παρά τις πιέσεις, ο Συναγερμός έχει ιστορικά αποδείξει ότι μπορεί να αυξήσει τη δύναμή του προς την κάλπη. Η κομματική του μηχανή είναι δομημένη και αποτελεσματική, ενώ η μεγάλη δεξαμενή αναποφάσιστων πρώην ψηφοφόρων αποτελεί το βασικό του ατού. Γενικά, ο ΔΗΣΥ βρίσκεται σε μια μεταβατική φάση όπου η εικόνα δείχνει πιο χαμηλή από ό,τι θα μπορούσε να είναι, αλλά και με πεδίο ανόδου, εφόσον επενδύσει στη δική του βάση και επαναφέρει τους σιωπηλούς ψηφοφόρους, αυτούς που σήμερα δεν εκφράζονται.
ΑΚΕΛ
Το ΑΚΕΛ δεν εμφανίζει εικόνα υποχώρησης, αλλά ούτε και εικόνα οριστικοποιημένης ανόδου. Δείχνει να βρίσκεται σε σταθερή βάση - σταθερότερη από αυτήν του Συναγερμού, αλλά δέχεται πιέσεις από νέες προσεγγίσεις του πολιτικού κέντρου. Φαίνεται να έχει κάποια περιθώρια ενίσχυσης, εφόσον κατορθώσει να προσεγγίσει τις ομάδες που σήμερα κινούνται μεταξύ αναποφασιστικότητας και νέων σχημάτων. Εμφανίζεται, επίσης, επηρεασμένο από το νέο περιβάλλον της ρευστότητας, αλλά με διαφορετικά χαρακτηριστικά από τον ΔΗΣΥ: (1) Η συσπείρωση είναι ακόμη χαμηλότερη από το τελικό δυναμικό του. Το κόμμα κρατά έναν βασικό πυρήνα, αλλά δεν έχει προσεγγίσει καμία οροφή συσπείρωσης. Σύμφωνα με τις τάσεις, περίπου το 10% των αναποφάσιστων προέρχεται από την ψήφο του ΑΚΕΛ του 2021. Πρόκειται για ένα ποσοστό αξιοσημείωτο, που δείχνει ότι το κόμμα έχει να ανακτήσει σημαντικό μέρος των ψηφοφόρων του, (2) Αντιμετωπίζει πίεση από νέα σχήματα. Η πίεση δεν είναι τόσο έντονη όσο σε άλλους χώρους, αλλά και εδώ οι δημοσκοπικές τάσεις δείχνουν μετακινήσεις προς κόμματα που εμφανίζονται πιο «αντισυστημικά» ή πιο προσωποκεντρικά. Ειδικά η ομάδα του «δεν απαντώ», η οποία συχνά έχει κρυφή πρόθεση ψήφου, μπορεί να περιλαμβάνει και πρώην ψηφοφόρους του ΑΚΕΛ που αναζητούν εναλλακτικές, (3) Η βάση του παραμένει πιο συμπαγής από άλλους χώρους. Σε αντίθεση με τον Συναγερμό, το ΑΚΕΛ ιστορικά διαθέτει μια πιο ιδεολογικά δεμένη βάση. Αυτό του επιτρέπει να διατηρεί έναν σταθερό κορμό, αλλά σημαίνει και ότι η ανάπτυξη πέρα από αυτόν τον κορμό απαιτεί ειδική στρατηγική, (4) Ο ρόλος της αποχής, η οποία αποτελεί ξεχωριστή παράμετρο για το ΑΚΕΛ. Τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της δείχνουν ότι μέρος από τη δυσαρέσκεια μπορεί να εκφράζεται μέσα από την αποχή, ιδιαίτερα σε περιόδους όπου οι πολίτες δεν βλέπουν ξεκάθαρη εναλλακτική πολιτική προοπτική.
Αναποφάσιστοι
Το κλειδί του αποτελέσματος των βουλευτικών εκλογών του ερχόμενου Μαΐου, θα είναι οι αναποφάσιστοι, οι οποίοι δεν είναι μια ομοιογενής ομάδα, αλλά διακρίνονται σε: πρώην ψηφοφόρους παραδοσιακών κομμάτων, πολίτες που κινούνται προς νέα κόμματα αλλά δεν το δηλώνουν, ψηφοφόρους που ταλαντεύονται μεταξύ αποχής και συμμετοχής. Το σύνολο αυτών των ομάδων θα κρίνει τις βουλευτικές εκλογές του 2026.
Γενική εικόνα
Το σίγουρο είναι ότι ο δρόμος μέχρι την κάλπη είναι μακρύς, τονίζει ο εκλογικός αναλυτής δρ Ορεινός. «Και η ρευστότητα που χαρακτηρίζει το εκλογικό σώμα προμηνύει μία από τις πιο ανοιχτές, απρόβλεπτες και δυναμικές εκλογικές μάχες της τελευταίας δεκαετίας» συμπληρώνει. Όπως προκύπτει από τις διαθέσιμες δημοσκοπήσεις, το κομματικό σκηνικό βρίσκεται υπό διαμόρφωση και με τα εξής χαρακτηριστικά:
• Τα παραδοσιακά κόμματα ξεκινούν από χαμηλότερη αφετηρία συσπείρωσης σε σχέση με παλαιότερες δεκαετίες
• Το λεγόμενο Κέντρο αλληλοσπαράζεται και λεηλατείται
• Το ΕΛΑΜ έχει δυνητική δύναμη, αλλά η εκλογική του βάση είναι ετερογενής και όχι πλήρως σταθεροποιημένη
• Τα νέα κόμματα αποτελούν τον πιο απρόβλεπτο παράγοντα, με ψηφοφόρους που συνδυάζουν δυσαρέσκεια, ρευστότητα και κρυφή δήλωση πρόθεσης
• Η αποχή εξακολουθεί να λειτουργεί ως «μαύρη τρύπα» των δημοσκοπήσεων
• Οι αναποφάσιστοι παραμένουν με υψηλά ποσοστά και δείχνουν να είναι δυνητικά ανατρεπτικοί.

Σύμφωνα με τον Νάσιο Ορεινό, ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ, κουβαλούν ολόκληρη τη μετά-2011 πραγματικότητα: μειωμένη κομματική ταύτιση, διαρροές προς νέες δυνάμεις, χαμηλότερη από ποτέ συσπείρωση.






